Πάνω από 500 δισ. δρχ. αναμένεται να διανείμουν προς τους μετόχους τους ως μέρισμα για τη χρήση του 1998 οι εισηγμένες επιχειρήσεις στη Σοφοκλέους. Το παραπάνω ποσόν, αν και είναι σημαντικά αυξημένο σε σχέση με το συνολικό μέρισμα του 1997 (362 δισ. δρχ.) ή του 1996 (257 δισ. δρχ.), ως μερισματική απόδοση μετά βίας προσεγγίζει το 1,5%. Ενα ποσοστό που για τους επενδυτές με μακροπρόθεσμη επενδυτική φιλοσοφία δεν είναι ικανοποιητικό καθώς η απόδοση των τραπεζικών καταθέσεων ή των εντόκων γραμματίων σε ετήσια βάση κυμαίνεται γύρω στο 8%. Οι μερισματικές αποδόσεις που προσφέρουν οι επιχειρήσεις στους μετόχους τους φαντάζουν ιδιαίτερα πενιχρές αν συγκριθούν με τα κεφαλαιακά κέρδη που έχει προσφέρει η Σοφοκλέους τον τελευταίο χρόνο. Μάλιστα, σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία από την αρχή του έτους ως τις 30 Ιουνίου, η χρηματιστηριακή αξία των εισηγμένων επιχειρήσεων σημείωσε αύξηση κατά 70%! Ακόμη και ο πρόεδρος της Ενωσης Μικρομετόχων κ. Δ. Καραγκούνης, ο οποίος παλαιότερα στις συνελεύσεις υποστήριζε ότι το μέρισμα πρέπει να είναι αυξημένο γιατί αποτελεί το «οξυγόνο των επενδυτών», φαίνεται εφέτος να έχει βάλει νερό στο κρασί του επισημαίνοντας ότι είναι αχαριστία να ζητάς μεγαλύτερο μέρισμα τη στιγμή που τα κεφαλαιακά κέρδη της μετοχής είναι πολλές φορές διπλάσια και τριπλάσια του αρχικώς επενδεδυμένου κεφαλαίου. Το συγκεκριμένο φαινόμενο δεν είναι μόνο ελληνικό αλλά παρουσιάζεται σε όλες σχεδόν τις χρηματιστηριακές αγορές ανά τον κόσμο και συνδέεται με την περίοδο της μεγάλης ανάπτυξης που σημειώνεται στον χρηματιστηριακό τομέα. Το 1998 στις περισσότερες κεφαλαιαγορές ανά τον κόσμο ο λόγος τιμής προς κέρδη (Ρ/Ε) ήταν αρκετά πάνω από τον μακροχρόνιο μέσο όρο, ενώ αντίθετα ο δείκτης των μερισματικών αποδόσεων κυμάνθηκε σε χαμηλά επίπεδα. Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα της μεγαλύτερης χρηματιστηριακής αγοράς, αυτής των ΗΠΑ, στην οποία ο μέσος όρος των μερισματικών αποδόσεων για τα τελευταία 50 χρόνια είναι της τάξεως του 4%, ενώ το 1998 έπεσε στο 1,5%, που είναι η χαμηλότερη τιμή των 50 χρόνων για την οποία γίνεται η σύγκριση. Ανάλογη είναι η συμπεριφορά και άλλων ανεπτυγμένων αγορών, όπως της Βρετανίας, όπου η μερισματική απόδοση έπεσε το 1998 στο 2,8% από 4,7% που είναι ο μέσος όρος 35 ετών, και της Γερμανίας, που είχε μέση απόδοση 25 ετών στο 2,8% αλλά μειώθηκε το 1998 στο 1,3%.
Οπως προκύπτει και από τον πίνακα, τις μεγαλύτερες μερισματικές αποδόσεις σημείωσαν για μία ακόμη φορά οι εταιρείες επενδύσεων, με τη διαφορά ότι αυτή τη φορά δεν υστερούν σε αποδόσεις και οι μετοχές τους, καθώς όλες σχεδόν διαπραγματεύονται με premiu (η χρηματιστηριακή τιμή τους είναι μεγαλύτερη σε σχέση με την εσωτερική αξία τους).
Η ως σήμερα εμπειρία καταδεικνύει πάντως ότι στο σύνολό του το ποσόν των μερισμάτων επανεπενδύεται στη χρηματιστηριακή αγορά, με αποτέλεσμα να αναμένεται σταδιακά ως τις αρχές του Σεπτεμβρίου να τοποθετηθούν στη Σοφοκλέους πάνω από 500 δισ. δρχ.



