ΤΑ ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑΤΙΚΑ διαζύγια, ακόμη και όταν είναι συναινετικά και γίνονται σε πολιτισμένο κλίμα, ξαφνιάζουν. Η αγορά παγώνει και αρχίζει η αναζήτηση των αιτιών που οδήγησαν δυο επιχειρηματίες να κινηθούν αντίθετα προς το ρεύμα της εποχής που απαιτεί εξαγορές και συγχωνεύσεις. Πόσο μάλλον όταν το διαζύγιο αφορά μια εταιρεία με βαριά ιστορία και δυο ανθρώπους που δεν τους συνδέουν μόνον 43 χρόνια καθημερινής συνεργασίας, αλλά και στενοί συγγενικοί δεσμοί. Ο λόγος για την εταιρεία Χ. Μπενρουμπή και Υιός και τους ιδρυτές της Σαμ Μπενρουμπή και Φρέντυ


Αμπραβανέλ.
Η αποχώρηση του τελευταίου από την εταιρεία έπεσε σαν βόμβα στην αγορά.


Οι επιχειρηματικές δραστηριότητες της οικογένειας Μπενρουμπή ξεκινούν στη Θεσσαλονίκη το 1880. Ο πατέρας του Σαμ Μπενρουμπή, Χάιμ, μαζί με τον παππού του ανοίγουν ένα εμπορικό κατάστημα με είδη υαλοπωλείου. Η Θεσσαλονίκη είναι τότε ένας από τους σημαντικότερους εμπορικούς κόμβους των Βαλκανίων. Εξυπνοι και ικανοί, δεν θα αργήσουν να γίνουν από τους πλουσιότερους εμπόρους της πόλης. Εισάγουν προϊόντα από την Ευρώπη και δεν τα πουλούν μόνον στην Ελλάδα, αλλά και στην Τουρκία, στη Γιουγκοσλαβία και σε άλλες γειτονικές χώρες. Είναι οι μοναδικοί εισαγωγείς τέτοιων ειδών εκείνη την εποχή και κυριαρχούν στο χονδρεμπόριο. Το κατάστημά τους έχει έκταση περίπου 4.000 τ.μ.


* Η οικογενειακή ιστορία


Η οικογένεια Αμπραβανέλ έχει και αυτή παράδοση στον επιχειρηματικό στίβο. Προπολεμικά διέθεταν στην Θεσσαλονίκη τη δική τους, εξίσου ανθηρή, επιχείρηση στον ίδιο κλάδο, με τη διαφορά οτι αυτοί κυριαρχούσαν στο λιανεμπόριο. Τη ζωή των δύο οικογενειών θα ανατρέψει ο πόλεμος του 1940. Η Ελλάδα καταρρέει και οι Γερμανοί φθάνουν στη Θεσσαλονίκη..


Η ειρωνεία είναι ότι ο Χάιμ Μπενρουμπή πίστευε πως τα χρήματα της οικογένειας έπρεπε να είναι τοποθετημένα στη δουλειά τους και έτσι μετά τον πόλεμο δεν έχουν ούτε ένα ακίνητο στην κατοχή τους, ούτε κοσμήματα, ούτε άλλα πολύτιμα αντικείμενα. Η τεράστια περιουσία τους χάθηκε όταν οι Γερμανοί άδειασαν το κατάστημα. Ο Χάιμ Μπενρουμπή όμως δεν το βάζει εύκολα κάτω. Με το τέλος αυτής της περιπέτειας ξεκινά και πάλι την οικογενειακή εταιρεία.


* Το δεύτερο ξεκίνημα


Η δεύτερη προσπάθεια του Χάιμ Μπενρουμπή δεν θυμίζει σε τίποτε την πρώτη. Κεφάλαια δεν υπάρχουν, τα προϊόντα είναι σχετικής ποιότητας και η επιχείρηση βρίσκεται μεταξύ φθοράς και αφθαρσίας. Ο Χάιμ Μπενρουμπή αποφασίζει να την κλείσει. Καλεί τον γιο του από τη Γαλλία για να τον βοηθήσει. Ο Σαμ Μπενρουμπή έρχεται μόνον για 15 ημέρες, γιατί στο Παρίσι τον περιμένει μια καλή θέση κοντά σε έναν διάσημο καθηγητή της εποχής. Ο νεαρός Σαμ με δυο βαλίτσες εμπορεύματα στα χέρια τριγυρνάει παντού για να τα πουλήσει. Το εμπόρευμα πρέπει να εκποιηθεί, η επιχείρηση κλείνει. Ολοι οι μαγαζάτορες του λένε ότι είναι κρίμα, ότι ο πατέρας του τους είχε βοηθήσει με πιστώσεις και είναι πρόθυμοι να συνεργαστούν. Παρατείνει τη διαμονή του για τρεις μήνες και αποφασίζει να το παλέψει. Τελικά το 15ήμερο ταξίδι του διαρκεί 45 χρόνια.


Το 1956 ο Φρέντυ Αμπραβανέλ παντρεύεται την αδελφή τού Σαμ Μπενρουμπή και οι δυο άνδρες ενώνουν τις επιχειρηματικές τους προσπάθειες. Είναι τελείως διαφορετικές προσωπικότητες, αλλά αλληλοσυμπληρώνονται. Ο Φρέντι σηκώνει το βάρος των διοικητικών και των οικονομικών της εταιρείας, ενώ ο Σαμ τις σχέσεις με τους πελάτες και γενικά την ευθύνη του εμπορικού τμήματος. Ρόλους που θα διατηρήσουν ως το τέλος της συνεργασίας τους. Προσπαθούν να βρουν τρόπους να αναπτύξουν την εταιρεία. Σκέπτονται να φέρουν τα γυάλινα σκεύη Pyrex στην Ελλάδα. Μιλούν και οι δυο γαλλικά καλύτερα από τον μέσο Γάλλο και ξέρουν τη νοοτροπία τους. Η Pyrex στην Ελλάδα το 1956 έκανε πωλήσεις 250 δολαρίων. Εμφανίζονται στον εμπορικό διευθυντή της γαλλικής εταιρείας και ζητούν την αντιπροσωπεία για την Ελλάδα. Ο Γάλλος είναι δυο μήνες στη θέση του εμπορικού διευθυντή και διστάζει. Με τη φράση «τζίρο δεν μπορούμε να εγγυηθούμε, εγγυόμαστε όμως ότι θα δουλέψουμε σκληρά» πείθεται να τους δοκιμάσει για έξι μήνες. Θα πετύχουν πωλήσεις αξίας 8.000 δολαρίων τον πρώτο χρόνο, αλλά με τρομερές δυσκολίες, καθώς οι νοικοκυρές δύσκολα εμπιστεύονται ένα γυάλινο σκεύος. Ο Χάιμ Μπενρουμπή διαφωνεί. Δεν πιστεύει ότι ο γιος και ο γαμπρός του θα καταφέρουν σπουδαία πράγματα με την Pyrex.


Το επιχειρηματικό δίδυμο είναι αποτελεσματικό και καινοτομεί. Το 1960-’61 παίρνουν την αντιπροσωπεία της Moulinex και φέρνουν τα πρώτα μίξερ στην Ελλάδα. Το 1967 παίρνουν την αντιπροσωπεία της SEB και φέρνουν τις πρώτες χύτρες ταχύτητας. Κάθε νέο ξεκίνημα που κάνουν είναι πολύ δύσκολο. Για παράδειγμα, το ’67 οι νοικοκυρές θεωρούσαν τις χύτρες ταχύτητας κάτι σαν βόμβες υδρογόνου και οι πωλήσεις ήταν περιορισμένες. Σήμερα η εταιρεία έχει πουλήσει περισσότερες από 2.500.000 χύτρες και απογειώνεται σε τέτοιο βαθμό που οι δυο συνέταιροι θα σταθούν μπροστά στον πρόεδρο Μιτεράν που τους παρασημοφορεί για την προσφορά τους στα γαλλικά προϊόντα. Είναι εξαιρετικά δεμένοι και τα παιδιά τους μεγαλώνουν μαζί.


* Η τρίτη γενιά


Ο Φρέντυ έχει αποκτήσει τον Ερρίκο και τη Λίζα και ο Σαμ την Αλίκη και τη Νόρα. Η τρίτη γενιά ολοκληρώνει τις σπουδές της και μπαίνει στην επιχείρηση. Οι νέοι άνθρωποι κουβαλούν και νέες ιδέες. Οπως ο Χάιμ Μπενρουμπή δεν καταλάβαινε την κίνηση του Σαμ να φέρει την Pyrex, έτσι τα παιδιά τους έχουν διαφορετικές αντιλήψεις από τους γονείς τους. Η χημεία χάλασε πριν από 9 χρόνια, όταν ο Ερρίκος Αμπραβανέλ αναλαμβάνει γενικός διευθυντής της εταιρείας. «Είχαμε διαφορετικές απόψεις στο marketing» λέει σήμερα ο Σαμ Μπενρουμπή και προσθέτει: «Είναι πολύ ικανός άνθρωπος, εξαιρετικός τεχνοκράτης. Η προσφορά του στην εταιρεία είναι μεγάλη. Εκανε τεράστια επιτυχία με τα joint venture, με τη SEB και τη Moulinex. Είναι κατόρθωμα. Δεν υπάρχει άλλη εταιρεία που να έχει βάλει δυο ανταγωνιστές κάτω από την ίδια στέγη και να είναι και οι δυο ευτυχείς».


Στο χώρο του εμπορίου γίνονται ραγδαίες αλλαγές και η εταιρεία βρίσκεται ενώπιον κρίσιμων αποφάσεων. Η διαφορά αντιλήψεων είναι τροχοπέδη, κάτι που αντιλαμβάνονται και οι δυο οικογένειες. «Ιδέες που είχα και επιχειρηματικές κινήσεις που έκανα δεν μπορούσαν να εκτιμηθούν σωστά» εξομολογείται σε ανύποπτο χρόνο σε ένα στενό του φίλο ο Ερρίκος Αμπραβανέλ. Οι σχέσεις των δυο οικογενειών δεν αφήνουν περιθώρια για συγκρούσεις. Οι προσπάθειες που κάνουν να βρουν μεταξύ τους μια λύση ναυαγούν. Αποφασίζουν να εξετάσουν την τρίτη λύση και απευθύνονται στην TELESIS. Την υπόθεση αναλαμβάνει ο Βίκτωρ Πιζάντε, ο οποίος στα τέλη του 1998 παρουσιάζει πρόταση εξαγοράς του 70% της Μπενρουμπή από τους αδελφούς Σαράντη, με τις δυο οικογένειες να πωλούν ίσα μερίδια. Η τελική πρόταση της εταιρείας Σαράντης είναι η εξαγορά του 51% και ένας από τους όρους που θέτει ο Κυριάκος Σαράντης είναι να παραμείνει στη θέση του γενικού διευθυντή ο κ. Ερρίκος Αμπραβανέλ.


Η προσφορά της εταιρείας Σαράντης έχει μεγάλη απόκλιση ως προς την τιμή που είχαν ζητήσει αρχικά οι δυο οικογένειες. Ταυτόχρονα, τόσο οι Αμπραβανέλ όσο και οι Μπενρουμπή θέλουν ήπια, χωρίς πικρίες να δοθεί λύση. Ο Σαμ προτείνει να αγοράσει στην τιμή που προσφέρει η Σαράντης. Οι εκδοχές για να κλείσει η συμφωνία διαδέχονται η μια την άλλη. Οι αδελφοί Σαράντη επανέρχονται με νέα αυξημένη προσφορά. Ο Σαμ επειδή όπως λέει «πιστεύω στην εταιρεία μας», κάνει υψηλότερη προσφορά.


Την Παρασκευή 5 Μαρτίου, στα γραφεία της TELESIS γίνεται μια ακόμη σύσκεψη. Ο Ερρίκος Αμπραβανέλ λέει ότι αποδέχεται την πρόταση του Σαμ. Αρχίζει ένας μαραθώνιος διαδικασιών και η πλευρά Μπενρουμπή ως την τελευταία στιγμή τον ρωτάει: «Το εννοείς;». Ο Ερρίκος έχει πάρει την απόφασή του και τη Δευτέρα το πρωί γίνεται η μεταβίβαση. Η οικογένεια Μπενρουμπή έχει πλέον το 51% της εταιρείας, ενώ ποσοστά κάτω από 10% ο καθένας κράτησαν ο Ερρίκος και η αδελφή του Λίζα.