Tι είναι αυτό που σας οδήγησε σε μια τάξη μπαλέτου;

«Η τηλεόραση. Πρόβαλλε μια μαγνητοσκοπημένη παράσταση της «Λίμνης των κύκνων». Hμουν τεσσάρων ετών και είχα κολλήσει μπροστά στην οθόνη. «Αυτό θέλω, αυτό θέλω» επαναλάμβανα. Οι γονείς μου ήταν ανοιχτόμυαλοι και έχοντας μεγάλη εμπιστοσύνη στην παιδική βούληση με έγραψαν στην κοντινότερη σχολή χορού στο σπίτι μας στον Βόλο».

Ησασταν το μοναδικό αγόρι μέσα στην τάξη;

«Ναι, για πολλά χρόνια. Και ήταν ψυχικά δύσκολο. Kάποια κορίτσια με έκαναν να νιώθω πολύ καλά, άλλα όμως, ίσως λόγω παιδικής αφέλειας ή φόβου, αντιδρούσαν και έτσι ένιωθα καμιά φορά παρείσακτος».

Τα αγόρια πώς αντιδρούσαν; Δεχθήκατε μπούλινγκ;

«Στο σχολείο ήμουν ένα αγόρι που είχε κλίση στον χορό, που, αν θέλετε, κινούνταν πολύ περισσότερο από τα υπόλοιπα. Και αυτό στα παιδικά μάτια φάνταζε περίεργο. Δεν κατηγορώ κανέναν. Η ανθρώπινη φύση φοβάται το διαφορετικό και το κυνηγά. Ετσι πολλές φορές ως παιδί αναρωτήθηκα αν έκανα το σωστό».

Αναρωτιέστε ακόμη;

«Πάντα αναρωτιέσαι αν αξίζει ο πόνος που περνάς για αυτό το επάγγελμα. Γιατί υπάρχει η αγωνία για το αν θα έρθει ο ρόλος που θα σου επιτρέψει να πληρώσεις το ενοίκιό σου, υπάρχει αγωνία για το μέχρι ποια ηλικία θα σε αντέχει η σκηνή».

Μετά το σχολείο φύγατε στη Σκωτία και σπουδάσατε στη Βασιλική Ακαδημία Χορού με πλήρη υποτροφία. Τι θυμάστε από αυτά τα χρόνια;

«Τον πόνο. Τις απογοητεύσεις. Τα δάκρυα. Στο διάλειμμα κλεινόμουν στην τουαλέτα και μετά έπρεπε να επιστρέψω στην αίθουσα και να χορέψω. Θυμάμαι είχα πάει αρχικά με ενθουσιασμό να γνωρίσω καινούργια άτομα. Οι άνθρωποι ήταν βέβαια φιλικοί, αλλά δεν υπήρχε αυτό το μεσογειακό ταμπεραμέντο. Εμαθα να ζω μόνος μου. Και τελειώνοντας πίστευα ότι και στη ζούγκλα να με αφήσεις θα επιβιώσω».

Ξεκινώντας να δουλεύετε ως επαγγελματίας απομυθοποιήσατε καθόλου τον χορό;

«Ναι. Δεν υπάρχει μόνο η σκηνή. Υπάρχουν τα χρήματα, τα συμβόλαια, οι ατζέντηδες. Δεν σε βλέπουν σαν έναν καλλιτέχνη, αλλά και σαν έναν εργάτη που έχει δικαιώματα, υποχρεώσεις, όρους συμβολαίου. Αυτό δεν είναι απαραίτητα κακό. Μια βιομηχανία είναι και ο χορός. Show business δεν λέμε;».

Επιθέσεις με βιτριόλι, ίντριγκες. Ο χώρος σας είναι τόσο ανταγωνιστικός όσο λέγεται και γράφεται;

«Ισως σε έναν βαθμό όλα αυτά να είναι κάπως υπερβολικά. Βέβαια, δεν μπορώ να πω ότι δεν έχουν συμβεί και ποτέ. Αυτή την εποχή, συμμετέχοντας στην «Τραβιάτα» του Βέρντι (σ.σ.: έως τις 31/1) και χορεύοντας στην κεντρική σκηνή του Royal Opera House στο Covent Garden, παλαιότεροι συνάδελφοι μου διηγήθηκαν ιστορίες για χυμένο λάδι πάνω στη σκηνή, για σπασμένα γυαλιά μέσα σε πουέντ, για καρφιά κάτω από τα παπούτσια».

Μιλήστε μου για τη συμμετοχή σας στην «Τραβιάτα».

«Συνήθως οι οντισιόν διαρκούν ημέρες. Αυτή τη φορά πήρα τον ρόλο σε μία ημέρα. Χορεύαμε σε ομάδες από το πρωί. Στο τέλος μείναμε τρία άτομα. Κρατάω τον ρόλο του ταυρομάχου. Νιώθω πολύ περήφανος. Συμμετέχω σε μια παραγωγή όπου τραγουδά ο Πλάθιντο Ντομίνγκο. Στο ίδιο θέατρο έχει εμφανιστεί η Μαρία Κάλλας. Βλέπω το φαγωμένο πάτωμα και λέω: «Εδώ πάνω έχουν ιδρώσει ιερά τέρατα»».

Εχετε χορέψει και με την Κέιτ Μος και την Αλίσια Κιζ.

«Ναι, με την Κέιτ Μος στο πλαίσιο ενός διαφημιστικού και με την Αλίσια Κιζ στα ΜΤV Europe Music Awards στη Γλασκώβη. Θυμάμαι στο διαφημιστικό τα γυρίσματα ήταν εξαντλητικά, 13 ώρες την ημέρα. Φορούσα ρούχα του Αλεξάντερ Μακ Κουίν. Μάλιστα φοβόμουν μη σχιστούν κατά την κίνηση. Η Κέιτ Μος ήταν μια γνήσια ντίβα. Η Αλίσια Κιζ ήταν πιο προσιτή. Ηταν και έγκυος τότε».

Ποια άλλη συνεργασία θεωρείτε σταθμό στην καριέρα σας;

«Τη συμμετοχή μου στο μιούζικαλ «Voices of the Amazon». Ηταν μια μεγάλη παραγωγή. Αφηγητής ήταν ο Τζέρεμι Αϊρονς. H παράσταση παρουσιάστηκε στο θέατρο Sadler’s Wells στο Λονδίνο, σε Σιγκαπούρη και Ρωσία».

Ποιο είναι το μεγαλύτερο εμπόδιο που πρέπει ξεπεράσει ένας χορευτής;

«Να παλέψει για την ψυχική του ισορροπία. Θα περάσεις από πολλά σκαμπανεβάσματα. Θα αμφισβητήσεις τις ικανότητές σου. Θα πρέπει να το ξεπεράσεις. Θα πρέπει επίσης να μάθεις να κρατάς το στόμα σου κλειστό. Δεν εννοώ να μην εκφράζεις τη γνώμη σου. Αλλά θα πρέπει να μάθεις και να ακούς. Η Ελένη Γλύκατζη-Αρβελέρ είχε κάποτε πει ότι όταν οι Ελληνες βγαίνουν έξω θέλουν μόνο να διδάσκουν και όχι να διδαχθούν και αυτό το έχω διαπιστώσει και ο ίδιος».

Ποιο είναι το µέλλον του κλασικού χορού;

«Δεν μπορώ να πιστέψω ποτέ ότι θα σταματήσει να ανεβαίνει «H λίμνη των κύκνων». Γιατί το μπαλέτο εξελίσσεται. Σκεφτείτε, κάποτε πρότυπο μπαλαρίνας ήταν η Μαργκότ Φοντέιν. Επειτα ήρθε η Σιλβί Γκιγέμ, επιβάλλοντας μια τελείως διαφορετική σωματοδομή. Ο κλασικός χορός εξελίσσεται και πάντα θα βρίσκει τρόπο να εντυπωσιάζει».

Με τον καθρέφτη πώς τα πάτε;

«Είναι πάντοτε ο παγωμένος κριτής σου. Αυτός μαρτυρεί τις ατέλειές σου. Και πρέπει να συμφιλιωθείς με το είδωλό σου. Ακόμη και αν δεν διαθέτεις τα τέλεια πόδια για να κάνεις τη δεύτερη ποζισιόν».