Το ελληνικό Σύνταγμα επέτρεψε να συμβεί. Ο καταδικασμένος (τον Οκτώβριο του 2020) σε κάθειρξη 13,5 ετών από το τριμελές Εφετείο Κακουργημάτων, Ηλίας Κασιδιάρης, δημιούργησε, από τις φυλακές Δομοκού, το νέο κόμμα Ελληνες για την Πατρίδα, διακηρύσσοντας, μεταξύ άλλων, μέσω βίντεο, το πολιτικό μανιφέστο του.

Ενώ αναμένεται η γνωμοδότηση του Αρείου Πάγου (το αργότερο μέχρι τις 5 Μαΐου) για την πρόσφατη νομοθετική τροπολογία-«μπλόκο», το κόμμα, σε περίπτωση που τελικά μετάσχει στις εθνικές εκλογές της 21ης Μαΐου, βάσει των περισσότερων δημοσκοπήσεων έχει πιθανότητες να εισέλθει στη Βουλή.

Πολίτης πρωτοδίκως καταδικασμένος για τη διεύθυνση εγκληματικής νεοναζιστικής οργάνωσης-κόμματος μπορεί να δημιουργήσει πολιτικό κόμμα και να κατέβει στις εκλογές επειδή το ελληνικό Σύνταγμα, μετά το 1975, υιοθέτησε το μοντέλο της ανεκτικής δημοκρατίας, σε αντίθεση με χώρες όπως η Γερμανία (που επέλεξαν αυτό της μαχόμενης).

Πολιτική ελευθερία και νομιμότητα

«Ρητή διάταξη στο γερμανικό Σύνταγμα παρέχει στο Ομοσπονδιακό Δικαστήριο την αρμοδιότητα να θέσει εκτός νόμου ένα κόμμα, αν το κρίνει αντίθετο με το δημοκρατικό πολίτευμα. Στην Ελλάδα, βάσει του Συντάγματος, ένα πολιτικό κόμμα δεν διαλύεται. Ο έλληνας συνταγματικός νομοθέτης έθεσε ως προτεραιότητα τη διασφάλιση του αγαθού της πολιτικής ελευθερίας και συγχρόνως αποφάσισε να αναλάβει το ρίσκο της ανοχής της λειτουργίας των αντιδημοκρατικών κομμάτων. Μόνο σε ειδικές περιπτώσεις μπορούμε να απαγορεύσουμε τη συμμετοχή ενός κόμματος στις εκλογές» εξηγεί στο «Βήμα» ο συνταγματολόγος και επίκουρος καθηγητής στο Τμήμα Πολιτικής Επιστήμης του Πανεπιστημίου Κρήτης, Αλέξανδρος Κεσσόπουλος, προσθέτοντας ότι η δικλίδα για τη διασφάλιση της δημοκρατικής νομιμότητας είναι το ποινικό δίκαιο. Επιβεβαιώθηκε στην περίπτωση της Χρυσής Αυγής.

«Ωστόσο αυτά τα ζητήματα θεωρούνται μπανάλ και αυτονόητα στις ευρωπαϊκές χώρες. Αν εξετάσουμε ένα προς ένα τα παραδείγματά τους, θα διαπιστώναμε ότι δεν νοείται καταδικασμένος, μέλη των Brigate Rosse ή της Lotta Continua, να μπορεί να κατεβεί στις εκλογές. Η Χρυσή Αυγή, ως εγκληματική οργάνωση, θα είχε απαγορευθεί όπως συμβαίνει με τις ιδιωτικές πολιτοφυλακές στη Γαλλία. Αν θεωρούνταν πολιτικό κόμμα, θα είχε εξίσου διαλυθεί με απόφαση του Συνταγματικού Δικαστηρίου, όπως συμβαίνει είτε στη Γερμανία είτε στην Ισπανία. Στην Ελλάδα πρέπει να γίνει αμετάκλητη η απόφαση στον Αρειο Πάγο για να αφαιρεθούν τα πολιτικά δικαιώματα (άρθρο 51 Σ.)» υπογραμμίζει μιλώντας στο «Βήμα» ο συνταγματολόγος Νίκος Αλιβιζάτος.

Ο Ηλίας Κασιδιάρης, στη Γερμανία, «πιθανότατα θα είχε χάσει το παθητικό του δικαίωμα στην ψήφο», λέει στο «Βήμα» ο διευθυντής του Παραρτήματος του Ιδρύματος Ρόζα Λούξεμπουργκ στην Ελλάδα, Φρίντριχ Μπούρσελ. «Αυτό θα σήμαινε ότι δεν θα μπορούσε να είναι υποψήφιος για το Κοινοβούλιο, αλλά θα μπορούσε να μπει σε ένα κόμμα, να το υποστηρίξει και να προσπαθήσει να ανακτήσει τα πολιτικά του δικαιώματα μακροπρόθεσμα, για να συνεχίσει στην πολιτική».

«Δεν υπάρχει κοινό ευρωπαϊκό μοντέλο»

Ενα πολύ ενδιαφέρον «βασικό στοιχείο» κατά τη σύγκριση των εθνικών κανόνων για το κλείσιμο των κομμάτων είναι ότι όσον αφορά τη νομική (επίσημη) ρύθμιση «δεν υπάρχει κοινό ευρωπαϊκό μοντέλο αλλά μάλλον «αξιοσημείωτη ποικιλομορφία»», η οποία «αντικατοπτρίζει τις διαφορετικές συνταγματικές παραδόσεις, διαφορές στην Ιστορία, το πλαίσιο και τις κοινωνικές και πολιτικές συνθήκες. Ορισμένες χώρες δεν έχουν κανόνες για το κλείσιμο των κομμάτων και τα καταφέρνουν καλά και δίχως. Τα κράτη που έχουν κανόνες για την απαγόρευση των κομμάτων έχουν ρυθμίσει το ζήτημα πολύ διαφορετικά, τόσο ως προς τη μορφή και τη διαδικασία όσο και ως προς την ουσία» σημειώνει χαρακτηριστικά η Επιτροπή της Βενετίας (ή αλλιώς Ευρωπαϊκή Επιτροπή για τη Δημοκρατία μέσω του Δικαίου), το συμβουλευτικό όργανο του Συμβουλίου της Ευρώπης επί συνταγματικών θεμάτων.

Το ουσιώδες είναι πως, παρότι συμβουλευτικό όργανο, «οι αποφάσεις του έχουν διαδραματίσει καθοριστικό ρόλο στη διαδικασία κατάρτισης Συνταγμάτων (ιδιαίτερα καλό παράδειγμα αποτελεί η Αλβανία), ενώ τα κείμενα της Επιτροπής αξιοποιούνται τόσο από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου όσο και από το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ενωσης», επισημαίνει στο «Βήμα» ο Θανάσης Καλόγηρος, υπ. διδάκτορας Συνταγματικού Δικαίου στη Νομική Σχολή της Σορβόννης.

Παρά ωστόσο την έλλογη νομική ποικιλομορφία, υπάρχει μια «σαφής κοινή ευρωπαϊκή προσέγγιση», υπογραμμίζει η Επιτροπή της Βενετίας, καθώς υφίσταται «μια κοινή δημοκρατική κληρονομιά ότι τα πολιτικά κόμματα δεν απαγορεύονται, ούτε διαλύονται». Στις περισσότερες χώρες με κανόνες για το κλείσιμο των κομμάτων, όπως στην Τουρκία, αυτό το καθήκον ανατίθεται στο Συνταγματικό Δικαστήριο. Σε ορισμένες χώρες, όπως η Ισπανία και η Δανία, η αρμοδιότητα ανήκει στο Ανώτατο Δικαστήριο. «Το πιο σημαντικό από διαδικαστικής απόψεως είναι το ερώτημα σε ποιο όργανο έχει δοθεί η αρμοδιότητα να κινήσει διαδικασία απαγόρευσης ενός πολιτικού κόμματος» επισημαίνεται από την Επιτροπή.

Γερμανία

Απαγορεύσεις ενάντια στους εξτρεμιστές

«Η Γερμανία αποτελεί το χαρακτηριστικότερο παράδειγμα κράτους του οποίου η έννομη τάξη προβλέπει την απαγόρευση πολιτικού κόμματος» λέει ο κ. Καλόγηρος. «Η Γερμανία έχει Συνταγματικό Δικαστήριο, γιατί στη χώρα εμφανίζονται περισσότερο ως κόμματα, παρά ως οργανώσεις, νεοναζιστικά κ.ά. μορφώματα. Πολύ λίγα όμως νεοναζιστικά γκρουπούσκουλα φτάνουν τελικά ως αυτό. Για να φτάσουν στο Συνταγματικό Δικαστήριο, σημαίνει ότι έχουν μια υπόσταση, έχουν μαζική απήχηση και κατεβαίνουν στις εκλογές» προσθέτει ο κ. Αλιβιζάτος.

«Οι απαγορεύσεις κομμάτων είναι εμφανώς συντριπτικά πολύ λιγότερες στις υπόλοιπες χώρες, συγκρινόμενες με την Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας, όπου έχουν απαγορευτεί 79 κόμματα και οργανώσεις σε εθνικό επίπεδο ή σε επιμέρους ομοσπονδιακά κράτη ως αντισυνταγματικές, από το 1949 ως το 2021» λέει στο «Βήμα» ο Φαμπιάν Βίρχοου, καθηγητής στο Πανεπιστήμιο του Ντίσελντορφ, με ευρύ ερευνητικό έργο στα νεοφασιστικά-νεοναζιστικά κόμματα, διευκρινίζοντας παρ’ όλα αυτά ότι «είναι ευκολότερο να απαγορευτούν στη Γερμανία νεοναζιστικές ομάδες και σύλλογοι, παρά νεοναζιστικά κόμματα».

Τα είδη των απαγορεύσεων στη Γερμανία, διευκρινίζει, είναι τρία: ακροδεξιές ομάδες που απαγορεύτηκαν από τον ομοσπονδιακό υπουργό Εσωτερικών, ακροδεξιές ομάδες ξένης προέλευσης (στόχοι υπήρξαν κροάτες φασίστες) και, τέλος, ακροδεξιές ομάδες που απαγορεύτηκαν από τον υπουργό Εσωτερικών κάποιου κρατιδίου. «Η τελευταία ομάδα είναι η μεγαλύτερη» τονίζει ο γερμανός ακαδημαϊκός και ερευνητής.

«Στη Γερμανία δεν υπάρχει διάκριση μεταξύ του αντιφασιστικού-ριζοσπαστικού σοσιαλιστικού ή κομμουνιστικού ακτιβισμού ή πολιτικής σκέψης και της ναζιστικής ιδεολογίας ή των προσπαθειών αναβίωσης του Γ’ Ράιχ. Από τη σκοπιά του φιλελεύθερου δημοκρατικού κράτους πρόνοιας, πρέπει να προστατευτεί η “φιλελεύθερη δημοκρατική βασική τάξη” ενάντια στις εξτρεμιστικές επιθέσεις, τόσο από τους Ναζί όσο και από τους αριστερούς», λέει ο κ. Μπουρσέλ του Ιδρύματος Ρόζα Λούξεμπουργκ, προσθέτοντας: «Από τη σκοπιά θεώρησής μου, αυτή η ιδέα είναι αυτή καθαυτή εξαιρετικά προβληματική, επειδή κατασκευάζει μια μοιραία αναλογία Αριστεράς και Δεξιάς». Αν και φυσικά, η γερμανική νομοθεσία είναι «πολύ φιλελεύθερη και η απαγόρευση ενός κόμματος έχει πολύ αυστηρά κριτήρια. Μόνο εάν ένα κόμμα θεωρείται ανοιχτά ρατσιστικό, ακροδεξιό ή έχει κατεύθυνση να ανατρέψει δημοκρατικούς κανόνες, μπορεί να καταργηθεί».

Παρ’ όλα αυτά, το Ομοσπονδιακό Συνταγματικό Δικαστήριο, το 2017, αποφάσισε ότι «ένα ναζιστικό κόμμα, όπως το NPD, δεν πρέπει να απαγορευτεί, εφόσον δεν είναι αρκετά επικίνδυνο για την εθνική έννομη τάξη. Απόφαση που έχει επικριθεί σκληρά, καθώς υποτιμά τον κίνδυνο που απορρέει από την Ακροδεξιά», υποστηρίζει ο κ. Μπούρσελ. Επρόκειτο για τη δεύτερη απόπειρα κατάργησης του NPD. «Η πρώτη απέτυχε επειδή το Δικαστήριο έκρινε υπερβολική τη διείσδυση πληροφοριοδοτών των Γερμανικών Μυστικών Υπηρεσιών “Verfassungsschutz” (αυτούσια μετάφραση: Υπεράσπιση του Συντάγματος) στη δομή του κόμματος».

Η τελευταία «συνταγματική στροφή» στην Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας ανήκει στο Αμβούργο. Στο τέλος του περασμένου μήνα, τα μέλη της τοπικής Βουλής τροποποίησαν το Σύνταγμα του κρατιδίου με το ακόλουθο «προοδευτικό άρθρο», όπως το χαρακτηρίζει ο κ. Μπούρσελ: «Η διαφορετικότητα και ο κοσμοπολιτισμός δημιουργούν ταυτότητα για τη χανσεατική αστική κοινωνία. Με αυτό κατά νου και με σταθερή βούληση, η Ελεύθερη και Χανσεατική Πόλη του Αμβούργου προστατεύει την αξιοπρέπεια και την ελευθερία όλων των ανθρώπων. Αντιτίθεται στον ρατσισμό και στον αντισημιτισμό, καθώς και σε κάθε άλλη μορφή εχθρότητας, όπως και στην ανανέωση και τη διάδοση ολοκληρωτικών ιδεολογιών και στην εξύμνηση του εθνικοσοσιαλισμού».

Γαλλία

«Οχι» στη δράση κατά της δημοκρατίας

Αν η Ελλάδα υιοθετούσε τη γαλλική νοµοθεσία, «θα επαναστατούσε το σύµπαν», σχολιάζει ο κ. Αλιβιζάτος καθώς, σύµφωνα µε τον νόµο του 1936 (περίοδο που υπήρχαν εθνικιστικές οργανώσεις, όπως η Action Française), σε περιπτώσεις άσκησης βίας, µε απόφαση του Υπουργικού Συµβουλίου, τίθεσαι εκτός νόµου.

«Το στοιχείο της βίας είναι το προέχον στη γαλλική νοµοθεσία. Και επεκτείνεται και στη δράση που στρέφεται κατά της ακεραιότητας της χώρας και του δηµοκρατικού πολιτεύµατος» προσθέτει. Ο νόµος του 1936 ισχύει αδιάλειπτα µέχρι σήµερα, µε τον κατάλογο διάλυσης οργανώσεων και κοµµάτων να έχει τελευταία πράξη την 1η Φεβρουαρίου 2023: αφορούσε το νεοφασιστικό κίνηµα Bordeaux Nationaliste. Πρόκειται, µε άλλα λόγια, για προληπτική πολιτική απαγόρευσης «και ουδείς διαµαρτύρεται», τονίζει ο κ. Αλιβιζάτος. Εξάλλου, καταλήγει, «είναι ενδεικτικό ότι οι περισσότερες χώρες έχουν ανάλογο νόµο µε αυτόν της Γαλλίας».

Εκτός πολιτικής αυτονομιστές, φασίστες, ναζιστές

Στην Ισπανία, όπως στη Γερμανία και στην Τουρκία, υπάρχει Συνταγματικό Δικαστήριο και δίνεται εκ του νόμου η δυνατότητα να απαγορευτεί ένα κόμμα. Η διαδικασία για το κλείσιμο ενός πολιτικού κόμματος μπορεί να κινηθεί όχι μόνο από την κυβέρνηση, μέσω του κεντρικού εισαγγελέα, ενεργώντας με δική της πρωτοβουλία ή κατόπιν αιτήματος ενός από τα δύο σώματα του κοινοβουλίου, αλλά και από το υπουργείο Οικονομικών (κατήγορος) που ενεργεί αυτόνομα.

Το 2003, το Συνταγματικό Δικαστήριο έθεσε εκτός νόμου δύο κόμματα, τα Batasuna και Ηerri Batasuna (με βάση νόμο του 2002 για τα πολιτικά κόμματα), λόγω δεσμών με την ΕΤΑ. Μεταγενέστερα, για το θεμιτό του αποκλεισµού και «τρίτων» κοµµάτων από τις εκλογές (αν αποδειχθεί ότι διατηρούν «ισχυρούς και επιβεβαιωµένους δεσμούς» με κόμματα που έχουν κηρυχθεί παράνομα), έχει αποφανθεί θετικά και το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο του Στρασβούργου (ΕΔΔΑ), (30.6.2009). Η υπόθεση αφορούσε βάσκους εθνικιστές (τα κόμματα Batasuna και Herri Batasuna), επεξηγεί ο κ. Αλιβιζάτος.

Στην Ιταλία, παρότι εντάσσεται στον ευρωπαϊκό κανόνα του Συνταγματικού Δικαστηρίου, δεν δίνεται ρητή αρμοδιότητα στο Συνταγματικό Δικαστήριο για τη διάλυση κόμματος. «Υπάρχει απαγόρευση ανασύστασης φασιστικού κόμματος που είναι ποινικό αδίκημα (σ.σ.: η απολογία του φασισμού, στο ιταλικό νομικό σύστημα, είναι έγκλημα), ενώ υπάρχει και η δυνατότητα να τίθενται εκτός νόμου ένοπλα γκρουπούσκουλα» συνεχίζει ο συνταγματολόγος.

Το Ηνωμένο Βασίλειο δεν διαθέτει τυπικό Σύνταγμα, αλλά συνταγματικό δίκαιο, με μια σειρά κανόνων δικαίου. Με νόμους ανακηρύχθηκαν παράνομες οργανώσεις και απαγορεύτηκαν τα τελευταία χρόνια οι νεοναζιστικές τρομοκρατικές ομάδες National Action (2016), Sonnenkrieg Division (2020), System Resistance Network, Atomwaffen Division και National Socialist Order (2021), και Τhe Base (2021).

Τι ισχύει στις ΗΠΑ

Υποστηρικτές του Εθνικοσοσιαλιστικού Κινήματος, πολιτικής οργάνωσης υπέρ της λευκής υπεροχής, χαιρετούν ναζιστικά στην αμερικανική Πολιτεία της Τζόρτζια το 2018. Στις ΗΠΑ δεν έχει απαγορευτεί ποτέ πολιτικό κόμμα, ούτε καν το Κομμουνιστικό Κόμμα των ΗΠΑ στο απόγειο του Ψυχρού Πολέμου. Τα πολιτικά κόμματα προστατεύονται από τουλάχιστον τέσσερα σημεία της Πρώτης Τροποποίησης του αμερικανικού Συντάγματος: την ελευθερία του λόγου, την ελευθερία του Τύπου, την ελευθερία του συνέρχεσθαι και την ελευθερία του να θέτεις παράπονα και αιτήματα στην κυβέρνηση.