Οι διαβουλεύσεις στην Αλάσκα ήταν αποκαλυπτικές για τη στοχοθεσία της Ρωσίας, αλλά και για τη δυσκολία ειρήνευσης. Βασική απαίτηση του ρώσου προέδρου Βλαντίμιρ Πούτιν είναι η παραχώρηση όλου του Ντονμπάς με αντάλλαγμα η Ρωσία να μην επεκταθεί περισσότερο στις επαρχίες Ζαπορίζιας και Χερσώνας. Οι περιοχές του Χαρκόβου, του Σούμι και του Τσερνίχιβ θα ορίζονταν, κατά τη ρωσική διεκδίκηση, ως ουδέτερες ζώνες. Η Ρωσία ζητάει έτσι να της παραδοθούν εδάφη που κατέχουν οι Ουκρανοί με αντάλλαγμα υπόσχεση να μην επεκταθεί σε εδάφη που δεν κατέχει, βασιζόμενη στο θεωρούμενο στρατιωτικό πλεονέκτημά της στο πεδίο. Οι Ουκρανοί όμως είναι δύσκολο να αποδεχθούν τη λογική αυτή.
Η περιοχή που διεκδικεί η Ρωσία στο Ντονμπάς περιέχει τις οχυρές θέσεις του Σλοβιάνσκ και του Κραματόρσκ που είναι απολύτως κομβικές για την ουκρανική άμυνα. Σε περίπτωση κατοχής από τη Ρωσία, θα λειτουργούσαν ως εφαλτήρια για επέκταση στην ανοιχτή στέπα της Κεντρικής Ουκρανίας, σε περιοχές λιγότερο οχυρωμένες και περισσότερο επίπεδες, γύρω από το Ντνιπρό. Η Ουκρανία θα ήταν όμηρος της απειλής μιας ανανεωμένης ρωσικής εισβολής και θα βρισκόταν σε μια μόνιμη ανασφάλεια που θα διευκόλυνε τη χειραγώγησή της από τη Ρωσία.
Το ζήτημα του Ντονμπάς
Διπλωματικώς, η εγκατάλειψη του Ντονμπάς θα σήμαινε αθέτηση όχι μόνο του Διεθνούς Δικαίου, αλλά και του de facto δεδομένου του διαμοιρασμού της Κορέας ή του Βερολίνου μεταπολεμικώς. Η Ρωσία κατέχει το 88% του Ντονμπάς. Εχει καταλάβει σχεδόν ολόκληρο το Λουχάνσκ, αλλά μόνο το 76,5% του Ντονέτσκ. Στις περιοχές που ελέγχουν οι Ουκρανοί κατοικούν περίπου 250.000 πολίτες. Το Ντονμπάς αποτελεί τη βιομηχανική καρδιά της Ουκρανίας, όντας πλούσιο σε άνθρακα, ορυκτούς πόρους και γεωργική γη. Για τους Ρώσους η αναγνώριση της κατοχής του θα παρουσιαζόταν ως πολεμική νίκη, εφόσον αποτελούσε πρωταρχικό στόχο του 2022.
Η ασάφεια για τους εδαφικούς όρους οφείλεται επίσης στο γεγονός ότι από τη συνάντηση του αμερικανού απεσταλμένου Στιβ Γουίτκοφ με τον ρώσο πρόεδρο (στις 6 Αυγούστου) ακούστηκαν διαφορετικές εκδοχές: λ.χ. ότι η Ρωσία ως αντάλλαγμα για το Ντονμπάς αποσύρεται από τη Ζαπορίζια και τη Χερσώνα. Ο Γουίτκοφ, μεγιστάνας του real estate, δεν ακολουθεί τον καθιερωμένο τρόπο διπλωματικών συνομιλιών με πλήρη καταγραφή. Το αποτέλεσμα είναι μια ασάφεια που επιτρέπει στη Ρωσία να κερδίζει χρόνο, συνεχίζοντας τον πόλεμο ενώ διαθέτει τακτικό πλεονέκτημα εν όψει, ενδεχομένως, μιας φθινοπωρινής εφόδου.
Ενδεικτική η επίθεση της 28ης Αυγούστου στο Κίεβο η οποία, μεταξύ 20 τοποθεσιών, χτύπησε κτίριο δίπλα στην αντιπροσωπεία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής που υπέφερε από το ωστικό κύμα. Ζημιές προκλήθηκαν και στο γραφείο του Βρετανικού Συμβουλίου. Ταυτοχρόνως, οι Ρώσοι προωθούνται στην περιοχή του Νοτιανατολικού Ντνιπρό.
Οι εγγυήσεις ασφαλείας
Ασαφής, εξάλλου, είναι η έκφραση του Γουίτκοφ ότι οι «εγγυήσεις ασφαλείας» θα μοιάζουν με το «Αρθρο 5» του ΝΑΤΟ. Κατά μια οριακή σχοινοβασία, οι εγγυήσεις ασφαλείας πρέπει να είναι αρκετά ισχυρές, ώστε να έχουν αποτρεπτική ισχύ έναντι της Ρωσίας, αλλά όχι τόσο πολύ ώστε να είναι εκ προοιμίου απαράδεκτες ή να προκαλέσουν εν τέλει έναν απολύτως άμεσο πόλεμο Ρωσίας και Δύσης. Η Ουάσιγκτον φέρεται να απέκλεισε την ένταξη της Ουκρανίας στο ΝΑΤΟ και την αποστολή αμερικανών στρατιωτών μεταξύ των ειρηνευτικών δυνάμεων. Ωστόσο δεν απέκλεισε μια δύναμη υπό ευρωπαϊκή ηγεσία που θα εγγυάται την ουκρανική ασφάλεια, παρέχοντας αεράμυνα, πληροφορίες και επισκόπηση του πεδίου.
Για τον πρωθυπουργό του Ηνωμένου Βασιλείου Κιρ Στάρμερ οι εγγυήσεις ασφαλείας σημαίνουν προστασία της θάλασσας και του ουρανού της Ουκρανίας με δυνάμεις που θα αντικαταστήσουν τις αποδεκατισμένες ουκρανικές, θα συντελέσουν στην εκπαίδευσή τους και θα αποτρέψουν την επανέναρξη των εχθροπραξιών. Ο γάλλος πρόεδρος Εμανουέλ Μακρόν τόνισε ότι η Ρωσία δεν έχει λόγο για το μέγεθος των ουκρανικών δυνάμεων. Μετά τη συνάντηση της 18ης Αυγούστου στην Ουάσιγκτον, υπουργοί Εξωτερικών και στρατιωτικοί αξιωματούχοι είχαν εκτεταμένες συνομιλίες για την εκπόνηση σχεδίου με τη συμβολή κάθε χώρας. Θα χρειάζονταν τουλάχιστον 100.000 στρατιώτες για προστασία των συνόρων και ιδεωδώς άλλοι 300.000 εφεδρικοί, κάτι δύσκολο για τη σημερινή κατάσταση του στρατού του Ηνωμένου Βασιλείου και της Γαλλίας.
Ασυμφωνία απόψεων
Η ρωσική πλευρά διά του υπουργού Εξωτερικών Σεργκέι Λαβρόφ απορρίπτει την ύπαρξη ξένων δυνάμεων στην Ουκρανία. Ο εκπρόσωπος Τύπου του Κρεμλίνου Ντμίτρι Πεσκόφ δήλωσε ότι η αποφυγή παρουσίας ευρωπαϊκών ειρηνευτικών δυνάμεων είναι μια από τις «ριζικές αιτίες» για τις οποίες άρχισε η στρατιωτική επιχείρηση στην Ουκρανία. Η Ρωσία αναμένει να είναι ανάμεσα στους εγγυητές και να διαθέτει κάποιου είδους βέτο, πράγμα όμως αδιανόητο για την Ουκρανία.
Ο ρώσος πρόεδρος προτιμά να διαπραγματεύεται μέσω των ΗΠΑ παρά απευθείας, ωστόσο οι απόψεις του δεν συμπίπτουν με αυτές του Ντόναλντ Τραμπ. Ο αμερικανός πρόεδρος θεωρεί ότι η Ουκρανία δεν μπορεί να μετατραπεί σε δεύτερη Λευκορωσία· κάτι τέτοιο δεν δικαιολογείται ούτε και από την κατάσταση στο πεδίο. Η Ρωσία θα πρέπει να υποχωρήσει ως προς κάποιες από τις στρατηγικές ανησυχίες και σκοπούς της (αποστρατιωτικοποίηση/ουδετεροποίηση Ουκρανίας κ.ά.), αν θέλει να κρατήσει εδάφη. Συναφώς, η διοίκηση Τραμπ θα έβλεπε θετικά μια «συμμαχία προθύμων» Ευρωπαίων να παρέχει ασφάλεια στην Ουκρανία. Το ερώτημα παραμένει: Οι δυνάμεις αυτές θα αναπτύσσονταν κοντά σε μια γραμμή εκεχειρίας στην Ανατολική Ουκρανία ή σε εγκαταστάσεις μακριά της; Θα είχαν το δικαίωμα να εμπλακούν σε μάχες με τη Ρωσία, αν αυτό χρειαζόταν;
Ο παράγων χρόνος
Η Ρωσία ελπίζει στην περικύκλωση του Ποκρόφσκ και σε αποφασιστικές νίκες, γεγονός που οδηγεί σε παρελκυστική τακτική σε περίοδο αύξησης λιποταξιών στον ουκρανικό στρατό. Ωστόσο, οι απώλειες στρατιωτών και η οικονομική επιβράδυνση αποτελούν λόγους για να προσέλθει η Ρωσία σε διαπραγματεύσεις. Ρώσοι και ουκρανοί διαπραγματευτές επικοινωνούν, χωρίς σαφή ημερομηνία για νέα απευθείας διαπραγμάτευση. Η Ουκρανία αναμένει κυρίως μία πλήρη διασαφήνιση για το περιεχόμενο των εγγυήσεων ασφαλείας από τη δυτική πλευρά.
Ο Αντρέι Γερμάκ, επικεφαλής του Γραφείου του ουκρανού προέδρου Βολοντίμιρ Ζελένσκι, και ο Ραστέμ Ουμέροφ, επικεφαλής του Συμβουλίου Ασφαλείας, ξεκίνησαν στο Ριάντ της Σαουδικής Αραβίας μια διπλωματική περιοδεία που περιλαμβάνει Ελβετία και Νέα Υόρκη. Ζητούμενο είναι συνάντηση με παρουσία του Πούτιν σε χώρες του Κόλπου, στην Τουρκία ή σε αποδεκτή ευρωπαϊκή χώρα. Η ρωσική πλευρά, ωστόσο, απαιτεί να εκπονηθεί πλήρης ατζέντα των ζητημάτων με επίλυση των σημαντικότερων διαφορών πριν από μια συνάντηση σε ανώτερο επίπεδο.



