Το πρωί της περασμένης Παρασκευής, ο ρωσικός στρατός ανακοίνωσε ότι κατέλαβε ένα ερειπωμένο χωριό, το Μπεζίμιανε, στην περιφέρεια Ντονέτσκ. Εφόσον επιβεβαιωθεί ο έλεγχος του οικισμού από τους Ρώσους, κινδυνεύει ο άξονας των ουκρανικών οχυρών Κονσταντίνιφκα – Ντρουζκίφκα – Κραματόρσκ, η τελευταία ισχυρή γραμμή άμυνας, που εμποδίζει την πλήρη κατάληψη της πλούσιας σε υπέδαφος κοιλάδας του Ντονμπάς. Νοτιότερα, μια άλλη ρωσική τανάλια έχει ήδη κλείσει στο Ποκρόφσκ, ενώ στην απέναντι πόλη Μίρνοχραντ, οι ουκρανοί υπερασπιστές αγωνίζονται να κρατήσουν ανοιχτή μια ζώνη πλάτους μόλις δύο χιλιομέτρων, για να αποφύγουν την πλήρη περικύκλωση, που θα σημάνει την εξόντωση ή την αιχμαλωσία τους. Ακόμα πιο νότια, κινδυνεύει άμεσα η κωμόπολη Χουλιαϊπόλε, καθώς οι Ρώσοι κερδίζουν έδαφος και στην περιφέρεια της Ζαπορίζια.

Η προηγούμενη γραμμή των ουκρανικών οχυρών (Τορέτσκ, Τσάσιβ Γιαρ, Μπαχμούτ, Σολεντάρ), που έπεσαν κατά το περασμένο έτος, έγινε συνώνυμη της ανθρωποσφαγής στο Ντονέτσκ, των μεγάλων ρωσικών απωλειών, αλλά και των σημαντικών ουκρανικών απωλειών, που είναι πολύ δύσκολο, αν όχι πρακτικά αδύνατο, να αναπληρωθούν. Η Ρωσία ροκανίζει, αργά αλλά σταθερά, τμήματα της ουκρανικής επικράτειας και έχει καταλάβει το ένα πέμπτο της Ουκρανίας, το οποίο αποτελεί ταυτόχρονα το τμήμα της χώρας με το πλουσιότερο υπέδαφος και τη σημαντικότερη βιομηχανική υποδομή.

Αυτό που λένε ουσιαστικά οι Ρώσοι στους αμερικανούς συνομιλητές τους είναι πως το υπόλοιπο Ντονέτσκ θα πέσει στα χέρια τους, αργά ή γρήγορα, οπότε θα ήταν καλύτερο για όλους να το παραδώσουν οι Ουκρανοί μια ώρα αρχύτερα. Από την άλλη πλευρά, η κυβέρνηση του Κιέβου – μαζί και οι ευρωπαίοι σύμμαχοι – θεωρούν αδιανόητη την παράδοση εδαφών στους Ρώσους και τη νομιμοποίηση τετελεσμένων της εισβολής. Μία από τις ιδέες που έχει πέσει στο τραπέζι, είναι η λεγόμενη ενδιάμεση λύση, δηλαδή να κηρυχθεί το εναπομείναν ένα πέμπτο του Ντονέτσκ «αποστρατιωτικοποιημένη ζώνη». Όμως, ακόμα και σε αυτή την περίπτωση, θα πρέπει να απαντηθεί το ερώτημα ποιος θα έχει το πάνω χέρι σε αυτή τη ζώνη. Η Ρωσία απορρίπτει το ενδεχόμενο να ελέγχεται η συγκεκριμένη περιοχή από μια διεθνή δύναμη, η Ουκρανία αρνείται να παραχωρήσει εδάφη, για τα οποία έχουν θυσιαστεί χιλιάδες ζωές.

Πόσο θα στοιχίσει στους Ουκρανούς και στους ευρωπαίους συμμάχους τους η «πρόοδος» που καταγράφεται στις αμερικανορωσικές συνομιλίες, για τον τερματισμό του πολέμου; Πιθανώς πολύ ακριβά, στον βαθμό που θα επιβεβαιωθεί στην πράξη, το δημοσίευμα του γερμανικού περιοδικού «Der Spiegel», για το περιεχόμενο μιας τηλεδιάσκεψης των ευρωπαίων ηγετών με τον ουκρανό πρόεδρο Βολοντίμιρ Ζελένσκι.

 Οι φόβοι των ευρωπαίων για «προδοσία»

Την ώρα που ταξίδευαν στη Μόσχα οι δύο εξ απορρήτων σύμβουλοι του Ντόναλντ Τραμπ – ο γαμπρός του Τζάρεντ Κούσνερ και ο μεσίτης ακινήτων Στιβ Γουίτκοφ – για να διαπραγματευτούν με τον Βλαντίμιρ Πούτιν, ο γάλλος πρόεδρος Εμανουέλ Μακρόν προειδοποιούσε ότι «υπάρχει πιθανότητα οι Αμερικανοί να προδώσουν την Ουκρανία, στο εδαφικό, χωρίς σαφήνεια στις εγγυήσεις ασφαλείας», ενώ ο γερμανός καγκελάριος Φρίντριχ Μερτς συνιστούσε στον Ζελένσκι να είναι πολύ προσεκτικός, γιατί αυτοί «παίζουν παιχνίδια και με εσένα και με εμάς». «Δεν πρέπει να αφήσουμε τον Ζελένσκι μόνο του με αυτούς τους τύπους», λέει ο φινλανδός πρόεδρος Αλεξάντερ Στουμπ, κάτι με το οποίο φέρεται ότι συμφωνεί και ο ΓΓ του ΝΑΤΟ Μαρκ Ρούτε. Η γαλλική προεδρία αρνήθηκε ότι ο Μακρόν χρησιμοποίησε τον όρο «προδοσία», οι εκπρόσωποι των υπόλοιπων ηγετών αρνήθηκαν να σχολιάσουν. Πίσω από τα ωραία λόγια για ενιαία στάση και τις στρογγυλεμένες θέσεις που ανακοινώνονται δημόσια, ώστε να μην «προκληθεί» ο «απρόβλεπτος» αμερικανός πρόεδρος, οι ευρωπαίοι ηγέτες ανησυχούν σφόδρα για τους χειρισμούς του Λευκού Οίκου.

Για τους Ευρωπαίους, το πρόβλημα δεν είναι μόνο οι μαξιμαλιστικές απαιτήσεις της Ρωσίας, στις οποίες επανήλθε ο Πούτιν, μετά τις πεντάωρες διαπραγματεύσεις με τους απεσταλμένους του Τραμπ, υπενθυμίζοντας μάλιστα ότι η Μόσχα θέλει ολόκληρη τη «Νοβοροσίγια» (από το Χάρκοβο στον Βορρά μέχρι το Ντνιπρό στο κέντρο και την Οδησσό στον Νότο). Βασικό πολιτικό και οικονομικό ζήτημα για τους ευρωπαίους ηγέτες είναι επίσης ότι η μείωση της ενεργειακής εξάρτησης από τη Ρωσία, συνοδεύεται από αντίστοιχη αύξηση της εξάρτησης από τις ΗΠΑ και μάλιστα σε υψηλότερες τιμές, όχι όμως και από αμερικανική στήριξη απέναντι στον «ρωσικό επεκτατισμό».

Η πρόεδρος της Κομισιόν Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν πανηγύρισε την «πλήρη ενεργειακή απεξάρτηση από τη Ρωσία», ανακοινώνοντας την περασμένη εβδομάδα, την πολιτική συμφωνία που επιτεύχθηκε από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο. Οι εισαγωγές υγροποιημένου φυσικού αερίου από τη Ρωσία καταργούνται σταδιακά, έως τις 31 Δεκεμβρίου 2026 και οι εισαγωγές φυσικού αερίου, μέσω αγωγών, έως τις 30 Σεπτεμβρίου 2027. Παράλληλα, οι Ευρωπαίοι βλέπουν ανησυχητικά σημάδια για τη μείωση της αμερικανικής στρατιωτικής παρουσίας στη Γηραιά Ήπειρο. Τον σχεδιασμό επιβεβαίωσε έμμεσα ο αμερικανός ανώτατος διοικητής των νατοϊκών δυνάμεων στην Ευρώπη, στρατηγός Γκρίνκεβιτς, διαβεβαιώνοντας όμως ότι αυτό δεν θα αποδυναμώσει τη Συμμαχία, επειδή αυξάνεται η συμμετοχή των υπόλοιπων εταίρων.

 Το ταξίδι και το deal του Πούτιν στην Ινδία

Ο πρόεδρος Τραμπ βλέπει τους Ευρωπαίους περισσότερο ως εμπόδιο στη διαπραγμάτευσή του με τον Πούτιν, για τον τερματισμό του πολέμου και τη διαμόρφωση μιας νέας παγκόσμιας ισορροπίας παρά ως ισότιμο συνομιλητή. Επίσης, ο αμερικανός πρόεδρος θεωρεί ως μία από τις μεγαλύτερες επιτυχίες του ότι οι σύμμαχοι του ΝΑΤΟ αγοράζουν από τις ΗΠΑ όπλα για την Ουκρανία, με αποτέλεσμα η Ουάσιγκτον να κερδίζει, αντί να επωμίζεται το βάρος αυτού του πολέμου, όπως είπε χαρακτηριστικά πριν από μερικές ημέρες.

Από την άλλη πλευρά, το Κρεμλίνο, δε ροκανίζει μόνο χρόνο και εδάφη στην Ουκρανία. Δύο ημέρες μετά τη συνάντησή του με τους απεσταλμένους του Τραμπ, ο Πούτιν ταξίδεψε στην Ινδία για να ενισχύσει τους δεσμούς με την αναδυόμενη, δεύτερη υπερδύναμη της Ασίας, μετά την Κίνα. Ο ρώσος πρόεδρος εγγυήθηκε στην κυβέρνηση του Ναρέντρα Μόντι την «αδιάλειπτη μεταφορά» καυσίμων και διερωτήθηκε γιατί η Ουάσιγκτον απειλεί την Ινδία με δασμούς 50%, επειδή προμηθεύεται ρωσικό πετρέλαιο, τη στιγμή που οι ίδιες οι ΗΠΑ αγοράζουν πυρηνικό καύσιμο από τη Ρωσία. «Είμαστε έτοιμοι να συζητήσουμε και αυτό το θέμα με τον πρόεδρο Τραμπ», είπε ο Πούτιν.