Ενας πίνακας του Πικάσο: κόστος 3,2 εκατομμύρια δολάρια. Ενα κολάζ του Ζαν-Μισέλ Μπασκιά: κόστος 9,2 εκατομμύρια δολάρια. Το Οσκαρ που κέρδισε ο Μάρλον Μπράντο για το «Λιμάνι της αγωνίας»: κόστος 600.000 δολάρια. Ενα μέγαρο στο Μπέβερλι Χιλς: κόστος 17,5 εκατομμύρια δολάρια. Ενα διαμέρισμα στο Time Warner Center του Μανχάταν με θέα στο Σέντραλ Παρκ: κόστος 30,55 εκατομμύρια δολάρια. Ενα ιδιωτικό τζετ Bombardier: κόστος 35 εκατομμύρια δολάρια. Ενα superyacht με αίθουσα κινηματογραφικών προβολών και χώρο προσνήωσης ελικοπτέρου: κόστος 250 εκατομμύρια δολάρια. Πλούτος δηλωτικός δισεκατομμυριούχου ολκής, θα έλεγε κανείς, ή, εναλλακτικά, σπάταλου ολιγάρχη.
Κι όμως, όλα τα παραπάνω δεν ανήκουν στους Μπέζος ή τους Αμπράμοβιτς του κόσμου τούτου, αλλά σε έναν 43χρονο Μαλαισιανό με το όνομα Τζο Λο, φυγάδα, καταζητούμενο από την Interpol και τη Δικαιοσύνη της χώρας του με την κατηγορία της υπεξαίρεσης 4,5 δισεκατομμυρίων δολαρίων. Από το Πενάνγκ της Μαλαισίας στο Χάροου, την περίφημη Σχολή Διοίκησης Επιχειρήσεων Wharton του Πανεπιστημίου της Πενσιλβάνια, το Χόλιγουντ και το Λας Βέγκας, η ιστορία του είναι μια σπουδή στις υπόγειες διαδρομές του σύγχρονου πλούτου.
Γεννημένος το 1981 στην Τζορτζ Τάουν, πρωτεύουσα της νήσου Πενάνγκ, ο Λο προέρχεται από κινεζικής καταγωγής επιχειρηματική πατριά, η οποία οικονομικά είχε δει και καλύτερες μέρες. Σύμφωνα με τα όσα έγραφαν οι Λουίζ Στόρι και Στέφανι Σολ σε ένα εκτεταμένο προφίλ του στους «New York Times» τον Φεβρουάριο του 2015, ήδη ως έφηβος θεωρήθηκε «η καλύτερη ελπίδα για το μέλλον της οικογένειας». Εξ ου και όταν απεστάλη στο φημισμένο Χάροου, λίγο πριν από το millennium, πρώτη μέριμνά του ήταν η δικτύωση: η στενή φιλία του με τον Ριζά Αζίζ, προγονό του μετέπειτα πρωθυπουργού της Μαλαισίας Νατζίμπ Ραζάκ, θα αποδεικνυόταν η καλύτερη δυνατή επένδυση.
Στον επόμενο σταθμό του, στην άλλη όχθη του Ατλαντικού, τέθηκε επικεφαλής μιας ομάδας μαλαισιανών φοιτητών του Πανεπιστημίου της Πενσιλβάνια, γνώρισε γόνους εξεχουσών οικογενειών της Ιορδανίας, του Κουβέιτ και άλλων ασιατικών χωρών και άρχισε τη σταδιοδρομία του σε αυτό στο οποίο θα γινόταν ειδήμων – να διακινεί το χρήμα των άλλων. Το 2007 είχε στο ενεργητικό του ροές μεσανατολικής προέλευσης για τη δημιουργία μιας ολόκληρης εμπορικής ζώνης στον Νότο της χώρας του και την ανοικοδόμηση της νέας οικονομικής συνοικίας της Κουάλα Λουμπούρ. Πώς; Με τον ίδιο τρόπο που συγκρότησε μια επενδυτική εταιρεία με μέλη έναν μαλαισιανό πρίγκιπα, έναν σεΐχη από το Κουβέιτ και έναν φίλο του από τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, ο οποίος αργότερα θα γινόταν πρέσβης στις ΗΠΑ: λειτουργώντας ως ο ιδανικός μεσάζων.
«Επιτυχία είναι να βρίσκεσαι στο σωστό μέρος τη σωστή στιγμή και να συναντάς τους σωστούς ανθρώπους σε συνδυασμό με μια σχέση εμπιστοσύνης» έλεγε στη μαλαισιανή εφημερίδα «The Star» το 2010. Το σωστό μέρος ήταν η πρωτεύουσα της Μαλαισίας, Κουάλα Λουμπούρ, η σωστή στιγμή ο Απρίλιος του 2009, ο σωστός άνθρωπος ο Νατζίμπ Ραζάκ, ο οποίος μόλις είχε γίνει πρωθυπουργός. Η σχέση εμπιστοσύνης ήταν δεδομένη. Η επιτυχία ήταν εξασφαλισμένη.

Ποιο θα ήταν όμως το όχημα της επιτυχίας; Ο Τζο Λο πρότεινε στον πρωθυπουργό ένα εθνικό επενδυτικό ταμείο. Διασυνδέσεις θα κινητοποιούνταν, σχέδια θα εκπονούνταν, χρηματοδότες θα προσελκύονταν, κοινοπραξίες θα σχηματίζονταν, δημόσιοι και ιδιωτικοί φορείς θα συνέπρατταν, πλούτος θα έρρεε από το εξωτερικό στο εσωτερικό. Ο Ραζάκ επικρότησε την ιδέα και τοποθέτησε τον εαυτό του στη θέση του προέδρου του συμβουλίου της 1MDB (1Malaysia Development Berhad). Το αξίωμα του διευθυντή κατέλαβε ένας φίλος του πατέρα του Λο. Δύο φίλοι του Λο προσελήφθησαν ως ανώτερα στελέχη. Ο ίδιος αρκέστηκε σε μια θέση άτυπου συμβούλου, γνωμοδοτώντας «κατά καιρούς, χωρίς αποζημίωση», όπως θα δήλωνε αργότερα στους «New York Times». Οι οιωνοί δεν θα μπορούσαν να είναι πιο ευνοϊκοί. Δηλαδή, εδώ που τα λέμε, το διεθνές σκηνικό ήταν κάπως ασταθές, εφόσον τον Σεπτέμβριο του 2008 είχε καταρρεύσει η Lehman Brothers και η παγκόσμια οικονομία είχε περιέλθει στη χειρότερη κρίση από το 1929 – αλλά η κρίση είναι μια ευκαιρία. Από τις πρώτες ευκαιρίες της 1MDB υπήρξε η συμφωνία ύψους 1 δισεκατομμυρίου δολαρίων με την PetroSaudi, εταιρεία εξόρυξης πετρελαίων με την οποία είχε δοσοληψίες στο παρελθόν ο Λο. Εν συνεχεία, μια θυγατρική της PetroSaudi, διευθυντής της οποίας ήταν ο Γκε Τσο Χαν, στενός φίλος του Λο, φρόντισε να εξαγοράσει τη UBG, εταιρεία χαρτοφυλακίου στην οποία ο ίδιος διατηρούσε ένα σεβαστό ποσοστό μετοχών. Σκιώδεις συναλλαγές; Οχι δα.
«Το ακριβότερο πάρτι στο Βέγκας» και η εξαφάνιση
Δύο χρόνια αργότερα, το 2011, ο Τζο Λο πραγματοποίησε την απόβασή του στις Ηνωμένες Πολιτείες. Το προγεφύρωμα ήταν οι εξαγορές υπερπολυτελών κατοικιών στη Νέα Υόρκη και το Λος Αντζελες το προηγούμενο έτος, αυτές όμως πέρασαν κάτω από το ραντάρ της δημοσιότητας. Αντίθετα, η ανακοίνωση ότι η εταιρεία Red Granite του παιδικού του φίλου, Ριζά Αζίζ, θα χρηματοδοτούσε τον «Λύκο της Γουόλ Στριτ», που έκανε πρεμιέρα το 2013, σε σκηνοθεσία Μάρτιν Σκορσέζε, με τον Λεονάρντο Ντι Κάπριο και τη Μάργκο Ρόμπι στους βασικούς ρόλους, ήρθε μέσω ενός φαντασμαγορικού πάρτι στο Φεστιβάλ των Καννών, όπου ο πολύς (τότε) Κάνιε Γουέστ κλήθηκε για μίνι συναυλία ως επιστέγασμα της βραδιάς.

Ο Ντι Κάπριο σε στιγμιότυπο της ταινίας «Ο Λύκος της Wall Street»
Την επόμενη τριετία, ο Τζο Λο θα ζούσε στιγμές χολιγουντιανού μεγαλείου. Ως ο βασικός χρηματοδότης, όπως αφηνόταν να εννοηθεί, του «Λύκου της Γουόλ Στριτ», συζητούσε επί ίσοις όροις με τον σεβάσμιο Ιρβιν Γουίνκλερ, παραγωγό του «Οργισμένου ειδώλου» και των «Καλών παιδιών», χάριζε στον Ντι Κάπριο πίνακες του Πικάσο και κολάζ του Μπασκιά, αγόραζε κοσμήματα αξίας 10 εκατομμυρίων δολαρίων και ένα διάφανο πιάνο για τη σύντροφό του, το εξ Αυστραλίας μοντέλο Μιράντα Κερ, συναγελαζόταν με την Τζίτζι Χαντίντ, τους ράπερ Φαρέλ Γουίλιαμς και Swizz Beatz. Στις αρχές Ιουλίου ο Τομ Ράιτ περιέγραφε στο «Sunday Times Magazine» πώς ο Λο, στον κολοφώνα της δόξας του, γιόρτασε τα τριακοστά πρώτα του γενέθλια, τον Νοέμβριο του 2012, στο Las Vegas Strip, με έναν όμιλο καλεσμένων, μεταξύ των οποίων η Κιμ Καρντάσιαν, ο Ρόμπερτ Ντε Νίρο και ο Μάικλ Φελπς. Στην αίθουσα είχε στηθεί ένα καρουσέλ και ένα μπαρ μήκους 7 μέτρων σκαλισμένο από πάγο. Ο Λεονάρντο Ντι Κάπριο, ο Q-Tip και ο Psy του «Gangnam Style» ανέβηκαν διαδοχικά στη σκηνή για να ραπάρουν προς τιμήν του. Από μια γιγάντια τούρτα ξεπρόβαλε για να του τραγουδήσει το «Happy Birthday» η Μπρίτνεϊ Σπίαρς. Ο Ρόμπιν Λιτς, οικοδεσπότης της σειράς «Lifestyles of the Rich and Famous» και, αν μη τι άλλο, γνώστης του αντικειμένου, δεν δίστασε να αποκαλέσει την περίσταση «το ακριβότερο πάρτι που έγινε ποτέ στο Βέγκας από ιδιώτη».
Το 2015 το πάρτι τελείωσε απότομα. Ενώ ο Λο ξόδευε 200 εκατομμύρια δολάρια για να αποκτήσει έργα τέχνης από Βαν Γκογκ και Μoνέ μέχρι Γουόρχολ και κατέθετε προτάσεις εξαγοράς της Reebok και της Tom Ford, η Goldman Sachs εξασφάλιζε 6,5 δισεκατομμύρια δολάρια σε ομόλογα για την 1MDB, ο πρωθυπουργός Νατζίμπ Ραζάκ αποκαλυπτόταν πως στρίμωχνε σωρούς χαρτονομισμάτων στο χρηματοκιβώτιό του και η κυρία Ραζάκ φωτογραφιζόταν με εννέα τσάντες Birkin. Με δούρειο ίππο μία έρευνα στις ΗΠΑ για τα 60 εκατομμύρια δολάρια που ο πρόεδρος του τμήματος Νοτιοανατολικής Ασίας της Goldman Sachs, Τιμ Λάισνερ, είχε αποκομίσει από τη συνεργασία με την 1MBD και τους ψιθύρους που αργότερα έγιναν κραυγές για τη χλιδή του πρωθυπουργικού ζεύγους της Μαλαισίας, το κουβάρι άρχισε να ξετυλίγεται.
Οπισθοχωρώντας προσεκτικά, ο Λο απομακρύνθηκε από το προσκήνιο. Τα ερωτήματα των αμερικανικών αρχών απαντήθηκαν με μια σειρά αρνήσεων: δεν ήταν ο ίδιος ιδιοκτήτης κατοικιών, αλλά το οικογενειακό του τραστ ή φίλοι του· δεν είχε χρηματοδοτήσει ποτέ τον «Λύκο της Γουόλ Στριτ»· δεν υπήρχε καμία παρανομία στις συναλλαγές των επιχειρήσεών του με εκείνες του κολλητού του, Ριζά Αζίζ. Μπορούσε να τα ισχυρίζεται αυτά γιατί οι δοσοληψίες του Λο ταιριάζουν απόλυτα στο απόφθεγμα του Ουίνστον Τσόρτσιλ που υπογράμμιζε τη θεμελιώδη άγνοια της Δύσης για την κομμουνιστική Ρωσία: είναι ένας γρίφος τυλιγμένος σε ένα μυστήριο μέσα σε ένα αίνιγμα. Ή, για την ακρίβεια, εταιρείες-βιτρίνες μέσα σε εξωχώριες, πίσω από ιδρύματα. Η αδιαφάνεια υπήρξε η σωτηρία του. Αθόρυβα και σιωπηρά, εκείνος εξαφανίστηκε στα παρασκήνια το 2016, δύο χρόνια προτού ο Ραζάκ χάσει τις εκλογές στη Μαλαισία και η λεηλασία αποκαλυφθεί σε όλο της το εύρος.

Συντηρητικοί υπολογισμοί ανεβάζουν το τίμημα της υπεξαίρεσης στην 1MDB σε 4,5 δισεκατομμύρια δολάρια, τα οποία μοιράστηκαν ο Ραζάκ, ο κομματικός του μηχανισμός και ο Λο. Οι Αρχές της Μαλαισίας ανακάλυψαν, σύμφωνα με το «Sunday Times Magazine», σε έξι πρωθυπουργικές οικίες, «35 σακούλες με χρήματα σε 26 νομίσματα, αξίας 30 εκατομμυρίων δολαρίων, τα οποία 22 αστυνομικοί καταμετρούσαν επί έξι ημέρες. Υπήρχαν επίσης σάκοι με χρυσό (25), τσάντες Hermès (272) και ρολόγια (423)». Σε έναν διακανονισμό με τη Μαλαισία, η Goldman Sachs υποχρεώθηκε να επιστρέψει στη χώρα 3,9 δισεκατομμύρια δολάρια. Τον περασμένο Ιούνιο, ο Τιμ Λάισνερ καταδικάστηκε στις ΗΠΑ σε δύο χρόνια φυλάκιση για τον ρόλο του στην απάτη. Ο Λεονάρντο Ντι Κάπριο κατέθεσε ότι είχε πιστέψει πως ο Λο ήταν «φαινόμενο του επιχειρηματικού κόσμου» και αποποιήθηκε τους πίνακες που του είχε δωρίσει. Η Μιράντα Κερ έκανε το ίδιο με τα κοσμήματα – το πιάνο είναι τόσο μεγάλο που δεν χωρά να βγει από το σπίτι της στο Μαλιμπού. Στη Μαλαισία, ο Νατζίμπ Ραζάκ καταδικάστηκε σε κάθειρξη 12 ετών το 2020, πέρυσι όμως η κυβέρνηση μείωσε την ποινή του στο μισό.

Και ο άφαντος Λο; Πρόσφατα, η δικηγόρος Τζασµίν Λου, η οποία διέφευγε και εκείνη για χρόνια εξαιτίας του ρόλου της στην υπόθεση, κατέθεσε στη Μαλαισία ότι ο Τζο βρίσκεται στην Κίνα από το 2016. Σύµφωνα, µάλιστα, µε όσα αποκάλυψε πρόσφατα ο ερευνητικός δηµοσιογράφος Τοµ Ραιτ, o Λο δεν έµεινε αργός. Εδρασε και εκεί ως ενδιάµεσος, µεταξύ της µαλαισιανής κυβέρνησης και του κινεζικού κράτους, προωθώντας την ιδέα της κινεζικής επένδυσης σε µαλαισιανούς σιδηροδρόµους – µε το αζηµίωτο, βέβαια: ο ίδιος και οι αξιωµατούχοι µε τους οποίους ήρθε σε συνεννόηση θα µοιράζονταν τις ανάλογες µίζες. Με την ήττα και τη σύλληψη του Ραζάκ το 2018, το σχέδιο κατέρρευσε, όµως στο µεταξύ ο Τζο Λο είχε διασφαλίσει τα νώτα του: γνώριζε πια τόσες λεπτοµέρειες για τη διαφθορά στους κόλπους της πρωτοβουλίας «Ζώνη και Δρόµος» (Belt and Road Initiative) ώστε κανείς στην Κίνα δεν τολµά να τον αγγίξει.
Σε ένα livestream στον ιστότοπο Brazen του οποίου είναι ιδρυτής, ο Ράιτ αποκάλυψε στις 18 Ιουλίου διάφορες λεπτοµέρειες για τη νέα ζωή του Τζο – η οποία, όπως µπορεί να φανταστεί κανείς, δεν προσιδιάζει σε φτωχαδάκι: φέρεται να ζει στο πολυτελές Γκριν Χιλς της Σανγκάης, οδηγεί µια Bugatti, συνοδεύεται από σωµατοφύλακες που του παρέχει η κινεζική κυβέρνηση και χρησιµοποιεί για τις µετακινήσεις του ένα ψεύτικο αυστραλιανό διαβατήριο στο όνοµα «Κωνσταντίνος Αχιλλέας Βέης». Ταιριαστό, µια και στο παρελθόν ο νέος συµπατριώτης µας, εκτός από το επίσηµο ταξιδιωτικό έγγραφο του συµπαθούς νησιωτικού κράτους του Αγίου Χριστοφόρου και Νέβις, είχε εξασφαλίσει για κάποιο χρονικό διάστηµα, χάρη σε χρυσή βίζα, και αντίστοιχο της Κύπρου…
Ο Τζο Λο είναι ένα σύμπτωμα της εποχής. Μιας εποχής της οποίας ο πλούτος χρειάζεται διαχειριστές, μεσάζοντες, προσόψεις προκειμένου να μετριάζονται ορισμένες από τις πιο προκλητικές του όψεις. Σταδιοδρομία του ήταν η αδιαφάνεια: η παρεμβολή στη ροή του χρήματος που θα καθιστούσε λιγότερο σαφές πού τελειώνουν τα δικά του κεφάλαια και πού αρχίζουν εκείνα των άλλων. Χρησιμοποίησε πρόσωπα και κυβερνήσεις και τον χρησιμοποίησαν και εκείνοι, σε μια σχέση αμοιβαίου συμφέροντος. Η «σχέση», άλλωστε, είναι μια κομβική λέξη για τον Λο, περιγράφει ταυτόχρονα τη φιλία και το επάγγελμα, αλλά σε τέτοιες περιπτώσεις αυτά τα δύο καταλήγουν να μπλέκονται – η φιλία γίνεται επάγγελμα και το επάγγελμα φιλία. «Η σχέση με έναν επενδυτή», έλεγε στη «Star» το 2010, «δεν έχει να κάνει μόνο με την καλή διαχείριση του χρήματος. […] Αν ένας φίλος μου θέλει επειγόντως μια πτήση για κάπου ή μια κράτηση σε ένα γνωστό μέρος, θα κάνω ό,τι μπορώ για να το πετύχω. Είμαι η υποδοχή του ξενοδοχείου που κανονίζει τα πάντα και το όνομά μου είναι παντού».






