Εκείνος: Ο δημιουργός της θρυλικής σειράς ταινιών «Star Wars». Η εταιρεία του, Industrial Light & Magic, ήταν αυτή που άλλαξε τα δεδομένα στα οπτικά εφέ και έδωσε νέα πνοή στον κινηματογράφο. Εκείνη: Οχι απλά μια επιτυχημένη επιχειρηματίας, αλλά η γυναίκα που «τρέχει» τα μεγάλα κεφάλαια στην Ariel Investments, μία από τις μεγαλύτερες ανεξάρτητες εταιρείες διαχείρισης επενδύσεων στις ΗΠΑ.

Ως πρόεδρος και συνδιευθύνουσα σύμβουλος, έχει υπό τη διαχείρισή της δισεκατομμύρια δολάρια και ασκεί επιρροή σε κολοσσούς όπως η Starbucks και η JPMorgan Chase, στα διοικητικά συμβούλια των οποίων κατέχει εξέχουσα θέση. Ξέρει πώς να «επενδύει», όχι μόνο σε μετοχές, αλλά και στην τέχνη και τον πολιτισμό. Αναμενόμενα, λοιπόν, όταν ο Τζορτζ Λούκας και η Μέλοντι Χόμπσον αποφάσιζαν να ενώσουν δυνάμεις για να δημιουργήσουν κάτι που θα συνδυάζει την αγάπη τους για την αφήγηση, την τέχνη και τη δημιουργικότητα, δεν θα φείδονταν χρημάτων αλλά ούτε και μεγαλείου ή τετραγωνικών.

Οπότε το πολυαναμενόμενο Μουσείο Αφηγηματικής Τέχνης Lucas (Lucas Museum of Narrative Art), το οποίο ξεκίνησε το 2018 και στήθηκε σε έναν χώρο έκτασης έντεκα στρεμμάτων στο Exposition Park του Λος Aντζελες, εκεί όπου προηγουμένως υπήρχε απλώς ένα τεράστιο πάρκινγκ, είναι ένα κτίριο που υποτίθεται δεν μοιάζει με τίποτε άλλο – αν και η αλήθεια είναι ότι πέρα από διαστημόπλοιο, υπό συγκεκριμένες οπτικές γωνίες θυμίζει και συσκευή φύλαξης φακών επαφής αλλά και… κρεπιέρα.

Τζορτζ Λούκας. Photo Credits: Jamel Toppin

Διαθέτει πέντε ορόφους και συνολική επιφάνεια περίπου 28.000 τ.μ., με το σχεδόν το 1/3 από αυτά να είναι προορισμένα να αφιερωθούν σε εκθεσιακούς χώρους γεμάτους αφηγηματική τέχνη, κοινώς έργα που λένε ιστορίες. Και επειδή η τέχνη θέλει παρέα, όταν ανοίξει με το καλό μέσα στο 2026 το μουσείο, θα φιλοξενεί και δύο κινηματογραφικές αίθουσες τελευταίας τεχνολογίας, χώρους για εκπαιδευτικές δραστηριότητες, café, εστιατόριο, μαγαζιά και ειδικές αίθουσες για εκδηλώσεις. Δηλαδή ένα ψυχαγωγικό mall-θεματικό πάρκο με τα όλα του.

Το ζευγάρι Λούκας-Χόμπσον ανέθεσε τον αρχιτεκτονικό σχεδιασμό του πνευματικού τους τέκνου στον Μα Γιανσόνγκ των MAD Architects, του γραφείου με έδρα το Πεκίνο που φημίζεται για τα φουτουριστικά σχέδιά του.

Το κτίριο μοιάζει να «αιωρείται» κυριολεκτικά πάνω από το έδαφος, με ρευστές γραμμές και καμπύλες που θυμίζουν κάτι εξωγήινο (ή, αν προτιμάτε, έναν απόγονο του Millennium Falcon σε κρυφή αποστολή). Με προϋπολογισμό που αγγίζει το ένα δισεκατομμύριο δολάρια, το μουσείο φιλοδοξεί να γίνει όχι μόνο πολιτιστικό σημείο αναφοράς, αλλά και ένα σύμβολο αρχιτεκτονικής καινοτομίας για το Λος Aντζελες.

Οπότε το πάρκο και οι κήποι που το περιβάλλουν είναι επίσης εντυπωσιακών αξιώσεων. Είναι διαμορφωμένοι από την αρχιτέκτονα τοπίου Μία Λέρερ και το Studio-MLA και στόχος τους ήταν να δημιουργήσουν έναν χώρο που θα διηγείται και αυτός τη δική του ιστορία, ένα τοπίο που θυμίζει σκηνές και επεισόδια από μια αφήγηση, με διαδρόμους, βιότοπους με ποικιλία φυτών, χρώματα και υφές που αλλάζουν ανάλογα με τις εποχές. Αλλωστε και το ποικιλόμορφο τοπίο της Καλιφόρνιας προσφέρεται για έμπνευση με τις πεδιάδες, τα φαράγγια και τις κοιλάδες του.

Για να γίνουν όλα αυτά δυνατά, όλο το τοπίο «κάθεται» πάνω σε ένα υπόγειο πάρκινγκ 2.400 θέσεων, μια πραγματική «πράσινη στέγη» σε πλήρη κλίμακα. Το κτίριο και ο περιβάλλων χώρος λειτουργούν πλέον ως ενιαίο σύνολο, με καμπυλωτούς πάγκους, γέφυρες και φυτεύσεις που ακολουθούν τις οργανικές γραμμές της αρχιτεκτονικής.

Από τον Νόρμαν Ρόκγουελ στη Φρίντα Κάλο

Η συλλογή είναι μια πλούσια και ποικιλόμορφη συγκέντρωση έργων που εστιάζουν στην αφηγηματική τέχνη, δηλαδή αυτή που ξετυλίγεται μέσω εικόνων. Αυτή η πολύ ευρεία κατάταξη που περικλείει σχεδόν τα πάντα, περιλαμβάνει έργα που μεταφέρουν μια ιστορία, είτε προέρχεται από τη θρησκεία, τη μυθολογία, ιστοριογραφία, τη λογοτεχνία, τα τρέχοντα γεγονότα ή ακόμα και την προσωπική εμπειρία.

Εχει διαμορφωθεί και χρηματοδοτηθεί από τους ιδρυτές Τζορτζ Λούκας και Μέλοντι Χόμπσον και περιλαμβάνει δείγματα δουλειάς από σπουδαίους εικονογράφους, καλλιτέχνες κόμικς, τοιχογράφους και ζωγράφους, καλύπτοντας όλο το φάσμα της αφηγηματικής τέχνης.

Ανάμεσα στους ζωγράφους-εικονογράφους ξεχωρίζουν ο Νόρμαν Ρόκγουελ, γνωστός για τις ρεαλιστικές και συναισθηματικές απεικονίσεις της αμερικανικής καθημερινότητας, η Τζέσι Γουίλκοξ Σμιθ, μία από τις πιο σημαντικές εικονογράφους παιδικών βιβλίων των αρχών του 20ού αιώνα, ή ο Μάξφιλντ Πάρις, γνωστός για τα φωτεινά, ονειρικά τοπία και τις φιγούρες του – όλοι/ες τους Αμερικανοί.

Στον χώρο των κόμικς, η συλλογή περιλαμβάνει έργα του Γουίνσορ Μακ Κέι, πρωτοπόρου των κινουμένων σχεδίων και δημιουργού της διάσημης σειράς κόμικς «Little Nemo», αλλά και του Τζορτζ Χέριμαν, δημιουργού του comic strip «Krazy Kat» (1913-1944) ή του θρύλου Τζακ Κίρμπι, συνδημιουργού του Marvel Universe.

Από κοντά έργα του Τσαρλς Μ. Σουλτζ, δημιουργού της αγαπημένης σειράς «Peanuts», του Αλεξ Ρέιμοντ, γνωστού για τον «Flash Gordon» ή και του του Ρόμπερτ Κραμπ, βασικού εκπροσώπου των underground κόμικς – άλλη μια παλέτα αμερικανών δημιουργών. Οπως είναι και οι φωτογράφοι Γκόρντον Παρκς και Ντοροθέα Λανγκ: ο μεν υπήρξε ο πρώτος μαύρος φωτογράφος που συνεργάστηκε με το περιοδικό «Life» και η δε είναι ιδιαίτερα γνωστή για τις συγκλονιστικές φωτογραφίες της στην αμερικανική ύπαιθρο της Μεγάλης Υφεσης.

Στο μουσείο θα υπάρχουν όμως και έργα του Ντιέγκο Ριβέρα, του σπουδαίου μεξικανού ζωγράφου των επιβλητικών τοιχογραφιών με τα πολιτικά μηνύματα, αλλά και της συμβίας του, Φρίντα Κάλο, ή του Ουταγκάουα Κουνιγιόσι, ενός από τους πιο γνωστούς ιάπωνες ξυλογράφους του 19ου αιώνα, και της Αρτεμίζια Τζεντιλέσκι (ή έστω ένας πίνακας που αποδίδεται σε αυτήν, συγκεκριμένα «Η Νίκη της Γαλάτειας», φιλοτεχνημένη περί το 1650).

Ο Λούκας και η Χόμπσον συνεχίζουν να υποστηρίζουν δυναμικά το μουσείο, βοηθώντας το να αποκτήσει σημαντικά έργα σαν το προαναφερθέν, όπως και τον πίνακα «George Washington Carver Crossing the Delaware: Page from an American History Textbook» (1975) του αμερικανού ζωγράφου Ρόμπερτ Κόλσκοτ. Πρόκειται για ένα έργο το οποίο έπιασε την τιμή-ρεκόρ των 15,3 εκατομμυρίων δολαρίων όταν δημοπρατήθηκε από τον οίκο Sotheby’s το 2021.

Πέρα από τη ζωγραφική και τα κόμικς, η συλλογή περιλαμβάνει αρχεία κινηματογράφου, όπως εκείνα της Lucasfilm (βλ. «Star Wars» και «Indiana Jones»), καθώς και το Separate Cinema Archive, το οποίο επίσης φρόντισε να αποκτήσει πρόσφατα ο Λούκας. Πρόκειται για το αρχείο του αφροαμερικανικού κινηματογράφου από το 1904 μέχρι σήμερα.

Πρόκειται για ταινίες που έγιναν από ανεξάρτητες εταιρείες παραγωγής εκτός της «κύριας» κινηματογραφικής βιομηχανίας και περιλάμβαναν αποκλειστικά αφροαμερικανικό καστ. Το αρχείο περιέχει περισσότερα από 37.000 αντικείμενα, όπως αφίσες, φωτογραφίες από ταινίες, σενάρια και μια βιβλιοθήκη αναγνωστηρίου που συνέλεξε ο ιστορικός κινηματογράφου Τζον Ντιουκ Κις σε διάστημα περίπου 40 ετών.

Να πούμε ότι διευθύντρια και CEO του Μουσείου είναι η Σάντρα Τζάκσον-Ντουμόντ, τέως επικεφαλής του τμήματος εκπαίδευσης του Μητροπολιτικού Μουσείου της Νέας Υόρκης, η οποία θα κληθεί να διαχειριστεί αυτό το τόσο ετερόκλητο υλικό.

Δύο συλλογές σε μία

Πάντως να πούμε ότι για τον Λούκας και τη Χόμπσον η συλλογή έργων τέχνης αποτελεί κοινό πάθος. Πριν από τον γάμο τους το 2013 (ο δεύτερος και για τους δυο τους), έχτιζαν αμφότεροι την προσωπική τους συλλογή.

Της Χόμπσον είχε στο επίκεντρο τη σύγχρονη τέχνη από αφροαμερικανούς καλλιτέχνες, με έργα δημιουργών όπως οι Κάρα Γουόκερ, Γκάρι Σίμονς και Νόρμαν Λιούις. Ο Λούκας, από την άλλη, έχει συγκεντρώσει έργα εκπροσώπων της αμερικανικής τέχνης εδώ και περισσότερες από τέσσερις δεκαετίες, χτίζοντας μια συλλογή που περιλαμβάνει μεταξύ άλλων τις υπογραφές των Νόρμαν Ρόκγουελ, Τόμας Χαρτ Μπέντον, Γουίνσορ Μακ Kέι, Γκόρντον Παρκς και Μάξφιλντ Πάρις, καθώς και δημοφιλή, αντιπροσωπευτικά δείγματα εικονογράφησης, κινούμενης εικόνας ή κόμικς.

Η συλλογή που έχουν συγκροτήσει από κοινού βρίσκεται στη διασταύρωση των κοινών τους ενδιαφερόντων και περιλαμβάνει επίσης έργα καλλιτεχνών όπως οι Τζόρτζια Ο’Κιφ, Ταμάρα ντε Λεμπίτσκα, Ρόμπερτ Ιντιάνα, Κάρι Μέι Γουιμς, Φρίντα Κάλο, Ζαν-Μισέλ Μπασκιά μεταξύ πολλών άλλων.

«Το όνειρό μας είναι όποιος επισκεφθεί το Μουσείο Αφηγηματικής Τέχνης Lucas να βλέπει τον εαυτό του και τις ιστορίες του να αντικατοπτρίζονται στην τέχνη που αντικρίζει και να βρίσκει νέους τρόπους να κατανοεί τον κόσμο γύρω μας» δήλωνε πρόσφατα στο Artnews η Χόμπσον. Από την πλευρά του ο Λούκας προσέθετε: «Για εμένα, η αφηγηματική τέχνη προσφέρει ενόραση στις κοινωνίες και στο τι επιδιώκουν οι άνθρωποι, τι πραγματικά θέλουν, ποιοι είναι ή ποιοι επιθυμούν να γίνουν. Αυτό με έχει ανέκαθεν εμπνεύσει ως συλλέκτη και συνεχίζει να με εμπνέει, καθώς σκεπτόμαστε τον αντίκτυπο που θα έχει το Μουσείο Αφηγηματικής Τέχνης Lucas στις ζωές των ανθρώπων».

Πάντως η φιλανθρωπία αποτελεί επίσης βασικό κομμάτι των δραστηριοτήτων του «power couple» που βρίσκεται σταθερά σε λίστες των πιο επιδραστικών ανθρώπων. Η Χόμπσον είναι πρόεδρος της After School Matters, μιας μη κερδοσκοπικής οργάνωσης που παρέχει στους εφήβους του Σικάγο ποιοτικά προγράμματα εκτός σχολείου, βοηθώντας τους να αναπτύξουν δεξιότητες και ταλέντα στον ελεύθερο χρόνο τους και συμμετέχει στα διοικητικά συμβούλια του Ιδρύματος Ροκφέλερ και του Μουσείου Τέχνης του Λος Αντζελες (LACMA).

Ο Λούκας από την άλλη έχει ιδρύσει από το 1991 το Ιδρυμα Εκπαίδευσης George Lucas που προωθεί καινοτόμες πρακτικές στη δημόσια εκπαίδευση για τη βελτίωση της μάθησης και διδασκαλίας με στόχο τη μεταρρύθμιση του τομέα προς όφελος όλων των μαθητών.

Συμμετέχει δε στα διοικητικά συμβούλια του Film Foundation, του μη κερδοσκοπικού οργανισμού που ασχολείται με τη διατήρηση και αποκατάσταση κλασικών ταινιών και έχει ιδρυθεί από τον Μάρτιν Σκορσέζε. Το 2010, το ζευγάρι υπέγραψε την Πρωτοβουλία Giving Pledge των Μπιλ Γκέιτς και Γουόρεν Μπάφετ, μια κίνηση μέσω της οποίας ορισμένοι από τους πλουσιότερους ανθρώπους παγκοσμίως δεσμεύονται να δωρίσουν το μεγαλύτερο μέρος της περιουσίας τους σε κοινωφελείς σκοπούς.