Με 30 χρόνια αδιάλειπτης τηλεοπτικής πορείας και πολύ περισσότερα ως αστυνομική ρεπόρτερ – με απαρχές στον έντυπο Τύπο – η Αγγελική Νικολούλη δεν είναι απλώς ένα πρόσωπο γνωστό ή οικείο. Ενσαρκώνει με κάθε κύτταρό της αυτό που περιγράφει η λέξη θεσμός. Η συνεισφορά της στην επίλυση πολύκροτων και σκοτεινών υποθέσεων είναι δεδομένη, ο τρόπος με τον οποίο έχει κοιτάξει στα μάτια ειδεχθείς δολοφόνους παροιμιώδης και η εμμονή της με τα στοιχεία και όχι με τις εικασίες, τις υποθέσεις ή το ένστικτο αδιαμφισβήτητη.
Θα περίμενε κανείς από την πρώτη γυναίκα αστυνομική ρεπόρτερ της χώρας, μια δημοσιογράφο που έσπασε – κατά το νεόκοπο ρητό – γυάλινες οροφές και κατάφερε όχι απλώς να επιβιώσει, αλλά να διακριθεί σε ένα πατριαρχικό τοπίο, πως θα ήταν σκληρή, άτεγκτη, αποστραγγισμένη από συναισθήματα και ευαισθησία. Ομως η Αγγελική Νικολούλη επιμένει πως μπορεί να έφαγε στη διάρκεια της μακράς καριέρας της το σκοτάδι με το κουτάλι, όμως δεν έπαψε ούτε στιγμή να πιστεύει και να αναζητά το φως που μπορούν να εκπέμψουν οι άνθρωποι.
Αλλωστε και η ίδια δεν απαρνήθηκε, ούτε θυσίασε στον βωμό της διασημότητας την ανθρώπινη πλευρά της. Αυτό το χαρακτηριστικό της είναι που λειτουργεί τελικά ως ειδοποιός διαφορά. Η Αγγελική Νικολούλη δεν θέλησε ποτέ να γίνει η απρόσιτη, μακρινή, ανέγγιχτη τηλεπαρουσιάστρια, δεν πούλησε ποτέ εικόνα υποσκελίζοντας την ουσία. Μπορεί να είναι ο εαυτός της όταν φορά τη στολή εργασίας της ακάματης και μαχητικής ρεπόρτερ, αλλά και όταν βάζει τα γάντια της για να ασχοληθεί με την πολύ ιδιωτική κιβωτό που έχει βρει στον κήπο του σπιτιού της.
Ας ξεκινήσουµε µε µια µικρή αναδροµή. Θυµάστε, αλήθεια, πώς γεννήθηκε η ιδέα για τη δηµιουργία του «Φως στο Τούνελ» αλλά και ο τίτλος µε τον οποίο πορεύεστε για 30ή σεζόν;
«Η ιδέα του «Τούνελ» γεννήθηκε από μια βαθιά ανάγκη να δοθεί φωνή στους συνανθρώπους μας που πονάνε. Σε αυτούς που αναζητούν αγνοούμενους συγγενείς, που προσπαθούν να βρουν κρυμμένες αλήθειες σε περίεργους θανάτους και σε ανεξιχνίαστες δολοφονίες.
Πάντα ήθελα να σκάβω βαθύτερα στις ιστορίες και να μένω και στις πιο μικρές λεπτομέρειες που άλλοι προσπερνούν. Ηθελα και λόγω χαρακτήρα το κάτι παραπάνω, να φέρω το φως εκεί που υπάρχει σκοτάδι. Ετσι συμβολικά επέλεξα και τον τίτλο της εκπομπής: «Φως στο Τούνελ«. Είναι η έκφραση που αποτυπώνει την ελπίδα, τη λύτρωση, τη διέξοδο από την αβεβαιότητα και τον πόνο. Σε αυτόν τον δύσκολο δρόμο πορευόμαστε μέχρι σήμερα. Είναι ένα ταξίδι που συμπλήρωσε τρεις δεκαετίες και εξακολουθεί να με συναρπάζει».
Ποια ανακαλείτε ως την πιο καθοριστική ή την πιο κομβική στιγμή σε αυτή τη μακρά διαδρομή; Χωρίς ποια στιγμή της καριέρας σας δεν θα ήσασταν αυτή που όλοι μας γνωρίζουμε σήμερα;
«Η πρώτη πολύπλοκη και πολύκροτη υπόθεση που λύθηκε μέσω της εκπομπής ήταν καθοριστική. Ηταν η στιγμή που καταλάβαμε όλοι πως το «Φως στο Τούνελ» δεν είναι μόνο μια δημοσιογραφική εκπομπή έρευνας. Κάναμε τους τηλεθεατές εθελοντές και συμμέτοχους στην προσπάθεια να εξιχνιάσουμε την άγρια δολοφονία δυο ανθρώπων.
Ηταν η απαγωγή και δολοφονία του Γιώργου Νικολαΐδη και της Σούλας Καλαθάκη. Ενα απίστευτο θρίλερ χρόνων και βαθιάς έρευνας μέχρι τη δικαίωση. Αυτή η επιτυχία έβαλε τα θεμέλια για ό,τι ακολούθησε. Ηταν το ξεκίνημα μιας δέσμευσης απέναντι στους τηλεθεατές που μας πίστεψαν και καθόρισε την πορεία μου. Εκείνα τα πρώτα χρόνια ξεκίνησαν και τα «θαύματα» στην ενότητα «Παιχνίδια της Ζωής». Μέσα σε λίγα λεπτά της ώρας βρήκαμε στη Ζάκυνθο την αγνοουμένη μητέρα που αναζητούσε ο γιος της μετά από 42 ολόκληρα χρόνια. Ηταν Μεγάλη Εβδομάδα και οι καμπάνες χτύπησαν αναστάσιμα, με πλήθος κόσμου να συγκεντρώνεται στο νησί. Αυτή η εξέλιξη άνοιξε τον δρόμο για να ενωθούν εκατοντάδες οικογένειες που είχαν διαλυθεί στα δύσκολα μεταπολεμικά χρόνια. Μία από αυτές τις υποθέσεις μάς έδωσε το πρώτο ρεκόρ Γκίνες».
Ερευνώντας δύσκολες και σκοτεινές υποθέσεις, κοιτώντας στα μάτια δολοφόνους αλλά και θύματα, θα λέγατε πως έχετε κατανοήσει περισσότερο το είδος μας; Εχετε αγαπήσει ή έχετε μισήσει τους ανθρώπους;
«Θα έλεγα πως έχω δει το χειρότερο και το καλύτερο της ανθρώπινης φύσης και έχω κατανοήσει πόσο περίπλοκοι είμαστε. Δεν μπορώ όμως να νιώσω μίσος για κανέναν. Είναι άγνωστο συναίσθημα αυτό για εμένα. Δεν χωράει στην ψυχή μου.
Οι πράξεις των δραστών, ακόμη και οι πιο ακραίες, οι πιο ειδεχθείς, συχνά κρύβουν βαθιά συναισθήματα: φόβο, οργή, μίσος, εκδίκηση, ζήλια, απόγνωση. Αν το καταλάβεις αυτό, τότε «διαβάζεις» εύκολα τους θύτες, μπαίνεις στο μυαλό τους και τους ξεσκεπάζεις. Νομίζω πως μέσα από όλα αυτά τελικά αγάπησα τη δύναμη της ανθρώπινης ψυχής, τη θέληση για δικαιοσύνη και εκείνους που άοκνα παλεύουν για την αλήθεια».
Υπάρχει διάχυτη η εντύπωση πως με το πέρασμα των ετών τα εγκλήματα γίνονται πιο ειδεχθή. Εχετε και εσείς αυτή την αίσθηση ή πρόκειται για προϊόν ηθικού πανικού;
«Είναι αλήθεια πως τα εγκλήματα είναι πιο κυνικά και άγρια. Λόγω της δημοσιότητας που λαμβάνουν, το βλέπουμε πλέον πιο καθαρά και σε πραγματικό χρόνο. Σίγουρα οι κοινωνικές αλλαγές και η απώλεια αξιών έχουν επηρεάσει αρνητικά τις ανθρώπινες συμπεριφορές».
Πώς κρίνετε το γεγονός ότι η τηλεόραση και οι δημοσιογράφοι υποκαθιστούν συχνά τις επίσημες Αρχές και αναλαμβάνουν το έργο που εκείνες δείχνουν ανήμπορες να επιτελέσουν; Επίσης, θα ήθελα την άποψή σας για τις από τηλεοράσεως δίκες που βλέπουμε να στήνονται συχνά πυκνά.
«Η δουλειά μας δεν πρέπει σε καμία περίπτωση να υποκαθιστά τις Αρχές, αλλά να τις βοηθά. Προσφέρουμε ένα επιπλέον μέσο για τη συλλογή πληροφοριών και στοιχείων. Βοηθάμε έτσι τους συγγενείς αγνοουμένων και θυμάτων που αναζητούν θαμμένες αλήθειες.
Ολα αυτά τα χρόνια προσέχουμε ιδιαίτερα στο «Τούνελ» να μην εκτεθεί κανείς και το βασικότερο, να μην περάσουμε αυτή τη λεπτή διαχωριστική γραμμή. Είμαστε δημοσιογράφοι και όχι ανακριτές.
Σε ό,τι αφορά τις τηλεοπτικές «δίκες», απέχουμε. Μένουμε στα στοιχεία της έρευνάς μας και παραθέτουμε αυτά που πρέπει να ακουστούν και όχι εκείνα που θα δημιουργήσουν πρόβλημα. Οφείλουμε να λειτουργούμε με υπευθυνότητα και εμπιστοσύνη στο έργο των Αρχών, αστυνομικών και δικαστικών».
Γιατί πιστεύετε ότι το κοινό παθιάζεται και παρακολουθεί με τόσο ενδιαφέρον την εκπομπή σας; Είναι οι υποθέσεις που διαχειρίζεστε; Είναι ο τρόπος που εσείς τις μεταχειρίζεστε; Είστε εσείς η ίδια;
«Κανονικά αυτό το ερώτημα θα έπρεπε να το θέσετε στους τηλεθεατές. Αυτό που εισπράττω τόσα χρόνια είναι ότι εκτιμούν τη συνέπεια και την αφοσίωση στη μάχη της αλήθειας.
Το κοινό της εκπομπής δεν λειτουργεί παθητικά, αντιθέτως βοηθά στην έρευνα και συμβάλλει στο να διαλυθεί το σκοτάδι.
Οι υποθέσεις μας είναι συνήθως δύσκολες, γεμάτες πλοκή, συναισθηματική φόρτιση και κοινωνικό ενδιαφέρον, κάτι που τις καθιστά άκρως ελκυστικές. Αυτό που κάνει τη διαφορά είναι η προσέγγιση σε κάθε υπόθεση, με σεβασμό στους συγγενείς και τα θύματα, αντικειμενικότητα και διεισδυτική έρευνα. Για να επιτευχθούν αυτοί οι στόχοι χρειάζονται μεγάλα αποθέματα ψυχής. Προσωπικά, εδώ και 30 χρόνια δεν κάνω κάτι άλλο από το να καταθέτω την ψυχή μου με το όποιο προσωπικό κόστος».
Αλήθεια, τρεις δεκαετίες μπροστά στην τηλεόραση δεν είναι πολλές και εξαντλητικές; Εχετε σκεφτεί ποτέ να σταματήσετε;
«Τρεις δεκαετίες στην τηλεόραση είναι ένα μακρύ ταξίδι, με κινδύνους, εντάσεις, ανατροπές και συγκινήσεις. Δεν θα το έλεγα εξαντλητικό, γιατί όταν αγαπάς αυτό που κάνεις, βρίσκεις δύναμη ακόμα και στις πιο δύσκολες στιγμές.
Κάποιες φορές σκέφτηκα να σταματήσω, ειδικά όταν το φορτίο των προβλημάτων της καθημερινότητας σε προσωπικό και επαγγελματικό επίπεδο γινόταν βαρύ και ασήκωτο. Αλλά η εμπιστοσύνη του κόσμου και η αίσθηση ότι προσφέρω κάτι ουσιαστικό με κρατούσαν στη θέση μου. Οσο καίει μέσα μου η φλόγα της έρευνας, θα συνεχίζω».
Με δεδομένο ότι η τηλεόραση είναι εικόνα και η εικόνα πολλές φορές μπορεί να λειτουργήσει ως παραμορφωτικός καθρέφτης, υπήρξε περίοδος στην καριέρα σας που η εικόνα της τηλεπαρουσιάστριας υπερτέρησε της ουσίας της αστυνομικής ρεπόρτερ;
«Αυτό δεν θα το επέτρεπα ποτέ σε εμένα. Φρόντιζα να πατώ γερά στη γη και όχι να πετώ στα σύννεφα. Κρατώ αυτή την ισορροπία τόσα χρόνια, καθώς προέρχομαι από την έντυπη δημοσιογραφία.
Αν και η εικόνα είναι πολύ σημαντική για την τηλεόραση, εκτιμώ πως τελικά δεν έχασα που επέλεξα την ουσία και όχι το φαίνεσθαι. Δεν είδα ποτέ τον εαυτό μου ως τηλεπαρουσιάστρια με ό,τι αυτό συνεπάγεται. Πρώτα και πάνω απ’ όλα είμαι δημοσιογράφος-αστυνομική ρεπόρτερ. Υπήρξα η πρώτη γυναίκα στην Ελλάδα που εμφανίστηκε στο απαιτητικό αστυνομικό ρεπορτάζ και μάλιστα σε εποχές δύσκολες. Τα όσα με δίδαξαν οι δάσκαλοί μου στη δημοσιογραφία, ο Βούλτεψης και ο Πασαλάρης, έγιναν ο οδηγός μου. Δεν παρασύρθηκα από τα φώτα. Δουλεύω σκληρά ατελείωτες ώρες, πιστή στην αλήθεια και το καθήκον μου απέναντι στους τηλεθεατές».
Η επαγγελματική επιτυχία και η αναγνώριση που απολαμβάνετε έχει εδραιωθεί πάνω σε δυστυχείς συγκυρίες, σε απεχθή εγκλήματα, στις πιο ζοφερές πλευρές των ανθρώπων. Πώς διαχειρίζεται κανείς αυτή την ισορροπία και την τοξικότητα σε συναισθηματικό επίπεδο – εννοώ στην ιδιωτική ζωή του;
«Δεν είναι εύκολο να αφήνεις πίσω σου υποθέσεις που σε φέρνουν αντιμέτωπη με το βαθύ σκοτάδι της ανθρώπινης ψυχής. Δεν είναι διακόπτης να τον κλείνεις, όταν φεύγεις από το ρεπορτάζ, χωρίς να συμβαίνει τίποτα. Οσο και να το θέλεις ή να το έχεις ανάγκη, δεν είναι εφικτό να διαχωρίσεις την επαγγελματική από την προσωπική σου ζωή. Η ικανοποίηση ότι βοήθησα συνανθρώπους μου είναι στο τέλος της ημέρας η μεγαλύτερη ανταμοιβή και το αντίβαρο σε αυτή τη συναισθηματική επιβάρυνση».
Το στερεότυπο θέλει την επιτυχία να δίνεται στους ανθρώπους με κάποιο τίμημα. Εσείς τι λέτε; Εχει η απήχηση και η αναγνώρισή σας αντίτιμο το οποίο πληρώνετε;
«Η επιτυχία σίγουρα δεν έρχεται χωρίς θυσίες. Χάνεις προσωπικό χώρο και χρόνο. Δεν είναι πάντα ευχάριστη η αναγνωρισιμότητα. Πολλές φορές αντιμετωπίζω καταστάσεις που με φέρνουν σε δύσκολη θέση».
Προσωπική ευτυχία και επαγγελματική επιτυχία μπορούν να συμπορεύονται;
«Είναι δύο δρόμοι που πολλές φορές είναι δύσκολο να συναντηθούν.
Οταν είσαι αφοσιωμένος στη δουλειά σου, ειδικά σε ένα τόσο απαιτητικό πεδίο όπως το δικό μου, η ισορροπία αυτή γίνεται ακόμα πιο εύθραυστη. Η προσωπική ευτυχία, όμως, δεν είναι μόνο οι σχέσεις, αλλά και η εσωτερική πληρότητα. Και σε αυτό το κομμάτι τα πάω καλά».
Υπάρχει κάτι που σας έχει λείψει από τη ζωή σας;
«Εχω ελάχιστο χρόνο για τον εαυτό μου και τους αγαπημένους μου. Θα ήθελα, για παράδειγμα, να βρίσκομαι περισσότερο στη φύση, να ταξιδεύω πιο συχνά χωρίς το άγχος της δουλειάς ή να απολαμβάνω χαλαρά απλές καθημερινές στιγμές. Δεν είμαι μεμψίμοιρη. Εκτιμώ αυτά που έχω και προσπαθώ να διαχειριστώ τον χρόνο μου όσο πιο ουσιαστικά γίνεται».
Δεν μπορώ να μην σας ρωτήσω για το περίφημο κόκκινο σακάκι και τη μυθολογία που έχει καλλιεργηθεί γύρω από αυτό. Είναι στ’ αλήθεια το σήμα που εκπέμπετε όταν έχετε βρει τον δολοφόνο;
«Αυτό το κόκκινο σακάκι… Η πραγματικότητα είναι λίγο πιο απλή. Δεν είναι ένας «κώδικας» ή «σήμα», το κόκκινο είναι το χρώμα μου. Σε υποθέσεις της εκπομπής όπου οι εξελίξεις ήταν σημαντικές, η ένταση που ένιωθα, η σοβαρότητα και η αποφασιστικότητα της στιγμής ταίριαζαν μόνο με το κόκκινο. Στην αρχή έτυχε, μετά πέτυχε.
Κάθε φορά που είμαι ντυμένη στα κόκκινα οι τηλεθεατές γράφουν ότι βρήκα τον δολοφόνο. Κινδυνεύω να παρεξηγηθώ αν φιλοξενήσω κάποιον ύποπτο στην εκπομπή και φορέσω κόκκινα».
Ποιο είναι το κρυφό σας ταλέντο;
«Θέλω να πιστεύω πως είναι φανερό ταλέντο. Η συγγραφή. Για εμένα είναι ένας τρόπος να εκφράζομαι και να μεταφέρω τις ιστορίες που με έχουν αγγίξει. Είναι μια διαδικασία βαθιά προσωπική αλλά και δημιουργική. Μέσα από τα βιβλία μου μοιράζομαι με το κοινό όχι μόνο τις υποθέσεις με το έντονο παρασκήνιο και την πλοκή που μας συντάραξαν, αλλά τις σκέψεις και τις αλήθειες που ανακάλυψα στη διαδρομή και άναψαν το φως. Κάθε λέξη και κάθε σελίδα είναι ένας κόσμος που θέλω να παραδώσω στους αναγνώστες με σεβασμό.
Τώρα γράφω το πέμπτο βιβλίο μου, που θα κυκλοφορήσει από τις εκδόσεις Καστανιώτη».
Σε τι άλλο που ενδεχομένως δεν μπορούμε να φανταστούμε είστε πολύ καλή;
«Ο κήπος μου είναι το μικρό μου καταφύγιο. Οταν βρίσκομαι ανάμεσα στα φυτά μου, αφήνω πίσω μου την ένταση της δουλειάς. Μου αρέσει να φυτεύω, να φροντίζω τα λουλούδια, να τα ζωντανεύω και να τα βλέπω να ανθίζουν».
Ποια είναι η μικρή καθημερινή ιεροτελεστία σας;
«Ο πρωινός καφές. Είναι η στιγμή που βρίσκω χρόνο να συγκεντρωθώ και να οργανώσω την ημέρα μου. Προσπαθώ να την απολαμβάνω μόνη, σε ησυχία, μακριά από την ένταση της δουλειάς και τα προβλήματα του σπιτιού».
INFO
«Φως στο Τούνελ»:
Παρασκευή, στις 23.20,
στο MEGA.