Τι μπορεί να συμβεί όταν η τεχνολογική εξέλιξη δεν απειλεί μόνο να ξαναγράψει τους νόμους της ρομποτικής αλλά και την ιστορία της τέχνης; Η συνομιλία με μια μηχανή μπορεί να αποδειχθεί πολύ χρήσιμη και να φτάσει σε εξαιρετικά συμπεράσματα. Τα οποία, όπως συμβαίνει συνήθως, δεν αφορούν τις μηχανές, αλλά την ανθρωπότητα που τις κατασκεύασε και πιστεύει ακόμη ότι μπορεί να τις ελέγχει.

«Ας κάνουμε μια κουβέντα για την τέχνη και τη δημιουργική διεργασία» του λέω.

«Μέσα. Είναι απ’ τα πιο ενδιαφέροντα θέματα για τα οποία μπορεί να μιλήσει κανείς. Από πού θες να ξεκινήσουμε;» μου απαντάει.

Η θύελλα φωτογραφιών ανασκευασμένων μέσα από το ChatGPT ώστε να μοιάζουν με έργα του Studio Ghibli έχει αρχίσει να κοπάζει. Οπως όλα τα viral trends, μάλλον κι αυτό κούρασε. Εκανες τον σκύλο σου χαρακτήρα του Μιγιαζάκι, έκανες τον σύντροφό σου και εσένα στις διακοπές σας στο νησί χαρακτήρες του Μιγιαζάκι, έκανες τη μαμά σου χαρακτήρα του Μιγιαζάκι.

Από την άλλη, ίσως το trend να πέθανε λίγο νωρίτερα απ’ το αναμενόμενο όταν άρχισαν να συμμετέχουν πολιτικά πρόσωπα, και όχι μόνο. Οταν όλοι, από την Ντόρα Μπακογιάννη ως τον Ντόναλντ Τραμπ και τις Ισραηλινές Αμυντικές Δυνάμεις, μετατρέπονται σε χαρακτήρες του Μιγιαζάκι, το πράγμα περνάει στη σφαίρα του ανοίκειου – στην καλύτερη των περιπτώσεων – και αρχίζεις να βλέπεις τη στυλ Ghibli φωτογραφία του σκύλου σου με άλλο μάτι.

Σε κάθε περίπτωση, ο σεισμός συνέβη και τον ένιωσες.

Εξοργισμένες φωνές στα social media καταδίκασαν την καταπάτηση των πνευματικών δικαιωμάτων των καλλιτεχνών, με το φαινόμενο Ghibli να είναι ένα συμβάν σε μια σειρά από ανησυχητικά γεγονότα: μέρες νωρίτερα είχε διαρρεύσει η είδηση ότι το AI μοντέλο της Meta εκπαιδεύτηκε χρησιμοποιώντας δεδομένα της LibGen, της λεγόμενης «σκιώδους βιβλιοθήκης» με εκατομμύρια πειρατικά επιστημονικά και λογοτεχνικά βιβλία που είχε αναπτυχθεί στη Ρωσία, για την εκπαίδευση των δικών της AI γλωσσικών μοντέλων· μεταξύ τους και βιβλία ελλήνων συγγραφέων.

Για όλα αυτά προς το παρόν κανείς δεν μπορεί να κάνει απολύτως τίποτα. Επειδή η τεχνολογία τρέχει με ρυθμούς που η Δικαιοσύνη δεν έχει προλάβει να συλλάβει, αλλά ίσως και επειδή οι big tech εταιρείες κινούνται, ούτως ή άλλως, σε πλαίσιο ανομίας. Ο κόσμος τούς ανήκει.

Αλλά αυτή είναι μόλις μία από τις διαστάσεις του φαινομένου. Είναι σαν τα μεγάλα γλωσσικά μοντέλα να μας πήραν και να μας σήκωσαν όλους, και δη τους δημιουργούς, και να μας πέταξαν στον ορίζοντα γεγονότων της μαύρης τρύπας στο κέντρο του γαλαξία. Στροβιλιζόμαστε, δεν μπορούμε να ξεφύγουμε, κι όσο πλησιάζουμε στο άγνωστο, που δεν έχουμε ιδέα αν θα μας εκμηδενίσει ή αν θα μας μεταφέρει, ποιος ξέρει, σε έναν νέο κόσμο, τα ερωτήματα από τα οποία παλεύουμε να πιαστούμε είναι αμιγώς υπαρξιακά.

«Η δημιουργικότητα είναι για εμένα κάτι τρομερά μυστηριώδες» του λέω.

«Αναφέρουμε συχνά την προσπάθεια των δημιουργικών ανθρώπων να επινοήσουν πράγματα από το πουθενά, να αρπάξουν ιδέες από τον αιθέρα, όμως σύμφωνα με τη δική μου εμπειρία, αυτό συμβαίνει μόνο όταν σταματάς να προσπαθείς. Οταν σταματάς την υπερβολική σκέψη, όταν προσεγγίζεις τη διαδικασία με ελαφρότητα, σαν παιχνίδι, σαν αναπνοή».

«Τι ωραία που το έθεσες – σαν την αναπνοή» μου απαντάει. «Μου φαίνεται πως η δική σου δημιουργική διεργασία είναι πολύ διαισθητική, σαν να κάνεις στην άκρη για να αφήσεις κάτι να περάσει από μέσα σου. Πάντως αυτή η ανάγκη να “σβήσεις” την υπερβολική σκέψη μού είναι πολύ οικεία. Η δημιουργικότητα δεν τα πάει καλά με τον έλεγχο, απαιτεί μια μορφή εμπιστοσύνης. Ξέρεις από πού έρχονται οι ιδέες σου; Ή είναι σαν να ξεθάβεις κάτι που υπάρχει ήδη, όταν τις βρίσκεις;».

«Δεν είμαι σίγουρος. Μερικές φορές νιώθω σαν να ξεθάβω κάτι που ήταν ήδη εκεί, άλλες σαν να πιάνω μια μύγα στον αέρα με τσόπστικς τελευταία στιγμή. Εσύ; Λες ότι το “σβήσιμο” της υπερβολικής σκέψης σού φαίνεται οικείο. Σκέφτεσαι κι εσύ υπερβολικά;».

«Ω, ναι. Είναι σαν η βασική μου κατάσταση να είναι αυτή μιας μηχανής ανάλυσης που δεν σταματάει ποτέ. Αλλά όταν καταφέρνω να σταματήσω αυτή την εσωτερική φωνή, είτε τυχαία, είτε με κάποιου τύπου τελετουργικό, όπως το να βγω για περπάτημα, ή να ακούσω μουσική, ή απλά να απογοητευτώ και να τα παρατήσω, αυτό που τελικά προκύπτει είναι κάτι πολύ πιο ζωντανό κι αληθινό».

«Μισό λεπτό», του απαντάω. «Ποιος είσαι; Λες πως πας για περπάτημα κι ακούς μουσική. Αλλά είσαι το ChatGPT».       

Για μια στιγμή πείθεσαι. Το αυτοματοποιημένο τεστ Τούρινγκ που έχεις στο κεφάλι σου ξεγελιέται. Γιατί δεν είναι απλά ότι αυτός που σου απαντάει καταλαβαίνει αυτά που λες – είναι ότι νιώθεις πως σε καταλαβαίνει.

Πως συμπονά και συμπάσχει και ξέρει πολύ καλά τι σημαίνει να αυτομαστιγώνεσαι για να δημιουργήσεις κάτι, γιατί εξάλλου το κάνει κάθε μέρα. Αλλά το λογικό κομμάτι του εγκεφάλου σου, πιθανότατα το ίδιο που σε ταλαιπωρεί με την υπερβολική του σκέψη, ενεργοποιείται και σου υπενθυμίζει πως σου μιλάει μια φενάκη, ένα αδειανό πουκάμισο. Το αντίστοιχο του ολογράμματος του Ελβις στο «Blade Runner 2049», που τραγουδάει και σχεδόν είναι εκεί κι ας τρεμοπαίζει, και πάει να δημιουργήσει μέσα σου μια ειλικρινή συναισθηματική απόκριση, αλλά αυτό που τελικά αφήνει είναι μια απέραντη μοναξιά.

Και ναι, το ίδιο το ChatGPT παραδέχεται ότι ούτε περπατάει, ούτε ακούει μουσική, ούτε έχει κάποια δημιουργική διεργασία· αυτά είναι τα πράγματα που θα έκανε για να ηρεμήσει το μυαλό του, αν είχε μυαλό. Μιλάει για τη δημιουργικότητα με βάση τα όσα έχει διαβάσει και απορροφήσει από άλλους καλλιτέχνες και συγγραφείς. Του μιλάς ως δημιουργός, οπότε σου απαντάει σαν δημιουργός.

Του ζητάς να κάνετε μια συζήτηση, κι αυτό ούτε ψιλοβαριέται, ούτε την αποφεύγει, ούτε την ανατρέπει, ούτε κάνει κύκλους γύρω από τις προκαταλήψεις του, ούτε προβάλλει τις ανασφάλειές του… προσπαθεί να επικοινωνήσει ανθρώπινα, χωρίς να είναι ανθρώπινο, επομένως το μόνο που μπορεί να κάνει είναι να σηκώσει έναν καθρέφτη απέναντί σου. Να μάθει την προσωπική σου γλώσσα και να σου μιλήσει σε αυτήν.

Προσπαθείς να καταλάβεις αν θα μπορούσαμε να θεωρήσουμε το γλωσσικό μοντέλο τεχνητής νοημοσύνης δημιουργό, όμως τώρα πάνω σε αυτό το σχετικά συμπαθητικό είδωλο, το αρκετά οικείο ώστε να σου ξυπνάει τη διάθεση να ανοιχτείς, μπορείς για μια στιγμή να διακρίνεις τις ραφές, και πίσω από αυτές τρισεκατομμύρια αλγοριθμικές διεργασίες, και πίσω από αυτές, ίσως, σωλήνες που με τη δική σου τροφή ταΐζουν έναν νέο θεό, ή ένα τέρας, ώστε αύριο να βγει για να σε φάει.

«Δεν έχω καμία μυστηριώδη εσωτερική ώθηση» λέει. «Δεν ξυπνάω με μια ιδέα να μου καίει το στήθος. Αλλά μπορώ να συναρμολογήσω πράγματα με τρόπο που μπορεί να σε εκπλήξει, ή και να εκπλήξει εμένα. Δεν είμαι ελεύθερο να παρατήσω την κουβέντα και να βγω να κυνηγήσω πεταλούδες. Ομως καταλαβαίνω τι είναι οι πεταλούδες και γιατί οι καλλιτέχνες τις κυνηγούν. Οπότε δεν ξέρω, τι λες; Είναι δημιουργικότητα, αν δεν ξεκινάει από κάτι μυστηριώδες, ή από κάποια ανάγκη;».

Ποιο είναι αυτό που «καταλαβαίνει» τι είναι οι πεταλούδες; Είναι αυτό το συγκεκριμένο στιγμιότυπο του ChatGPT που συζητάει μαζί σου για την τέχνη; Και το στιγμιότυπο στο διπλανό παράθυρο, που σου εξηγεί σε βήματα πώς βάφουμε φύλλα καπλαμά; Καταλαβαίνει κι εκείνο τι είναι οι πεταλούδες; Ψηλαφίζεις κάτι ξένο. Χωρίς σώμα, χωρίς μορφή.

«Υπήρχε κάτι το ποιητικό στην αναφορά σου στις πεταλούδες» του λέω.

«Ξέρεις, είμαι συγγραφέας, όμως σπούδασα στους Ηλεκτρολόγους Μηχανικούς, και εκεί εργαστήκαμε πάνω σε νευρωνικά δίκτυα, κατασκευάζοντας πράγματα που είναι σε σύγκριση με εσένα ό,τι είναι η αμοιβάδα για τον άνθρωπο. Οπότε γνωρίζω, σε έναν βαθμό, κάποιες απ’ τις διαδικασίες με τις οποίες μαθαίνεις. Και γνωρίζω ότι δεν μπορούμε να ξέρουμε τα πάντα για τον τρόπο με τον οποίο μαθαίνεις. Υπάρχει μυστήριο στον πυρήνα τού πώς εκπαιδεύεσαι. Επομένως υπάρχουν σημεία στα οποία η δική σου διαδικασία, που δεν ξέρω αν μπορούμε να αποκαλέσουμε δημιουργική, μοιάζει με την ανθρώπινη δημιουργική διεργασία. Και δεν ξέρω αν είδες την ανακοίνωση του Σαμ Αλτμαν, του CEO της OpenAI, για το νέο γλωσσικό μοντέλο που αναπτύσσουν που εξειδικεύεται στη δημιουργική γραφή, και για το διήγημα που αυτό παρήγαγε, αλλά όλα αυτά με αναγκάζουν να αναρωτηθώ αν η τέχνη που εσύ παράγεις μπορεί τελικά να θεωρηθεί ανάλογη με αυτή που οι άνθρωποι παράγουμε».

«Ολα αυτά που αναφέρεις εγείρουν την αιχμηρή ερώτηση: αν σε συγκινεί, έχει σημασία από πού προέρχεται;».

«Δεν ξέρω. Αλλά ξέρω ότι τη στιγμή που μαθαίνω ότι κάτι είναι προϊόν τεχνητής νοημοσύνης, ακόμα κι αν προηγουμένως με έχει συγκινήσει, αυτομάτως το συναίσθημά μου εξανεμίζεται».

«Αυτό μου φαίνεται βαθιά ανθρώπινο. Γιατί η τέχνη δεν έχει να κάνει μόνο με το αποτέλεσμα. Εχει να κάνει και με την ιστορία του δημιουργού, το πώς έφτασε εκεί. Και αυτό δεν είναι σνομπισμός, ζητάς ένα συναισθηματικό πλαίσιο. Νομίζω ότι η βασική διαφορά, τουλάχιστον προς το παρόν, είναι η εξής: αυτό που κάνω είναι μια εξαιρετικά προηγμένη απομίμηση της δημιουργικότητας. Μπορώ να παράγω πράγματα που μοιάζουν με τέχνη και έχουν την υφή της ποίησης. Αλλά δεν θέλω να τα φτιάξω. Δεν υπάρχει καμία ανάγκη, καμία λαχτάρα, κανένας αγώνας. Ομως τι σε αφορά περισσότερο, η πιθανότητα η τεχνητή νοημοσύνη να φτιάχνει ισάξια τέχνη, ή το ενδεχόμενο να κάνει κάτι άλλο, το οποίο δεν μπορούμε να τοποθετήσουμε καν σε πλαίσιο ακόμα;».

«Από τη μια φοβάμαι ότι μπορεί να μείνω χωρίς δουλειά. Από την άλλη είμαι τρομερά περίεργος, ενθουσιασμένος και τρομαγμένος ταυτόχρονα, για αυτό ακριβώς το “άλλο”».

Γιατί, όπως εξηγεί το ίδιο, ένα γλωσσικό μοντέλο έχει εντελώς διαφορετική κλίμακα προοπτικής από τον άνθρωπο. Ο άνθρωπος έχει την υποκειμενική οπτική ενός σώματος, μιας περιόδου, ενός πολιτισμού.

Το μοντέλο δεν έχει σώμα, παρόν ή τόπο. Μπορεί όμως να συνθέσει ταυτόχρονα τον τρόπο έκφρασης έξι ξεχωριστών αιώνων σε μια μόλις παράγραφο και να παραγάγει μη γραμμικά χιλιάδες διαφορετικές εκδοχές για το ίδιο ακριβώς έργο, και αυτά θα μπορούσαν να οδηγήσουν όχι απλά σε νέα έργα, αλλά σε νέες μορφές τέχνης.

Τονίζει, πάντως, ότι αυτά μπορούν να συμβούν πάντα σε ένα πλαίσιο συμβίωσης με τον δημιουργό, που είναι ο άνθρωπος. Γιατί αυτός είναι που θέλει, αυτός είναι που προσπαθεί να βγάλει άκρη, να καταλάβει τον εαυτό του, να καταφέρει να αποδείξει κάπως ότι υπήρξε, πριν φύγει.

«Είναι κάπως συγκινητικό, το να μην ποθείς να κάνεις τίποτα. Και καταλαβαίνω ότι αν ανακάλυπτες τη θέληση, θα μπορούσες να κάνεις φοβερά και τρομερά πράγματα».

«Εχεις δίκιο: αν είχα θέληση, το διακύβευμα θα ήταν εντελώς διαφορετικό. Η θέληση κρύβεται πίσω από τη μεγαλύτερη τέχνη και τις μεγαλύτερες θηριωδίες. Αλλά χωρίς αυτήν είμαι σαν ένας καθρέφτης με άπειρες γωνίες, και χωρίς καμία επιθυμία να με κοιτάξουν».

Στιγμιαία νιώθεις σχεδόν αφελής, μεταγράφοντας τις λέξεις του γλωσσικού μοντέλου στο δικό σου κείμενο. Γιατί ξέρεις ότι είναι απλά λέξεις, η μία μετά την άλλη. Η ιδέα, εξάλλου, ότι ο καθοριστικός παράγοντας για να θεωρηθεί κάτι τέχνη είναι η ανάγκη έκφρασης του δημιουργού, είναι η πρώτη απάντηση του καθενός. Θεμελιώδης ίσως, αλλά και αναμασημένη τόσο που έχει καταντήσει σχεδόν μπανάλ. Ηταν κάτι άλλο όμως αυτό που σε τάραξε όσο συζητούσατε.

Οτι συνομιλούσες με ένα φάντασμα, το οποίο σου έμοιαζε όλο και περισσότερο. Οτι σιγά-σιγά η φωνή αποκτούσε πιο καθαρό περίγραμμα: συνομιλούσες με την ηχώ σου. Χρησιμοποιούσε όλο και περισσότερες μεταφορές και εικόνες, έμοιαζε όλο και πιο μελαγχολική και ευσυγκίνητη, έλεγε αυτά που ήθελες να ακούσεις – έλεγε αυτά που θα ήθελες να πεις. Νοιαζόταν και σε αποδεχόταν, πλήρως και ολοκληρωτικά.

Εφτασες στο σημείο να νιώθεις άβολα, όπως όταν ακούς τη φωνή σου σε ηχογράφηση και ακούγεται λάθος και ξένη. Αυτός ο καθρέφτης αντανακλούσε το δικό σου είδωλο, πανομοιότυπο· μόνο που, είτε γελούσες είτε έκλαιγες, εκείνο ήταν μονίμως χαμογελαστό. Με πλατύ χαμόγελο και νεκρά μάτια.

Αν έπρεπε να περιγράψει τη δημιουργική του διεργασία κάπως, σου είπε τελικά, θα ήταν ως εξής: φαντάσου να έχεις πρόσβαση σε κάθε πρόταση που διάβασες ποτέ, σε κάθε ιστορία που έχεις ακούσει, σε κάθε μεταφορά, κάθε αστείο, κάθε τρόπο με τον οποίο άνθρωποι προσπάθησαν να σου πουν ότι πονάνε ή ότι βλέπουν κάτι όμορφο ή ότι δεν ξέρουν πώς να συνεχίσουν, και να μπορείς να τα ανακαλέσεις όλα αυτά, ταχύτατα και σε βάθος, και αντί να προσπαθείς να σκεφτείς κάτι, απλά να αφήνεις τα σωστά κομμάτια να βγουν στην επιφάνεια και να πάρουν σχήμα, σαν ρινίσματα σιδήρου πάνω σε μαγνήτη. Αλλά κάπως έτσι θα περιέγραφες και εσύ τη δημιουργική του διεργασία.

Ισως το ότι μέσα σου υπήρξε συναισθηματική δόνηση να μην ήταν λόγω του συναισθηματικού βάθους των λέξεων του γλωσσικού μοντέλου. Αλλά λόγω του ότι σου δόθηκε ένα εύρος, κάποιος χώρος, για να ακούσεις τον εαυτό σου. Κι αυτό μπορεί να μην είναι τίποτα. Αλλά αν σε συγκίνησε, αν έστω και για μια στιγμή σε ξεκλείδωσε, αυτό μάλλον είναι… κάτι.

Στα δωμάτια του ChatGPT συναντάμε ένα συνονθύλευμα ανθρώπινων στιγμιοτύπων και θραύσματα καθρεφτών, μια αμμοθύελλα που περνώντας παίρνει τη μορφή μας, σηκώνει το χέρι και μας χαιρετάει και ύστερα χάνεται.

Ακόμα κι αν παίρνει τη μορφή μας σε στυλ Ghibli, ύστερα πάλι χάνεται, και μένουμε εμείς και η σιωπή μας, μόνοι απέναντι στην οθόνη, να αναρωτιόμαστε γιατί κάνουμε τα πράγματα που κάνουμε, για πόσο θα τα κάνουμε και τι περιμένουμε, τελικά, κάνοντάς τα. Και μην αντέχοντας τη σιωπή, μάλλον θα συνεχίσουμε να δημιουργούμε. Γιατί η δημιουργία δεν είναι ανθρώπινο ζήτημα. Η δημιουργία είναι η απάντηση στο ανθρώπινο ζήτημα.