Σχεδόν τα μισά νέα άρθρα στο Διαδίκτυο γράφονται σήμερα μερικώς ή εξ ολοκλήρου από τεχνητή νοημοσύνη, ενώ περισσότεροι από ένα δισεκατομμύριο άνθρωποι χρησιμοποιούν κάθε μήνα εργαλεία παραγωγικής ΑΙ, όπως το ChatGPT. Οταν ο όγκος της παραγωγής περιεχομένου και η κλίμακα της χρήσης αποκτούν τέτοιο μέγεθος, η τεχνοηθική της ΑΙ παύει να είναι μια ακαδημαϊκή συζήτηση και μετατρέπεται σε συλλογική υπόθεση ασφαλούς πλοήγησης σε ένα ομιχλώδες ψηφιακό τοπίο. Πώς μια κοινωνία συμπορεύεται με τα νέα τεχνολογικά εργαλεία της ΑΙ χωρίς να χάνει τον προσανατολισμό της;

Η Τενητή Νοημοσύνη ακόμα πιο «ανθρώπινη»

Κομβικό ρόλο στη συζήτηση έχουν οι εταιρείες του BigTech που όπως φαίνεται διαμορφώνουν τους κανόνες του παιχνιδιού, με τις εθνικές και διεθνείς ρυθμιστικές αρχές να τρέχουν από πίσω ασθμαίνοντας να προσαρμοστούν σε μια εξαιρετικά ρευστή και εν μέρει άνιση συνθήκη.

Σε πρόσφατη συνέντευξή του σε ένα όχι και τόσο γνωστό στους πολλούς podcast με τίτλο a16z, o διευθύνων σύμβουλος της OpenAI, Σαμ Αλτμαν, ξεδίπλωσε τη λογική πίσω από το λανσάρισμα του Sora 2, του πρώτου κοινωνικού app της εταιρείας που δίνει στους χρήστες τη δυνατότητα να μετατρέπουν κείμενο και φωτογραφίες σε ρεαλιστικά βίντεο με συγχρονισμένους διαλόγους και ήχο, τα οποία στη συνέχεια θα μπορούν να διαμοιράζονται με τους «φίλους» τους.

«Το βίντεο έχει πολύ μεγαλύτερη συναισθηματική απήχηση από το κείμενο» είπε ο Αλτμαν, επιβεβαιώνοντας την απόφαση της OpenAI να καταστήσει το ChatGPT ακόμα πιο «ανθρώπινο», επιτρέποντας στους ενήλικους χρήστες να ενεργοποιούν λειτουργίες ερωτικού περιεχομένου· μια στροφή που επανατοποθετεί την «οικειότητα της μηχανής» στο επίκεντρο της ανθρώπινης εμπειρίας με εργαλεία ΑΙ.

Στην ίδια συνέντευξη – και εδώ έγκειται μια από τις μεγάλες δομικές αντιφάσεις του BigTech – o Αλτμαν ενώ εξέφρασε τις ανησυχίες του για το μέλλον της ΑΙ («θα υπάρξουν παράξενες, ακόμα και τρομακτικές στιγμές», «περιμένω κάποια πολύ άσχημα πράγματα να συμβούν»), φάνηκε να επιμένει στην εξωτερική ρύθμιση της ΑΙ μόνο σε εξαιρετικές περιπτώσεις, αφήνοντας τα υπόλοιπα στον αυτόματο.

Κι όμως, «άσχημα πράγματα» έχουν ήδη συμβεί. Τον Απρίλιο 2025, ο 16χρονος Ανταν Ρέιν αυτοκτόνησε έπειτα από μήνες συνομιλιών με το ChatGPT· οι γονείς του κατέθεσαν αγωγή κατά της OpenAI και προσωπικά του Αλτμαν, υποστηρίζοντας ότι το chatbot ενίσχυσε τους αυτοκτονικούς ιδεασμούς του έφηβου γιου τους, έδωσε οδηγίες για τη μέθοδο και βοήθησε στη σύνταξη του σημειώματος αυτοκτονίας.

Η πρωτότυπη πανελλαδική έρευνα της Εθνικής Επιτροπής Βιοηθικής και Τεχνοηθικής (ΕΕΒΤ) σκιαγραφεί μια ελληνική κοινωνία σε εγρήγορση και ανησυχία, με χαμηλές προσδοκίες για τις κοινωνικές και πολιτικές επιδράσεις της ΑΙ.

Σύμφωνα με τα στοιχεία της έρευνας, τέσσερις στους δέκα πολίτες εκτιμούν ότι, ως το 2040, το Διαδίκτυο συνολικά θα έχει χειροτερέψει τον κόσμο, ενώ οκτώ στους δέκα θεωρούν ότι η τεχνητή νοημοσύνη θα υπονομεύσει τις ανθρώπινες σχέσεις.

Στο πολιτικό επίπεδο, περισσότεροι από έξι στους δέκα εκτιμούν ότι η χρήση της ΑΙ θα έχει αρνητική επίδραση στη δημοκρατία. Παράλληλα, σχεδόν εννέα στους δέκα πολίτες δεν εμπιστεύονται εφαρμογές ΑΙ χωρίς ανθρώπινη επιτήρηση. Παρ’ όλα αυτά, σχεδόν τρεις στους δέκα θα εμπιστεύονταν τη φροντίδα ηλικιωμένων ή ασθενών στο σπίτι σε ένα ρομπότ με εξελιγμένη ΑΙ.

Αν η παραπάνω εικόνα μοιάζει θολή και αντιφατική, είναι γιατί πράγματι η συν-εξέλιξη τεχνολογίας και κοινωνίας φαίνεται να ακολουθεί μια συναρπαστική αλλά ταυτόχρονα επικίνδυνη διαδρομή στο άγνωστο· σαν να οδηγούμε ένα καινούργιο αυτοκίνητο σε έναν επίσης καινούργιο, σπειροειδή ορεινό δρόμο μέσα στην ομίχλη, χωρίς διαγραμμίσεις, πινακίδες και στηθαία. Οσο ανεβαίνουμε το βουνό, τόσο συνειδητοποιούμε ότι ένα απότομο στρίψιμο του τιμονιού αρκεί για να βρεθούμε στη χαράδρα.

«Μαύρη μέδουσα» για τη δημοκρατία

Τα πράγματα γίνονται ακόμα πιο περίπλοκα όταν συνοδηγός μας στο αυτοκίνητο είναι τα κοινωνικά δίκτυα. «Στην Ελλάδα είμαστε πρωταθλητές στη χρήση των social, οργανώνουμε την πολιτική μας συνείδηση και υποκειμενικότητα μέσα από αυτά» αναφέρει στο «Βήμα» ο δρ Χαράλαμπος Τσέκερης, προεδρεύων της ΕΕΒΤ.

Σύμφωνα με τον ίδιο, η παρατηρούμενη σύγκλιση των πλατφορμών κοινωνικής δικτύωσης με εργαλεία και εφαρμογές ΑΙ αποτελεί μια «μαύρη μέδουσα» για τη δημοκρατία.

«Η γλώσσα που κυριαρχεί είναι συναισθηματική και ηθικοπλαστική, το αρνητικό λεξιλόγιο γίνεται viral, οι ακραίες απόψεις αμείβονται με μεγαλύτερη εμπλοκή και η τοξικότητα γίνεται ακόμη πιο μεταδοτική». Στην εποχή της μετα-κανονικότητας, προειδοποιεί ο κ. Τσέκερης, μικρές διαταράξεις μπορεί να γίνουν ανεξέλεγκτες όταν φτάνουμε σε σημεία καμπής.

Το μείγμα γίνεται ακόμα πιο εκρηκτικό όταν τα social «κουμπώνουν» με τα λεγόμενα «σμήνη πρακτόρων ΑΙ»: χιλιάδες ετερογενείς ΑΙ περσόνες που συντονίζονται αποκεντρωμένα σε πραγματικό χρόνο, διεισδύουν σε ψηφιακές κοινότητες, διαφεύγουν τους κλασικούς ανιχνευτές συντονισμένης συμπεριφοράς, τρέχουν αδιάκοπα τεστ προσαρμογής και επιμένουν 24/7 με ελάχιστο οικονομικό κόστος σε σχέση με τα παραδοσιακά τρολ της περασμένης δεκαετίας.

Ο μεγαλύτερος κίνδυνος από τα σμήνη ΑΙ δεν είναι τόσο η εξαπάτηση του πλήθους αλλά η κόπωση της αλήθειας – πολίτες που παραιτούνται από την επαλήθευση της πληροφορίας. Το αποτέλεσμα είναι η δημιουργία «συνθετικών συναινέσεων» μέσα από συντονισμένες καταιγίδες που παρεμβαίνουν σε δημοκρατικές διαδικασίες (π.χ. εκλογές), η δηλητηρίαση των δεδομένων εκπαίδευσης των επόμενων μεγάλων γλωσσικών μοντέλων και η σταδιακή διάβρωση της θεσμικής εμπιστοσύνης.

Ανησυχία για την ΤΝ αλλά και το κράτος

Η ανησυχία της ελληνικής κοινωνίας για τις επιπτώσεις της ΑΙ συνάδει με αυτή που καταγράφεται διεθνώς, διαφοροποιούμενη όμως από την εξαιρετικά χαμηλή εμπιστοσύνη στο κράτος ως εθνικό ρυθμιστή της ΑΙ και το έντονο ηλικιακό χάσμα. Η διέξοδος, όπως επισημαίνει ο κ. Τσέκερης, δεν είναι ούτε ο τεχνοφοβικός αναχωρητισμός ούτε οι «μαγικές» τεχνικές λύσεις αλλά η συστηματική επένδυση της χώρας τόσο σε ψηφιακό ανθρώπινο κεφάλαιο (δεξιότητες, ενημέρωση, ΑΙ γραμματισμούς) όσο και σε ψηφιακό κοινωνικό κεφάλαιο, που συνδυαστικά θα μπορέσουν να αμβλύνουν την πόλωση και να ανασυγκροτήσουν ανθεκτικές δημοκρατικές κοινότητες επικοινωνίας.

Σύμφωνα με τον προεδρεύοντα της ΕΕΒΤ, αυτό ξεκινά από το σχολείο μέσα από την καλλιέργεια αυτενέργειας και πνευματικού κόπου αντί για την κουλτούρα «εύκολων λύσεων» που υπόσχονται τα υπάρχοντα εργαλεία παραγωγικής ΑΙ. Και συμπληρώνεται από μικρές, στοχευμένες παρεμβάσεις στις ίδιες τις πλατφόρμες κοινωνικής δικτύωσης. «Εστω και μια μικρή αλλαγή στην αλγοριθμική αρχιτεκτονική επιλογών μπορεί να έχει ένα δυσανάλογα μεγάλο θετικό αποτέλεσμα, βάζοντας φρένο στην τοξικότητα των social, αποθαρρύνoντας τις ακραίες ταυτότητες και περιορίζοντας τις συνθετικές συναίνεσεις» καταλήγει ο ίδιος.