Μία εβδομάδα πριν από τις εκλογές, το κρας τεστ των δύο πολιτικών αρχηγών, Κυριάκου Μητσοτάκη και Αλέξη Τσίπρα, δείχνει μια διαφορά υπέρ του νυν πρωθυπουργού που είναι δύσκολο να ανατραπεί. Το θέμα δεν είναι ποιος «τα λέει» καλύτερα στην προεκλογική περίοδο, αλλά ποιος έχτισε μια σχέση εμπιστοσύνης με τον κόσμο σε όλη την περίοδο από το 2019 μέχρι σήμερα, και αυτό φαίνεται ότι δεν το έχει πετύχει ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ.

Γαλάζια υπεροχή

Ο κ. Μητσοτάκης προηγείται καθαρά στην καταλληλότητα για πρωθυπουργός (37% έναντι 22%), στο διεθνές κύρος (54%-12%), είναι αποτελεσματικός (38%-17%), είναι καλύτερος για την οικονομία (39%-17%) και για τον χειρισμό κρίσεων (44%-16%), είναι ειλικρινής (24%-15%). Ακόμα και μετά το σκάνδαλο των παρακολουθήσεων πολιτικών και δημοσιογράφων από την ΕΥΠ, το 32% εξακολουθεί να πιστεύει ότι μπορεί να εγγυηθεί την καλή λειτουργία των δημοκρατικών θεσμών, έναντι του 21% που επιλέγει τον κ. Τσίπρα.

Σύμφωνα με την έρευνα, ο κ. Τσίπρας, τέσσερα χρόνια μετά την εκλογική ήττα του 2019, δεν ανταγωνίζεται τον κύριο αντίπαλό του αλλά τον «Κανέναν», από τον οποίο χάνει σε προνομιακά πεδία για την Αριστερά, όπως ποιος «νοιάζεται για τα προβλήματα των ανθρώπων» (21% έναντι 32%) ή ποιος «είναι ειλικρινής» (15% έναντι 39%). Αυτό δείχνει ότι η διακυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ άφησε πληγές σε μεγάλο κομμάτι της κοινωνίας που ακόμα δεν είναι διατεθειμένο να αφήσει το παρελθόν πίσω του. Το μόνο σημείο που είναι διαχρονικά, αλλά οριακά, καλύτερος από τον Πρωθυπουργό στα μάτια των ψηφοφόρων ο κ. Τσίπρας είναι ότι δεν έχει εξαρτήσεις από τα μεγάλα συμφέροντα (14% έναντι 13%).

«Επιστροφή» μετά τα Τέμπη

Από τα διαχρονικά στοιχεία της έρευνας φαίνεται ότι στην ερώτηση για τον καταλληλότερο πρωθυπουργό, ο κ. Μητσοτάκης, μετά από μια βουτιά στο 32% τον Μάρτιο, προφανώς λόγω της τραγωδίας στα Τέμπη, παραμένει χωρίς διακυμάνσεις στο 37%. Ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ από το 16% ανέβηκε στο 22%. Η εικόνα των δύο αρχηγών αντανακλά και στα κόμματά τους. Η σύγκριση ΝΔ – ΣΥΡΙΖΑ αποβαίνει υπέρ του πρώτου κόμματος, το οποίο προηγείται με διαφορά σε όλους τους τομείς (οικονομία 39%-18%, εξωτερική πολιτική 48%-15%, ασφάλεια του πολίτη 37%-18%, εκσυγχρονισμό του κράτους 42%-18%, στήριξη της νέας γενιάς 30%-23%) και μόνο σε ένα θέμα, στην προστασία των ασθενέστερων κοινωνικών ομάδων, η διαφορά είναι οριακή (26% ΝΔ, έναντι 25% ΣΥΡΙΖΑ). Στην πρόθεση ψήφου η ΝΔ προηγείται με 31,1% και ακολουθεί ο ΣΥΡΙΖΑ με 24,1% (διαφορά 7 μονάδων). Το ΠαΣοΚ είναι σταθερό με 8,9%, το ΚΚΕ ελαφρώς βελτιωμένο με 6,3%, διατηρούν μικρά κέρδη η Ελληνική Λύση με 2,8% και το ΜέΡΑ25 3,8%. Από τα υπόλοιπα κόμματα η Πλεύση Ελευθερίας ανέβηκε σχεδόν μία μονάδα και βρίσκεται στο 2,1%, η Εθνική Δημιουργία και η Νίκη από 1% και η αδιευκρίνιστη ψήφος στο 9,4%.

Ενδιαφέρον έχουν τα στοιχεία για την προέλευση του 8% των αναποφάσιστων. Από το ποσοστό αυτό το 61% δηλώνουν «λευκό», «άκυρο», «δεν ψήφισαν», το 16% προέρχεται από τη ΝΔ, 7% από τον ΣΥΡΙΖΑ, από 2% από το ΠαΣοΚ, το ΚΚΕ και το ΜέΡΑ25, 1% από την Ελληνική Λύση και 9% από τα λοιπά κόμματα.

Μετακινήσεις και συσπειρώσεις

Σε ό,τι αφορά τις μετακινήσεις των ψηφοφόρων: Η ΝΔ που εμφανίζει τη μεγαλύτερη συσπείρωση (71,1%), χάνει 5,2% προς τον ΣΥΡΙΖΑ, από τον οποίο όμως παίρνει το 10,7% των ψηφοφόρων του. Ο ΣΥΡΙΖΑ με τη συσπείρωσή του στο 62,1%, χάνει και προς το ΠαΣοΚ ένα 6,6%, το οποίο παίρνει και από τη ΝΔ ένα 4,7%, η συσπείρωσή του όμως είναι χαμηλή στο 56,9%. Τα παραπάνω ποσοστά στην εκτίμηση ψήφου διαμορφώνονται ως εξής: Η ΝΔ έχει ποσοστό 36,2%, που αν επαληθευθεί στην κάλπη τη φέρνει πολύ κοντά στην αυτοδυναμία στις επόμενες εκλογές, ο ΣΥΡΙΖΑ 28%, με τη διαφορά των δύο κομμάτων στις 8,2 μονάδες. Το ΠαΣοΚ στο 10,3%, το ΚΚΕ στο 7,4%, η Ελληνική Λύση στο 3,3%, το ΜέΡΑ25 στο 4,4%, η Πλεύση Ελευθερίας στο 2,5%.