Η δημιουργία νέων κομμάτων είναι πολύ της μόδας. Ο Ιλον Μασκ ίδρυσε το Κόμμα της Αμερικής, περισσότερο από προσωπικό γινάτι κατά του Τραμπ παρά επειδή, όπως δηλώνει, ανησυχεί για το υπέρογκο έλλειμμα των ΗΠΑ.

Τι θα πρεσβεύει αυτό το νέο κόμμα δεν ξέρουμε, αλλά μια ιδέα μπορούμε να πάρουμε από τις φιλοναζιστικές αποκλίσεις του GroK, της ψηφιακής προέκτασης του ιδρυτή του. Ο Μασκ δεν έχει δικαίωμα να κατέλθει στις εκλογές ως υποψήφιος πρόεδρος γιατί δεν έχει γεννηθεί στις ΗΠΑ, και τρίτο κόμμα δεν κατάφερε να σταθεί ποτέ ανάμεσα στους Ρεπουμπλικανούς και τους Δημοκρατικούς. Αν τα καταφέρει δεν αποκλείεται να μειώσει την απήχηση του νυν προέδρου σε κρίσιμα ακροατήρια στις ενδιάμεσες εκλογές του 2026.

Στη Βρετανία, ο Τζέρεμι Κόρμπιν εγκαταλείπει τους Εργατικούς για να συμμετάσχει σε ένα κόμμα της Αριστεράς, το οποίο ακόμα δεν έχει όνομα, αλλά οι δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι θα μπορούσε να κερδίσει ένα 10% στις εκλογές, με τη δημοφιλία του στις ηλικίες 18-24 ετών να αγγίζει το 32%. Το κόμμα αυτό θα επιφέρει πλήγμα στους Εργατικούς, αλλά αναμένεται να αποστεώσει τους Πράσινους.

Στη χώρα μας αναμένουμε δύο νέες αφίξεις. Το κόμμα Σαμαρά και το κόμμα Τσίπρα. Το κόμμα Σαμαρά, εφόσον υλοποιηθεί, αναμένεται να κόψει πόντους από την αυτοδυναμία του Κυριάκου Μητσοτάκη. Το τοπίο δεν είναι εύκολο, η ΝΔ ακόμα κυριαρχεί στον δεξιό/κεντροδεξιό χώρο, και η δεξιά της είναι θρυμματισμένη χωρίς ηγέτη, πέραν του πρώην πρωθυπουργού.

Το κόμμα Τσίπρα έχει ακόμα πιο περίπλοκα δεδομένα. Στις δημοσκοπήσεις εμφανίζει έναν πυρήνα 10%, σχεδόν διπλάσια δυνητική απήχηση κυρίως στους ψηφοφόρους της Πλεύσης Ελευθερίας και δευτερευόντως στον ΣΥΡΙΖΑ. Ο επικεφαλής του είναι νέος και «καίγεται» να πάρει τη ρεβάνς από τον Μητσοτάκη. Η αντιπαράθεσή τους την προηγούμενη εβδομάδα ήταν χαρακτηριστική των προθέσεων και των δύο.

Ο Πρωθυπουργός φανέρωσε την προτίμησή του για το ποιον θέλει απέναντί του. Αυτόν που, όπως υπογράμμισε, τον νίκησε σε πέντε εκλογικές αναμετρήσεις και ο οποίος εξακολουθεί να συσπειρώνει το ακροατήριό του. Ο προκάτοχός του άρπαξε την ευκαιρία για να κάνει ηγετική εμφάνιση. Λιγότερο κατανοητή ήταν η επίθεση του Μητσοτάκη στο ΠαΣοΚ. Να το διχάσει δεν μπορεί, να το έχει απέναντί του δεν τον συμφέρει, να το συρρικνώσει προκειμένου να ενισχύσει τις δικές του γραμμές μοιάζει πολύ δύσκολο.

Η επίθεση του Μητσοτάκη στον Τσίπρα είχε κάτι ρετρό, όχι εξαιτίας των προσώπων, αλλά της ρητορικής. Ο Πρωθυπουργός κατήγγειλε κάποια γνωστά κέντρα που, όπως είπε, τον προτιμούν όμηρό τους και επιχειρούν να ξαναγράψουν την ιστορία. Χρησιμοποίησε επιχειρήματα όμοια με του Τσίπρα, όταν δεν μπορούσε πλέον να αναχαιτίσει τη φθορά της κυβέρνησής του. Και εκείνος, πιέσεις κατήγγειλε το 2019 από συμφέροντα που διαπλέκονταν, όπως έλεγε, με τη ΝΔ και προσπαθούσαν να κατευθύνουν τις πολιτικές εξελίξεις στο παρασκήνιο. Ο Μητσοτάκης θεωρεί ότι η κυβέρνησή του είναι «η μόνη που μπορεί να οδηγήσει τη χώρα μπροστά».

Ο Τσίπρας ότι η δική του έβγαλε τη χώρα από τα μνημόνια και από τη «χαράδρα της κρίσης». Πώς θα αντιπαρατεθούν πειστικά δύο πολιτικοί που κουβαλά ο καθένας το δικό του μερίδιο φθοράς, και έχουν αρχίσει να μοιάζουν τόσο πολύ μεταξύ τους; Η Ζωή Κωνσταντοπούλου συνόψισε την αντιπαράθεση λέγοντας ότι «το ένα ζόμπι νίβει το άλλο». Τι μαρτυρούν όλα αυτά για μια κοινωνία που δεν μπορεί να αναδείξει νέα πρόσωπα και νέες ιδέες, αλλά θα στείλει στο τέλος τον λογαριασμό χωρίς να πολυνοιάζεται για τα πάθη και τα μίση του 2012, του 2015 και του 2019; Ιδίως οι νεότεροι ψηφοφόροι που κάτι περιμένουν να τους συγκινήσει για το μέλλον τους.