Στα μέσα της δεκαετίας του 2000, ο Κώστας Καραμανλής εξηγούσε στους συνομιλητές του ότι η Ελλάδα είναι βασικά μια κεντροαριστερή χώρα και ότι όποιος θέλει να την κυβερνήσει πρέπει να το λάβει υπόψη του.

Δεν είχε άδικο. Η Μεταπολίτευση είχε διαμορφώσει μια κοινωνία της οποίας οι κώδικες, οι αξίες, οι αρχές και τα προτάγματα έστριβαν προς τα αριστερά. Εκεί ήταν το κέντρο βάρους της.

Στη λογική αυτή, η Κεντροδεξιά του Καραμανλή μπορούσε να διεκδικήσει την εξουσία μόνο αν πολιτευόταν πολύ στο Κέντρο και λιγότερο στη Δεξιά. Αν δηλαδή έδειχνε όχι να αμφισβητεί αλλά να υιοθετεί τις κυρίαρχες πολιτικές και ιδεολογικές συντεταγμένες της εποχής.

Ηταν η περίοδος που η ΝΔ μιλούσε με όρους «μεσαίου χώρου». Μια επινόηση που (αν δεν απατώμαι) αποδίδεται στον τότε σύμβουλο του Καραμανλή, Ι. Λούλη.

Από τότε πολύ νερό κύλησε κάτω από τα γεφύρια του Σηκουάνα. Δέκα χρόνια κρίσης άλλαξαν συθέμελα την ελληνική κοινωνία.

Αλλά και τη ΝΔ. Η θριαμβευτική επιστροφή της στην εξουσία τον περασμένο Ιούλιο, η πρωτοφανής για τη Μεταπολίτευση επικράτησή της σε όλες τις κάλπες και το 13ο συνέδριό της που πραγματοποιείται αυτό το Σαββατοκύριακο πιστοποιούν κάτι που είχαμε συναισθανθεί: ότι η ΝΔ του Κυριάκου Μητσοτάκη έχει πολύ μακρινή σχέση με τη ΝΔ του Κώστα Καραμανλή.

Ακόμη και το στυλ των δύο πρωθυπουργών είναι διαφορετικό. Κατευναστικός, ήπιος και λίγο νωχελικός ο Καραμανλής. Ενεργητικός, συγκεντρωτικός και ελαφρώς υπερκινητικός ο Μητσοτάκης.

Δεν είναι τυχαίο ότι από το 2016 το παράπονο της τότε κυβέρνησης ήταν πως ο Μητσοτάκης δεν είναι Καραμανλής. Πίστευαν δηλαδή πως με τον Καραμανλή θα είχαν μεγαλύτερα περιθώρια συνεννόησης επειδή τους αναγνώριζε κατά κάποιον τρόπο μια θέση υπεροχής και ήθελε να αποφύγει τη σύγκρουση μαζί τους.

Ο Μητσοτάκης είναι άλλου παπά Ευαγγέλιο. Ποτέ δεν αποδέχτηκε την υπεροχή της άλλης πλευράς. Κατάλαβε εγκαίρως ότι η κοινωνία αλλάζει και ότι στο νέο τοπίο είναι η Δεξιά που θα βρεθεί σε πλεονεκτική θέση.

Δεν είναι τυχαίο ότι έως τώρα η κριτική της αριστερής αντιπολίτευσης για «Ακροδεξιά», «καταστολή», «αυταρχισμό», «συντηρητισμό» κ.λπ. λειτουργεί λιγότερο ως μομφή για την κυβέρνηση και περισσότερο ως απόδειξη ότι η κυβέρνηση ανταποκρίνεται στις προσδοκίες της κοινωνίας.

Αν λοιπόν ο Καραμανλής το έπαιξε περισσότερο κεντρώος από όσο ήταν πραγματικά ο ίδιος, ο Μητσοτάκης πολιτεύτηκε πιο δεξιά από εκείνο που είναι ο εαυτός του. Και γι’ αυτό η στρατηγική συμμαχία με μια ακομπλεξάριστη δεξιά πτέρυγα της ΝΔ αποτέλεσε τη βάση της επικράτησής του.

Κατά μία έννοια είχαν δίκιο και οι δύο. Διότι από το 2004 έως το 2019 δεν άλλαξαν απλώς οι ιδέες. Αλλαξαν οι κοινωνίες.

Αν η κοινωνία του Καραμανλή ήταν «αριστερόστροφη», όπως σωστά παρατηρούσε ο ίδιος, η κοινωνία του Μητσοτάκη είναι σήμερα καθαρά «δεξιόστροφη».

Η επιτυχία της ΝΔ συνεπώς δεν είναι ότι έστριψε δεξιά. Το είχε επιχειρήσει χωρίς επιτυχία και με τον Ευάγγελο Αβέρωφ (1981-1984). Αλλά ότι έστριψε δεξιά επειδή έστριψε δεξιά η ελληνική κοινωνία.

Αυτό είναι ευλογία και κατάρα ταυτοχρόνως.

Ευλογία επειδή όλες οι έρευνες δείχνουν πως η σημερινή ΝΔ πολιτεύεται σε μια κοινωνία με την πλειονότητα της οποίας μοιράζεται κοινές αξίες. Ως εκ τούτου, δεν έχει δυσκολίες να πείσει για την ορθότητα του προσανατολισμού και των βασικών επιλογών της. Παίζει εντός έδρας.

Κατάρα επειδή όταν παίζεις εντός έδρας οι απαιτήσεις της εξέδρας είναι μεγαλύτερες, οι κρίσεις λιγότερο επιεικείς και η ανοχή εκχωρείται με αυστηρότερα κριτήρια.

Το βέβαιο είναι ότι ο Καραμανλής το 2004 και ο Μητσοτάκης το 2019 έχουν την τύχη μιας πραγματικής πολιτικής ηγεμονίας.

Ο πρώτος τη χρησιμοποίησε με τα αποτελέσματα που γνωρίζουμε. Ο δεύτερος θα κριθεί τώρα.

Εδεσσαϊκός

Δυσκολεύομαι να αντιληφθώ για ποιον λόγο ξεσήκωσε τόσες αντιδράσεις η τοποθέτηση του πολιτευτή πολλών κομμάτων και τέως γυμνασιάρχη Κ. Πατέρα στη διοίκηση του Νοσοκομείου Καρδίτσας.Τουλάχιστον από την άποψη της ηλικίας δεν είναι περιττή, ούτε ακατανόητη μια αμεσότερη εμπλοκή του στα νοσοκομειακά.

Αντιθέτως, είδα ότι πέρασε απαρατήρητη και ασχολίαστη η (σύμφωνα με ανακοίνωση του ΚΙΝΑΛ) τοποθέτηση του πρώην προπονητή του Εδεσσαϊκού στη διοίκηση του Νοσοκομείου Κιλκίς.

Και αναρωτιέμαι. Αν ήθελαν σώνει και καλά να βάλουν κάποιον από τον Εδεσσαϊκό σε ένα νοσοκομείο γιατί δεν έβαζαν τον Αντιπρόεδρο της ομάδας που τουλάχιστον είναι και φίρμα;

Από τον Γλέζο στον Γκλέτσο

Η Επιτροπή Ανασυγκρότησης του ΣΥΡΙΖΑ που ανακοινώθηκε παραμονή εκπτώσεων της Black Friday έλυσε ένα δίλημμα που ταλάνιζε χρόνια την Αριστερά.

Η απορία «τι Κουβέλης, τι Μουζέλης» χάνει πλέον το νόημά της αφού και ο Κουβέλης και ο Μουζέλης μετέχουν στην ίδια προσπάθεια. Στην οποία ίσως προστεθεί και ο Μουζάλας στη λογική «τι Μουζέλης, τι Μουζάλας».

Η προσπάθεια έχει πολλά εχέγγυα επιτυχίας αλλά και μερικά ερωτηματικά.

Συνολικά συμβολίζει τη μετάβαση της Αριστεράς από τον Μανώλη Γλέζο στον Απόστολο Γκλέτσο.

Δεν το λες και ποιοτικό άλμα.

Συνοδεύεται από τη νεκρανάσταση κάποιων κηπουρών του Γιώργου Παπανδρέου, για τους οποίους όλοι νομίζαμε ότι είχαν προ πολλού εγκαταλείψει τον μάταιο κόσμο της πολιτικής.

Για να είμαι ειλικρινής, δεν πιστεύω να υπήρχε Ελληνας που αγωνιούσε έως τώρα για τις πολιτικές επιλογές της Ρεγγίνας Βάρτζελη. Για την ακρίβεια, οι περισσότεροι μάλλον αγνοούσαν ποια είναι η Ρεγγίνα Βάρτζελη.

Φυσικά η ασημαντότητα δεν εμπόδισε ποτέ κανέναν να αισθανθεί σημαντικός.

Η Επιτροπή Ανασυγκρότησης περιλαμβάνει πολλά στελέχη αμφιλεγόμενης πολιτικής σημασίας αλλά αδιαμφισβήτητης προσωπικής κινητικότητας, με πρωτόκλητους τους Μπίστη, Ραγκούση και Θεοχαρόπουλο.

Ετσι, η άθεη Αριστερά αποδεικνύει τουλάχιστον πως για όλους υπάρχει Θεός!

Το καλλιτεχνικό πρόγραμμα στηρίζεται στην καλαίσθητη παρουσία του Σταμάτη Κραουνάκη, αλλά δυστυχώς χωρίς την Πρωτοψάλτη.

Λύσεις φυσικά υπάρχουν. Εναλλακτικά θα μπορούσε να δραστηριοποιηθεί η Ραλλία Χρηστίδου, εκτός αν ο ΣΥΡΙΖΑ κάνει σοβαρό άνοιγμα στην Πάολα.

Ούτως ή άλλως, η Ιστορία θα καταγράψει ότι η μετάβαση της Αριστεράς από τον Γλέζο στον Γκλέτσο συνόδευσε και μια μετάβαση από τον Θεοδωράκη στον Κραουνάκη – υποθέτω έως ότου κληθεί στο μέτωπο της ταξικής πάλης και ο Νίκος Καρβέλας.   

Τα παραπάνω αποτελούν εχέγγυα επιτυχίας. Το ερωτηματικό είναι ένα: θα ακολουθήσει ο Γιώργος τους κηπουρούς του;

Δεν μπορώ να πω ότι με καίει η περιέργεια. Αλλωστε το ενδεχόμενο θα έπρεπε κυρίως να ανησυχεί τον ΣΥΡΙΖΑ.

Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι ένας Γιώργος είναι μεγάλο ατού. Στις εκλογές του Ιανουαρίου 2015 είχε πάρει το 2,47% των ψήφων.

Αν συνυπολογίσουμε το 1,77% του Γκλέτσου με την Τελεία, το 0,49% της ΔΗΜΑΡ του Κουβέλη και το 0,19% που πήρε στις ευρωεκλογές 2014 το Σοσιαλιστικό Κόμμα υπό τον Στέφανο Τζουμάκα, ένα πράγμα είναι βέβαιο: ο Μητσοτάκης μετράει μέρες!