Οι τοίχοι ενός κτιρίου 152 ετών, όπως είναι το υπουργείο Εξωτερικών, κρατούν μέσα τους πολλή Ιστορία και γι’ αυτό, στις ψηλοτάβανες αίθουσές του, όλα μοιάζουν αιώνια και μακάρια. Εκτός από τον υπουργό, ο οποίος προτιμά να υποδέχεται τους ανεπίσημους επισκέπτες του στο σαλονάκι της οικειότητας και όχι στο υπουργικό γραφείο της απόστασης, βηματίζοντας πάνω-κάτω ασταμάτητα.

Ο Γιώργος Γεραπετρίτης βρίσκεται στη δίνη του κυκλώνα το τελευταίο διάστημα και για αυτά που κάνει και για όσα δεν κάνει και για αυτά που λέει και για όσα δεν μπορεί να πει. Ο ρόλος είναι άχαρος και από τη φύση του απαιτεί χείλη ερμητικά κλειστά, αλλά δεν υπάρχει άλλος υπουργός Εξωτερικών που να καταγγέλθηκε δημοσίως ως μειοδότης από έναν πρώην Πρωθυπουργό ούτε που να περιέγραψε τον εαυτό του ως «φιλλέληνα».

Ο Γ. Γεραπετρίτης δεν είναι καβγατζής τύπου Κοτζιά, δεν είναι «τουρκοφάγος» σαν τον Νίκο Δένδια, δεν έχει προσωπική ατζέντα και δεν κάνει κινήσεις «εκτός γραμμής». Τότε γιατί τραβάει σαν μαγνήτης τις επικρίσεις; «Δεν παίζω κατενάτσιο περιμένοντας πότε θα τελειώσει η θητεία της κυβέρνησης και η δική μου. Για εμένα αδράνεια σημαίνει οπισθοδρόμηση» απαντά. Ανθρωποι που τον έχουν ζήσει σε διάφορες «θερμές» συναντήσεις του με ομολόγους του, και δεν ανήκουν στο περιβάλλον του, διαβεβαιώνουν ότι δεν είναι καθόλου υποχωρητικός. Οι εχθροί του δεν πείθονται, αντιμετωπίζουν την ελληνική διπλωματία σαν ακυβέρνητο καράβι. Τα πυρά προφανώς δεν αφορούν αποκλειστικά τον υπουργό Εξωτερικών, ο οποίος δεν έχει καμία σχέση και καμία στήριξη από τους μηχανισμούς της ΝΔ, αλλά πρωτίστως τον Πρωθυπουργό.

Δεύτερες σκέψεις

«Είναι βαθιά υποκριτικό όσοι με χαρακτηρίζουν συστηματικά ανθέλληνα και μειοδότη να με μέμφονται για την απάντησή μου στην ερώτηση αν είμαι φιλοϊσραηλινός ή φιλοπαλαιστίνιος, με τη θέση ότι είμαι φιλέλληνας. Επειδή, ευτυχώς, γνωρίζω κάπως την αρχαία ελληνική ιστορία, τους εισηγούμαι να προτείνουν να αφαιρεθεί ο σχετικός τίτλος από τον Αλέξανδρο Α’ της Μακεδονίας (Αλέξανδρος ο Φιλέλλην), που του αποδόθηκε για τη συμβολή του στον αγώνα των Ελλήνων κατά των Περσών» υπογραμμίζει.

Μπορεί να δίνει μάχες σε πολλά μέτωπα, αλλά μία την έχει ήδη χάσει. «Αν ήξερα το 2019 τι σημαίνει να είσαι υπουργός, θα έκανα πολλές δεύτερες σκέψεις και μάλλον δεν θα το επέλεγα. Ετσι όπως ασκείται η πολιτική στην Ελλάδα αποθαρρύνονται οι σοβαροί και βρίσκουν χώρο ανίκανοι και τέρατα» λέει εκνευρισμένος. Η αιτία είναι η στήριξη που έδωσαν τέσσερα κόμματα στην πρόταση Καρυστιανού να κληθεί και εκείνος στην Προανακριτική Επιτροπή για τα Τέμπη για τέσσερα κακουργήματα, μεταξύ των οποίων η κακουργηματική απιστία και η παράβαση καθήκοντος. Αυτό είναι φανερό ότι τον πείραξε περισσότερο από καθετί άλλο. Θα σκεφτόταν κανένας ότι ένας καθηγητής Συνταγματικού Δικαίου δύσκολα συμβιβάζεται με την ιδέα ότι οι πολιτικοί του αντίπαλοι τον αντιμετωπίζουν σαν κοινό εγκληματία. Ωστόσο δεν είναι μόνο αυτό.

Η αίσθηση του καθήκοντος

Το 2019, που φαντάζει μακρινό έπειτα από έξι χρόνια διακυβέρνησης, ένας χαλαρός υπουργός Επικρατείας έμπαινε στην πολιτική και στο Μέγαρο Μαξίμου τέτοιες καλοκαιρινές μέρες, κουβαλώντας την καθηγητική εμπειρία του και καμιά εικοσαριά νέους επιστήμονες, οι οποίοι εργάζονταν φασαριόζικα στο τραπέζι συσκέψεων του γραφείου του, βέβαιοι ότι το επιτελικό κράτος θα άλλαζε τη χώρα. Εν τέλει η χώρα προσάρμοσε στα μέτρα της το επιτελικό κράτος και το μόνο που δεν άλλαξε από εκείνες τις ημέρες της αισιοδοξίας είναι η προσκόλληση του Γ. Γεραπετρίτη στην αίσθηση του καθήκοντος. Αυτό αν του θίξεις, του πατάς τον κάλο.

Στην εξωτερική πολιτική, αντιθέτως, φαίνεται να ξέρει πού βαδίζει, αν και «ακούω ότι έχουμε υποστεί εθνικές ήττες», δηλώνει σαρκαστικά. «Είναι η χειρότερη εποχή να είσαι υπουργός Εξωτερικών από τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο» πιστεύει. Οι γεωπολιτικές εξελίξεις έχουν γίνει ρευστές και απρόβλεπτες και ο χρόνος έχει πυκνώσει εξαιρετικά. «Δεν υπάρχουν πλέον περιφερειακές συγκρούσεις. Οι προκλήσεις έχουν οικουμενικό χαρακτήρα. Δείτε τι γίνεται στην υποσαχάρια ζώνη του Σαχέλ, παλαιότερα θα ήταν ένα τοπικό θέμα, τώρα επηρεάζει την ΕΕ λόγω των αυξημένων μεταναστευτικών ροών και έχει γίνει πεδίο διαγκωνισμού μεγάλων δυνάμεων, της Ρωσίας και της Κίνας. Καθετί έχει γεωπολιτικό αποτύπωμα».

Ο υπουργός Εξωτερικών αγορεύει σαν να βρίσκεται ακόμη στο αμφιθέατρο. Οι επικριτές του λένε ότι έχει μια «καθηγητική προσέγγιση» της εξωτερικής πολιτικής. Εκείνος καταλογίζει αυτή την κριτική «είτε σε ιδιοτελή κίνητρα είτε σε άγνοια». «Η Ελλάδα», παρατηρεί, «δεν είχε ποτέ πιο ισχυρό διπλωματικό αποτύπωμα. Είναι μια ασφαλής και σταθερή χώρα, σε μια δύσκολη περιοχή που άλλες χώρες συνθλίβονται. Για να το διασφαλίσουμε αυτό απαιτήθηκε και πολιτικό αισθητήριο και βαθιά γνώση. Η άποψη ότι δεν χρειάζεται υποκείμενη γνώση και ότι αρκεί το «αλάθητο» πολιτικό κριτήριο θεωρώ ότι είναι επικίνδυνη για τη χώρα».

Σήμερα και την ερχόμενη Τρίτη επισκέπτεται τη Λιβύη, για την οποία υπάρχει διάχυτη η αίσθηση ότι η κυβέρνηση ακολούθησε λανθασμένη στρατηγική και έσπρωξε και τις δύο κυβερνήσεις της στην αγκαλιά της Τουρκίας. «Η κατάσταση είναι πιο σύνθετη» απαντά. «Η Ελλάδα προσφέρει πολλά στη Λιβύη. Το κρίσιμο δεν είναι να ταχθούμε υπέρ της μιας ή της άλλης πλευράς, αλλά να έχουμε μια ισορροπημένη σχέση μαζί τους».

Το «καρφί» προς την πλευρά Δένδια είναι διπλωματικά τοποθετημένο, αν και οι πάντες γνωρίζουν ότι οι δύο υπουργοί δεν έχουν καλή χημεία. Οταν ψηφίστηκε ο κανονισμός του SAFE για τον αμυντικό εξοπλισμό της ΕΕ, ο υπουργός Εξωτερικών μίλησε για επιτυχία της Ελλάδας και ο υπουργός Αμυνας για «κερκόπορτα». Μήπως η κυβέρνηση δεν στάθμισε σωστά τη δύναμη του Ερντογάν; Ο κ. Γεραπετρίτης διαφωνεί. «Σήμερα έχουμε μια λειτουργική και αποτελεσματική σχέση με την Τουρκία και σταθερό δίαυλο επικοινωνίας για ενδεχόμενες κρίσεις. Αλλά ακόμη δεν έχουμε μπει στη συζήτηση για τις θαλάσσιες ζώνες, η οριοθέτηση των οποίων θα διασφαλίσει τη μακρά και βιώσιμη ειρήνη ανάμεσα στις δύο χώρες. Κανένας δεν έχει υποχωρήσει από τις κόκκινες γραμμές του, ώστε να αναλάβουμε την ιστορική ευθύνη μας και όχι να κάνουμε μικρά βήματα». Ωστόσο το καλώδιο δεν προχωρά, το θαλάσσιο πάρκο στο Αιγαίο μετακινήθηκε και αρκετοί θεωρούν ότι «γκριζάρουμε» μόνοι μας τα σύνορά μας. «Θα δείτε ότι όλα θα προχωρήσουν. Δεν υποχωρούμε πουθενά» διαβεβαιώνει.

Η σχέση με τον Φιντάν

Πρόσφατα ο Κυριάκος Μητσοτάκης ζήτησε άρση του casus belli προκειμένου να άρει η Ελλάδα τις αντιρρήσεις της για τις αμυντικές συμφωνίες ευρωπαϊκών χωρών με την Τουρκία, μολονότι οι πάντες το θεωρούν ανέφικτο. Τότε, τι λένε τόσες ώρες με τον Χακάν Φιντάν, όπως ρωτάει και ο Αντώνης Σαμαράς. Ο κ. Γεραπετρίτης αποφεύγει τις προσωπικές συγκρούσεις με τον πρώην πρωθυπουργό. Εχει επενδύσει στην προσωπική σχέση με τον τούρκο ΥΠΕΞ και με άλλους ομολόγους στην περιοχή σε κάτι που ονομάζει «δίκτυο εμπιστοσύνης». «Πόσοι υπουργοί Εξωτερικών έχουν αδελφικές σχέσεις με τον αραβικό κόσμο, με το Ισραήλ και τις ΗΠΑ; Τις τελευταίες 10 ημέρες έχω μιλήσει με 16 υπουργούς Εξωτερικών, μεταξύ των οποίων και του Ιράν» λέει.

Στη Σύνοδο Κορυφής του ΝΑΤΟ ο Ντόναλντ Τραμπ συνάντησε τον Ερντογάν και αγνόησε τον έλληνα πρωθυπουργό, αλλά ο υπουργός Εξωτερικών εκτιμά ότι η σχέση των δύο ηγετών «δεν είναι πραγματικά βαθιά στρατηγική. Κανένας δεν έχει δει τον Ρούμπιο περισσότερες φορές από εμένα και πλέον έχουμε την άνεση να συζητούμε και δύσκολα θέματα, γιατί γνωρίζει πολύ καλά την Ανατολική Μεσόγειο. Η Ελλάδα είναι μικρή χώρα, αλλά έχει να προσφέρει πολλά» υπογραμμίζει.