Τελικά ποιος αποφασίζει για τα εξοπλιστικά προγράμματα της χώρας; Τα επιτελεία; Ο υπουργός Εθνικής Αμυνας; Το ΚΥΣΕΑ ή ο ίδιος ο Πρωθυπουργός; Τα ερωτήματα θα είχαν αυτονόητη απάντηση ότι πρόκειται για μια συλλογική διαδικασία, με τον τελευταίο λόγο να ανήκει – όπως σε όλα τα πολιτικά ζητήματα – στον εκάστοτε ένοικο του Μεγάρου Μαξίμου.

Από την πολύπλοκη εξίσωση δεν μπορεί, φυσικά, να λείπει το υπουργείο Οικονομικών, καθώς εκεί κρατούνται τα κλειδιά του πολύτιμου δημοσιονομικού χώρου. Οταν λοιπόν τις πρώτες μέρες του φετινού καλοκαιριού ο Νίκος Δένδιας εμφανίστηκε στην Επιτροπή Εξοπλιστικών Προγραμμάτων της Βουλής άτεγκτος και με περισσή βεβαιότητα δήλωσε ότι η Ελλάδα δεν πρόκειται να ενταχθεί στο ευρωπαϊκό πρόγραμμα SAFE, πολλοί – εντός και εκτός πολιτικής – απόρησαν. Για ποιον λόγο η χώρα αυτο-αποκλειόταν από έναν κανονισμό που θα της εξασφάλιζε χαμηλότοκα δάνεια με αποπληρωμή σε βάθος τριάντα ετών; Ηταν μια πρωτοβουλία του υπουργού Εθνικής Αμυνας, από αυτές άλλωστε που συνηθίζει τον τελευταίο καιρό; Ή ο N. Δένδιας ήταν σε συνεννόηση με το πρωθυπουργικό επιτελείο;

Η σχέση που «ξίνισε»

Σύμφωνα με πληροφορίες από το Μέγαρο Μαξίμου, οι οποίες είχαν φθάσει τότε στο «Βήμα», ο υπουργός Αμυνας δεν κινήθηκε αυτονόμως. Στον εθνικό προϋπολογισμό υπήρχαν συγκεκριμένα περιθώρια και η κυβέρνηση δεν ήθελε να φορτώσει τη λίστα με επιπλέον εκατομμύρια. Αρα, το ζήτημα, έλεγαν, ήταν δημοσιονομικό. Ξαφνικά την περασμένη εβδομάδα ο Κυριάκος Μητσοτάκης με ανάρτησή του ανήγγειλε τη συμμετοχή της Ελλάδας στο SAFE, την ίδια ημέρα που ο υπουργός Εθνικής Αμυνας μιλούσε στην Ολομέλεια της Βουλής για το νομοσχέδιο αξιοποίησης της περιουσίας των Ενόπλων Δυνάμεων.

Η κίνηση αυτή δεν πέρασε απαρατήρητη από τους πολλούς πλέον, εντός και εκτός της ΝΔ, που γνωρίζουν ότι η σχέση Μητσοτάκη – Δένδια έχει «ξινίσει». Ο εκνευρισμός του υπουργού Αμυνας στο βήμα της Βουλής ήταν εμφανής και επιβεβαίωνε αυτό που οι υπόλοιποι υποψιάζονταν. Το πρωθυπουργικό καπέλωμα δεν άρεσε καθόλου στον δημοσκοπικά δημοφιλέστερο δελφίνο, ο οποίος, μην μπορώντας να κάνει κάτι άλλο, κατηγόρησε τα κόμματα της αντιπολίτευσης, τα οποία τον κατηγόρησαν για διγλωσσία και ανακολουθίες, ότι δεν κατάλαβαν τι έλεγε. Ωστόσο, τα πάρθια βέλη του τα έστρεψε προς τον υπουργό Εξωτερικών Γιώργο Γεραπετρίτη, ο οποίος διαπραγματεύτηκε το SAFE.

«Με ρωτάτε αν θα ήθελα κάτι περισσότερο; Βεβαίως, αλλά δεν το διαπραγματεύτηκα εγώ, δεν είναι του υπουργείου Αμυνας». Και πρόσθεσε στη συνέχεια: «Μπορούσαμε να πετύχουμε κάτι περισσότερο; Αφού δεν υπήρχε δυνατότητα αρνησικυρίας, πώς θα γινόταν αυτό;». Με άλλα λόγια: ότι η Ελλάδα δεν επέδειξε την απαραίτητη πυγμή προκειμένου να συμπεριληφθεί γραπτώς ο συγκεκριμένος όρος στα κείμενα του SAFE. Την αδυναμία άσκησης βέτο την απέδωσε στην απαίτηση μεγάλης ευρωπαϊκής χώρας να μην υπάρχει ρητή αναφορά στον κανονισμό για την ανάγκη ομοφωνίας σχετικά με τη συμμετοχή τρίτων χωρών, κυρίως της Τουρκίας. Η παροχέτευση του προβλήματος εκτός ελληνικών συνόρων δεν κάλυψε το ανοιχτό ενδοκυβερνητικό μέτωπο.

Πού βρέθηκαν, όμως, ξαφνικά τόσα λεφτά; Τα επιπλέον 1,2 δισ. ευρώ, σύμφωνα με πληροφορίες από το υπουργείο Οικονομικών, αφορούν το σύνολο του μεσοπρόθεσμου αμυντικού προγράμματος από το 2028 και έπειτα, ωστόσο εντάχθηκαν στο SAFE ορισμένα από τα υφιστάμενα και επιλέξιμα εξοπλιστικά προγράμματα.

Το δωδεκαετές εξοπλιστικό πρόγραμμα της χώρας, που υπό συνθήκες αγγίζει τα 28 δισ. ευρώ, είχε εγκριθεί προσφάτως, άλλωστε, μετά βαΐων και κλάδων. Βέβαια, στο επίπεδο των συμβόλων, τα πράγματα ήταν κάπως διαφορετικά: θα ήταν εύλογο να λείπει η Ελλάδα από το πρώτο βήμα της Ευρώπης προς την κατεύθυνση της απαραίτητης αμυντικής αυτονομίας; Πολύ περισσότερο την ώρα που η Τουρκία διεκδικεί, με επιτυχία, κεντρικό ρόλο στο υπό διαμόρφωση ευρωπαϊκό σύστημα ασφαλείας; Ετσι λοιπόν στο υπουργείο Οικονομικών «έστυψαν» ό,τι δημοσιονομικό υπήρχε.

Η συζήτηση θα ήταν διαφορετική αν ο Ν. Δένδιας δεν είχε χαρακτηρίσει, λίγο καιρό πριν, το SAFE «κερκόπορτα» για τη συμμετοχή της Τουρκίας στην ευρωπαϊκή άμυνα χωρίς να ακυρώσει η τουρκική Βουλή το casus belli εναντίον της Ελλάδας, σε ένα σκηνικό που περισσότερο θύμιζε προεκλογική εκδήλωση παρά εθιμοτυπική επίσκεψη: Ηταν 29 Μαΐου, ανήμερα της επετείου της Αλωσης του 1453, στον Μυστρά, με φόντο τον ανδριάντα του Κωνσταντίνου Παλαιολόγου.

Οσο ο υπουργός Αμυνας ξιφουλκούσε περί της «κερκόπορτας», ο υπουργός Εξωτερικών πάσχιζε να αποδείξει ότι η Αθήνα απέτρεψε την προσπάθεια της Τουρκίας να λάβει δεσπόζουσα θέση στο εγχείρημα της ευρωπαϊκής αυτονομίας, καθώς για τις διμερείς συμφωνίες της Ενωσης με τρίτα κράτη θα απαιτείται, πράγματι, ομοφωνία. Την ίδια ώρα, σύσσωμη η αντιπολίτευση είχε στριμώξει την κυβέρνηση στα σκοινιά, κατηγορώντας τη για ελλειμματική αντίδραση έναντι των βλέψεων της Αγκυρας.

«Ευκαιρίες» και «χτυπήματα»

Εως τώρα ο Ν. Δένδιας δεν έχει αντιταχθεί ευθέως στην πολιτική που ακολουθεί ο υπουργός Εξωτερικών, άρα και ο Πρωθυπουργός, έναντι της Τουρκίας. Ιδιωτικώς, βέβαια, «ακούει» όσους θεωρούν ότι η προσπάθεια κατευνασμού, κυρίως διά της Διακήρυξης των Αθηνών, οδηγεί στο τέλος της διαδρομής στο «ξέπλυμα» της τουρκικής αναθεωρητικής πολιτικής. Ο υπουργός Αμυνας διακρίνει στα θέματα εξωτερικής πολιτικής – τα οποία κατά γενική ομολογία τον τελευταίο καιρό πληγώνουν επιπλέον την εικόνα της κυβέρνησης – μια μεγάλη ευκαιρία δημόσιας διαφοροποίησης από το Μέγαρο Μαξίμου, αλλά όχι υπονόμευσής του. Απώτερος στόχος; Να εισέλθει προνομιακά στη μετά τον Μητσοτάκη εποχή.

Εμπειρα στελέχη της παράταξης επισημαίνουν ότι η επιλογή του Μεγάρου Μαξίμου να ανακοινώσει τη συμμετοχή της χώρας στο SAFE λίγα λεπτά πριν ο υπουργός Αμυνας πάρει τον λόγο στη Βουλή μόνο τυχαία δεν ήταν. Ο Ν. Δένδιας βρέθηκε ξαφνικά να απολογείται ενώπιον κοινού, επικαλούμενος την εύρεση δημοσιονομικού χώρου από το υπουργείο Οικονομικών, ύψους μόλις 1,2 δισ. ευρώ, ενός μικρού ποσού σε βάθος δεκαετίας. «Σαν να αγοράζεις Ferrari και να ασχολείσαι με τα μπουλόνια των ελαστικών» έλεγαν περιπαικτικά υπηρεσιακοί του υπουργείου Αμυνας.

Το σημείο καμπής στις σχέσεις Μητσοτάκη – Δένδια, λένε στο εσωτερικό της κυβέρνησης, είναι η μεταφορά της αρμοδιότητας για τα εξοπλιστικά από τη Γραμματεία Εθνικής Ασφάλειας, η οποία από τον περασμένο Απρίλιο λειτουργεί υπό το Γραφείο του Πρωθυπουργού, με επικεφαλής τον Θάνο Ντόκο, ο οποίος κατά καιρούς επίσης κατηγορείται για «κατευνασμό». Προκειμένου να διασκεδάσουν τις εντυπώσεις, κυβερνητικές πηγές διευκρίνιζαν τότε ότι ο ρόλος της Γραμματείας «ξεπερνά τα όρια του υπουργείου Εθνικής Αμυνας», καθώς θα ασχολείται επιπλέον με τις υβριδικές απειλές και συνολικά με τη στρατηγική εθνικής ασφάλειας της χώρας. Η ζημιά, όμως, είχε γίνει.

Το «σοβαρό δεξιό κοινό»

Είναι κοινό μυστικό ότι ο Ν. Δένδιας αφιερώνει αρκετό χρόνο της ημέρας του για να βλέπει κόσμο. Πολιτικά και μη στελέχη, ευρωβουλευτές, δημοσιογράφους, ανθρώπους της αγοράς. Στις συναντήσεις αυτές η φιλοδοξία του υπουργού δεν κρύβεται.

Ο υπουργός Αμυνας πιστεύει ότι μπορεί να φέρει πίσω στον πυρήνα της παράταξης το «σοβαρό δεξιό κοινό» που αμφιβάλλει για τους χειρισμούς στην εξωτερική πολιτική. Που δεν θέλει τη «νομιμοποίηση» των τουρκικών διεκδικήσεων. Που επιθυμεί να βλέπει την Ελλάδα σε θέση ισχύος να ολοκληρώνει έργα όπως αυτό της ηλεκτρικής διασύνδεσης με την Κύπρο.

Βέβαια, δεν είναι λίγοι αυτοί που δεν ξεχνούν ότι ήταν ο ίδιος Δένδιας αυτός που τον Φεβρουάριο του 2023 αγκαλιάστηκε με τον Μεβλούτ Τσαβούσογλου πάνω από τα συντρίμμια του Χατάι, βλέποντας τότε ένα «παράθυρο» που υπό συνθήκες θα μπορούσε να μετατραπεί σε «πόρτα» ιστορικής ευκαιρίας για τις ελληνοτουρκικές σχέσεις. Αλλες εποχές, άλλες προτεραιότητες.