Eδώ και πολύ καιρό έχω την αίσθηση ότι στο Μέγαρο Μαξίμου πρώτα μετράνε και μετά σκέπτονται. Νομίζω ότι εκεί έχει στηθεί ένα καλά οργανωμένο «εργαστήριο» με τελευταίας τεχνολογίας μηχανήματα (κάπως έτσι το φαντάζομαι) που καταγράφουν κάθε παλμό στο σώμα της ελληνικής κοινωνίας και μετράνε ασταμάτητα. Με το που καταγράφεται μια αντίδραση, ένας «παλμός», τσουπ σπεύδει και η κυβέρνηση. Αυτό βεβαίως έχει συχνά ως αποτέλεσμα νομοθετικές παρεμβάσεις επικοινωνιακού χαρακτήρα, που έχουν λίγη ή και καμία σχέση με το σώμα της κοινωνίας.

Νομίζω ότι αυτό συνέβη και με τις νέες νομοθετικές παρεμβάσεις που συζητήθηκαν στο Υπουργικό Συμβούλιο για την αντιμετώπιση της νεανικής παραβατικότητας. Νομίζω ότι απλώς κάποιοι είδαν ότι το θέμα έλκει δημοσιότητα και σκέφτηκαν να το αξιοποιήσουν. Σκέφτηκαν μάλιστα να το αξιοποιήσουν προκειμένου να ικανοποιήσουν και τα δεξιά της Νέας Δημοκρατίας, εκεί όπου το κόμμα καταγράφει ξεκάθαρες απώλειες. Εξ ου και η παρέμβαση απευθείας στην κατεύθυνση της καταστολής.

Διαφορετικά πώς να εξηγήσει κανείς ότι για ένα τόσο σύνθετο φαινόμενο που σίγουρα ξεκινά από την ελληνική οικογένεια και την καθημερινότητά της και περνά ή διαδραματίζεται σε μεγάλο βαθμό μέσα στο ελληνικό δημόσιο σχολείο, στην κυβέρνηση σκέφτηκαν ότι πρέπει να επενεργήσουν στον τελευταίο κρίκο της αλυσίδας, που είναι πια η εκδήλωση της εγκληματικής συμπεριφοράς και όχι στην πρόληψή της. Και καλά οι επισπεύδοντες υπουργοί που είχαν τον αρχικό προβληματισμό δεν σκέφτηκαν να τον μοιραστούν με τους συναδέλφους τους στα υπουργεία Οικογένειας και Παιδείας, αλλά δεν το σκέφτηκαν ούτε όσοι έχουν τον συντονισμό του κυβερνητικού έργου;

Στην ουσία της υπόθεσης. Οποιος πιστεύει ότι θα θεραπεύσει τη νεανική παραβατικότητα με πρόστιμα ή γεμίζοντας τις φυλακές με «αμελείς» γονείς, δεν έχει την παραμικρή επαφή με την ελληνική κοινωνία και πιθανότατα δεν είχε και ποτέ. Τα παιδιά αναπαράγουν βία γιατί βία και ένταση – σε ηπιότερες ή βαρύτερες μορφές – βιώνουν μέσα στα ίδια τους τα σπίτια. Ενταση όμως η οποία συχνά τροφοδοτείται από τα ανυπέρβλητα οικονομικά προβλήματα που καλούνται να αντιμετωπίσουν χιλιάδες πλέον νοικοκυριά.

Οι γονείς πράγματι πολλές φορές δεν καταφέρνουν να κρατήσουν τη ματιά τους όσο θα έπρεπε και όσο θα ήθελαν στα παιδιά τους, αυτό όμως συμβαίνει διότι σε πολλές περιπτώσεις δουλεύουν εξαντλητικά ωράρια προκειμένου να εξασφαλίσουν έστω και τα απαραίτητα για τα παιδιά τους. Τα ίδια αυτά παιδιά πηγαίνοντας στο σχολείο δεν έχουν στη διάθεσή τους την προσοχή ενός ειδικού που θα μπορούσε να τα ανακουφίσει, να τα καθοδηγήσει, να προλάβει ακόμη το κακό. Πριν σηκώσουμε το δάχτυλο στα παιδιά και στις οικογένειές τους, ας δούμε τι καλύτερο μπορούμε να κάνουμε γι’ αυτούς.