Δεν είναι σύνηθες ένας πρώην πρωθυπουργός που αποχώρησε από την ηγεσία του κόμματος του να επιχειρεί ολική επαναφορά. Στην Ελλάδα της Μεταπολίτευσης μόνο ο Γιώργος Παπανδρέου το προσπάθησε δύο φορές χωρίς επιτυχία. Πρώτα με το ΚΙΔΗΣΟ το 2015 και μετά στο ΚΙΝΑΛ το 2021.
Ο Τσίπρας φαίνεται να είναι ο δεύτερος που το επιδιώκει. Ήδη παραιτήθηκε από την Βουλή κι επί της ουσίας και από τον ΣΥΡΙΖΑ για να ιδρύσει άλλον φορέα.
Το θέμα είναι αν θα καταφέρει ότι δεν κατάφερε ο Παπανδρέου.
Οι πιθανότητες είναι μάλλον λίγες.
Δημοσκοπικά μόλις το 24% της κοινής γνώμης δηλώνει πολύ/αρκετά πιθανό να στηρίξει ένα νέο κόμμα υπό τον ίδιο (Μetron Analysis 22/10). Λίγοι παραπάνω από όσους τον ψήφισαν το Μάϊο 2023 και σήμερα μοιράζονται ανάμεσα σε ΣΥΡΙΖΑ, ΠαΣοΚ και «συριζογενή» σχήματα. Επίσης μόλις οι μισοί σχεδόν εξ αυτών (11%) δείχνουν περισσότερο αποφασισμένοι. Πρόκειται για μια δημοσκοπική δεξαμενή εξαιρετικά μικρή για ένα κόμμα υπό δημιουργία που δεν υφίσταται ακόμα την πίεση των αντιπάλων του.
Βεβαίως, ο Τσίπρας θα επιχειρήσει τη διεύρυνση του ακροατηρίου του. Πιθανόν να εκτιμά ότι η προσωπική του απήχηση υπερβαίνει εκείνη του ιδεολογικού του χώρου. Εξ ου και το νέο κόμμα μοιάζει να είναι περισσότερο προσωποκεντρικό. Ωστόσο στην ίδια μέτρηση, το 75% των πολιτών στέκεται αντίθετο ή απλώς αδιάφορο απέναντι του. Κάτι που σημαίνει ότι, στη συνείδηση της ευρείας πλειοψηφίας, Τσίπρας και ΣΥΡΙΖΑ ταυτίζονται. Και όσα αντι-ΣΥΡΙΖΑ ανακλαστικά πυροδότησε η διακυβέρνηση του, αφορούν τελικώς και τον ίδιο.
Παράλληλα τα πρόσωπα που τον πλαισιώνουν έως τώρα είναι κυρίως στελέχη, βουλευτές και υπουργοί των κυβερνήσεων του, ενώ την ίδια πρόθεση εκδηλώνει σύσσωμο και το πρώην κόμμα του (!) Επί της ουσίας μοιάζει να επιχειρείται η δημιουργία ενός ΣΥΡΙΖΑ με άλλο όνομα.
Τέτοιου τύπου όμως εγχειρήματα σπανίως αποδίδουν στην πολιτική. Στην Ελλάδα το προσπάθησε επανειλημμένως το ΠαΣοΚ χωρίς αντίκρισμα. Με την Ελιά το 2014, τη ΔΗΣΥ το 2015 και το ΚΙΝΑΛ το 2017 πριν καταλήξει πάλι ΠαΣοΚ. Το ρηχό rebranding έχει στενά όρια.
*Ο Πάνος Κολιαστάσης είναι δρ Πολιτικής Επιστήμης στο Queen Mary University of London και διδάσκων στο ΕΑΠ.



