Πολυδιάστατη και σημαντική η διαδρομή που έχει διανύσει μέχρι σήμερα στο θέατρο η Κίττυ Παϊταζόγλου, ανάμεσα στην ελληνική παιδεία και τη βορειοευρωπαϊκή, το αρχαίο δράμα, τη σύγχρονη δραματουργία και τον χορό.
Από την περσινή θεατρική σεζόν κρατάμε την εξαιρετική εμφάνιση της στο επιτυχημένο «The Doctor» της Κατερίνας Ευαγγελάτου και σε σχέση με αυτή που μόλις ξεκινάει, ανυπομονούμε για την «Εξοχή» σε σκηνοθεσία Αικατερίνης Παπαγεωργίου, το ψυχολογικό θρίλερ του Βρετανού συγγραφέα Μάρτιν Κριμπ που έκανε πρώτη φορά πρεμιέρα στην αυγή του 2000.
Το υποβλητικό κείμενο του Κριμπ ανοίγει διάλογο για την υπαρξιακή κρίση του σύγχρονου ανθρώπου, τα προσωπικά αδιέξοδα και τα παιχνίδια εξουσίας μέσα από το πορτραίτο ενός γάμου σε επικίνδυνη αναταραχή: ο Ρίτσαρντ και η Κορίν, έχουν εγκαταλείψει την πόλη με τα παιδιά τους και μένουν στην εξοχή επιθυμώντας να βρουν τη γαλήνη, η οποία όμως ανατρέπεται όταν εκείνος, γιατρός στο επάγγελμα, επιστρέφει ένα βράδυ στο σπίτι με τη Ρεβέκκα, που βρήκε λιπόθυμη στο πεζοδρόμιο. Με την εμφάνιση της νεαρής γυναίκας, η ατμόσφαιρα ηλεκτρίζεται και οι ρόλοι ανατρέπονται.
Η Κίττυ Παϊταζόγλου εξηγεί πώς αντιμετωπίζει τα αδιέξοδα του θεατρικού (και πραγματικού) κόσμου.
Έχεις πλούσια εμπειρία στο θέατρο ενώ στο παρελθόν έχεις συνεργαστεί με σημαντικούς δημιουργούς, όπως ο Ολιβιέ Πυ. Ποιο είναι το πιο πολύτιμο πράγμα που έμαθες από αυτόν και από άλλους σκηνοθέτες με τους οποίους συμπορεύτηκες;
Δεν είναι μόνο ο Ολιβιε Πυ που τον συνάντησα πολύ νέα, μόλις ξεκινούσα στο θέατρο, και πέρασα και δυο καλοκαίρια μαζί του στο Φεστιβάλ της Αβινιόν. Ήταν κι ο Θωμάς Μοσχόπουλος κι η Σοφία Πάσχου στο Θέατρο Πόρτα, η Κατερίνα Ευαγγελάτου, ο Νίκος Χατζόπουλος κι ο Ακύλλας Καραζήσης, οι δυο τελευταίοι υπήρξαν και αγαπημένοι μου καθηγητές στο Εθνικό. Αν κάτι πολύτιμο κρατώ από όλους αυτούς είναι πως ο ηθοποιός είναι κι αυτός δημιουργός, πνευματικός και ψυχικός συνομιλητής. Όχι μόνο εκτελεστής.
Σαφέστατα ο σκηνοθέτης είναι ο «μαέστρος» του όλου πράγματος, αλλά οι σκηνοθέτες με τους οποίους λαχταρώ να συνοδοιπορήσω, και για μένα -αν θες- είναι κι οι πιο γενναιόδωροι και ακομπλεξάριστοι, είναι αυτοί που σου χτίζουν με ακρίβεια ένα πεδίο παιχνιδιού και εμπνέουν τον ηθοποιό να δώσει τη δική του ταυτότητα στο όραμά τους.

Η Κίττυ Παϊταζόγλου πρωταγωνιστεί στην παράσταση «Στην Εξοχή» του Μάρτιν Κριμπ σε σκηνοθεσία Αικατερίνης Παπαγεωργίου. Φωτογραφία: Ελίνα Γιουνανλή
Στο θέατρο για δύο σεζόν υποδύθηκες με επιτυχία τον συντηρητικό γιατρό Χάρντιμαν. Τι κρατάς από αυτόν τον ανδρικό χαρακτήρα και την όλη επιτυχημένη πορεία του θεατρικού;
Κρατάω, πριν από οποιοδήποτε ρόλο, την υπέροχη ομάδα που φτιάξαμε με τους συνάδελφους ηθοποιούς, που δεν είναι καθόλου δεδομένο πως θα συμβεί κάθε φορά. Κρατάω την ουσιαστική συνεργασία με την Κατερίνα Ευαγγελάτου που ξέρει πάντα να με πηγαίνει στα πολύ βαθιά με πολλή αγάπη και διαύγεια. Σίγουρα τη διανοητική και συναισθηματική πάλη με αυτό το τόσο καίριο σε θέματα ταυτότητας κείμενο του «Doctor». Και πολύ τέλος- ίσως- έρχεται και ο κ. Χάρντιμαν, που με αιφνιδίασε να μπορώ να βλέπω τον εαυτό μου κι αλλιώς, με περισσότερη αυτοπεποίθηση και κύρος.
«Για το θέμα της ωριμότητας πάντως, να, νιώθω για παράδειγμα, πως όσο περνάνε τα χρόνια, συνειδητοποιώ, πως δεν μπορώ να ανθίσω σε εξουσιαστικά, προσβλητικά περιβάλλοντα.»
Σε προσωπικό επίπεδο πώς βιώνεις την καλλιτεχνική πορεία σου τα τελευταία χρόνια; Νιώθεις ότι έχει επέλθει η ωριμότητα;
Μακάρι να έρχεται η ωριμότητα, χωρίς να χάνεται η φρεσκάδα κι η αθωότητα που έχεις όταν ξεκινάς. Αυτός είναι ιδανικός συνδυασμός. Χωρίς ωριμότητα πέφτεις στα ίδια λάθη του παρελθόντος. Χωρίς αθωότητα και περιέργεια και μάτια φρέσκα, αναπαράγεις άτολμα και συνεχώς τον ίδιο κλισέ εαυτό σου.
Για το θέμα της ωριμότητας πάντως, να, νιώθω για παράδειγμα, πως όσο περνάνε τα χρόνια, συνειδητοποιώ, πως δεν μπορώ να ανθίσω σε εξουσιαστικά, προσβλητικά περιβάλλοντα. Κάποτε θα σου έλεγα, ναι θα το παλέψω. Δε με ενδιαφέρει καθόλου πια. Και δε μιλάω για επιμονή ή δυσκολία πάνω στο αντικείμενο της πρόβας. Μιλάω για καταστάσεις που ο άλλος θέλει να σου διαλύσει το νευρικό σύστημα και να σου ακυρώσει την προσωπικότητα «γιατί είναι κάποιος» ή «γιατί έτσι» ή «γιατί έτσι θα σε κάνει καλύτερο». Εγώ, αντίθετα, όταν νιώθω πως ο άλλος με σέβεται, τότε εκεί μπορώ να τα δώσω όλα, πραγματικά να γίνω χαλί να με πατήσεις.
Επιστρέφεις στη σκηνή με το έργο «Στην εξοχή» του Μάρτιν Κριμπ, που φέρνει στο προσκήνιο την αμφιβολία, την αποξένωση των ανθρώπων και τα παιχνίδια εξουσίας στις ανθρώπινες σχέσεις. Πώς προσεγγίζεις τον ρόλο της Κορίν;
Προσπαθώ να τη δω ως θύμα και θύτη ταυτόχρονα. Ούτως ή άλλως το έργο ψυχολογικό θρίλερ είναι. Και χαρακτηριστικό της γραφής του Κριμπ είναι ότι για μεγάλο χρονικό διάστημα ο θεατής δεν είναι σίγουρος ποιανού ήρωα η οπτική της ιστορίας είναι η αληθινή. Έτσι μπαίνει ο θεατής στο ρόλο του ντετέκτιβ, το έργο ολοκληρώνεται στα μάτια του.
Η Κορίν λοιπόν είναι μια νέα, παντρεμένη γυναίκα και μαμά δυο μικρών παιδιών, που φεύγει από την πόλη με τον άντρα της για να ξεκινήσουν μια νέα ζωή στην αγγλική εξοχή-Εδέμ. Όταν μια νύχτα ο άντρας της, που είναι γιατρός, φέρνει στο σπίτι τους μια αρκετά νεότερη κοπέλα σε κωματώδη κατάσταση, ο εφιάλτης ξεκινά.

Η Κίττυ Παϊταζόγλου στην «Εξοχή» του Μάρτιν Κριμπ. Φωτογραφία: Ελίνα Γιουνανλή
Η Κορίν βιώνει την αμφιβολία και τη ζήλια. Πόσο κοντά ή μακριά είναι αυτός ο ψυχισμός από τον δικό σου; Με ποιο τρόπο η σκηνοθεσία της Αικατερίνης Παπαγεωργίου καθορίζει την ερμηνεία σου;
Η Κορίν βιώνει πολλά περισσότερα πράγματα απ’ ότι την αμφιβολία και τη ζήλια. Αλλά, ναι, έχεις δίκιο, το κομμάτι της αμφιβολίας είναι κoμβικό. Μα, αυτό που φοβόμαστε οι άνθρωποι τις περισσότερες φορές, δεν είναι αυτό που δεν μπορούμε να δούμε ακριβώς;
Νομίζω η διαφορά μου με την ηρωίδα είναι ότι μπροστά στην αμφιβολία, εγώ παραλύω, ακινητοποιούμαι. Και αναβάλλω. Η Κορίν- όπως πολύ συγκινητικά μού τονίζει συνέχεια η Αικατερίνη- «πηγαίνει συνέχεια μπροστά». Ό,τι και να γίνει- μα με κομμένα πόδια, μα με την ψυχή στο στόμα και την ανάσα πνιγμένη- η ηρωίδα αναζητά συνεχώς τη λύση, δεν αφήνει να φανεί ότι διαλύεται, και σίγουρα ποτέ μπροστά στους άλλους.
Ούτως η άλλως η Αικατερίνη έχει δημιουργήσει μια παράσταση που ξεκινά από έναν φαινομενικά ρεαλισμό, αλλά «λοξεύει», στρίβει σε ένα κόσμο παράδοξο, μαγικό και ξένο, όπου τους ήρωες δεν τους χωράει ο τόπος, αναζητούν συνεχώς μια φυγή.
«Το πρόβλημα για μένα της σύγχρονης εποχής είναι ότι ο καθένας, εκτός από μικρές εκλάμψεις συλλογικότητας, παλεύει μόνος του να βγει από τα αδιέξοδα.»
Το έργο εκτυλίσσεται στην εξοχή, μα στην ουσία μιλά για τον εγκλεισμό στις σχέσεις. Δηλαδή ότι όσο κι αν προσπαθούμε να ξεφύγουμε ή να αλλάξουμε περιβάλλον, όπως αναφέρει και ο Καβάφης τον οποίο ο ίδιος ο Κριμπ έχει επικαλεστεί στο ποίημα «Η Πόλις», «η πόλις θα μας ακολουθεί». Ο σύγχρονος άνθρωπος έχει διεξόδους από τα υπαρξιακά και κοινωνικά του αδιέξοδα, κατά τη γνώμη σου ή μήπως είναι εγκλωβισμένος, όπως και οι ήρωες του έργου;
Το πρόβλημα για μένα της σύγχρονης εποχής είναι ότι ο καθένας, εκτός από μικρές εκλάμψεις συλλογικότητας, παλεύει μόνος του να βγει από τα αδιέξοδα. Η κοινωνία όπως ακριβώς μας πείθει και μας σπρώχνει σε ένα μοναχικό, ατομικό, κυνήγι ευτυχίας, επιτυχίας, και εξουσίας πάνω στον άλλον για να επιβιώσουμε και να έχουμε μια ταυτότητα, όταν χτυπάμε σε τοίχο και βλέπουμε το αδιέξοδο, μόνοι μας πάλι προσπαθούμε να απεγκλωβιστούμε από αυτό.
Όχι, δεν έχω απάντηση σε αυτό τον φαύλο κύκλο, πέρα από μια στροφή στον συνάνθρωπο, μια ουσιαστική κατανόηση και αποδοχή του «έτερου», του «διαφορετικού». Αλλιώς μοιάζουν όλα τόσο μάταια.
«Αυτό το ασύλληπτο μίσος, το μέγεθος της αγριότητας, ο ασύλληπτος πόνος και η βία, δεν ξέρω πώς θα το διαχειριστούμε σαν ανθρωπότητα τις επόμενες γενιές.»
Υπάρχει ένα κοινωνικό ή πολιτικό αδιέξοδο που σε απασχολεί προσωπικά αυτή τη στιγμή, ποιο είναι αυτό;
Ό,τι και να πω μου φαίνεται μικρό μπροστά στο έγκλημα κατά της ανθρωπότητας που διαπράττεται εδώ και τόσον καιρό στη Γάζα με τη σιωπηρή συναίνεση όλου του δυτικού κόσμου. Αυτό το ασύλληπτο μίσος, το μέγεθος της αγριότητας, ο ασύλληπτος πόνος και η βία, δεν ξέρω πώς θα το διαχειριστούμε σαν ανθρωπότητα τις επόμενες γενιές.
Εσύ βρίσκεις «ανάσες», διεξόδους όταν νιώθεις ψυχολογική πίεση; Τι σε κάνει να νιώθεις όμορφα στη ζωή σου;
Σε τέτοιες στιγμές, στρέφομαι στους ανθρώπους που αγαπώ. Στον άνθρωπό μου, στην οικογένειά μου, στους φίλους μου. Προσπαθώ να κάνω ταξίδια και μικρές αποδράσεις στη φύση, κυρίως στη θάλασσα. Η θάλασσα είναι για μένα ανεξάντλητη πηγή σκέψης, τόλμης, ανακούφισης και πίστης ότι όλα ίσως πάνε καλά.
Παράλληλα με τις πρόβες στο θέατρο, έχεις γυρίσματα για τη σειρά «Αύριο» σε σκηνοθεσία Γιώργου Γκικαπέππα. Τι έχεις αποκομίσει από αυτή τη συνεργασία; Δουλέψατε μαζί και στην «Ερημη χώρα».
Ο Γιώργος κάνει κινηματογράφο, όχι τηλεόραση. Ή αν θες, μια ιδανική τηλεόραση. Εννοώ ότι η αισθητική του, η προετοιμασία του, η επιμονή και η αφοσίωσή του σ’ αυτές τις μίνι σειρές- που γράφει κι ο ίδιος τα σενάρια έτσι, έχει τεράστια σημασία αυτό- είναι αμιγώς κινηματογραφική. Επίσης είναι ένας δημιουργός με βαθιά παιδεία στο θέατρο κι αυτό εμένα με συναρπάζει. Το βλέπεις στον τρόπο που χτίζει και εμβαθύνει στους ήρωές του, στη γλώσσα τους, στο πώς δουλεύει τις σιωπές μας, τα βλέμματά μας…
Στο «Αύριο» τρέχουν δυο παράλληλες ιστορίες. Μια ιστορία επιβίωσης δυο ανθρώπων που παρασέρνονται από το ορμητικό ποτάμι. Και μια ιστορία διάσωσης, από την πλευρά των ανθρώπων που ψάχνουν να τους βρουν. Δεν θα κάνω κάποιο σπόιλερ. Εγώ υποδύομαι τη Σοφία, το «κορίτσι του ποταμού», το «αγρίμι, μάλλον, του ποταμού», που μαζί με τον σύντροφό της, τον Λάζαρο έχουν τη λέσχη ράφτινγκ και είναι οι τελευταίοι άνθρωποι που είδαν το ζευγάρι ζωντανό και κινητοποιούν το μηχανισμό διάσωσης. Είναι ένα πλάσμα που μεγάλωσε κοντά στη φύση, μιλάει ντιρέκτ, αφιλτράριστα, δεν απολογείται για κανένα λόγο, και ξέρει δίπλα στο ποτάμι τι σημαίνει ελευθερία, αλλά και τι όριο.
Είσαι απασχολημένη με τα τηλεοπτικά γυρίσματα και ταυτόχρονα με το θέατρο. Υπάρχει ισορροπία στην καθημερινότητα ανάμεσα σε δύο δουλειές απαιτητικές;
Σίγουρα η κούραση είναι πολύ μεγάλη όταν προσπαθείς να υπάρχεις ολόκληρος σε δυο δουλειές. Εγώ δεν ξέρω και πώς να υπάρχω μισή σε κάτι. Εννοώ, δεν το χαίρομαι, να μπαίνω μισή, και με κουράζει μη σου πω και περισσότερο. Η δουλειά μας πάντως είναι μια δουλειά που εξ’ ορισμού χάνεις και βρίσκεις την ισορροπία σου κάθε στιγμή.
Πώς σκέφτεσαι το δικό σου αύριο;
Με λιγότερο φόβο και θυμό, και περισσότερη ανθρωπιά.
INFO «Στην εξοχή» του Μάρτιν Κριμπ σε σκηνοθεσία Αικατερίνης Παπαγεωργίου με τους Μιχάλη Βαλάσογλου, Μαρία Κυρώζη, Κίττυ Παϊταζόγλου. Θέατρο Αποθήκη (Σαρρή 40, Αθήνα), από 15 Οκτωβρίου.
Αγορά εισιτηρίων για τις κορυφαίες πολιτιστικές εκδηλώσεις στο in tickets.







