Αρχές φθινοπώρου, το καλοκαίρι κρατάει ακόμα. Μέσα στο Θέατρο Ιλίσια Βολανάκης, ο Μάκης Παπαδημητρίου ως σκηνοθέτης και ο Διονύσης Πιφέας ως πρωταγωνιστής, μας υποδέχονται σε ένα διάλειμμα της πρόβας τους. Δουλεύουν πάνω στον μονόλογο του Baby Reindeer που φέρνει στη σκηνή του ελληνικού θεάτρου το πολυβραβευμένο έργο του Ρίτσαρντ Γκαντ, το οποίο διασκευάστηκε με επιτυχία σε τηλεοπτική σειρά στο Netflix, κερδίζοντας Emmy και κάνοντας το 2024 διάσημη στο παγκόσμιο κοινό την προσωπική του, τραυματική περιπέτεια με μία ακαταπόνητη stalker.

Η εκπληκτική ομοιότητα του Διονύση Πιφέα με τον Ρίτσαρντ Γκαντ δεν περνάει απαρατήρητη. Ωστόσο δεν ήταν η φυσική του ομοιότητα με τον πραγματικό ήρωα που του χάρισε τον ρόλο, αλλά το καλλιτεχνικό ταίριασμα με τον Μάκη Παπαδημητρίου.

Για να είμαστε ακριβείς, ξεχάστε το «Μικρό ταρανδάκι» του Netflix. Βγάλτε το από το μυαλό σας και ακούστε την αλήθεια του πρωταγωνιστή: τούτο το θεατρικό δεν αντιγράφει τον Ρίτσαρντ Γκαντ, αφουγκράζεται κυρίως έναν άνθρωπο της εποχής μας. Εν προκειμένω τον Διονύση Πιφέα, σε μια διττή ερμηνεία στη σκηνή να «κλέβει» από την πραγματική αλήθεια του κειμένου και τη δημιουργική φαντασία του stand-up comedy. Αυτό μας διαβεβαιώνουν οι συντελεστές της παράστασης.

Πώς προέκυψε η μεταφορά του «Baby Reindeer» στο ελληνικό θέατρο;

Η αλήθεια είναι ότι πριν δω το «Baby Reindeer» στο Netflix δεν το ήξερα, όπως νομίζω και το 99,99% των ανθρώπων στον κόσμο. Το γνώριζαν όσοι είδαν το θεατρικό έργο στο Φεστιβάλ Τεχνών Fringe, στο Εδιμβούργο.

Όταν λοιπόν είδα τη σειρά, μου άρεσε πάρα πολύ και αμέσως επικοινώνησα με τον Νίκο Συμεωνάκη που κάνει την παραγωγή. Αιτηθήκαμε τα δικαιώματα που στην αρχή δεν τα έδιναν πουθενά, γιατί δεν ήθελε το Netflix. Ήταν μια περίοδος άβολη και για μένα και για τον Διονύση, γιατί δεν ξέραμε τι θα κάνουμε, οπότε κρατήσαμε στάση αναμονής μέχρι που κάποια στιγμή ξεκλείδωσε η άδεια παραχώρησης των δικαιωμάτων. Πήραμε τα δικαιώματα μεταφοράς στο ελληνικό θέατρο του θεατρικού «Baby Reindeer» και είμαστε εδώ που είμαστε σήμερα.

Πριν αναζητήσω τον Διονύση για τον βασικό ρόλο, είχα κάνει σχετικές συζητήσεις με τρεις – τέσσερις εξαιρετικούς ηθοποιούς, αλλά για διάφορους λόγους η συνεργασία μας δεν προχώρησε. Μετά έμαθα για τον Διονύση και όταν βρεθήκαμε, από την πρώτη στιγμή μου έκανε κι εμένα εντύπωση ότι μοιάζει στον πρωταγωνιστή. Αλλά δεν ήταν το παρουσιαστικό που του έδωσε τον ρόλο. Ο Διονύσης είναι εξαιρετικός χαρακτήρας και αυτό εμένα με καλύπτει ούτως ή άλλως, οπότε και ξεκινήσαμε χωρίς να γνωριζόμαστε.

Ο Μάκης Παπαδημητρίου στη σκηνή του Θεάτρου Ιλία Βολανάκης. Φωτογραφία: Γιώργος Βελλής

«Η ιστορία αφορά μία σύγχρονη κατάσταση, όχι τόσο ως προς τα ζητήματα ανθρώπινης συμπεριφοράς που θίγει, αλλά κυρίως ως προς τις ανεξέλεγκτες διαστάσεις που μπορεί να πάρει ένα προσωπικό θέμα.» Μ. Παπαδημητρίου

Τι σε ιντρίγκαρε στο έργο;

Μάκης Παπαδημητρίου: Είναι μια ιστορία που αφορά μία σύγχρονη κατάσταση, όχι τόσο ως προς τα ζητήματα ανθρώπινης συμπεριφοράς που θίγει, αλλά κυρίως ως προς τις ανεξέλεγκτες διαστάσεις που μπορεί να πάρει ένα προσωπικό θέμα. Παλιότερα μπορεί να υπήρχε η διάθεση από κάποιον να γίνει «κολλιτσίδας» σε κάποιον άλλον, αλλά δεν θα γιγαντωνόταν, θα έμενε στην τοπική κοινωνία το πρόβλημα.

Πάντοτε υπήρχαν ανάλογα περιστατικά stalker. Γνωρίζω περιστατικό μιας φίλης συναδέλφου που ένας θεατής πήγαινε και έβλεπε την παράσταση της μέχρι 4 φορές την εβδομάδα, αλλά υπήρχε όριο στον τρόπο που την «κυνηγούσε», ίσως να έδινε και λουλούδια, μέχρι εκεί. Στην περίπτωση του Ρίτσαρντ Γκαντ όμως, η παρενόχληση γίνεται με τόσο επιθετικό και ευδιάκριτο τρόπο που αποκτά τεράστιες διαστάσεις το θέμα της εμμονικής παρενόχλησης.

Η ψυχολογική κατάσταση της εμμονής τροφοδοτεί την ιστορία με πολλούς τρόπους.

Μάκης Παπαδημητρίου: Θα πω ένα παράδειγμα για ένα χαρακτηριστικό του θεατρικού που θεωρώ πολύ γοητευτικό σκηνοθετικά. Πριν από χρόνια, υπήρξε ένα περιστατικό μπούλινγκ στο σχολείο που πήγαινε ο γιος μου. Τότε ρωτήθηκα τι θα έκανα αν το παιδί μου δεχόταν μπούλινγκ; Aπάντησα ότι θα βρισκόμουν σε πολύ δύσκολη θέση και θα προσπαθούσα να το αντιμετωπίσω. Ωστόσο θα βρισκόμουν σε πολύ πιο δύσκολη θέση αν μου έλεγαν ότι ο γιος μου έκανε μπούλινγκ σε κάποιον άλλον. Εκεί τι κάνεις;

Το αναφέρω ως παράδειγμα προσέγγισης και της άλλης πλευράς, γιατί ο Ρίτσαρντ Γκαντ και στη σειρά και στο θεατρικό του, περνάει στην αντίπερα όχθη διερωτώμενος αν έφταιξε. «Μήπως φταίω εγώ; Μήπως έκανα κάτι εγώ;», επαναλαμβάνει ο Γκαντ, που σημαίνει ότι ακόμα κι αν δεν έφταιγε αυτός, το να αναρωτηθεί αν έφταιγε ή έστω να έχει την ενοχή ότι μπορεί να το προκάλεσε, αποτελεί ένα στοιχείο του χαρακτήρα του γοητευτικό να ιδωθεί ως θεατρικό. Δηλαδή ο ίδιος νιώθει ενοχή.

Προφανώς και δεν λέω να δικαιολογήσει ή να αναλάβει το άτομο που έχει υποστεί την παρενόχληση, το βάρος της θυματοποίησης. Καθόλου. Υπάρχει όμως και αυτή η παράμετρος. Έχει πολύ μεγαλύτερο ενδιαφέρον να ανακαλύψεις την πολυπλοκότητα της προσωπικότητας αυτού του ανθρώπου παρά ενός μονόχνωτου ανθρώπου, ο οποίος δεν φιλτράρει καθόλου αυτό που έχει συμβεί.

«Θα αφηγηθούμε αυτή την ιστορία σαν να έχει συμβεί σε μένα πριν από πολλά χρόνια.» Δ. Πιφέας 

Η ιστορία έχει διαφορετικά επίπεδα ψυχολόγησης των ηρώων – ξεκινώντας από το θέμα της stalker απλώνεται σε άλλα πεδία. Ο πρωταγωνιστής μάλιστα είναι ηθοποιός, κάνει stand up comedy, παλεύει να ανέλθει επαγγελματικά. Διονύση, πώς τον προσεγγίζεις;

Διονύσης Πιφέας: Είναι ένας σύγχρονος άνθρωπος, ένας άνθρωπος της εποχής μας που δεν προσεγγίζεται με όρους τεχνικής φύσεως, όπως θα μπορούσε ενδεχομένως να γίνει μέσω της προσέγγισης μιας άλλης εποχής.

Το δύσκολο σε αυτή την περίπτωση είναι το πώς θα αποδοθεί αυτός ο χαρακτήρας σκηνικά με τον πιο απλό, δικό μου τρόπο, καθώς ο χαρακτήρας που υποδύομαι δεν είναι αντιγραφή του Ρίτσαρντ Γκαντ, αλλά είμαι εγώ στη σκηνή 100%.

Θα αφηγηθούμε αυτή την ιστορία σαν να έχει συμβεί σε μένα πριν από πολλά χρόνια. Όπως συνήθως αναφερόμαστε σε μια παλιά δυσάρεστη ιστορία,κοιτώντας την αποστασιοποιημένα μεν, όμως αυτή πηγάζει από βαθιά μέσα μας, γιατί μας απασχολεί. Και αυτό μπορεί να έχει και χιούμορ και σαρκασμό και αυτοκριτική φυσικά και μια απόσταση που μπορεί να δώσει τα απαιτούμενα πολλαπλά επίπεδα της ιστορίας. Αυτή είναι η δυσκολία. Μπορεί να ακούγεται πιο απλό απ’ ότι είναι, αλλά πίστεψέ με, είναι πάρα πολύ δύσκολο.

Ο Διονύσης Πιφέας στη σκηνή του Θεάτρου Ιλία Βολανάκης. Φωτογραφία: Γιώργος Βελλής

Πρέπει να αντεπεξέλθεις στις απαιτήσεις ενός one man show και έχεις να ανταγωνιστείς τις εικόνες μιας σειράς που την είδε ένα παγκόσμιο κοινό.

Δ.Π.: Ισχύει αλλά δεν με απασχολεί αυτό. Αν αυτό το κείμενο δεν το ήξερε κανείς, τι θα λέγαμε; Δεν με απασχολεί καθόλου ούτε η επιτυχία της σειράς, ούτε καν ότι μοιάζω με τον πρωταγωνιστή.

Θυμάμαι, όταν είχε πρωτοβγεί η σειρά, τότε ήμουν σε μια άλλη παράσταση – φυσικά δεν είχα καθόλου χρόνο να την παρακολουθήσω – μια φίλη μου είχε πει: «δες αυτή την σειρά, μοιάζεις με τον πρωταγωνιστή». Την είδα μετά από μερικούς μήνες όχι επειδή έμοιαζα με τον πρωταγωνιστή, αλλά λόγω της ιστορίας της, που ήταν πραγματικά πάρα πολύ σκληρή. Αλλά ο τρόπος που αποδόθηκε, ειδικά στον μονόλογο αυτό μέσα από αστείες ιστορίες και χιούμορ, πραγματικά με κέρδισε. Δεν θα ήθελα να χάσω με τίποτα αυτή την συνεργασία, ήθελα πολύ να κάνω τον μονόλογο και ήμουν πολύ τυχερός που ο Μάκης επέλεξε εμένα.

«Βρίσκω στοιχεία που με αφορούν στον τρόπο που το κείμενο θίγει ζητήματα της καταπιεσμένης αρρενωπότητας.» Δ. Πιφέας

Βρίσκεις σημεία που να σε ενδιαφέρουν, να ταυτίζονται με δική σου πλευρά;

Δ. Π.: Νομίζω ότι στην ολότητά του αυτό το κείμενο με αφορά, κι ας μην έχω τα ίδια βιώματα. Τυχαίνει να μην είμαι μπλεγμένος στην σεξουαλικότητά μου, όπως ο χαρακτήρας και να έχω μια σαφή σεξουαλική ταυτότητα. Δεν έχω υποστεί ποτέ stalking ούτε από άντρα ούτε από γυναίκα. Αυτά τα ζητήματα όμως είναι η αφορμή για βαθύτερο κοινωνικό σχολιασμό πάνω στην καταπιεσμένη αρρενωπότητα και τα ζητήματα μίσους. Το γεγονός ότι τα τελευταία χρόνια εισήχθη στο νομικό πλαίσιο των δυτικών χωρών η προστασία γύρω από εγκλήματα μίσους είναι σημαντικό και πρέπει να αναδειχθεί, γιατί γενικά λοιδορείται.

Πρέπει να επισημανθεί με όλους τους τρόπους ότι πρέπει να θεσπίζουμε ως κοινωνία μέτρα που βοηθούν μειονότητες και μη μειονότητες. Κάθε μέτρο που θεσπίζεται ως προς την ισότητα των ατομικών δικαιωμάτων είναι σωστό.

Θα έλεγα ότι βρίσκω στοιχεία που με αφορούν στον τρόπο που το κείμενο θίγει ζητήματα της καταπιεσμένης αρρενωπότητας, το πώς δηλαδή ένας άντρας μπορεί να καταπιεστεί από τα ίδια τα αντρικά πρότυπα όταν δεν φέρεται τόσο «αντρικά». Όλοι γνωρίζουμε τι σημαίνει «αντρικές συζητήσεις» στον στρατό ή σε ένα καφενείο, στην ταβέρνα.

Ακόμα και ως άντρας με στρέιτ σεξουαλική ταυτότητα δεν ήταν βολικό για μένα να συζητάω όλη την ώρα για το πόσο δυνατός είμαι και για το αν είμαι ικανός να βάλω εναντίον κάποιου ανθρώπου, πόσο ενεργός είμαι σεξουαλικά και πόσο έχω πειραματιστεί στη ζωή μου με το γυναικείο φύλο ή πόσο καλά ενημερωμένος είμαι γύρω από τον αθλητισμό. Τα επόμενα χρόνια, τις επόμενες δεκαετίες, αυτές οι πατριαρχικές αντιλήψεις μπορεί να εκλείψουν και καλό είναι να εκλείψουν γιατί είναι σαν σαν να φοράμε μάσκες.

Ο Διονύσης Πιφέας στη σκηνή του Θεάτρου Ιλία Βολανάκης. Φωτογραφία: Γιώργος Βελλής

Το έργο ανεβαίνει σε μια χρονική περίοδο που η κοινωνία δείχνει σημάδια εσωστρέφειας και συντηριτισμού. Με ποιο τρόπο μπορεί το Baby Reindeer να κάμψει τους δισταγμούς και τις αντιστάσεις ώστε να αφεθεί κανείς στην ιστορία του;

Μάκης Παπαδημητρίου: Ο τρόπος με τον οποίο θίγει τα κοινωνικά θέματα το κείμενο είναι πραγματικά αριστουργηματικός, γιατί είναι υπό το πλαίσιο ενός stand up comedy. Αν κάποιος δεν ξέρει ότι αυτό είναι πραγματική ιστορία, το βλέπει και μπορεί να αφαιρεθεί γελώντας πραγματικά με κάτι πάρα πολύ αστείο, χωρίς να σκέφτεσαι από πού προκύπτει.

Έχει τρομερό ενδιαφέρον και είναι μεγάλη πρόκληση προσωπικά για μένα σκηνοθετικά αλλά και για τον Διονύση, το γεγονός ότι όλη αυτή η ιστορία, η πολύ θλιβερή ή πολύ αστεία άλλες φορές, περιγράφει καταστάσεις που έχουν συμβεί πραγματικά και σε κάνουν και γελάς. Αλλά όλα αυτά δεν έχουν γραφτεί για να σε κάνουν να γελάσεις επίτηδες, είναι η ζωή του συγγραφέα με περιστατικά βγαλμένα από αυτήν. Αυτό έχει μια ιδιαίτερη βαρύτητα από το να γράψει πέντε αστεία, γιατί είναι η δουλειά του να κάνει stand up comedy. Για μένα και φαντάζομαι και για τον Διονύση, έχει σημασία ότι το θεατρικό πηγάζει από μια πραγματική κατάσταση μέσα από την οποία αυτοσαρκάζεται. Η ιστορία εκτυλίσσεται σε φλασμπάκ. Τα γεγονότα διαδραματίστηκαν το 2011-2013 και η παράσταση ανέβηκε το 2019. Δεν είναι εύκολο να επιστρέψεις σε μια δύσκολη εμπειρία που έχει τελειώσει και να κάνεις ένα θεατρικό πάνω σε αυτή. Το βλέπω σαν μια μορφή αποσυμπίεσης και λύτρωσης.

Οι Μάκης Παπαδημητρίου και Διονύσης Πιφέας στη σκηνή του Θεάτρου Ιλίσια Βολανάκης. Φωτογραφία: Γιώργος Βελλής

Τι να περιμένουμε ότι θα δούμε στη σκηνή;

Μ.Π.: Σκεφτήκαμε από την αρχή ότι η παράσταση θα έχει λιτότητα και απλότητα. Πρέπει να έχει πολύ έντονη μουσική ηχητική παρουσία, το οποίο είναι αίτημα του ίδιου του Ρίτσαρντ Γκαντ. Η μουσική είναι του Σταύρου Γασπαράτου, την κίνηση έχει αναλάβει η Σεσίλ Μικρούτσικου η οποία κατευθύνει τον Διονύση που είναι μόνος του στη σκηνή σε μία διττή ερμηνεία που αποκαλύπτεται όπως ένα…κρεμμύδι: ο Διονύσης είναι σε μια θεατρική σκηνή για να ερμηνεύσει έναν χαρακτήρα σε μια παράσταση που κάνει ένα stand up, το οποίο stand up βρίσκεται σε μια θεατρική σκηνή. Πρέπει επομένως να υπάρχει μια ισορροπία για να αντιλαμβάνεται ασυναίσθητα ο θεατής τι βλέπει.

Τι ελπίζετε να εισπράξει ο κόσμος από το θεατρικό «Baby Reindeer»;

Μ. Π.: Για μένα, όταν κάποιος πηγαίνει στο θέατρο, ο στόχος είναι να έχει μια εμπειρία που θα του δημιουργήσει ερωτήματα και συναισθήματα ώστε φεύγοντας να νιώσει ότι δεν έχασε τον χρόνο του επί της ουσίας. Η προσπάθεια και των δυο μας σε αυτή την παράσταση είναι ο θεατής να βγει προβληματισμένος, να βρει κάποιο τρόπο να αλληλεπιδράσει, να μην του είναι όλο αυτό αδιάφορο.

Υπάρχουν θεατές που ταυτίζονται με τα ζητήματα του θεατρικού, άλλοι που ενδιαφέρονται και κάποιοι που θα έρθουν επειδή είναι στο Netflix. Καλοδεχούμενοι όλοι.

Ακόμα κι αν δεν σε αφορούν ως θεατή αυτά που έχει περάσει ο πρωταγωνιστής, ενδεχομένως να σε κάνουν να δεις λίγο πιο μακριά – όλοι έχουμε προβλήματα, τα οποία θέλουμε να ξεπεράσουμε. Ενδεχομένως να σκεφτείς ότι υπάρχει ένας τρόπος για να κάνεις κάτι για να διορθώσεις τη ζωή σου.

Είναι κέρδος αν αναρωτηθεί κάποιος πάνω στη ζωή του, βγαίνοντας όχι μόνο από τη δική μας παράσταση, αλλά από οποιαδήποτε παράσταση. Το ίδιο συναίσθημα μπορεί να το νιώσει κάποιος ακούγοντας μια συναυλία ή βλέποντας ένα γλυπτό. Να νιώσει κάτι που θα τον κινητοποιήσει σε σχέση με αυτό που θέλει να αλλάξει στη ζωή του. Η αλήθεια είναι ότι δεν μπορείς να κάνεις κανενός είδους τέχνη αν ο γνώμονας σου είναι τι θα αρέσει στον κόσμο.

Δ. Π.: Όταν είσαι πάνω στη σκηνή είναι λίγο διαφορετικά τα πράγματα. Ως ηθοποιός κάνω αυτό που αισθάνομαι και με ενδιαφέρει. Αυτό που πάντα με απασχολεί είναι αν έστω και για μια στιγμή μπόρεσα να συνδεθώ με τον θεατή, συνειδητά ή ασυνείδητα. Είναι σημαντικό τα πράγματα να μην ωθούνται με τρόπο εκβιαστικό, να μην προσπαθούμε ούτε να εκβιάσουμε το συναίσθημα, ούτε να εκβιάσουμε το γέλιο ή την προσοχή των θεατών. Αυτό για μένα είναι το στοίχημα στον πρώτο μου μονόλογο. Είναι πολύ σημαντικό για μένα που συνεργάζομαι με τον Μάκη Παπαδημητρίου, τον οποίο γνώριζα από την πορεία του στον χώρο, να χρησιμοποιήσω τις συμβουλές και τις οδηγίες με τρόπο ωφέλιμο ώστε να αντιμετωπίσω την ύπαρξή μου στη σκηνή και να ξεπεράσω τους φόβους μου.

INFO «Baby Reindeer (Μικρό Ταρανδάκι)» του Ρίτσαρντ Γκαντ, Θέατρο Ιλίσια Βολανάκης, Πρεμιέρα: 20 Οκτωβρίου. Κάθε Δευτέρα και Τρίτη στις 21:00.

Αγορά εισιτηρίων για τις κορυφαίες πολιτιστικές εκδηλώσεις στο in tickets.