«Κατέβασε διακόπτες» η αμερικανική κυβέρνηση, για πρώτη φορά μετά από έξι χρόνια, καθώς οι διαπραγματεύσεις μεταξύ Ρεπουμπλικανών και Δημοκρατικών για βραχυπρόθεσμο σχέδιο δαπανών δεν απέφεραν καρπούς.
Αυτό σημαίνει ότι για πρώτη φορά μετά το 2018-2019, η ομοσπονδιακή κυβέρνηση πρέπει να αντιμετωπίσει το λεγόμενο shutdown, ελπίζοντας ότι θα καταφέρει να βγει το συντομότερο από αυτό.
Τι είναι όμως στην πραγματικότητα το shutdown και ποιοι τομείς επηρεάζονται;
Η διακοπή λειτουργίας της ομοσπονδιακής κυβέρνησης, το λεγόμενο shutdown, συμβαίνει όταν το Κογκρέσο δεν εγκρίνει τη χρηματοδότηση για ορισμένες ή όλες τις υπηρεσίες, οι οποίες δεν μπορούν να δαπανήσουν χρήματα που δεν έχουν εγκριθεί από τους νομοθέτες.
Από το 1980 έχουν σημειωθεί 14 διακοπές λειτουργίας, με την πιο πρόσφατη να είναι το 2018, διακοπή που διήρκεσε 34 ημέρες.
Οι περισσότερες ομοσπονδιακές κυβερνητικές υπηρεσίες χρηματοδοτούνται ετησίως από μια σειρά νομοσχεδίων για την έγκριση πιστώσεων, τα οποία πρέπει να ψηφιστούν από το Κογκρέσο και να υπογραφούν από τον πρόεδρο πριν από την έναρξη του νέου οικονομικού έτους, την 1η Οκτωβρίου.
Αυτά, συχνά ομαδοποιούνται σε ένα μεγάλο νομοθετικό κείμενο, προκειμένου να επιταχυνθεί η διαδικασία όταν το Κογκρέσο αναγκαστικά πρέπει να ψηφίσει πολλά από αυτά την τελευταία στιγμή.
Εάν η προθεσμία χρηματοδότησης παρέλθει, χωρίς το Κογκρέσο να εγκρίνει περισσότερες δαπάνες, η κυβέρνηση πρέπει να κλείσει πλήρως ή μερικώς, ανάλογα με το ποιες υπηρεσίες έχουν ήδη χρηματοδοτηθεί.
Ποια είναι τα πρώτα θύματα του shutdown;
Τα πρώτα θύματα ενός shutdown είναι οι ομοσπονδιακοί υπάλληλοι. Στην τελευταία μεγάλη διακοπή λειτουργίας, το 2018 – 2019, περίπου 340.000 εργαζόμενοι τέθηκαν σε υποχρεωτική άδεια.
Τώρα, οι εκτιμήσεις ανεβάζουν τον αριθμό στις 800.000, με τις αμοιβές τους να «παγώνουν» έως ότου ανοίξει ξανά η κυβέρνηση.
Ακόμα και οι εργαζόμενοι που θα συνεχίσουν να δουλεύουν σε κρίσιμες υπηρεσίες – όπως οι στρ
ατιωτικοί – δεν θα πληρώνονται κανονικά. Η διοίκηση Τραμπ, μάλιστα, έχει αφήσει ανοιχτό το ενδεχόμενο μαζικών απολύσεων, κάτι που η αντιπολίτευση καταγγέλλει ως «εκφοβισμό» με αμφίβολη νομική βάση.
Ποιες υπηρεσίες δεν κινδυνεύουν;
Ορισμένες υπηρεσίες έλαβαν χρηματοδότηση από το «ένα μεγάλο, όμορφο νομοσχέδιο» που ψήφισαν οι Ρεπουμπλικανοί νωρίτερα φέτος, πράγμα που σημαίνει ότι ορισμένα προγράμματα και λειτουργίες σε κάποια υπουργεία θα συνεχίσουν να χρηματοδοτούνται σε περίπτωση διακοπής λειτουργίας, κυρίως το Υπουργείο Άμυνας και το Υπουργείο Εσωτερικής Ασφάλειας.
Το Σύνταγμα ορίζει ότι το Υπουργείο Οικονομικών δεν μπορεί να δαπανήσει χρήματα χωρίς να υπάρχει νόμος που να το επιτρέπει.
Σύμφωνα με ένα νόμο γνωστό ως Antideficiency Act, οι υπηρεσίες υποχρεούνται να διακόψουν τις δραστηριότητές τους -με ορισμένες εξαιρέσεις- σε περίπτωση που δεν υπάρχει χρηματοδότηση που να έχει εγκριθεί από το Κογκρέσο.
Ο νόμος απαγορεύει επίσης στην κυβέρνηση να αναλάβει οικονομικές υποχρεώσεις χωρίς την έγκριση του Κογκρέσου.
Σε περίπτωση κλεισίματος, η ομοσπονδιακή κυβέρνηση πρέπει να σταματήσει όλες τις μη απαραίτητες λειτουργίες, με εξαίρεση τα προγράμματα που χρηματοδοτούνται με άλλα μέσα, όπως τέλη ή άλλη νομοθεσία.
Κάθε υπηρεσία καθορίζει ποια εργασία είναι απαραίτητη και ποια όχι, ενώ τα μέλη του Κογκρέσου λαμβάνουν την ίδια απόφαση και για το προσωπικό τους.
Ποιοι κλάδοι της ιδιωτικής οικονομίας κινδυνεύουν περισσότερο;
Το λουκέτο στο κράτος σημαίνει και πάγωμα αδειοδοτήσεων, εγκρίσεων και κρατικών δανείων. Στο παρελθόν, όπως το 2013, εταιρείες-κολοσσοί όπως η Lockheed Martin υποχρεώθηκαν να θέσουν χιλιάδες εργαζόμενους σε αργία, ενώ μικρές επιχειρήσεις έκοψαν προσωπικό και δραστηριότητες επειδή δεν πληρώνονταν οι κρατικές συμβάσεις.
Ο κίνδυνος είναι ιδιαίτερα μεγάλος για την αμυντική βιομηχανία, τις ενεργειακές άδειες εξόρυξης και τη βιομηχανία τροφίμων και ποτών, που χρειάζονται πιστοποιήσεις για εξαγωγές.
Η Ιστορία δείχνει ότι τα shutdowns επιβραδύνουν, επίσης, προσωρινά την ανάπτυξη. Το 2013, η 16ήμερη διακοπή κόστισε έως και 0,6% στο ΑΕΠ του τριμήνου, ενώ το 2019 η επίπτωση έφτασε το 0,4%. Αν και μεγάλο μέρος της χαμένης δραστηριότητας ανακάμπτει μετά το άνοιγμα, αυτή τη φορά η απειλή απολύσεων θα μπορούσε να αφήσει βαθύτερα τραύματα στην κατανάλωση και την εμπιστοσύνη.
Ποιες είναι οι εξαιρέσεις του shutdown;
Οι εξαιρέσεις ορίζονται από τον νόμο Antideficiency Act και επιτρέπουν στην κυβέρνηση να χρηματοδοτεί δραστηριότητες για την προστασία της ζωής και της περιουσίας και να διατηρεί στη θέση τους, τους αξιωματούχους που εμπλέκονται στη συνταγματική διαδικασία, όπως ο πρόεδρος, το προσωπικό του και τα μέλη του Κογκρέσου.
Όλοι οι εν ενεργεία στρατιωτικοί, πολλοί ομοσπονδιακοί αξιωματικοί επιβολής του νόμου και υπάλληλοι σε νοσοκομεία που χρηματοδοτούνται από την ομοσπονδιακή κυβέρνηση θεωρούνται απαραίτητοι, μαζί με τους ελεγκτές εναέριας κυκλοφορίας και τους αξιωματικούς της Υπηρεσίας Ασφάλειας Μεταφορών.
Εν τω μεταξύ, το Γραφείο Προϋπολογισμού και Διαχείρισης ζήτησε την περασμένη εβδομάδα από τις ομοσπονδιακές υπηρεσίες να εξετάσουν το ενδεχόμενο μόνιμων μαζικών απολύσεων για προγράμματα ή έργα που έχουν χρηματοδότηση η οποία λήγει την 1η Οκτωβρίου ή που δεν έχουν εναλλακτικές πηγές χρηματοδότησης.
Ανεξάρτητα από το αν οι υπάλληλοι είναι απαραίτητοι ή όχι, εάν η αμοιβή τους εξαρτάται από ετήσιες πιστώσεις, δεν θα πληρωθούν κατά τη διάρκεια της διακοπής λειτουργίας.
Οι απαραίτητοι υπάλληλοι συνεχίζουν να εργάζονται κατά τη διάρκεια της διακοπής λειτουργίας, αλλά δεν πληρώνονται έως ότου αποκατασταθεί η χρηματοδότηση του οργανισμού τους. Από την άλλη, οι υπάλληλοι σε μη απαραίτητες θέσεις συνήθως τίθενται σε διαθεσιμότητα έως ότου η κυβέρνηση χρηματοδοτηθεί ξανά.
Αξίζει να σημειωθεί ότι τα προγράμματα παροχών όπως η Κοινωνική Ασφάλιση, το Medicare και το Medicaid συνεχίζουν να λειτουργούν κατά τη διάρκεια ενός shutdown, επειδή οι πληρωμές των παροχών χρηματοδοτούνται μέσω μόνιμων πιστώσεων που δεν απαιτούν ανανέωση.
Πότε ήταν η τελευταία διακοπή λειτουργίας της κυβέρνησης;
Η τελευταία διακοπή λειτουργίας της ομοσπονδιακής κυβέρνησης ήταν από τον Δεκέμβριο του 2018 έως τον Ιανουάριο του 2019, όταν έληξε η χρηματοδότηση του Κογκρέσου για εννέα υπουργεία με περίπου 800.000 υπαλλήλους.
Η μερική διακοπή λειτουργίας κόστισε στην οικονομία 11 δισεκατομμύρια δολάρια, σύμφωνα με έκθεση του Γραφείου Προϋπολογισμού του Κογκρέσου (CBO) και προκλήθηκε από την αντιπαράθεση σχετικά με το αίτημα του Τραμπ να χρηματοδοτήσει με 5,7 δισεκατομμύρια δολάρια για την κατασκευή τείχους κατά μήκος των συνόρων με το Μεξικό.
Ο πρόεδρος Τραμπ υποχώρησε μετά από εβδομάδες, υπογράφοντας ένα νομοσχέδιο για την επαναλειτουργία της κυβέρνησης για τρεις εβδομάδες, ενώ το Κογκρέσο διαπραγματευόταν μια συμφωνία για τις δαπάνες.
Τρεις εβδομάδες αργότερα, υπέγραψε ένα συμβιβαστικό νομοσχέδιο για τις δαπάνες, προκειμένου να αποφευχθεί ένα άλλο κλείσιμο της κυβέρνησης και αποδέχτηκε ένα νομοσχέδιο που δεν ικανοποιούσε το αίτημά του για 5,7 δισ. δολάρια για το τείχος στα σύνορα που είχε υποσχεθεί.






