«Κάντε τη Λιβύη Μεγάλη Ξανά». Το συγκεκριμένο σύνθημα – προφανέστατα οικειοποίηση του τραμπικού αναλόγου για τις ΗΠΑ – δεν έρχεται από κάποιον χρήστη των μέσων κοινωνικής δικτύωσης. Είναι το τσιτάτο που αδιάκοπα επαναλαμβάνει, ήδη από τον περασμένο Απρίλιο, ο άνθρωπος που προαλείφεται ως ο νέος εκλεκτός της Ουάσιγκτον για την πρωθυπουργία της διαιρεμένης χώρας.
Το όνομα αυτού είναι Αμπντελκαρίμ Μεγκέγκ, είναι διεθνούς εμβέλειας πυρηνικός επιστήμονας και το βιογραφικό του είναι εκείνο που τον κάνει δυνατό «χαρτί» όσων εκτιμούν πως στην παρούσα φάση αποτελεί επιλογή ικανή να λειτουργήσει ενοποιητικά.
Άνθρωπος παντός καιρού
Σύμφωνα με άρθρο του καθηγητή της Αμερικανικής Σχολής Πολέμου, Αζίμ Ιμπραχίμ, στον ιστότοπο του αμερικανικού περιοδικού Τhe National Interest, ο Μεγκέγκ συναντήθηκε στις αρχές της τρέχουσας εβδομάδας, στην Ουάσινγκτον, με υψηλόβαθμους αξιωματούχους και των δύο κομμάτων σε μια προσπάθεια, όπως αποτιμά ο Ιμπραχίμ, της αμερικανικής πολιτικής ελίτ να βολιδοσκοπήσει τον λίβυο επιστήμονα.
Αξίζει ωστόσο να σημειωθεί πως δεν πρόκειται για την πρώτη «γνωριμία» των δύο πλευρών, αφού ο Μεγκέγκ είχε επισκεφθεί και τον περασμένο Απρίλιο την πρωτεύουσα των ΗΠΑ, συναντώντας μάλιστα τον επικεφαλής της Επιτροπής Διεθνών Σχέσεων του Κογκρέσου, Τζιμ Ρις, τον πρόεδρο της Βουλής των Αντιπροσώπων, Μάικ Τζόνσον, και τη Δημοκρατική γερουσιαστή Κίρστεν Τζίλιμπραντ (Ρις και Τζόνσον είναι Ρεπουμπλικανοί). Την παρουσία του είχαν αναδείξει οι ιστότοποι Politico και Newsmax, με αμφότερους να υπογραμμίζουν ότι, αν και ο Μεγκέγκ αποτελεί κοινά αποδεκτό πρόσωπο, ο ίδιος θέλησε να συντονιστεί με το κυρίαρχο πνεύμα, αναπαράγοντας τα λεκτικά σχήματα του φιλοτραμπικού κινήματος MAGA. Τα ίδια μέσα συμφωνούν πως η επιλογή του προκύπτει ως λύση ανάγκης, με δεδομένη τη δυσπιστία εγχώριων και διεθνών δρώντων προς το πρόσωπο του επικεφαλής της διεθνώς αναγνωρισμένης κυβέρνησης της Τρίπολης, Αμπντουλχαμίντ Ντμπέιμπα.
Πέρα από το επιστημονικό προφίλ του Μεγκέγκ, που τον διαφοροποιεί από τους απονομιμοποιημένους πολιτικούς της Τρίπολης και το στρατιωτικής φύσεως «οικογενειακό» καθεστώς του Χαλίφα Χαφτάρ στη Βεγγάζη, απολαμβάνει της εκτίμησης της Δύσης για ακόμη έναν λόγο. Υπήρξε κεντρική φιγούρα του προγράμματος αφοπλισμού της Λιβύης, στα μέσα της δεκαετίας του 2000, επί των ημερών της κυριαρχίας του Μουαμάρ Καντάφι, όταν ο τότε ισχυρός άνδρας της αφρικανικής χώρας δρομολογούσε την αναστολή όλων των προγραμμάτων ανάπτυξης όπλων μαζικής καταστροφής, σε μια προσπάθεια επαναπροσέγγισης με τη Δύση.
Τηρουμένων των αναλογιών, το ίδιο μοντέλο επαναπροσέγγισης, αλλά με αντίστροφη κατεύθυνση, ακολουθεί ο Μεγκέγκ, αφού στην προσπάθειά του να λειτουργήσει ενοποιητικά, εξήρε, μιλώντας στο Newsmax, τον επικεφαλής της κυβέρνησης της Βεγγάζης, στρατηγό Χαφτάρ, λέγοντας πως, «παρά τις συγκρούσεις», πιστεύει «στην επιθυμία του να δει τη Λιβύη ενωμένη».
«Αγκάθια»
Παρόλα τα διαπιστευτήρια του λίβυου επιστήμονα, υπάρχουν μια σειρά από ζητήματα που θέτουν εν αμφιβόλω την όποια προσπάθεια να ευοδωθεί η περίπτωσή του.
Πρώτον, το καθεστώς Χαφτάρ δεν αυτενεργεί, καθώς η στρατιωτική στήριξη Αιγύπτου και Ρωσίας είναι καθοριστική για την παραμονή του στρατηγού – και των υιών του – στο «τιμόνι» της Ανατολικής Λιβύης. Αυτή η εξάρτηση, στην οποία προστίθεται η Άγκυρα και η δική της απόπειρα να προσεταιριστεί τη Βεγγάζη, περιπλέκει τους σχεδιασμούς των ΗΠΑ για τον Μεγκέγκ, ο οποίος συνιστά άγνωστο παράγοντα για τους προαναφερθέντες δρώντες και τους σχεδιασμούς τους.
Δεύτερον, ακόμη κι αν ο Μεγκέγκ καταφέρει να κερδίσει την εμπιστοσύνη τόσων πολλών παραγόντων, θα έχει να αντιμετωπίσει κρατικές δομές υπό διάλυση και μια κοινωνία πιεστική για άμεσες λύσεις σε οξεία προβλήματα διαβίωσης, μετά από έναν εμφύλιο πόλεμο που σοβεί επί μια 15ετία.
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον θα έχει – ειδικά για την Ελλάδα – η στάση του Μεγκέγκ αναφορικά με το τουρκολιβυκό μνημόνιο, δεδομένου ότι το καθεστώς Χαφτάρ φαίνεται να έχει αποδεχτεί τη συμφωνία, η οποία έχει συναφθεί, το 2019, ανάμεσα σε Τουρκία και Λιβύη και αφορά τον καθορισμό θαλασσίων ζωνών ανάμεσα στις δύο χώρες, που δεν έχουν καν αντικείμενες ακτές. Οι θέσεις του Μεγκέγκ επί του ζητήματος – αν έχει τέτοιες διαμορφωμένες – δεν είναι ακόμη γνωστές.
«Η περίπτωση του Μεγκέγκ από μόνη της δεν πρόκειται να μεταμορφώσει τη Λιβύη. Ωστόσο, σηματοδοτεί μια μετατόπιση των ΗΠΑ, μια διάθεση για μετάβαση, από ευκαιριακές συμμαχίες, σε προσωπικότητες υψηλού κύρους, ικανές να εξασφαλίσουν τη βιωσιμότητα μιας κεντρικής εξουσίας, επαρκούς να αποπνέει σεβασμό στους πολίτες και τη διεθνή κοινότητα». Με αυτά τα λόγια κλείνει το άρθρο του ο Ιμπραχίμ, επισημαίνοντας πως η όποια στήριξη στο πρόσωπο του Μεγκέγκ δε θα είναι ούτε άνευ όρων ούτε αποκλειστική, αλλά αποτελεί περισσότερο μια νέα αρχή για το πώς βλέπουν οι ΗΠΑ την κατάσταση, στη Λιβύη ειδικότερα και τη Βόρεια Αφρική γενικότερα.





