Στον Καναδά μετέβη ο Ουκρανός πρόεδρος Βολοντίμιρ Ζελένσκι με στόχο να ζητήσει από την Ομάδα των Επτά να παράσχουν μεγαλύτερη στήριξη στον πόλεμο κατά της Ρωσίας. Βέβαια η πρόωρη αποχώρηση του Αμερικανού προέδρου Ντόναλντ Τραμπ από τη σύνοδο κορυφής λόγω των εξελίξεων στη Μέση Ανατολή, σε συνδυασμό με την αμερικανική στάση απέναντι στην Ουκρανία γενικότερα, περιορίζει εκ των πραγμάτων την δυναμική των κινήσεων Ζελένσκι.
Ο Καναδάς στηρίζει την Ουκρανία και προωθεί κυρώσεις έναντι της Ρωσίας
Παρά ταύτα ο Καναδός πρωθυπουργός Μαρκ Κάρνεϊ δήλωσε ότι η Οτάβα θα παράσχει 2 δισεκατομμύρια δολάρια Καναδά (1,47 δισεκατομμύρια δολάρια) σε νέα στρατιωτική βοήθεια για το Κίεβο, καθώς και θα επιβάλει νέες οικονομικές κυρώσεις.
Η ρωσική επίθεση κατά τη διάρκεια της νύχτας στο Κίεβο και σε άλλες πόλεις που στοίχισε τη ζωή σε τουλάχιστον 16 ανθρώπους «υπογραμμίζει τη σημασία του να σταθούμε σε απόλυτη αλληλεγγύη με την Ουκρανία», δήλωσε ο Κάρνεϊ.
Ο Κάρνεϊ στις δηλώσεις του υποστήριξε πως όταν οι ηγέτες της G7 συναντήθηκαν για δείπνο τη Δευτέρα πριν από την αναχώρηση του Τραμπ, υπογράμμισαν τη σημασία της χρήσης «μέγιστης πίεσης κατά της Ρωσίας» για να την αναγκάσουν να ξεκινήσει σοβαρές ειρηνευτικές συνομιλίες. Από την πλευρά του ο πρόεδρος της Ουκρανίας ανέφερε: πως: «Είμαστε έτοιμοι για τις ειρηνευτικές διαπραγματεύσεις, την άνευ όρων κατάπαυση του πυρός – νομίζω ότι είναι πολύ σημαντικό. Αλλά γι’ αυτό χρειαζόμαστε πίεση».
Σύμφωνα με το Reuters ο Κάρνεϊ, με την ολοκλήρωση των εργασιών της Συνόδου, σχεδιάζει να εκδώσει ένα κείμενο της προεδρίας (την οποία έχει εκ περιτροπής ο Καναδάς για φέτος) που θα καλεί για αύξηση της πίεσης προς την Ρωσία μέσω κυρώσεων και θα ξεκαθαρίζει ότι η G7 υποστηρίζει τις ειρηνευτικές προσπάθειες υπό την ηγεσία των ΗΠΑ.
Η Ευρωπαϊκή ματιά
Σύμφωνα με το Reuters, τρεις Ευρωπαίοι διπλωμάτες ανέφεραν ότι ο Τραμπ υποστήριξε πως θέλει να αυξήσει την πίεση προς τον Πούτιν και ότι θα εξετάσει ένα σχετικό νομοσχέδιο της αμερικανικής Γερουσίας που έχει συντάξει ο γερουσιαστής Λίντσεϊ Γκράχαμ. Παρά ταύτα όπως σημείωσαν οι διπλωμάτες, ο πρόεδρος των ΗΠΑ δεν δεσμεύτηκε για κάτι.
Από την πλευρά της η πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν σχολιάζοντας τις συζητήσεις στην G7, ανέφερε: «Συζητήσαμε επίσης χθες το βράδυ, τις κυρώσεις για να ασκήσουμε μεγαλύτερη πίεση στον Πούτιν, ούτως ώστε να προσέλθει στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων με σοβαρή πρόθεση να προχωρήσει προς μια δίκαιη και διαρκή ειρήνη»,.
Η ίδια πρόσθεσε ότι δεδομένης της ανόδου των τιμών του πετρελαίου δεν υπάρχει καμία βιασύνη για περαιτέρω μείωση του ανώτατου ορίου στις τιμές του ρωσικού πετρελαίου. Οι χώρες της G7 και η ΕΕ, με στόχο τον περιορισμό των εσόδων της Μόσχας από το πετρέλαιο, επέβαλαν ανώτατο όριο 60 δολαρίων στο ρωσικό πετρέλαιο το 2022, υποχρεώνοντας τις δυτικές ναυτιλιακές και ασφαλιστικές να μην κάνουν αγορές άνω του ανώτατου ορίου.
Το παιχνίδι Τραμπ με τις δηλώσεις και η Μόσχα
Εκτός από τη δήλωση της προεδρίας της Ομάδας για τη Ρωσία, οι ηγέτες της G7 είχαν έτοιμα διάφορα προσχέδια δηλώσεων τα οποία είδε το Reuters. Αυτά, μεταξύ άλλων αφορούσαν στη μετανάστευση, στην τεχνητή νοημοσύνη και στα κρίσιμα ορυκτά. Όλα τα μέλη της G7, συμπεριλαμβανομένων των Ηνωμένων Πολιτειών, έχουν συμφωνήσει σε έξι δηλώσεις των ηγετών, σύμφωνα με δύο πηγές.
Σημειώνεται ότι ο Τραμπ πριν αποχωρήσει από την Σύνοδο, είχε τελικά συμφωνήσει στην δήλωση σχετικά με την επίλυση της σύγκρουσης Ισραήλ – Ιράν. Η δήλωση ανέφερε ότι το Ιράν είναι η κύρια πηγή περιφερειακής αστάθειας και τρομοκρατίας και ότι το Ισραήλ έχει το δικαίωμα να υπερασπιστεί τον εαυτό του.
Παρά ταύτα, ο Τραμπ υποστήριξε ότι η Ομάδα των Οκτώ έκανε λάθος που απέβαλε τη Ρωσία αφού ο Πούτιν διέταξε την προσάρτηση της Κριμαίας το 2014.
Σχολιάζοντας την δήλωση αυτή, το Κρεμλίνο υποστήριξε ότι ο Τραμπ είχε δίκιο και δήλωσε ότι η G7 δεν είναι πλέον σημαντική για τη Ρωσία και μοιάζει «μάλλον άχρηστη».