Η νέα ταινία του Αλέξη Τσάφα «Οι Κούκλες της Δρέσδης» σηματοδοτεί δύο σημαντικές πρωτιές για την ηθοποιό Αλεξία Μπεζίκη. Είναι η πρώτη ταινία μεγάλου μήκους στην οποία πρωταγωνιστεί και η πρώτη φορά που συνυπογράφει ένα σενάριο για τον κινηματογράφο. Γι’ αυτό και περιμένει, όπως λέει μιλώντας στο Βήμα, με περιέργεια να δει πώς θα εισπράξει το κοινό το καλλιτεχνικό αποτέλεσμα αυτής της προσπάθειας.

«Κατά βάση, η εκπαίδευση και η εμπειρία μου είναι στο θέατρο, όπου υπάρχει άμεση συνομιλία με το κοινό. Έτσι, τώρα είναι πρωτόγνωρο για μένα, ένα χρόνο μετά την ολοκλήρωση των γυρισμάτων, να περιμένω να δω την ανταπόκριση του κοινού. Ωστόσο, αισθάνομαι πολύ τυχερή που είχα αυτή την κινηματογραφική εμπειρία με έναν σκηνοθέτη σαν τον Αλέξη Τσάφα, ο οποίος υπήρξε διακριτικός και πολύ φροντιστικός με εμένα και τη συμπρωταγωνίστρια μου, τη Χριστίνα Σωτηρίου», την ακούω να λέει από την άλλη άκρη της τηλεφωνικής γραμμής.

«Ήταν φοβεροί όλοι οι συνεργάτες, πολύ διακριτικοί», συνεχίζει. Το τονίζει ιδιαίτερα, μιας και στην ταινία το γυμνό σώμα πρωταγωνιστεί, δοξάζεται, γίνεται φιλόξενο πεδίο έκφρασης και συνδιαλέγεται με μερικά από τα πιο επίκαιρα κοινωνικά θέματα.

Στην νέα ταινία του Αλέξη Τσάφα «Οι Κούκλες της Δρέσδης» πρωταγωνιστούν η Αλεξία Μπεζίκη και η Χριστίνα Σωτηρίου.

Η ταινία αφηγείται την ιστορία δύο γυναικών, της Άννας, μιας νεαρής αντισυμβατικής δημοσιογράφου που ζει στη Θεσσαλονίκη, και της γεννημένης στη Δρέσδη Λοφίλια, μιας ζωγράφου που με τον αιρετικό τρόπο ζωής της και την τέχνη της εντυπωσιάζει και προκαλεί. Φαινομενικά εντελώς διαφορετικές μεταξύ τους, η Άννα και η Λοφίλια συναντιούνται τυχαία και ανάμεσά τους αναπτύσσεται μια βαθιά ερωτική σχέση. Μοιράζονται την κοινή ανάγκη να είναι οι εαυτές τους, να υπάρχουν ελεύθερα μακριά από καθωσπρεπισμούς και ο μεταξύ τους δεσμός αποκτά την προοπτική για την δημιουργία οικογένειας. Δυστυχώς, όμως, όλα αυτά διακόπτονται από τον αιφνίδιο θάνατο της Λοφίλια.

Η βασική πρώτη ιδέα για την κοινή ιστορία αυτών των δύο γυναικών ήταν της Αλεξίας Μπεζίκη, η οποία γνωρίζει καλά τις διακρίσεις και τους περιορισμούς που υφίστανται τα ομόφυλα ζευγάρια, και γεννήθηκε πριν μερικά χρόνια. Εκείνη την περίοδο έπαιζε σε μια παράσταση την οποία σκηνοθετούσε ο Αλέξης Τσάφας. Εκείνος δούλευε ήδη πάνω σε κάτι που αφορούσε στον γερμανικό εξπρεσιονισμό, όταν εκείνη μοιράστηκε μαζί του την ιδέα της.

«Αρχίσαμε να παντρεύουμε την ιστορία και τους χαρακτήρες που είχα εγώ ως αφετηρία με το καλλιτεχνικό αυτό ρεύμα σε ένα σενάριο. Ιδιαίτερα στον χαρακτήρα της Λοφίλια, την οποία υποδύομαι, ενσωματώθηκαν πολλά στοιχεία, έγιναν κομμάτι του χαρακτήρα και της ιστορίας της. Ο εξπρεσιονισμός και οι πορσελάνινες κούκλες της Δρέσδης ενέπνευσαν την τέχνη της», λέει η ίδια.

Μπορεί το όχημα στην εν λόγω ιστορία να είναι ένα ομόφυλο ζευγάρι, όμως στην ταινία θίγονται ζητήματα που αφορούν όλους τους ανθρώπους.

Ολόκληρη η ταινία είναι βαθιά εμπνευσμένη από όλα εκείνα που πρέσβευε το κίνημα του εξπρεσιονισμού μέσα από τις τέχνες και ιδιαίτερα την ζωγραφική: την εναντίωση στο κατεστημένο, την απελευθέρωση από τον καθωσπρεπισμό και την κοινωνική απολυτότητα σε σχέση με το τι μπορεί καθένας να κάνει και πώς μπορεί να είναι, και – κυρίως – την αυτοδιάθεση του σώματος. «Όλα αυτά υπήρχαν στον εξπρεσιονισμό σαν αιτήματα και ήταν θέματα που μας αφορούσαν πολύ με τον Αλέξη», τονίζει η Αλεξία Μπεζίκη.

«Παλεύουμε ακόμα για τα ίδια πράγματα που πάλευαν και οι εξπρεσιονιστές της Δρέσδης. Απλώς οι φωνές έχουν γίνει πιο ηχηρές».

«Βλέπαμε μια ξεκάθαρη σύνδεση με το τώρα» συνεχίζει. «Στις μέρες μας τα φαντάσματα των ακραίων συντηρητικών αντιλήψεων όσον αφορά την αυτοδιάθεση του σώματος και τη σεξουαλική έκφραση επανέρχονται ανησυχητικά και φέρνουν ξανά στο προσκήνιο τα αιτήματα των εξπρεσιονιστών της Δρέσδης. Ακόμα παλεύουμε για τα ίδια πράγματα. Απλώς οι φωνές έχουν γίνει πιο ηχηρές. Και έχουν γίνει πιο ηχηρές ένθεν και ένθεν· και από αυτούς που δίνουν τις μάχες και από αυτούς που τις πνίγουν», συμπληρώνει.

Μπορεί το όχημα για να εκφραστούν όλα αυτά στην εν λόγω ιστορία να είναι ένα ομόφυλο ζευγάρι, όμως θίγονται και ζητήματα μέσα στην ταινία που, όπως επισημαίνει, αφορούν όλους τους ανθρώπους. Όπως για παράδειγμα, η επικοινωνία δύο ανθρώπων – όποιων δύο – που συναντιούνται, ερωτεύονται και πορεύονται μαζί.

«Η συνάντηση δύο ανθρώπων και η πάλη για το “τίνος το οχυρό θα πέσει πρώτο” δεν έχει να κάνει με το φύλο. Είναι πάνω και πέρα από αυτό».

«Η πρωταγωνίστρια σχέση της ταινίας είναι μια σχέση που, για εμένα, θα μπορούσε να γεννηθεί κάλλιστα και ανάμεσα σε έναν άντρα και μια γυναίκα», επισημαίνει η ηθοποιός και συνεχίζει, «γιατί η συνάντηση δύο ανθρώπων και η πάλη για το “τίνος το οχυρό θα πέσει πρώτο” δεν έχει να κάνει με το φύλο. Είναι πάνω και πέρα από αυτό». Και όντως, αν ως θεατής δεν μείνει κανείς στην επιφάνεια, θα δει απλώς δύο ανθρώπους που, πότε κατά μόνας και πότε μαζί, προσπαθούν να ανακαλύψουν τους βαθύτερους εαυτούς τους, να απαλλαχθούν από φορετά κοινωνικά ταμπού και προκαταλήψεις, και να ζήσουν ακριβώς έτσι όπως θέλουν να ζήσουν.

Ο γερμανικός εξπρεσιονισμός και οι πορσελάνινες κούκλες της Δρέσδης ενέπνευσαν την τέχνη της Λοφίλια, του χαρακτήρα που υποδύεται η Αλεξία Μπεζίκη.

Όπως ο έρωτας, πάνω και πέρα από το φύλο, αλλά και κάθε άλλο μηχανισμό κοινωνικής κατηγοριοποίησης και ταυτότητας, είναι και ο θάνατος. Με τον αναπάντεχο θάνατο της μίας εκ των δύο πρωταγωνιστριών, αναδύεται στην επιφάνεια το επίσης μεγάλο ζήτημα της διαχείρισης του ανθρώπινου σώματος μετά θάνατον. Από πεδίο καλλιτεχνικής έκφρασης, το σώμα της Λοφίλια, που φέρει στα κύτταρά του τις αναζητήσεις του εξπρεσιονισμού, γίνεται πεδίο σύγκρουσης.

Όσο η Αλεξία Μπεζίκη και ο Αλέξης Τσάφας έγραφαν το σενάριο, δίνονταν μάχες – αντίστοιχου βεληνεκούς με εκείνης για την νομοθέτηση της ισότητας στον γάμο λίαν προσφάτως – για την έγκριση του πρώτου αποτεφρωτηρίου στην Ελλάδα. «Τίποτα από όλα αυτά για τα οποία μιλά η ταινία – ο γάμος ομόφυλων ζευγαριών και η τεκνοθεσία, η καύση των νεκρών – δεν επιτρέπονταν στην Ελλάδα όταν αποτυπώναμε στο χαρτί την πρώτη εκδοχή αυτής της ιστορίας. Στην πορεία, εγκρίθηκε και έγινε το αποτεφρωτήριο στη Ριτσώνα. Μέχρι τότε η ταφή αποτελούσε τη μόνη αποδεκτή πρακτική», λέει η Αλεξία Μπεζίκη.

Το εάν η αυτοδιάθεση του σώματος εκτείνεται και στον θάνατο ή όχι, διχάζει ακόμα. Η ίδια όμως θεωρεί ότι θα πρέπει να σεβόμαστε οποιαδήποτε τελετή ή διαδικασία επιλέγει κανείς, είτε αυτή υπακούει σε κάποια θρησκευτική αλληλουχία πραγμάτων είτε όχι. «Όλες οι πρακτικές, ό,τι κι αν είναι αυτές, μαρτυρούν την ανάγκη μας να είμαστε συνοδοιπόροι· είναι τελετουργίες πολύ χρήσιμες για τον άνθρωπο. Γι’ αυτό και υπάρχουν απαρχής σε όλες τις θρησκείες και τους πολιτισμούς. Το πώς καλωσορίζουμε και πώς αποχαιρετούμε έναν άνθρωπο είναι κάτι που έχει προβληματίσει την ανθρωπότητα χιλιάδες χρόνια».

Στην ταινία το γυμνό σώμα πρωταγωνιστεί, δοξάζεται, γίνεται φιλόξενο πεδίο έκφρασης.

Λίγους μήνες πριν βγει στους κινηματογράφους, η ταινία έκανε παγκόσμια πρεμιέρα στο 64ο Φεστιβάλ Κινηματογράφου της Θεσσαλονίκης και συνέπεσε με την έναρξη των συζητήσεων για τον γάμο των ομόφυλων ζευγαριών. «Ήταν μεγάλη σύμπτωση και τύχη γιατί αυτός είναι και ένας από τους θεματικούς άξονες της ταινίας. Αν και, για μένα, δεν είναι ο κύριος. Όμως, όντως, το θέμα απασχόλησε πολύ και στο φεστιβάλ. Άνοιξαν πολλές συζητήσεις και, μετά την προβολή της ταινίας μας, αρκετά άτομα μας προσέγγισαν και μας ευχαρίστησαν για την εκπροσώπηση. Αυτό ήταν πολύ όμορφο και ενθαρρυντικό» λέει η ηθοποιός λίγο πριν ολοκληρώσουμε τη συνομιλία μας.

Σήμερα, έχοντας επισφραγίσει την σχέση της με την σύντροφο της, με την οποία πρόσφατα απέκτησαν και το πρώτο τους παιδί, η Αλεξία Μπεζίκη βλέπει τον κόσμο να προχωρά μπροστά «ένα βηματάκι τη φορά», όπως λέει, και παίρνει θάρρος και δύναμη. Άλλωστε, έχουμε ακόμα δρόμο να διανύσουμε και μάχες να δώσουμε.

Η ταινία «Οι Κούκλες της Δρέσδης» (Dolls of Dresden) προβάλλεται στις αίθουσες από τις 28/03.