Αδίκως παραπονιόμαστε ότι δεν έχουμε λεφτά εμείς οι millennials και ο Zoomers, αφού από ό,τι φαίνεται, είναι θέμα χρόνου να γίνουμε η πιο πλούσια γενιά στην ιστορία. Αυτό, τουλάχιστον, υποστηρίζει μια νέα μελέτη της κτηματομεσιτικής εταιρείας Knight Frank, σύμφωνα με την οποία, μέσα στα επόμενα 20 χρόνια θα σημειωθεί μια δίχως προηγούμενο μεταφορά περιουσιακών στοιχείων από μεγαλύτερες γενιές σε άτομα γεννημένα από το 1981 μέχρι το 2000. Κοινώς, οι σημερινοί νέοι θα κληρονομήσουν τις περιουσίες των γονέων και των παππούδων τους κι όλα θα πάνε καλά. Μόνο στις ΗΠΑ, περιουσιακά στοιχεία 90 τρισεκατομμυρίων δολαρίων θα μετακινηθούν μεταξύ των γενεών. Άρα, τα λύσαμε τα προβλήματά μας; Προφανώς κι όχι.

Η αξία των περιουσιακών στοιχείων που θα συγκεντρωθούν, εξαρτάται φυσικά από την οικονομική ευχέρεια των γονιών τους. Έτσι, η ταξική ανισότητα προβλέπεται να γιγαντωθεί, αφού ο καθοριστικός παράγοντας της επιτυχίας των millennials θα είναι, περισσότερο από ποτέ, το οικονομικό υπόβαθρο της οικογένειάς τους. 

Το παραπάνω συμπέρασμα μπορεί να φαίνεται προφανές για τους περισσότερους: άτομα με πλούσιους γονείς, θα συσσωρεύουν περισσότερο πλούτο κι, ως εκ τούτου, θα γίνονται όλο και πιο εύποροι κι επιτυχημένοι. Αλί στους υπόλοιπους. Όμως, το ότι είναι προφανές, δε σημαίνει ότι είναι αμελητέο. Το αφήγημα του καπιταλισμού βασιζόταν στην ιδέα ότι με σκληρή δουλειά και αρκετό ταλέντο, ο καθένας μπορεί να πετύχει. Κι ας κερδίσει ο άριστος! Ζήτω η αξιοκρατία! Όμως, με τα τωρινά δεδομένα, η ιδέα αυτή καταρρέει μπροστά στα μάτια μας. 

«Οι νέοι πιστεύουν ότι η επιτυχία είναι έξω από τον έλεγχό τους»

Αν οι baby-boomers (γεννημένοι το 1946 με 1964), επέλεγαν ένα επάγγελμα με άμεση επαγγελματική αποκατάσταση, αφιερώνονταν στις σπουδές τους, μάθαιναν 2-3 ξένες γλώσσες κι έκαναν αποταμίευση, θα περίμεναν να ανελιχθούν οικονομικά σε σχέση με τους συνομηλίκους τους. Σήμερα, όμως, ο δρόμος προς την οικονομική επιτυχία δεν είναι στρωμένος με σαφείς κανόνες. Τα πάντα είναι πιο αυθαίρετα. Ένας millennial θα μπορούσε να ακολουθήσει όλα τα παραπάνω βήματα και, παρόλα αυτά, να μην καταφέρει να φτάσει τους συνομηλίκους του, που απλώς έτυχε να γεννηθούν σε μια πιο εύπορη οικογένεια, έχοντας έτσι ένα σοβαρό οικονομικό προβάδισμα. Δεν πάει να κάνει οικονομία, να κόψει τους καφέδες απ’ έξω και να ψωνίζει στη λαϊκή μόνο τις τελευταίες ώρες λίγο πριν το κλείσιμο; Λίγη σημασία έχει…

Από το χάσμα γενεών στο χάσμα των ανισοτήτων

Για να επιστρέψουμε στα ευρήματα της Knight Frank, μετά την πρώτη τους έρευνα κυκλοφόρησαν άλλη μια συμπληρωματική στην οποία τονίζουν ότι όσοι είναι ήδη «εύποροι» θα γίνουν ακόμα πιο εύποροι, με αποτέλεσμα στο άμεσο μέλλον να γίνουν μέρος της «πλουσιότερης γενιάς στην ιστορία». Αυτή η μαζική μεταφορά πλούτου, προβλέπεται να επιδεινώσει την οικονομική ανισότητα παγκοσμίως. «Υπάρχει μια τεράστια διχοτόμηση: το 71% του πλανήτη ζει σε μια χώρα όπου η ανισότητα αυξάνεται», αναφέρει η έκθεση. 

Οι περιβαλλοντικές επιπτώσεις της άνισης κατανομής του πλούτου επισημάνθηκαν επίσης σε πρόσφατη έκθεση της Oxfam, η οποία διαπίστωσε ότι το «πλουσιότερο 1% του παγκόσμιου πληθυσμού» ευθύνεται για την ίδια ποσότητα ατμοσφαιρικής ρύπανσης με τα πέντε δισεκατομμύρια ανθρώπων που αποτελούν το φτωχότερο 66% του παγκόσμιου πληθυσμού. Πιο απλά, το 1% των πλουσιότερων ανθρώπων της γης -αυτό που λέμε παγκόσμια ελίτ- παράγει τόσους ρύπους όσο όλοι οι άποροι πάνω στη γη. Η ανισορροπία αυτή θα είναι άλλο ένα «βαρίδι» το οποίο θα πρέπει να αντιμετωπίσει η νέα γενιά. 

Όσον αφορά την οικονομική επιτυχία, αυξάνονται οι ενδείξεις ότι οι νεότερες γενιές αναπτύσσουν μια ριζικά διαφορετική νοοτροπία από αυτή των προγόνων τους. Αυτή η μεταστροφή γίνεται φανερή, μεταξύ άλλων, μέσα από τα ευρήματα μιας  βρετανικής έρευνας του 2022 από τον οικονομολόγο Ben Ansell, η οποία ανέλυε τη δικαιοσύνη και την κοινωνικο-οικονομική κινητικότητα της χώρας. Σύμφωνα με αυτήν την έρευνα, οι νέοι πιστεύουν πολύ λιγότερο (σε σχέση με τους μεγαλύτερους) ότι η οικονομική επιτυχία εξαρτάται από την ατομική προσπάθεια – η πλειοψηφία πιστεύει ότι οφείλεται περισσότερο σε εξωτερικούς παράγοντες. 

Δεν νομίζω ότι σοκάρεται κανείς στην ιδέα ότι η γενιά που ζει ακόμα στο πατρικό της για οικονομία ή που δίνει το μισό της μισθό σε ενοίκιο, δεν είναι και πολύ ελπιδοφόρα για το μέλλον. Λιγότερο από το 1/3 των κάτω των 30 ετών θεωρούν ότι θα ήταν καλή ευκαιρία να αγοράσουν σπίτι. Από την άλλη, λίγο λιγότερο από τα 2/3 των άνω των 70 πιστεύουν ότι είχαν αυτή την ευκαιρία. «Οι παλιοί πιστεύουν ότι τα κατάφεραν μόνοι τους (ή τουλάχιστον ότι αυτό θα έπρεπε να κάνουν όλοι),» γράφει ο Ansell για να συμπληρώσει: «Οι νέοι πιστεύουν ότι η επιτυχία είναι έξω από τον έλεγχό τους».

Όχι, δε χρειάζεται να βρούμε ποιος έχει δίκιο και ποιος υπερβάλλει. Για την ακρίβεια, και οι δύο γενιές έχουν δίκιο. Οι Boomers σίγουρα επωφελήθηκαν από μια πιο αξιοκρατική κοινωνία (και ίσως κι από κάποια οικονομική τύχη). Πράγματι, όσοι εξασκούσαν τις κλίσεις και τα ταλέντα τους, μορφώνονταν κι εργάζονταν σκληρά, θα μπορούσαν να γευτούν τους καρπούς των κόπων τους. Δε θα γίνονταν μεγιστάνες, αλλά θα μπορούσαν να αγοράσουν ένα σπίτι (ίσως κι ένα εξοχικό), αφήνοντας κάτι στα παιδιά τους. Επομένως, η επιτυχία τους επηρεάστηκε άμεσα από την ατομική τους προσπάθεια και τα επιτεύγματά τους. Το ίδιο, δυστυχώς, δεν ισχύει για τους millennials και την Gen Z. Ας πάρουμε, για παράδειγμα, την αγορά ακινήτου. Το 1981 ο μέσος άνθρωπος αγόραζε σπίτι στα 31 του, ενώ το 2023 η ηλικία του μέσου αγοραστή αυξήθηκε στα 49 έτη! Φυσικά, τα παραπάνω αναφέρονται στον μέσο πολίτη, αφού για έναν μετανάστη πρώτης γενιάς ή κάποιον που προέρχεται από εργατικό υπόβαθρο, είναι λογικό πως η αγορά ακινήτου φαντάζει ακόμη μεγαλύτερος άθλος. 

Ένα «παιχνίδι» με στημένους κανόνες

Οι κοινωνικές συνέπειες των παραπάνω έχουν αρχίσει ήδη να γίνονται εμφανείς. Πώς μπορεί να παραμείνει κάποιος αισιόδοξος, όταν νιώθει πως το παιχνίδι έχει στηθεί εναντίον του; Πώς μπορεί να διατηρήσει την όρεξη και την ψυχική του υγεία σε μια οικονομία που όλο και βουλιάζει; Αυτό θα μπορούσε να εξηγήσει εν μέρει γιατί οι Millennials και οι Gen Z πάσχουν συχνότερα από κατάθλιψη και άγχος σε σχέση με τους γονείς τους. Η έρευνα «Millennial & Gen Z» της Deloitte το 2021 έδειξε ότι οι τρεις σημαντικότερες ανησυχίες για τους Έλληνες millennials είναι η ανεργία (35%), η οικονομική ανάπτυξη (30%) και οι απειλές για την υγεία (27%), ενώ για την Gen Z η ανεργία (42%), η οικονομική ανάπτυξη (29%) και οι επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής. Μάλιστα η πανδημία αύξησε σημαντικά τα επίπεδα στρες και άγχους γύρω από τα οικονομικά, την οικογενειακή ευημερία και τις προοπτικές εργασίας για όλους, επηρεάζοντας πολλές φορές και την εργασιακή τους απόδοση. Tο 61% των millennials στην  Ελλάδα και το 76% των Gen Z δηλώνουν ότι οι επαγγελματικές προοπτικές τούς δημιουργούν μεγάλο άγχος και στρες.

«Το αφήγημα που θέλει τη σκληρή δουλειά να ανταμείβεται δεν πείθει την πλειοψηφία της νεολαίας».

Οι millennials (54%) και η Gen Z (23%) αισθάνονται άγχος στη δουλειά τους καθ’ όλη τη διάρκεια του ωραρίου ή τις περισσότερες ώρες, ενώ όσον αφορά τις οικονομικές τους ανησυχίες, φαίνεται ότι αυτές απασχολούν όλο και περισσότερο τους νέους – το ίδιο ισχύει και για την ανισότητα στην κατανομή του πλούτου. Μάλιστα οι περισσότεροι millennials (86%) και το 75% των Gen Z που ρωτήθηκαν πιστεύουν ότι ο πλούτος και το εισόδημα κατανέμονται άνισα σε ολόκληρη την κοινωνία.

Με λίγα λόγια, το αφήγημα που θέλει τη σκληρή δουλειά να ανταμείβεται δεν πείθει την πλειοψηφία της νεολαίας. Ακούμε συχνά ότι «η ζωή δεν είναι δίκαιη», όμως καλώς ή κακώς η κοινωνία βασίζεται στην ιδέα κάποιας νομοτελειακής δικαιοσύνης. Πάνω σε αυτήν την πίστη στο δίκαιο χτίστηκαν όλες οι σύγχρονες κοινωνίες. Σε έναν κόσμο όπου οι νέοι νιώθουν κάθε μέρα όλο και πιο «γυμνοί» απέναντι στις αδικίες, είναι λογικό ο πεσιμισμός να «φοριέται» περισσότερο.