Λίγο πριν από τη μετάδοση από το Mega, το Σάββατο 28 Μαΐου, στις 22.00, του μεγάλου τελικού του UEFA Champions League όπου η Λίβερπουλ θα αντιμετωπίσει τη Ρεάλ Μαδρίτης, ο παλαίμαχος ποδοσφαιριστής και πρώτος Ελληνας που έπαιξε στον τελικό της κορυφαίας διασυλλογικής διοργάνωσης Ακης Ζήκος μιλάει στο «Βήμα» για την εφετινή διοργάνωση και τη συμμετοχή του στις ειδικές εκπομπές του Mega, ενώ θυμάται τον τελικό του 2004.

Είμαστε μια ανάσα πριν τον τελικό του UEFA Champions League. Πώς κύλησε η εφετινή διοργάνωση; Ηταν αναμενόμενο το ζευγάρι του τελικού;

«Δύσκολα καταλήγουμε σε αυτό το συμπέρασμα. Εκ των υστέρων μπορούμε να πούμε ότι είναι ένα ζευγάρι για τελικό, όμως η χρονιά δεν κύλησε ακριβώς έτσι. Εφέτος, υπήρχαν ομάδες που έπαιξαν καλό ποδόσφαιρο στις φάσεις των ομίλων αλλά δεν τα κατάφεραν, παραδείγματος χάριν ο Αγιαξ που με εντυπωσίασε αλλά τελικά αποκλείστηκε πρώτος στα προημιτελικά. Συνήθως οι ομάδες που φτάνουν στον τελικό είναι αυτές που «φορτσάρουν» τους τελευταίους μήνες και η Ρεάλ έκανε την υπέρβαση, θα έλεγα. Στην πορεία προς τον τελικό κατάφερε να κερδίσει τρεις προκρίσεις παίζοντας 20 λεπτά ποδόσφαιρο στο τέλος, και μάλιστα τυχερό, φάνηκε ότι ήταν ικανή να φτάσει στον τελικό. Η Λίβερπουλ, από την αρχή της χρονιάς, είχε μια σταθερότητα και μια δυναμική που έδειχνε να είναι ανίκητη στον αγωνιστικό χώρο. Ηταν η ομάδα που έδειχνε ότι όσα γκολ και αν φάει είναι ικανή να βάλει περισσότερα. Οπότε μπορούμε να πούμε ότι είναι ένα ζευγάρι τελικού, καλό ζευγάρι για εμένα γιατί δεν θα ήθελα έναν αγγλικό τελικό, που παραλίγο να γίνει. Πιστεύω ότι θα είναι ένας ωραίος τελικός».

Υπάρχει φαβορί;

«Και οι δύο φανέλες είναι ιστορικότατες, με μεγάλο και ειδικό βάρος και εκεί νομίζω δεν μπορείς να πεις ότι υπάρχει φαβορί. Το κομμάτι το οποίο παραδόξως η Ρεάλ αντιμετώπισε αντιστρόφως ανάλογα είναι ο μέσος όρος ηλικίας των παικτών. Είναι μια ομάδα «γερασμένη», ο μέσος όρος ηλικίας είναι 30+, και θα περίμενε κανείς ότι αυτό θα αποτυπωνόταν στα τελευταία λεπτά κάθε παιχνιδιού. Παραδόξως όμως ήταν η ομάδα που τότε φόρτσαρε και έπαιρνε τη νίκη. Η Λίβερπουλ είναι μια «νεανική» ομάδα, με πολύ γρήγορους και ποιοτικούς παίκτες και γρήγορες εναλλαγές της μπάλας. Για εμένα αυτή τη στιγμή δεν υπάρχει φαβορί».

Είστε ο πρώτος έλληνας ποδοσφαιριστής που συμμετείχε σε τελικό Champions League, το 2004 με τη Μονακό. Μιλήστε μας για αυτή σας την εμπειρία. Τι θυμάστε πιο έντονα από εκείνο τον αγώνα;

«Αυτό που θυμάμαι πιο έντονα είναι ότι δεν ήθελα να τελειώσει το παιχνίδι και δυστυχώς τελείωσε γρήγορα. Αυτό το παιχνίδι ήταν για εμένα ό,τι καλύτερο έχω ζήσει στην ποδοσφαιρική μου καριέρα, παρόλο που χάσαμε. Εζησα μοναδικές στιγμές με τους 250 Ελληνες που βρέθηκαν στο γήπεδο, ήταν πολύ σημαντικό γιατί είχα τη δική μου κερκίδα. Μου έκανε επίσης τρομερή εντύπωση πόσοι δημοσιογράφοι ξαφνικά εμφανίστηκαν σε μια προπόνηση. Δεν είχα ξαναδεί τόσους στη ζωή μου. Φανταστείτε ότι αυτή ήταν η πρώτη μου συμμετοχή σε Champions League και μάλιστα έφτασα στον τελικό, οπότε για εμένα όλα αυτά ήταν πρωτόγνωρα. Ειδικά ο τελικός και κυρίως το κύρος και η δυναμική που έχει αυτή η διοργάνωση ήταν για εμένα εντυπωσιακά. Για εμάς, την ομάδα της Μονακό, ήταν λαχείο που φτάσαμε στον τελικό. Είχαμε μια άγνοια κινδύνου σε όλα τα παιχνίδια. Ενώ ήμασταν μια καλή και ποιοτική ομάδα παίζαμε απλά για να χαρούμε το παιχνίδι και ό,τι ήθελε προκύψει. Δεν πιστεύαμε ότι θα κερδίσουμε τη Ρεάλ και την Τσέλσι! Τελικά αυτή η άγνοια κινδύνου μάς οδήγησε στον τελικό, παρόλο που χάσαμε από την Πόρτο».

Ποια είναι η μεγαλύτερη διάκριση για έναν ποδοσφαιριστή;

«Μεγαλύτερη διάκριση είναι όταν σταματάς το ποδόσφαιρο και τα φώτα σβήνουν να έχεις μείνει ψηλά στη μνήμη του κόσμου. Oταν βλέπεις και εισπράττεις τον σεβασμό και την εκτίμηση του κόσμου. Τότε ξέρεις ότι κάτι έκανες καλά. Τώρα, αγωνιστικά η μεγαλύτερη διάκριση είναι η κατάκτηση ενός ευρωπαϊκού τροπαίου, πόσο μάλλον αν είναι το Champions League».

Στον εφετινό τελικό συμμετέχει ο Κώστας Τσιμίκας με τη Λίβερπουλ. Ποια είναι τα συναισθήματά σας που ένας ακόμα Ελληνας θα έχει παρουσία στον τελικό της κορυφαίας διασυλλογικής διοργάνωσης;

«Είμαι πάρα πολύ χαρούμενος για τον Κώστα και ως ποδοσφαιριστή αλλά και που θα είναι το δεύτερο ελληνόπουλο που θα παίξει σε τελικό Champions League. Περίμενα πολύ καιρό να γίνει αυτό και πραγματικά θέλω να το κερδίσει ένας Ελληνας. Νομίζω ότι ο Τσιμίκας είναι πάρα πολύ κοντά, περισσότερο από τον καθένα μας που έχει φτάσει σε ευρωπαϊκούς τελικούς, να πάρει το τρόπαιο».

Πόσο σημαντικό είναι το γεγονός ότι το μεγαλύτερο αθλητικό γεγονός της σεζόν έχει ελεύθερη μετάδοση και φτάνει στα σπίτια όλων των φιλάθλων, ειδικά μέσα από τη συχνότητα του MEGA, που έχει μια προϊστορία με τη διοργάνωση;

«Η αλήθεια είναι ότι μεγάλωσα με το Champions League στο MEGA και ως οπαδός και ως αθλητής αλλά και τώρα που συμμετέχω στην ειδική εκπομπή για τη διοργάνωση. Υπάρχει δέσιμο με το κανάλι. Είναι πολύ σημαντικό να υπάρχει ελεύθερη μετάδοση γιατί δυστυχώς δεν είναι σε θέση όλοι οι φίλαθλοι να έχουν συνδρομητική τηλεόραση, οπότε τους δίνεται η ευκαιρία να παρακολουθήσουν από το σπίτι τον τελικό».

Πολλοί είναι πλέον οι πρώην ποδοσφαιριστές που αναλαμβάνουν πόστο σε εκπομπές για να σχολιάζουν την αθλητική επικαιρότητα. Τι προσδίδει αυτού του είδους η ανάλυση, δεδομένης της δικής σας συμμετοχής στις εκπομπές του MEGA για το Champions League;

«Νομίζω ότι είναι απαραίτητη η συμμετοχή κάποιου ο οποίος έχει παίξει, έχει περάσει από τον χώρο, γνωρίζει τα μυστικά και μπορεί να δώσει το κάτι παραπάνω στο ποδοσφαιρικό κομμάτι. Ειδικά όταν είσαι σε ένα υψηλό επίπεδο, που ο κόσμος θέλει να ακούσει το κάτι παραπάνω εκτός από το στατιστικό που θα πει ο δημοσιογράφος, το σχόλιό του ή τη μετάδοση. Είναι διαφορετική η οπτική ενός αθλητή που το έχει ζήσει από μέσα».

Εσείς είστε πιο προσεκτικός με όσα λέτε μπροστά τις κάμερες, σε σχέση με τα σχόλια που θα κάνατε με την παρέα σας;

«Οχι, δεν σκέφτομαι διαφορετικά, ούτε προσπαθώ να κρύψω κάτι ή να το πω με άλλον τρόπο. Αυτό που παίζει πολύ μεγάλο ρόλο είναι το live. Στις πρώτες εκπομπές θες να βρεις λίγο τα πατήματά σου, να αρθρώνεις σωστά τον λόγο, να μην κάνεις σαρδάμ, αυτό είναι το μόνο μου πρόβλημα. Τώρα για το πώς θα εκφραστώ και το τι θα πω νομίζω ότι όχι, δεν με επηρεάζουν οι κάμερες. Ισα-ίσα προσπαθώ να το κάνω λίγο πιο ανάλαφρα στον αέρα. Εχουμε αναπτύξει μια πιο φιλική σχέση με τον Αντώνη Κατσαρό και τον Αντώνη Καρπετόπουλο, που συνήθως ήμασταν μαζί όλη αυτή τη χρονιά. Νομίζω ότι το κάναμε καλά και βγήκε και ωραία προς τα έξω».

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ ΒΗΜΑ