Οι αρκούδες του Μπούχενβαλντ, η αγάπη του Ρούντολφ Ες για τα άλογα, οι οικόσιτοι χοίροι των νοικοκυριών της χώρας – απόδειξη της πολιτισµικής υπεροχής των Βορείων έναντι των Εβραίων -,
οι γερµανικοί ποιµενικοί του Χίτλερ και η θρυλούµενη αγάπη του για τα σκυλιά, άσχετα αν έσπευσε να δοκιµάσει στον πιο πιστό τετράποδο φίλο του την αµπούλα από υδροκυάνιο που θα σκότωνε εκείνον και την Εύα Μπράουν. Στο βιβλίο «Ζώα στον Εθνικοσοσιαλισµό» (εκδ. Gutenberg) δεν ξέρεις ποια είναι η πιο παράλογη πτυχή αυτής της παραγνωρισµένης πτυχής της ιστορίας του Γ΄ Ράιχ. Η ύπαρξη του Ζωολογικού Κήπου Μπούχενβαλντ µε τις προαναφερθείσες αρκούδες πίσω από τα σύρµατα του στρατοπέδου συγκέντρωσης να σιτίζονται για την ψυχαγωγία των φρουρών ή της γυναίκας του διοικητή του στρατοπέδου και των παιδιών τους (όπως επίσης ο περιστερώνας της Τρεµπλίνκα); Ή προς τέρψιν του ίδιου του διοικητή, Καρλ Κοχ, ο οποίος για να διασκεδάσει έριχνε κρατουµένους στις αρκούδες για να τους κατασπαράξουν; Η αδυναµία του διοικητή του Αουσβιτς για τα άλογα, το καταφύγιό του τις νύχτες στους στάβλους ανάµεσα στις «αγαπούλες» του όταν «ταραζόταν» από τις καθηµερινές µαζικές δολοφονίες; Τα διφορούµενα συναισθήµατα των εθνικοσοσιαλιστών απέναντι στη γάτα, γιατί στο κάτω-κάτω ήταν ένα «εβραϊκό ζώο», ένας «εχθρός που µετανάστευσε από την Ανατολή»; Τα όρια µεταξύ ανθρώπου και ζώου σε συνεχή διαπραγµάτευση, µε το δεύτερο να κερδίζει συχνά σε ηθικό πλεονέκτηµα. Οπως σηµειώνει πολύ εύλογα ο δηµοσιογράφος και συγγραφέας αυτού του συναρπαστικού βιβλίου, Γιαν Μόνχαουπτ: «Η προστασία των ζώων και τα εγκλήµατα εναντίον της ανθρωπότητας δεν συνιστούσαν καµία αντίφαση, το αντίθετο µάλιστα, αισθάνονταν πως ανήκουν σε µια «ηθική ελίτ»».

Με ποια αφορµή ασχοληθήκατε µε τη συγκεκριµένη, πρωτότυπη θεµατική, τη σχέση ανθρώπου και ζώου στον εθνικοσοσιαλισµό;

«Πρώτα απ’ όλα, από το προσωπικό µου ενδιαφέρον για την ιστορική σχέση ανάµεσα στους ανθρώπους και τα ζώα. Επίσης, επειδή αυτό το θέµα δεν έχει διερευνηθεί ιδιαίτερα. Δεν υπήρχε ούτε ένα βιβλίο στα γερµανικά που να αφορά αυτή τη φαινοµενικά αποµονωµένη πτυχή του σκοτεινού κεφαλαίου της Ιστορίας µας. Μια ιστορία που γενικά πιστεύαµε ότι είχαµε διερευνήσει σε βάθος. Η έρευνα για τον εθνικοσοσιαλισµό διακατεχόταν ανέκαθεν από φοβίες επειδή εν προκειµένω µια εστίαση στα ζώα θα ήταν σαν να «υποβάθµιζε τα ανθρώπινα θύµατα», όπως έχει ειπωθεί από τον Μίκε Ρόσερ, κάτοχο της µοναδικής έδρας Human Animal Studies στο Κάσελ».

Πόσα γνωρίζατε από όσα γράφετε προτού ξεκινήσετε την έρευνά σας;

«Ηξερα ήδη ότι τα άλογα έπαιξαν σηµαντικό ρόλο στον πόλεµο, ιδίως η ανατολική εκστρατεία δεν θα µπορούσε να υπάρξει δίχως τα εκατοµµύρια των αλόγων, ότι ο Χίτλερ ήταν «εθισµένος» στα σκυλιά και απ’ όλες τις ράτσες τον εντυπωσίαζε ο γερµανικός ποιµενικός – σκυλιά που δεν διαθέτουν ισχυρή θέληση, υπακούν και είναι πειθήνια -, και ότι ο Χέρµαν Γκέρινγκ θαύµαζε τα λιοντάρια και διατηρούσε µάλιστα τα άγρια αυτά ζώα στο σπίτι του µέχρις ότου µεγαλώσουν και γίνουν απειλητικά για την οικογένειά του. Αλλά δεν γνώριζα πολλά για το υπόβαθρο και την ιστορική προέλευση της συµπεριφοράς τους. Το ίδιο συµβαίνει σε πολλούς τοµείς έρευνας που έχουν να κάνουν µε την εποχή των Ναζί: όσο πιο βαθιά σκάβεις, τόσo περισσότερα βρίσκεις».

Ποια από τις άγνωστες µέχρι πρότινος «ανακαλύψεις» σας σάς έκανε µεγαλύτερη εντύπωση;

«Σίγουρα ο Ζωολογικός Κήπος στο Μπούχενβαλντ. Από την έρευνα για το προηγούµενο βιβλίο µου σχετικά µε τον ανταγωνισµό ανάµεσα στους Zωολογικούς Κήπους του Βερολίνου («The Zookeepers’ War: An Incredible True Story from the Cold War») στη διάρκεια του Ψυχρού Πολέµου ήξερα ότι οι Ζωολογικοί Κήποι έπαιζαν σηµαντικό ρόλο στη ναζιστική προπαγάνδα. Αλλά το να µαθαίνεις ότι υπήρχε ένας πραγµατικός ζωολογικός κήπος δίπλα στους φούρνους του Μπούχενβαλντ ήταν µια έκπληξη. Επίσης, η εκτροφή των µεταξοσκωλήκων στα σχολεία για την παραγωγή µεταξιού που ήταν απαραίτητο για την κατασκευή αλεξίπτωτων της Βέρµαχτ. Ηταν και ένας τρόπος για να µάθουν πώς η καλή εκτροφή γίνεται όταν αποµακρυνθούν τα άρρωστα και φιλάσθενα δείγµατα, όπως επίσης ότι υπάρχουν «ωφέλιµα είδη» όπως οι µεταξοσκώληκες και «παράσιτα» όπως το σκαθάρι του Κολοράντο που κατέτρωγε τις πατάτες και έπρεπε να εξοντωθεί. To έµαθα εντελώς τυχαία και ήµουν πολύ «χαρούµενος» για αυτό, αν µπορεί κανείς να χρησιµοποιήσει αυτή τη λέξη όταν αναφέρεται στο συγκεκριµένο ιστορικό πλαίσιο. Δείχνει µε τον πιο έντονο τρόπο πώς κατηχούνταν τα παιδιά προκειµένου να συµπεριληφθούν στη µηχανή του πολέµου».

Στο βιβλίο αναφέρετε ότι ο Χίτλερ, από τον πρώτο κιόλας χρόνο της κυριαρχίας του, ψήφισε έναν νέο νόµο προστασίας των ζώων, ο οποίος εθεωρείτο διεθνώς προοδευτικός και παρέµεινε σε γενικές γραµµές ίδιος από την Οµοσπονδιακή Δηµοκρατία της Γερµανίας µέχρι το 1972, ενώ ο Χέρµαν Γκέρινγκ, ως πρωθυπουργός της Πρωσίας, είχε στηλιτεύσει τα πειράµατα στα ζώα και είχε απειλήσει όσους το έπρατταν µε κλείσιµο σε στρατόπεδο συγκέντρωσης – η πρώτη δηµόσια αναφορά στα κολαστήρια του Γ΄ Ράιχ. Δηλαδή οι Ναζί ήταν «πράσινοι»;

«Οι Ναζί δεν επινόησαν αυτή τη «θετική» µεταχείριση των ζώων. Αρκετοί νόµοι που ψηφίστηκαν από αυτούς είχαν ήδη συνταχθεί από τους προκατόχους τους προτού έρθουν εκείνοι στην εξουσία. Επιπλέον, είχαν καταδιώξει µε ανελέητο τρόπο αριστερές και ειρηνιστικές οµάδες που έκαναν εκστρατείες για την ευηµερία των ζώων. Οµως ο θρύλος των «πράσινων» Ναζί εξακολουθεί να ζει σήµερα».

Ποιο άλλο από τα µυθεύµατα του Γ΄ Ράιχ και την προπαγάνδα του γύρω από τα ζώα επιζεί σήµερα;

«Αυτή η πτυχή θα άξιζε από µόνη της µια ξεχωριστή µελέτη και ένα άλλο βιβλίο. Αυτό που εξακολουθεί να αναπαράγεται σήµερα είναι ο θρύλος ότι το σκαθάρι του Κολοράντο έπεσε στη Γερµανία από τους συµµάχους. Ενα άλλο ζώο που λατρευόταν στο Τρίτο Ράιχ ήταν ο λύκος, καθώς αποτελούσε για εκείνους κοµµάτι της «αρχέγονης τευτονικής άγριας φύσης». Σήµερα έχει αµφίβολη φήµη και συνδέεται µε διάφορες ακροδεξιές οµάδες γιατί ορισµένες από αυτές τον λατρεύουν και τον θεωρούν ένα τοτέµ. Δυστυχώς, ερήµην του, ο λύκος δεν µπορεί να κάνει τίποτα γι’ αυτό».