Στο ποσοστό που θα διαμορφωθεί η ανάπτυξη έως το τέλος του έτους αλλά και στις προοπτικές που υπάρχουν για το 2023 έχει στραμμένο το βλέμμα της η κυβέρνηση, επισημαίνοντας σε κάθε συζήτηση ότι τα μέτρα που ανακοινώθηκαν από τον Πρωθυπουργό δεν θα αλλάξουν, παρά τις φήμες που κυκλοφορούν ότι στον προϋπολογισμό του 2022 θα προστεθούν μέτρα που αποσύρθηκαν τελευταία στιγμή, όπως είναι η απαλλαγή των συνταξιούχων από την εισφορά αλληλεγγύης, για να εφαρμοστούν άλλα που έχουν άμεσο αντίκτυπο στην τσέπη επαγγελματιών και μικρομεσαίων με τη μείωση των ποσών που πρέπει να επιστρέψουν από τις προκαταβολές που έλαβαν.

Κυβερνητικά στελέχη, πάντως, επισημαίνουν ότι εφόσον συνεχιστεί η ανάπτυξη με σημαντικούς ρυθμούς και εξασφαλιστεί ο ανάλογος δημοσιονομικός χώρος τότε μπορεί να γίνουν και άλλες μειώσεις φόρων και εισφορών αλλά από το 2023 και μετά.

Εξαγγελίες και εκλογές

Υπάρχει όμως και ένας παράγοντας που μπορεί να ανατρέψει όλους τους σχεδιασμούς και η κυβέρνηση να χρειαστεί να προχωρήσει σε νέες εξαγγελίες πολύ πιο νωρίς από το τέλος του 2023 και δεν είναι άλλος από τον παράγοντα εκλογές. Αν ο πρωθυπουργός κ. Κυριάκος Μητσοτάκης, που έχει δηλώσει ότι θέλει να εξαντλήσει την τετραετία, αποφασίσει τελικά να πάει τη χώρα σε εκλογές μέσα στο 2023, τότε δεν αποκλείεται προεκλογικά να ανακοινώσει την κατάργηση της εισφοράς αλληλεγγύης τόσο για τους μισθωτούς του δημόσιου τομέα όσο και για τους συνταξιούχους αλλά και για τους επαγγελματίες, τους αγρότες, τους ιδιοκτήτες ακινήτων που εισπράττουν ενοίκια, καθώς και του τέλους επιτηδεύματος.

Πάντως, άτομα που βρίσκονται πολύ κοντά στον κ. Μητσοτάκη σε κατ’ ιδίαν συζητήσεις λένε μεταξύ άλλων ότι ο Πρωθυπουργός δεν ετοιμάζεται για εκλογές και ότι μέσω των μεταρρυθμίσεων που γίνονται στον χώρο της εργασίας, της Παιδείας, της οικονομίας κ.τ.λ. θέλει να μείνει στην Ιστορία ως «ο πρωθυπουργός που άλλαξε τη χώρα».

Ο κατώτατος μισθός

Στο ίδιο κλίμα ο υπουργός Εργασίας Κωστής Χατζηδάκης δήλωσε προχθές ότι η κυβέρνηση θα επανεξετάσει τον Ιούνιο το ζήτημα του κατώτατου μισθού με τα νέα δεδομένα του υψηλού ρυθμού ανάπτυξης της οικονομίας που ανέτρεψαν τις προβλέψεις ακόμα και της ίδιας της κυβέρνησης, υποσχόμενος έτσι εμμέσως πλην σαφώς αυξήσεις του κατώτατου μισθού πέραν του «συμβολικού 2%» που θα ισχύσει από την 1η Ιανουαρίου, από το δεύτερο εξάμηνο του 2022 ή τον Ιανουάριο του 2023.

Κερδοσκοπία

Την ίδια στιγμή, είναι έκδηλη η ανησυχία σε κυβερνητικά στελέχη για το βάθος και τη διάρκεια της ακρίβειας, εκτιμώντας ωστόσο ότι είναι μια «προσωρινή ασυμμετρία» και αν δεν να μπει στη σωστή της διάσταση «μπορεί να εξελιχθεί σε αυτοεκπληρούμενη προφητεία».

Πάντως, μείωση των ειδικών φόρων κατανάλωσης δεν προβλέπεται να συμβεί για να καλυφθεί η ακρίβεια στα καύσιμα, με την τιμή του φυσικού αερίου να έχει σχεδόν διπλασιαστεί μέσα σε έναν χρόνο. Η κυβέρνηση λέει ότι με το αυξημένο επίδομα θέρμανσης που θα δώσει εφέτος θα μετριάσει τις ανατιμήσεις.

Μέσα στο 2022 θα ξεκινήσουν και οι συζητήσεις για αλλαγές στο Σύμφωνο Σταθερότητας για να εφαρμοστούν οι όποιες αποφάσεις εντός του 2023. Από το 2023 η χώρα θα πρέπει να επιστρέψει στα πρωτογενή πλεονάσματα, εκτός και αν ληφθεί απόφαση για νέα παράταση χαλάρωσης των δημοσιονομικών στόχων. Κυβερνητικά στελέχη υποστηρίζουν ότι ο στόχος των πλεονασμάτων θα επιτευχθεί μέσω της μεγέθυνσης της οικονομίας, καθώς αναπτύσσεται με ρυθμούς υψηλότερους από τους αναμενόμενους και δεν είναι κάτι εφήμερο. Μέσω αυτής της ανάπτυξης εκτιμούν στο Μαξίμου ότι θα υπάρξουν αύξηση των μισθών του ιδιωτικού τομέα και αύξηση των εσόδων του κράτους.

Δεύτερη ευκαιρία στους δανειολήπτες

Μεγάλη σημασία δίνει η κυβέρνηση στη μεταρρύθμιση που έχει γίνει στις τράπεζες δηλώνοντας προς πάσα κατεύθυνση πως σχέδιο για δημιουργία μιας Βad bank δεν υπάρχει. Θα υπάρξει όμως μια δεύτερη ευκαιρία για τα κόκκινα δάνεια, ενώ προς το τέλος του έτους θα κατατεθεί στη Βουλή και το νομοσχέδιο για το Ταμείο Χρηματοπιστωτική Σταθερότητας για να αρχίσει άμεσα η εφαρμογή του. Κυβερνητικά στελέχη υποστηρίζουν ότι θα υπάρξει γενναία αύξηση του ρυθμού των χορηγούμενων δανείων, ενώ το πρώτο εξάμηνο του 2021 έχουν εγκριθεί πάνω από 400 επενδυτικά σχέδια συνολικού ύψους 10 δισ. ευρώ. Οσον αφορά τις ακαθάριστες επενδύσεις, αυτές εμφανίζουν αύξηση κατά 16% σε σύγκριση με το 2019.