Σήμερα χτυπά το πρώτο κουδούνι μιας ακόμη σχολικής χρονιάς – της τρίτης κατά σειρά – στη δίνη του… κορωνο-κυκλώνα. Μαθητές και εκπαιδευτικοί όλων των βαθμίδων θα γεμίσουν τις σχολικές αίθουσες με «συντρόφους» τις μάσκες, τα αντισηπτικά, τις αποστάσεις, τα ανοιχτά παράθυρα, τους διαγνωστικούς ελέγχους για την COVID-19. Αλλά εφέτος θα έχουν στο πλάι τους για πρώτη φορά έναν μεγάλο «σύμμαχο» που χάρισε σε όλους μας η επιστήμη: το εμβόλιο ενάντια στον SARS-CoV-2, το οποίο, σύμφωνα με τους ειδήμονες, είναι εκείνο που μπορεί να κάνει τη διαφορά στο αν το σχολικό κουδούνι θα συνεχίσει να χτυπά στους μήνες που έρχονται ή θα σιγήσει και πάλι για μεγάλα διαστήματα, όπως συνέβη τους δύο προηγούμενους χειμώνες του μεγάλου εγκλεισμού με τις τεράστιες συνέπειες στην ψυχική και σωματική υγεία πολλών παιδιών και των οικογενειών τους. Το ΒΗΜΑ-Science μιλάει σήμερα με ειδικούς πριν από το πρώτο «ντριν» στα σχολεία της χώρας, οι οποίοι δείχνουν τον δρόμο ώστε το αυριανό άνοιγμα των σχολείων να μην αποτελέσει το… χρονικό ενός προαναγγελθέντος (νέου) κλεισίματος.

Oπως σημειώνει ο ομότιμος καθηγητής Παιδιατρικής και Ενδοκρινολογίας στο Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών (ΕΚΠΑ), μέλος της Εθνικής Επιτροπής Εμβολιασμών, κ. Γεώργιος Χρούσος, «πρώτιστο μέλημα είναι να ανοίξουν τα σχολεία και να παραμείνουν ανοιχτά. Για να συμβεί αυτό, τα παιδιά 12 ετών και άνω για τα οποία έχει εγκριθεί το εμβόλιο πρέπει να εμβολιαστούν. Δεν πρέπει να υπάρχει δισταγμός για τον εμβολιασμό των εφήβων, όπως αποδεικνύουν πλέον αρκετές μελέτες σε εκατομμύρια παιδιά». Σε ό,τι αφορά τον φόβο κάποιων γονέων σχετικά με αναφερόμενες περιπτώσεις μυοκαρδίτιδας και περικαρδίτιδας μετά τον εμβολιασμό των παιδιών – και δη των αγοριών – ο ειδικός τονίζει ότι «πρόκειται για μια πολύ σπάνια παρενέργεια. Με βάση τα στοιχεία, μυοκαρδίτιδα με ελαφρά κλινική εικόνα εμφανίζεται σε 1 στα 18.000 παιδιά (αγόρια και κορίτσια) που εμβολιάζονται. Πρέπει ωστόσο να τονιστεί ότι στα περισσότερα παιδιά πρόκειται για μια υποκλινική κατάσταση που συνήθως αυτοϊάται».

Απαραίτητη η συνεχής χρήση μάσκας

Τι θα γίνει όμως με τα μικρότερα των 12 ετών παιδιά, τα οποία εκ των πραγμάτων θα πάνε σχολείο απροστάτευτα σε ό,τι αφορά το σωτήριο τσίμπημα ενάντια στον νέο κορωνοϊό; Ο κ. Χρούσος απαντά ότι το ζήτημα με αυτά τα παιδιά «είναι κυρίως η μετάδοση. Για αυτό και είναι απολύτως απαραίτητη η συνεχής χρήση μάσκας στο σχολείο». Πάντως ο καθηγητής εμφανίζεται αισιόδοξος για τη σχολική χρονιά που έρχεται εκτιμώντας ότι τα σχολεία δεν θα ανοίξουν για να… κλείσουν. «Μπορεί να μην έχει χτιστεί το πολυπόθητο τείχος ανοσίας, ωστόσο σημαντικό κομμάτι του πληθυσμού είναι ήδη εμβολιασμένο. Αν προσθέσουμε και τους ήδη νοσήσαντες υπάρχει ένα σεβαστό ποσοστό που έχει πλέον ανοσία. Δεν θεωρώ λοιπόν ότι η κατάσταση θα είναι ίδια με τον προηγούμενο χειμώνα».

Σύμφωνα με τον κ. Χρούσο, είναι απαραίτητο να τηρηθούν εφέτος όλα τα μέτρα προστασίας, τα οποία σε συνδυασμό με τον εμβολιασμό θα επιτρέψουν να μη διακοπεί η διά ζώσης εκπαίδευση που είναι υψίστης σημασίας τόσο για την ψυχική όσο και τη σωματική υγεία των παιδιών. «Ηδη οι προηγούμενοι εγκλεισμοί έχουν στοιχίσει στην υγεία των παιδιών. Μετρήσεις που διεξάγουμε με την ομάδα μου σε παιδιά δείχνουν ότι ακόμη και όσα κατάφεραν να διατηρήσουν φυσιολογικό βάρος μέσα στα λοκντάουν παρουσιάζουν απώλεια μυϊκής μάζας λόγω της έλλειψης άσκησης. Σε αρκετές περιπτώσεις όμως παρατηρείται και σημαντική αύξηση βάρους – άλλη μια σοβαρή παρενέργεια της πανδημίας και του παρεπόμενου εγκλεισμού για μεγάλα χρονικά διαστήματα».

 

Εφηβεία: το «σκαλοπάτι» για σοβαρότερη νόσο

Είναι πολλοί και σημαντικοί οι λόγοι για τους οποίους τα παιδιά 12 ετών και άνω πρέπει να εμβολιαστούν, αναφέρει ο κ. Νικόλαος Σπυρίδης, αναπληρωτής καθηγητής Παιδιατρικής – Λοιμωξιολογίας του ΕΚΠΑ στη Β΄ Πανεπιστημιακή Κλινική του Νοσοκομείου Παίδων «Π. & Α. Κυριακού». «Κατ’ αρχάς ο εμβολιασμός προστατεύει τα ίδια τα παιδιά. Μπορεί τα παιδιά να μη νοσούν τόσο σοβαρά εξίσου συχνά με τους ενηλίκους, ωστόσο οι έφηβοι αντιμετωπίζουν μεγαλύτερες πιθανότητες να παρουσιάσουν σοβαρότερη νόσο σε σύγκριση με τις μικρότερες ηλικίες».

Από το σύνολο των παιδιών που νοσηλεύονται με COVID-19 το 2% εμφανίζει σοβαρή νόσο, σημειώνει ο ειδικός. «Παρατηρούμε και μια αύξηση των νοσηλειών παιδιών το τελευταίο διάστημα. Στο «Π. & Α. Κυριακού» εισάγονται σε κάθε εφημερία 3 με 6 παιδιά όλων των ηλικιών με COVID-19. Βλέπουμε ωστόσο ότι το «σκαλοπάτι» για σοβαρότερη νόσο και βαρύτερη πνευμονία είναι στις ηλικίες 10-12 ετών και άνω. Πριν από την έλευση του στελέχους Δ πολύ λίγα παιδιά έμπαιναν στο νοσοκομείο. Το Δ φαίνεται να είναι και πιο μεταδοτικό αλλά και πιο λοιμογόνο και στις μικρότερες ηλικίες».

Ο δεύτερος σημαντικός λόγος για εμβολιασμό των παιδιών, σύμφωνα με τον κ. Σπυρίδη, αφορά τη διασπορά του ιού. «Ολα τα στοιχεία δείχνουν πλέον ότι τα παιδιά διασπείρουν τον ιό όσο και οι ενήλικοι, τόσο στο στενό τους περιβάλλον όσο και στις ευάλωτες ομάδες». Ενας τρίτος ζωτικής σημασίας λόγος συνδέεται με την εμφάνιση νέων μεταλλάξεων: «Οσο υπάρχουν ανεμβολίαστοι, ο ιός βρίσκει πρόσφορο έδαφος ώστε να συνεχίσει να μεταλλάσσεται».

 

Ο εμβολιασμός «διαβατήριο» για ανοιχτές τάξεις

Και βέβαια ο εμβολιασμός των παιδιών απομακρύνει όσο περισσότερο γίνεται το ενδεχόμενο να συμβεί αυτό που όλα τα παιδιά αλλά και οι γονείς τους απεύχονται: να κλείσουν για άλλη μια χρονιά τα σχολεία. «Ο εμβολιασμός των παιδιών αποτελεί το κύριο κλειδί προκειμένου να μην κλείνουν οι τάξεις. Εχει αποφασιστεί να μην κλείνουν εύκολα πλέον οι τάξεις παρά μόνο όταν τα κρούσματα σε κάθε τάξη θα είναι 50% +1. Ετσι σε περίπτωση εμφάνισης κρουσμάτων θα δίνεται έμφαση στην ιχνηλάτηση των επαφών τους μέσα στην τάξη. Ωστόσο στην πράξη είναι δύσκολο να γίνεται τέτοια αναλυτική ιχνηλάτηση των επαφών, καθώς τα παιδιά συγχρωτίζονται και άλλες ώρες εκτός από αυτές που κάθονται στα θρανία τους. Για αυτό και η μεγαλύτερη έμφαση πρέπει να δοθεί στον εμβολιασμό».

Σε κάθε περίπτωση και ο κ. Σπυρίδης προβλέπει ότι εφέτος δεν θα βιώσουμε τα παρατεταμένα λοκντάουν του περυσινού χειμώνα: «Εκτιμώ ότι πιθανώς θα βλέπουμε κλείσιμο για μερικές ημέρες κάποιων τάξεων ή σχολικών μονάδων, όχι όμως παρατεταμένα λοκντάουν».

 

Οι επιπλοκές της COVID-19 καραδοκούν

«Εμβολιασμός, εμβολιασμός, εμβολιασμός!». Αυτό είναι το ηχηρό μήνυμα που επιθυμεί να στείλει μέσω του BΗΜΑ-Science και ο κ. Θεοκλής Ζαούτης, καθηγητής Παιδιατρικής-Λοιμωξιολογίας και Επιδημιολογίας στην Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου της Πενσιλβάνια στις ΗΠΑ και μέλος της Επιτροπής Εμπειρογνωμόνων του υπουργείου Υγείας για την αντιμετώπιση του νέου κορωνοϊού. «Το στέλεχος Δ είναι πολύ μεταδοτικό και πλήττει και τα παιδιά. Υπάρχει όμως το όπλο του εμβολιασμού από την ηλικία των 12 ετών. Δεν πρέπει τα παιδιά να μείνουν ανεμβολίαστα και απροστάτευτα. Διότι η νόσηση με SARS-CoV-2 μπορεί να είναι ήπια στα περισσότερα παιδιά, σε κάποιες περιπτώσεις όμως καραδοκεί η σοβαρή νόσος, ακόμη και το πολυσυστημικό φλεγμονώδες σύνδρομο (MIS-C), το οποίο είναι βέβαια πολύ σπάνιο καθώς εμφανίζεται σε 2 στα 100.000 παιδιά που νοσούν με COVID-19. Στις ΗΠΑ από την αρχή της πανδημίας 37 παιδιά έχουν χάσει τη ζωή τους εξαιτίας του MIS-C. Ας μην ξεχνάμε επίσης ότι εκτός από την οξεία νόσο, υπάρχει και η περίπτωση εμφάνισης μακράς COVID-19 και στα παιδιά».

Ο κ. Ζαούτης υπογραμμίζει ότι «κάνουμε το παν στην Επιτροπή χαράσσοντας μια στρατηγική ώστε τα σχολεία να παραμείνουν ανοιχτά. Το εμβόλιο είναι ένα σημαντικό όπλο σε αυτή τη μάχη και πρέπει να ξέρουμε ότι αν θέλουμε να βγούμε από την κρίση που βιώνουμε, μόνο με το εμβόλιο θα το καταφέρουμε – κάτι που οφείλουν να συνειδητοποιήσουν και οι εκπαιδευτικοί. Πρέπει να εμβολιαστούν όλοι για να προστατεύσουν τους εαυτούς τους και τους γύρω τους από σοβαρή νόσο και θάνατο».

Η ανησυχητική εικόνα από το εξωτερικό

Τους φόβους για το τι μέλλει γενέσθαι μετά το άνοιγμα των σχολείων εντείνει η κατάσταση που διαμορφώνεται σε άλλες χώρες όπου τα σχολεία έχουν ανοίξει και τα κρούσματα σε παιδιά έχουν ήδη πάρει την ανιούσα. Συγκεκριμένα στις ΗΠΑ, όπου σε κάποιες Πολιτείες τα σχολεία άνοιξαν πριν από τα τέλη Αυγούστου, εμφανίζεται ήδη σημαντική αύξηση των κρουσμάτων της COVID-19 σε παιδιά – είναι χαρακτηριστικό ότι σύμφωνα με την Αμερικανική Ακαδημία Παιδιατρικής στις 26 Αυγούστου τα παιδιά αποτελούσαν το 22,4% των καταγεγραμμένων κρουσμάτων COVID-19, όταν από την αρχή της πανδημίας το μέσο ποσοστό κρουσμάτων σε παιδιά δεν ξεπερνούσε το 14,8% επί του συνόλου. Μάλιστα μέσα σε έναν μόνο μήνα τα κρούσματα σε παιδιά παρουσίασαν πάνω από πενταπλασιασμό – από 38.000 στα τέλη Ιουλίου σε άνω των 200.000 στα τέλη Αυγούστου (σημειώνεται ότι στις ΗΠΑ μόνο το 56,3% του πληθυσμού είναι πλήρως εμβολιασμένο).

Μήπως αυτή η εικόνα αντικατοπτρίζει και τη μελλοντική κατάσταση στην Ελλάδα; «Δεν μπορούμε να μεταφέρουμε εμπειρίες από άλλες χώρες στα καθ’ ημάς διότι η κάθε χώρα έχει τα δικά της πρωτόκολλα λειτουργίας σχολείων καθώς και διαφορετικά επίπεδα εμβολιαστικής κάλυψης του ενήλικου πληθυσμού» απαντά η  καθηγήτρια Παιδιατρικής Λοιμωξιολογίας στη Γ΄ Παιδιατρική Κλινική του ΕΚΠΑ στο Νοσοκομείο «Aττικόν» και μέλος της Επιτροπής Εμπειρογνωμόνων για τον νέο κορωνοϊό κυρία Βάνα Παπαευαγγέλου και προσθέτει ότι «οι βασικοί λόγοι για τους οποίους έκλειναν τα σχολεία την περασμένη σχολική χρονιά ήταν για να μη μεταδώσουν τα παιδιά τη λοίμωξη στο σπίτι και νοσήσουν οι γονείς και οι παππούδες τους καθώς και για να μειωθεί η διασπορά στην κοινότητα επειδή θεωρούσαμε ότι τα παιδιά επιβαρύνουν το επιδημιολογικό φορτίο. Εφέτος όμως έχουμε εντελώς διαφορετική εικόνα και διαφορετικό σκεπτικό καθώς ο εμβολιασμός των ενηλίκων υψώνει ασπίδα ενάντια στη μετάδοση του ιού στο οικογενειακό περιβάλλον, ενώ παράλληλα η μείωση της διασποράς του ιού μπορεί να επιτευχθεί μέσω του εξαντλητικού testing, το οποίο έχουμε προβλέψει να λαμβάνει χώρα στο περιβάλλον του κάθε κρούσματος εντός του σχολείου».

Στο 10% μπορεί να μειωθεί η πιθανότητα διασποράς στα σχολεία με τη χρήση μάσκας, το testing και κυρίως με τον εμβολιασμό των παιδιών. Αυτό δείχνουν μαθηματικές εκτιμήσεις, όπως ανέφερε ο καθηγητής κ. Σωτήριος Τσιόδρας την εβδομάδα που μας πέρασε, κατά τη διάρκεια σύσκεψης των εκπροσώπων των παιδιατρικών φορέων υπό τον πρωθυπουργό κ. Κυριάκο Μητσοτάκη.

Ελεγχος σε ανεμβολίαστους και σε κρούσματα

Πόσο εφικτό θα είναι όμως στην πράξη αυτό το εξαντλητικό testing; Η κυρία Παπαευαγγέλου εξηγεί ότι όλα τα παιδιά θα πηγαίνουν σχολείο με δύο self tests την εβδομάδα – εκτός από τα εμβολιασμένα παιδιά που δεν θα χρειάζεται να υποβάλλονται σε self test. «Αυτό είναι το πρώτο αρχικό όπλο, το οποίο είδαμε ήδη από την περασμένη άνοιξη ότι είναι πολύ αποδοτικό». Βέβαια η αποδοτικότητα του συγκεκριμένου μέτρου εναπόκειται στην ειλικρίνεια σε ό,τι αφορά τη διεξαγωγή του τεστ και στην ορθή δήλωση του αποτελέσματος, σχολιάζουμε στην καθηγήτρια. «Παρά τα όσα ακούγονται, έχω εμπιστοσύνη στον έλληνα γονιό που θέλει να προστατεύσει το παιδί του αλλά και τον εαυτό του».

Οταν βρεθεί θετικό κρούσμα σε μια τάξη θα έρχεται η δεύτερη γραμμή ενδελεχούς ελέγχου. «Σε περίπτωση θετικού κρούσματος θα γίνεται εξαντλητικό testing σε όλα τα παιδιά στην τάξη και αυτό θα έχει ως αποτέλεσμα την απομάκρυνση κάθε θετικού κρούσματος προτού προλάβει να μεταδώσει τον ιό και σε άλλους. Συγκεκριμένα, την ημέρα της διάγνωσης του κρούσματος καθώς και την έβδομη ημέρα από τη διάγνωση οπότε και σταματά η περίοδος εντατικής επαγρύπνησης θα γίνεται σε όλα τα παιδιά της τάξης rapid test. Στις ενδιάμεσες ημέρες θα διεξάγονται self tests. Τα παιδιά που δεν είχαν άμεση επαφή με το κρούσμα θα διεξάγουν κανονικά τα δύο self tests που τους παρέχει το κράτος ενώ όσα κάθονται εντός της τάξης σε σχήμα σταυρού σε σχέση με το κρούσμα – κοινώς τα παιδιά που κάθονται μπροστά, πίσω, δεξιά και αριστερά του – θα υποβάλλονται κάθε ημέρα σε self test. Το βασικό είναι ότι θα γίνεται καταγραφή των αποτελεσμάτων ανωνύμως σε ειδική πλατφόρμα ώστε να εκτιμήσουμε γύρω στα τέλη Οκτωβρίου κατά πόσο η στρατηγική αυτή αποδίδει και αν χρειάζεται τροποποιήσεις σε συνδυασμό με την επιδημιολογική εικόνα που θα επικρατεί εκείνη τη στιγμή». Σημειώνεται ότι τα rapid tests στις άμεσες επαφές των κρουσμάτων θα διεξάγονται δωρεάν είτε σε δομές του ΕΟΔΥ είτε σε Κέντρα Υγείας ανάλογα με την περιοχή (για τους γονείς που θέλουν να διεξαγάγουν το τεστ στα παιδιά τους σε ιδιωτικές δομές αυτό θα είναι αποδεκτό, αλλά θα επιβαρύνονται με το κόστος).

Η κυρία Παπαευαγγέλου θεωρεί ότι αυτή η στρατηγική θα συγκρατήσει τη διασπορά του ιού εντός των σχολείων, παραδέχεται ωστόσο ότι με δεδομένη τη μεγάλη μεταδοτικότητα του στελέχους Δ που επικρατεί στη χώρα μας, κανένας δεν μπορεί να προβλέψει αν θα καταφέρουμε να περάσουμε… πλήρως αλώβητοι την εφετινή σχολική χρονιά. «Για αυτό και το κύριο μήνυμα είναι να αυξήσουμε την εμβολιαστική κάλυψη σε όλες τις ηλικίες, συμπεριλαμβανομένων των παιδιών, όσο είναι ακόμη καιρός. Εχουμε ακόμη έναν με δύο μήνες περιθώριο».

6 φορές μικρότερος είναι ο κίνδυνος εμφάνισης μυοκαρδίτιδας και περικαρδίτιδας στα παιδιά μετά τον εμβολιασμό σε σύγκριση με το αν προσβληθούν από τον νέο κορωνοϊό.

Πότε η COVID-19 θα γίνει μια απλή ίωση

Μάλιστα, όπως επισημαίνει η ειδικός, η εμβολιαστική κάλυψη πρέπει να αυξηθεί όχι για να χτίσουμε το πολυσυζητημένο «τείχος ανοσίας» αλλά για να καταφέρουμε επιτέλους να μετατρέψουμε τη δύσκολη και σοβαρή αυτή νόσο σε μια ήπια ίωση με την οποία θα μπορούμε να συμβιώνουμε χωρίς τόσο φόβο στο μέλλον. «Το τείχος ανοσίας δεν είναι πλέον ο σκοπός μας. Μιλούσαμε για το τείχος ανοσίας όταν με βάση τα τότε διαθέσιμα στοιχεία νομίζαμε ότι οι εμβολιασμένοι δεν θα μολύνονται και δεν θα μεταδίδουν τον ιό. Τώρα πια ξέρουμε ότι και οι εμβολιασμένοι – αν και σε πολύ μικρότερο βαθμό σε σύγκριση με τους μη εμβολιασμένους – και μολύνονται και μεταδίδουν. Η εμβολιαστική κάλυψη λοιπόν πλέον πρέπει να αυξηθεί για να καταφέρουμε να μετατρέψουμε την COVID-19 σε μια απλή ίωση. Και πιστεύω ότι αν αυξηθούν οι εμβολιασμοί αυτό θα επιτευχθεί μέσα στο πρώτο εξάμηνο του 2022».

 

Φόβοι για πίεση στα παιδιατρικά νοσοκομεία

Βέβαια αν λόγω του στελέχους Δ αυξηθούν τα κρούσματα στην κοινότητα, μοιραία θα υπάρξει και αύξηση των κρουσμάτων αλλά και των νοσηλειών παιδιών. Είναι έτοιμο το Σύστημα Υγείας να αντέξει αυτό το βάρος; Οπως λέει η κυρία Παπαευαγγέλου, «υπάρχει πράγματι το ενδεχόμενο να πιεστούν τα παιδιατρικά νοσοκομεία μέσα στον χειμώνα. Ωστόσο έχει ήδη ξεκινήσει η καταγραφή των δυνατοτήτων των παιδιατρικών νοσοκομείων τόσο στην Αθήνα όσο και στην επαρχία και το υπουργείο Υγείας έχει λάβει τα μέτρα του ώστε να εξασφαλίσει την επάρκεια».

Ας ελπίσουμε ότι το πλάνο που έχει εκπονηθεί θα αποδειχθεί πράγματι επαρκές και ας φροντίσουμε όλοι μας να είμαστε επίσης «επαρκείς» κάνοντας το εμβόλιο οι ίδιοι αλλά και στα τέκνα μας και τηρώντας τα απαιτούμενα μέτρα προστασίας. Για να μην έχουν τα παιδιά μας μόνο «τηλε-ζωή» για άλλη μια χρονιά…

1 περίπτωση μυοκαρδίτιδας ανά 15.000 δόσεις εμβολίου για τον νέο κορωνοϊό καταγράφεται στα αγόρια 12 ως 17 ετών και 1 ανά 110.000 δόσεις εμβολίου στα κορίτσια της ίδιας ηλικιακής ομάδας, σύμφωνα με αμερικανική μελέτη.

Καταλυτικός ο ρόλος των παιδιάτρων

Αυξάνεται σταδιακά η ανταπόκριση σε ό,τι αφορά τους εμβολιασμούς των εφήβων ηλικίας 12 ως 17 ετών, αναφέρει η κυρία Μαρία Τσολιά, καθηγήτρια Παιδιατρικής και Παιδιατρικής Λοιμωξιολογίας και διευθύντρια της Β΄ Παιδιατρικής Κλινικής του ΕΚΠΑ στο Νοσοκομείο Παίδων «Π. & Α. Κυριακού», μέλος της Επιτροπής Εμπειρογνωμόνων για τον νέο κορωνοϊό και της Εθνικής Επιτροπής Εμβολιασμών. «Είναι πάντως σημαντικό προκειμένου να αυξηθούν και άλλο οι εμβολιασμοί στα παιδιά, οι παιδίατροι να υποστηρίξουν το εμβόλιο, δίνοντας τις σωστές συμβουλές στους γονείς. Είναι αξιοσημείωτο ότι στη χώρα μας οι επιστημονικές εταιρείες και άλλοι φορείς σχετικά με τα παιδιά όπως ο Σύλλογος Ιδιωτών Παιδιάτρων υποστηρίζουν τον εμβολιασμό των εφήβων». Αυτή η υποστήριξη μάλιστα αναμένεται σύντομα να πάρει «σάρκα και οστά» στην πράξη, καθώς, πιθανώς από τα τέλη Σεπτεμβρίου, οι ιδιώτες παιδίατροι αναμένεται να «ριχθούν» στην εμβολιαστική «μάχη» εμβολιάζοντας παιδιά στα ιατρεία τους, όπως προέκυψε μετά από σύσκεψη την εβδομάδα που μας πέρασε στο Μέγαρο Μαξίμου.
Κατά την κυρία Τσολιά, πρέπει όλοι να φροντίσουμε με τον εμβολιασμό και την τήρηση των μέτρων προστασίας να κρατήσουμε τον ιό σε χαμηλά επίπεδα για να μην κλείσουν και πάλι τα σχολεία. «Το κλειστό σχολείο συνεπάγεται προβληματικό μέλλον για τα παιδιά μας».

Και άλλοι ιογενείς εχθροί καραδοκούν

Μπορεί ο SARS-CoV-2 να έχει επισκιάσει τα πάντα εδώ και πάνω από ενάμιση χρόνο, αυτό όμως δεν σημαίνει ότι οι άλλοι ιοί έπαψαν να υπάρχουν! Αντιθέτως, σύμφωνα με τους ειδικούς, ήδη από το καλοκαίρι, οπότε τα παιδιά άρχισαν να συγχρωτίζονται περισσότερο, έκαναν δυναμική εμφάνιση ιοί που τους θεωρούμε… κλασικά χειμερινούς. Οπως αναφέρει ο κ. Σπυρίδης, «μέσα στο καλοκαίρι αντιμετωπίσαμε αρκετές περιπτώσεις χειμερινών ιών όπως ο ιός της παραγρίπης ή ο αναπνευστικός συγκυτιακός ιός σε παιδιά, ενώ κάποιες φορές απαιτήθηκε και νοσηλεία παιδιών. Τα αλλεπάλληλα λοκντάουν του περασμένου χειμώνα κράτησαν τους ιούς μακριά, όταν όμως η κοινωνία άνοιξε και αυξήθηκαν οι κοινωνικές επαφές, οι ιοί αυτοί βρήκαν χώρο για να χτυπήσουν».

Σύμφωνα με τον καθηγητή, η σχολική χρονιά που ξεκινά αναμένεται να είναι δύσκολη, όχι μόνο σε ό,τι αφορά τον νέο κορωνοϊό αλλά και πολλούς άλλους ιούς. «Δεν πρέπει να ξεχνάμε τον ιό της γρίπης που πέρυσι δεν μας απασχόλησε ιδιαιτέρως λόγω του εγκλεισμού. Η Εθνική Επιτροπή Εμβολιασμών πρέπει να παρουσιάσει συγκεκριμένο πλάνο για την αντιμετώπιση της γρίπης εγκαίρως εφέτος, ώστε να λάβουν κατευθυντήριες οδηγίες και οι παιδίατροι. Θεωρώ πάντως ότι την εφετινή χρονιά πρέπει όλα τα παιδιά να υποβληθούν στο εμβόλιο της γρίπης ώστε να είναι όσο πιο προστατευμένα γίνεται».

Πρόβλεψη για αύξηση της μετάδοσης κατά 20%

Πρόβλεψη για το πόσο αναμένεται να αυξηθεί η μετάδοση του νέου κορωνοϊού με το άνοιγμα των σχολείων δίνει το μοντέλο CORE (COVID-19 Risk Evaluation) που τρέχει από την αρχή της πανδημίας η ομάδα HERACLES του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης (ΑΠΘ). Οπως αναφέρει στο ΒΗΜΑ-Science ο επικεφαλής της ομάδας, καθηγητής Περιβαλλοντικής Μηχανικής του ΑΠΘ και Υγειονομικής και Περιβαλλοντικής Μηχανικής στο Ινστιτούτο Προηγμένων Σπουδών της Παβία στην Ιταλία κ. Δημοσθένης Σαρηγιάννης, «με βάση το στέλεχος Α του SARS-CoV-2 που κυκλοφορούσε κατά κύριο λόγο πέρυσι, υπολογίσαμε αύξηση της μετάδοσης της τάξεως του 6% στα δημοτικά σχολεία και αντίστοιχη αύξηση 6% στα γυμνάσια και στα λύκεια. Τώρα με δεδομένο ότι επικρατεί στη χώρα μας το στέλεχος Δ του ιού το οποίο είναι 60% πιο μεταδοτικό από το Α αναμένουμε, με βάση το μοντέλο CORE, αύξηση της μετάδοσης κατά 20% στα σχολεία».
Ο κ. Σαρηγιάννης εκτιμά ότι είναι δύσκολο να παραμείνουν ανοιχτά τα σχολεία με βάση τον «οδικό χάρτη» που έχει καταρτιστεί μέχρι τώρα από τους αρμοδίους. «Θα παίξει βέβαια μεγάλο ρόλο το πόσο θα αυξηθεί η εμβολιαστική κάλυψη των παιδιών αλλά και των ενηλίκων. Ωστόσο κάποια από τα μέτρα που έχουν εξαγγελθεί δεν λαμβάνουν υπόψη τους τη δυναμική της μετάδοσης του ιού. Για παράδειγμα, το μέτρο της ιχνηλάτησης σε περίπτωση θετικού κρούσματος εντός της τάξης είναι σαν να αντιμετωπίζουμε την επιδημία ως ένα στατικό φαινόμενο, ενώ η δυναμική της μετάδοσης με το στέλεχος Δ είναι πολύ διαφορετική. Στις ίδιες γραμμές η απόφαση να κλείνει ένα τμήμα όταν τα κρούσματα φθάνουν στο 50%+1 των μαθητών μοιάζει με έμπνευση κακού πολιτικού αναλυτή. Διότι στη δυναμική αυτή κατάσταση δημιουργούνται αλυσίδες συνδεσιμότητας μεταξύ των παιδιών, όχι μόνο μεταξύ των μαθητών που κάθονται πολύ κοντά στο κρούσμα εντός της τάξης, αλλά και σε άλλες στιγμές, όπως στα διαλείμματα». Και σε ό,τι αφορά το testing ο καθηγητής διατηρεί τις επιφυλάξεις του: «Τα self tests στα οποία στηριζόμαστε σε μεγάλο βαθμό προϋποθέτουν πολύ μεγάλη υπευθυνότητα των γονιών, η οποία δεν ξέρουμε αν υπάρχει σε όλες τις περιπτώσεις».

Κατά τον κ. Σαρηγιάννη, προκειμένου να έχουμε ανοιχτά σχολεία απαιτείται «εκτός από τους εμβολιασμούς, να δημιουργηθούν τάξεις με λιγότερους μαθητές, 15-17 το πολύ. Εχουμε μάλιστα δει με βάση το μοντέλο μας ότι η πιθανότητα μετάδοσης μειώνεται κατά 33% αν η τάξη έχει 17 μαθητές αντί για 25. Παράλληλα πολύ σημαντικό προστατευτικό ρόλο μπορούν να παίξουν και οι συσκευές απολύμανσης του αέρα. Το κόστος τους δεν είναι μεγάλο και θα μπορούσαν να τοποθετηθούν σε τάξεις όπου οι συνθήκες αερισμού δεν είναι καλές».