Ήταν 3 Μαΐου 1979 όταν οι Συντηρητικοί κέρδισαν τις εκλογές στη Μεγάλη Βρετανία και η Μάργκαρετ Θάτσερ έγινε η πρώτη γυναίκα πρωθυπουργός της χώρας, αναλαμβάνοντας να αναμορφώσει τη βρετανική οικονομία.

Η Μάργκαρετ Θάτσερ – η «κόρη του μπακάλη», όπως την είχαν αποκαλέσει για την ταπεινή της καταγωγή ή «Σιδηρά Κυρία», επιτυχημένο προσωνύμιο που εμπνεύστηκαν οι Σοβιετικοί για την ασυμβίβαστη πολιτική της και το ύφος της ηγεσίας της, ήταν η πρώτη γυναίκα πρωθυπουργός της Μεγάλης Βρετανίας και η πιο διάσημη βρετανίδα πολιτικός του 20ου αιώνα μετά τον Γουίνστον Τσόρτσιλ. Κατέκτησε περίοπτη θέση στην ιστορία με την οικονομική και πολιτική ιδεολογία που πήρε το όνομά της.

Ο Θατσερισμός εφαρμόστηκε στα 11 χρόνια της παντοδυναμίας της (1979-1990), προς μεγάλη δόξα της ελεύθερης αγοράς, και καταγράφηκε ομόφωνα στα λεξικά ως συνώνυμο του οικονομικού νεοφιλευθερισμού, επιτυγχάνοντας να αναμορφώσει και να αναγεννήσει από τις στάχτες της τη βρετανική οικονομία η οποία μόλις λίγα χρόνια πριν βρισκόταν σε τόσο τραγική κατάσταση που το 1976 η κυβέρνηση των Εργατικών με πρωθυπουργό τον Τζέιμς Κάλαχαν είχε αναγκαστεί να προσφύγει στη βοήθεια του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου.

Η Μάργκαρετ Χίλντα Ρόμπερτς γεννήθηκε στις 13 Οκτωβρίου 1925, πάνω από το μπακάλικο του πατέρα της στην πόλη Γκράνθαμ της κεντρικής Αγγλίας. «Γεννήθηκα σε ένα σπίτι που ήταν πρακτικό, σοβαρό και έντονα θρησκευόμενο» έγραψε στην αυτοβιογραφία της. Σπούδασε Χημεία με υποτροφία στο Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης και εργάστηκε ως χημικός για τέσσερα χρόνια. Αργότερα σπούδασε και νομικά με ειδίκευση στο φορολογικό δίκαιο. Στις 13 Δεκεμβρίου 1951 παντρεύτηκε τον επιχειρηματία Ντένις Θάτσερ (1915-2003) με τον οποίο απέκτησε δύο παιδιά, τα δίδυμα Μαρκ και Κάρολ.

Ο σύζυγός της υποστήριξε εξαρχής τις πολιτικές της φιλοδοξίες. Στις εκλογές του 1950 και του 1951 ήταν υποψήφια με το Συντηρητικό Κόμμα στην εκλογική περιφέρεια του Ντάρτφορντ -ένα από τα προπύργια του Εργατικού Κόμματος- και παρότι δεν εξελέγη, κατόρθωσε να αυξήσει ψήφους στο κόμμα της και να μειώσει αισθητά την απόσταση που την χώριζε από τον βασικό της αντίπαλο.

Στις εκλογές του 1959, ήταν υποψήφια των Συντηρητικών στη «σίγουρη» εκλογική περιφέρεια του Φίντσλεϊ στο βόρειο Λονδίνο. Κέρδισε με άνεση την πλειοψηφία και στις αρχές του 1960 εκφώνησε τον πρώτο λόγο στη Βουλή των Κοινοτήτων. Μια τοπική εφημερίδα κυκλοφόρησε την επομένη με τον διορατικό τίτλο «Ένα αστέρι γεννιέται».

Το 1973, ως υπουργός Παιδείας της κυβέρνησης Χιθ κατάργησε τη διανομή δωρεάν γάλακτος στα σχολεία προκαλώντας έντονες αντιδράσεις και δίνοντας στους συμπατριώτες της μια πρώτη γεύση από την άτεγκτη αποφασιστικότητα που τη χαρακτήριζε. Το 1975 εξελέγη αρχηγός του Συντηρητικού Κόμματος, το οποίο από τον προηγούμενο χρόνο βρισκόταν στην αντιπολίτευση. Στις επόμενες εκλογές, στις 3 Μαρτίου 1979, εξελέγη πρωθυπουργός της Μεγάλης Βρετανίας με ποσοστό σχεδόν 45% και παρέμεινε στο τιμόνι της χώρας ως το 1990.

Η σθεναρή στάση της απέναντι στους τρομοκράτες του IRA

Η πρώτη περίοδος της πρωθυπουργίας της σημαδεύτηκε από το Βορειοϊρλανδικό Ζήτημα και τον Πόλεμο των Φόκλαντς. Στις 5 Ιουνίου 1981, ύστερα από δυο και πλέον μήνες απεργία πείνας πέθανε ο τρομοκράτης Μπόμπι Σαντς, μέλος του Ιρλανδικού Απελευθερωτικού Στρατού (IRA) στη φυλακή Μέιζ της Βόρειας Ιρλανδίας.

Ο Σαντς έκανε την απεργία πείνας προσπαθώντας να εκβιάσει την κυβέρνηση να αναγνωρίσει ως πολιτικούς κρατούμενους όλους τους φυλακισμένους τρομοκράτες του IRA.

Ωστόσο η Θάτσερ κράτησε σθεναρή στάση και αρνήθηκε να διαπραγματευτεί με τους τρομοκράτες.

Η δυναμική αντίδρασή της στον πόλεμο των Φόκλαντς

Τον Απρίλιο του 1982, ξέσπασε ο πόλεμος των Φόκλαντς, νησιών στον Νότιο Ατλαντικό, που διεκδικούσε και είχε καταλάβει προσωρινά η Αργεντινή. Η Βρετανία επικράτησε στα πεδία των μαχών και ανακατέλαβε τα νησιά.

Η γενναία στάση της απέναντι στον εκβιασμό των ανθρακωρύχων

Τον Ιούνιο του 1983, εξελέγη για δεύτερη θητεία στην πρωθυπουργία της Μεγάλης Βρετανίας, εξασφαλίζοντας μεγάλη πλειοψηφία του Συντηρητικού Κόμματος στην Βουλή των Κοινοτήτων. Η δεύτερη σαρωτική νίκη της στις εκλογές της έλυσε τα χέρια προκειμένου να εφαρμόσει ένα αυστηρό οικονομικό πρόγραμμα αποκρατικοποιήσεων, αγνοώντας τις μεγάλες απεργιακές κινητοποιήσεις και «λυγίζοντας» ανεπανόρθωτα τα συνδικάτα. Η απεργία που σημάδεψε την πρωθυπουργία της ήταν αυτή των ανθρακωρύχων που διήρκεσε ένα χρόνο (1984- 85). Στο τέλος οι απεργοί ηττήθηκαν και πολλά από τα υπό κρατικό έλεγχο ανθρακωρυχεία έκλεισαν.

Τη νύχτα της 11ης Οκτωβρίου 1984, μια βόμβα εξερράγη σε ξενοδοχείο του Μπράιτον όπου είχαν καταλύσει η Θάτσερ και η κυβέρνησή της για το συνέδριο των Συντηρητικών, με αποτέλεσμα να σκοτωθούν πέντε άτομα. Η επίθεση ήταν έργο των τρομοκρατών του IRA.

Τον Ιούνιο του 1987 οδήγησε το κόμμα της σε μια τρίτη ιστορική νίκη. Τρία χρόνια αργότερα οι Συντηρητικοί την αμφισβήτησαν με αφορμή τις αντιευρωπαϊκές θέσεις της (ήταν αντίθετη με την είσοδο της Βρετανίας στο Ευρωπαϊκό Νομισματικό Σύστημα και υπέρμαχος από τότε του Brexit) και την δημοσιονομική της πολιτική, που ήταν αρκούντως νεοφιλελεύθερη. Στις 22 Νοεμβρίου 1990, έπεσε θύμα εσωκομματικού πραξικοπήματος και αναγκάστηκε να παραιτηθεί. Την διαδέχθηκε στην πρωθυπουργία ο Τζον Μέιτζορ.

Τα επόμενα χρόνια, όπως αναφέρει το sansimera, εξαργύρωνε την δόξα της δίνοντας διαλέξεις στις ΗΠΑ και σε χώρες της Ασίας όπου είναι πολύ δημοφιλής. Το φθινόπωρο του 2001, έπαθε το πρώτο εγκεφαλικό ενώ γιόρταζε με τον σύζυγό τη την 50ή επέτειο του γάμου τους στη Μαδέρα. Τα εγκεφαλικά συνεχίστηκαν και, κατόπιν συμβουλής των γιατρών της, αποφάσισε να αποσυρθεί από το προσκήνιο.

Η Μάργκαρετ Θάτσερ πέθανε στις 8 Απριλίου 2013 στο Λονδίνο, σε ηλικία 87 ετών.

Η «Σιδηρά Κυρία» εξακολουθεί να έχει φανατικούς οπαδούς και ορκισμένους εχθρούς, οι οποίοι δεν μπορούν ακόμη να συμφωνήσουν αν η περίοδος της πρωθυπουργίας της, ήταν καλή ή κακή για τη Βρετανία. Οι πρώτοι υποστηρίζουν ότι η Θάτσερ απελευθέρωσε την οικονομία από τον ασφυκτικό κρατικό έλεγχο και το «καπέλωμα» των συνδικάτων.

Σε άλλους ακόμη και η αναφορά του ονόματος της προκαλεί ανατριχίλα. Γι’ αυτούς θα είναι πάντα η πρωθυπουργός που θυσίασε τρία εκατομμύρια ανέργους στον βωμό της ανεξέλεγκτης αγοράς, που κατάργησε τις κοινωνικές δαπάνες και που «κατέστρεψε» το εθνικό σύστημα υγείας.

Η πρωθυπουργός που τόλμησε να πει: «Κοινωνία; Δεν υπάρχει τέτοιο πράγμα. Μόνο οικογένεια και άτομα», παραγνωρίζοντας βέβαια ότι η Θάτσερ είπε την παραπάνω φράση προσπαθώντας να ταρακουνήσει τη βρετανική κοινωνία, σημαντικό μέρος της οποίας είχε μάθει έως τότε να ζει βασιζόμενο σε κοινωνικά επιδόματα, παρά την άθλια οικονομική κατάσταση της χώρας.

Η Θάτσερ πίστευε στην ατομική ευθύνη, ως μοχλό ανάπτυξης της κοινωνίας και της οικονομίας μιας χώρας, μια συνταγή που όπως απέφειξε η ιστορία, παρά τους αρχικούς κλυδωνισμούς έδωσε απίστευτη ώθηση στη Μεγάλη Βρετανία καθιστώντας την παραπαίουσα χώρα μια από τις ισχυρότερες του κόσμου τις επόμενες δεκαετίες.

Last but not least (που θα έλεγε και η ίδια), η Θάτσερ μαζί με τον ομοϊδεάτη και σύμμαχό της Ρόναλντ Ρίγκαν κέρδισαν τον Ψυχρό Πόλεμο, καταφέρνοντας να δώσουν τέλος στην «Αυτοκρατορία του Κακού», δηλαδή το αυταρχικό, καταπιεστικό καθεστώς των κομμουνιστικών δικτατοριών της ΕΣΣΔ και των κρατών – δορυφόρων της που ταλάνισαν εκατομμύρια ανθρώπους κατά τη διάρκεια σχεδόν ολόκληρου του 20ου αιώνα.