Παρά την πανδημία, το 2020 ήταν ένα συγκλονιστικό έτος για τα ελληνικά ομόλογα, με το spread, τη διαφορά δηλαδή της απόδοσης των ελληνικών 10ετών ομολόγων ως προς τα αντίστοιχα γερμανικά, να έχει μειωθεί κατά μέσο όρο 120 μονάδες βάσης, που είναι και η μεγαλύτερη συρρίκνωση στην ευρωζώνη (όταν οι αποδόσεις υποχωρούν, οι τιμές των ομολόγων ανεβαίνουν), ενώ το δανειακό πρόγραμμα της Ελληνικής Δημοκρατίας για το 2021 που ανακοινώνεται τις επόμενες ημέρες αναμένεται να προσβλέπει σε τέσσερις τουλάχιστον εκδόσεις χρέους με στόχο την άντληση 12 δισ. ευρώ περίπου.

Υψηλή ζήτηση

Η ζήτηση εξάλλου για ελληνικά ομόλογα από τους διεθνείς επενδυτές παραμένει υψηλή, καθώς η χώρα διαθέτει ακόμη ένα «μαξιλάρι» ρευστότητας που στο τέλος του 2020 θα ξεπερνά τα 30 δισ. ευρώ, ενώ κυρίως έχει τη στήριξη της ΕΚΤ που αυξάνοντας το «QE πανδημίας» στα 1,85 τρισ. ευρώ μπορεί να αγοράσει συνολικά ελληνικά ομόλογα αξίας 38,9 δισ. ευρώ, κάτι που σημαίνει πως πέρα από τις αγορές ύψους 17-18 δισ. ευρώ που πραγματοποίησε το 2020, μπορεί να αποκτήσει ακόμη ελληνικούς τίτλους που σε αξία ξεπερνούν τα 20 δισ. ευρώ.

Το σημείο-κλειδί

Η Ελλάδα θα αξιοποιήσει το έκτακτο πρόγραμμα πανδημίας (PEPP) της ΕΚΤ για να επιτύχει το επόμενο 12μηνο ουσιαστική βελτίωση της αποκαλούμενης καμπύλης των αποδόσεων με όρους ευρωομολόγου, που θα μπορούσε να βελτιώσει το κόστος δανεισμού επιχειρήσεων και νοικοκυριών, να στηρίξει τις αποτιμήσεις των ελληνικών μετοχών, αλλά και συνολικά όλων των περιουσιακών στοιχείων της χώρας, εκτιμά ο  επικεφαλής του ΟΔΔΗΧ Δημήτρης Τσάκωνας.

Σύμφωνα με την αγορά πάντως, σημείο-κλειδί μεσοπρόθεσμα θεωρείται και η χρονική στιγμή κατά την οποία το ελληνικό αξιόχρεο θα αποκτήσει την επενδυτική βαθμίδα, καθώς αν αυτό δεν συμβεί μέχρι τους πρώτους μήνες του 2022, τότε η Ελλάδα ίσως απολέσει για κάποιο διάστημα τη στήριξη της ΕΚΤ, εκτός αν προσφύγει στον SSM.

Για την JP Morgan, που αναμένει αύξηση του ΑΕΠ της Ελλάδας κατά 5% στα 174 δισ. ευρώ το 2021, η πρώτη έξοδος στις αγορές για το 2021 (τον Ιανουάριο ή τον Φεβρουάριο) θα αφορά την έκδοση 10ετούς ή και μεγαλύτερης διάρκειας ομολόγου, ενώ και για τη Societe Generale η Ελλάδα θα βγει στις αγορές τον πρώτο μήνα του νέου έτους για να δανειστεί 3 δισ. ευρώ, με την έκδοση 10ετούς ομολόγου.

Συνολικά το 2021 θα επιχειρήσει τέσσερις τουλάχιστον εξόδους στις αγορές με βραχυπρόθεσμες και  μακροπρόθεσμες εκδόσεις, καθώς και με επανεκδόσεις χρέους.

Για τον Morven Jones, της Nomura, όπως σημείωσε σε πρόσφατο συνέδριο της Capital Link, το 2021 τα ελληνικά ομόλογα θα παραμείνουν ελκυστικά, καθώς η καμπύλη των αποδόσεων συνεχίζει την ανάπτυξή της, ενώ πιθανές αναβαθμίσεις της αξιολόγησης της χώρας θα ισχυροποιήσουν περαιτέρω το μομέντουμ (δυναμική) της αγοράς.

Αρνητική έκδοση

Η Ελλάδα είναι μία από τις λίγες χώρες της ευρωζώνης με αρνητική καθαρή έκδοση το 2020, δεδομένου του ποσού των ομολόγων του Ελληνικού Δημοσίου που αγόρασε η ΕΚΤ, παρατηρεί ο Δημήτρης Κοφίτσας, της Goldman Sachs, θεωρώντας πως η συγκυρία είναι καλή για τις εκδόσεις τόσο κρατικών όσο και των εταιρικών ομολόγων. Ο Marko Mrsnik, επικεφαλής για την περιοχή EMEA της S&P Global, αναμένει πως η ελληνική οικονομία θα ανακάμψει το 2021.

Αν και η πανδημία θα  επηρεάσει την οικονομική δραστηριότητα του πρώτου τριμήνου, η κατάσταση θα βελτιωθεί στη συνέχεια, υπό την προϋπόθεση της διανομής των εμβολίων που θα βελτιώσουν και τις προοπτικές του τουρισμού και των ταξιδιών, κάτι που ενισχύει συνολικά και την πιστοληπτική ικανότητα της Ελλάδας.

Ελκυστικό προφίλ

Η χώρα μας, σύμφωνα με τον ίδιο, διαθέτει ένα από τα πιο ελκυστικά προφίλ χρέους, το οποίο μετά από μια απότομη αύξηση ως ποσοστό του ΑΕΠ το 2020 θα αρχίσει να μειώνεται από το 2021, αν και η αξιολόγησή της περιορίζεται όχι μόνο από υψηλό χρέος, αλλά και από τον μεγάλο αριθμό μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων (NPEs). Το έκτακτο πρόγραμμα αγορών ομολόγων της ΕΚΤ στηρίζει πάντως την πρόσβαση της Ελλάδας στις αγορές, ενώ τα κεφάλαια του Ταμείου Ανάκαμψης θα μπορούσαν να λειτουργήσουν ως καταλύτης για την ανάκαμψη της οικονομίας.

Χρέους επιφέρει παρατεταμένους κινδύνους βιωσιμότητας στη Νότια Ευρώπη, αλλά δεδομένης της στήριξης της Κομισιόν και της ΕΚΤ (με τα επιτόκια μάλιστα να μην αναμένεται να αυξηθούν πριν από το 2025), ο κίνδυνος της βιωσιμότητας παραμένει χαμηλός.

Στα ύψη το ταμειακό έλλειμμα, εκτοξεύθηκε στα 19,46 δισ. ευρώ

Στα 19,46 δισ. ευρώ – ύψος-ρεκόρ της τελευταίας πενταετίας – εκτινάχθηκε το ταμειακό έλλειμμα την περίοδο Ιανουαρίου – Νοεμβρίου λόγω των επιπτώσεων της πανδημμίας στην οικονομία. Σύμφωνα με τα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος για τις καθαρές δανειακές ανάγκες της κεντρικής διοίκησης την περίοδο Ιανουαρίου – Νοεμβρίου 2020, το ταμειακό αποτέλεσμα της κεντρικής διοίκησης παρουσίασε έλλειμμα 19,46 δισ. ευρώ, έναντι πλεονάσματος 637 δισ. ευρώ την αντίστοιχη περίοδο του 2019. Κατά την περίοδο αυτή τα έσοδα του τακτικού προϋπολογισμού διαμορφώθηκαν σε 38 δισ. ευρώ, από 45 δισ. ευρώ πέρυσι, και οι δαπάνες σε 54,9 δισ. ευρώ, από 45 δισ. ευρώ την περίοδο Ιανουαρίου – Νοεμβρίου 2019.