Στη μάχη κατά του κορωνοϊού, η Ευρώπη κάνει ανασκόπηση σε ένα καλοκαίρι σπαταλημένων ευκαιριών, σύμφωνα με την Wall Street Journal.

Με τον ιό να έχει περιοριστεί χάρη στους μήνες του lockdown της άνοιξης, οι Ευρωπαίοι ηγέτες βιάστηκαν να ανοίξουν και πάλι τις κοινωνίες τους, με στόχο την τόνωση της οικονομίας. Ωστόσο, ο κορωνοϊός επιβίωσε, ενώ λίγες ήταν οι χώρες που είχαν επαρκή συστήματα για να ιχνηλατήσουν και να περιορίσουν τα τοπικά ξεσπάσματά του. Εξάλλου, σε πολλές περιοχές ο ιός ποτέ δεν περιορίστηκε αρκετά.

Αποτέλεσμα ήταν ότι τώρα το δεύτερο κύμα της πανδημίας που «χτυπάει» σθεναρά τη Γηραιά Ήπειρο είναι δύσκολο να ελεγχθεί και φέρνει την πιθανότητα πληθώρας κρουσμάτων που θα κρατήσουν και με το νέο έτος.

«Ο κόσμος νόμιζε ότι η κατάσταση ήταν υπό έλεγχο αλλά δεν ήταν. Η φωτιά είχε σβήσει, αλλά όχι και οι καύτρες της», λέει χαρακτηριστικά ο Rafael Bengoa, διευθυντής στο Ινστιτούτο Υγείας και Στρατηγικής του Μπιλμπάο της Ισπανίας.

Τα κράτη της Ευρώπης ακολουθούν μια μέση οδό στη στρατηγική τους απέναντι στην πανδημία: ούτε περιορίζουν εντελώς τον ιό με ένα lockdown, ούτε όμως ανοίγουν εντελώς τις οικονομίες τους.

Πλέον με τις εξάρσεις του κορωνοϊού να σημειώνονται στις περισσότερες χώρες της Ευρώπης, ακόμα και σε χώρες που μέχρι στιγμής φαινόταν ότι διαχειρίζονται πολύ καλά την πανδημία όπως είναι η Γερμανία και η Ιταλία, οι κυβερνήσεις σφίγγουν τον κλοιό των μέτρων σε τοπικό επίπεδο σε μια προσπάθεια να μην κλείσουν τις οικονομίες τους. Παρ’ όλα αυτά, έχουν ήδη αρχίσει να επιβάλλονται καθολικά lockdown σε κάποιες περιοχές.  Η Ιρλανδία, για παράδειγμα, κλείνει τους πολίτες για έξι εβδομάδες στα σπίτια τους.

H δεύτερη κορύφωση της καμπύλης

Η προσπάθεια επιστροφής στην κανονικότητα έπειτα από τα αυστηρά lockdown οδήγησε επίσης στην αύξηση των κρουσμάτων, συνεχίζει η WSJ η οποία σημειώνει ότι η μετάδοση του ιού προαπαιτεί κοινωνική επαφή.

Πλέον, οι ηγέτες δεν έχουν άλλη επιλογή παρά να επαναφέρουν και πάλι τους περιορισμούς για να επιβραδύνουν τη διασπορά του ιού. Η Γαλλία και η Ισπανία βρίσκονται σε κατάσταση εκτάκτου ανάγκης. Στο Παρίσι ισχύει απαγόρευση νυχτερινής κυκλοφορίας και στη Μαδρίτη lockdown. Στην Ουαλία, υπάρχει σύσταση οι πολίτες να βγαίνουν από το σπίτι τους μόνο για άσκηση. Στην Ιταλία οι μάσκες είναι υποχρεωτικές παντού, ακόμα και στους εξωτερικούς χώρους.

Αν και αυτά τα μέτρα δεν είναι τόσο αυστηρά όσο αυτά που προηγήθηκαν την άνοιξη, είναι σίγουρο ότι θα έχουν συνέπειες τόσο στην οικονομία όσο και στο ηθικό του πληθυσμού κατά τη διάρκεια των μηνών του χειμώνα.

Βέβαια, η Ευρώπη πλέον είναι σε καλύτερη θέση να αντιμετωπίσει την πανδημία σε σχέση με τον Μάρτιο. Η δυνατότητα για τεστ έχει αυξηθεί και τα νοσοκομεία μπορούν να αντιμετωπίσουν πιο αποτελεσματικά τα περιστατικά Covid-19. Οι Ευρωπαίοι έχουν συνηθίσει τις μάσκες και το social distancing.

Πού οφείλεται επομένως η αντεπίθεση του ιού στην Ευρώπη;

Σύμφωνα με την Wall Street Journal, τα αυξημένα επιβεβαιωμένα κρούσματα κορωνοϊού οφείλονται σε ένα βαθμό στους συστηματικούς ελέγχους. Παρατηρεί, ωστόσο, ότι αυξάνονται επίσης οι διασωληνώσεις και οι θάνατοι. Ο αριθμός των θανάτων μπορεί να παραμένει σημαντικά μικρότερος από τους θανάτους που καταγράφονταν κατά το πρώτο κύμα, όμως βαίνει αυξητικά σε σύγκριση με τους θανάτους που καταγράφονταν κατά τη διάρκεια του καλοκαιριού.

Καθώς άνοιγαν οι οικονομίες της Ευρώπης με τους τουρίστες να κλείνουν τις διακοπές τους, τους ντόπιους να επιστρέφουν σε μπαρ και εστιατόρια εβδομάδες, ή και μήνες, μετά από την καραντίνα και τελικά με τους μαθητές και τους φοιτητές να επιστρέφουν στα εκπαιδευτικά ιδρύματα, οι αλυσίδες μετάδοσης του κοροναϊού επιμηκύνθηκαν και πολλαπλασιάστηκαν.

Η ικανότητα εξάπλωσης του ιού όμως ενδυναμώθηκε με την άφιξη του φθινοπώρου καθώς οι πολίτες περνούν πλέον περισσότερο χρόνο στο σπίτι και κοντά στους οικείους τους.

Ορισμένες χώρες μάλιστα ενθάρρυναν τους ανθρώπους να επιστρέψουν σε μια φυσιολογική ζωή. Τον Αύγουστο, για παράδειγμα, η βρετανική κυβέρνηση επιχορήγησε πάνω από 64 εκατομμύρια γεύματα σε εστιατόρια σε μια προσπάθεια να στηρίξει τον τομέα της εστίασης που είχε πληγεί σημαντικά από την πανδημία.

Επιπλέον, παρόλο που οι κυβερνήσεις προώθησαν και αύξησαν τους ελέγχους Covid-19, τα βασικά προβλήματα παρέμειναν, όπως ο αργός ρυθμός με τον οποίο βγαίνουν τα αποτελέσματα λόγω της περιορισμένης δυναμικότητας των εργαστηρίων. Στη Γαλλία, την Ισπανία, τη Βρετανία και αλλού δεν έχουν ξεπεραστεί αυτού του είδους τα προβλήματα, τονίζει η WSJ.

Οι εφαρμογές ιχνηλάτησης των επαφών, που έχουν αναδειχθεί σε ισχυρό όπλο για πολλές ασιατικές χώρες στη μάχη κατά της πανδημίας, στην Ευρώπη απέτυχαν πλήρως να αποδώσουν. Στη Γαλλία, για παράδειγμα, ούτε το 5% του πληθυσμού δεν κατέβασε σχετική  εφαρμογή που δημιούργησε η γαλλική κυβέρνηση.

Ένα άλλο σημαντικό θέμα που ενδεχομένως λειτούργησε αρνητικά στον έλεγχο της πανδημίας στην Ευρώπη, αποτελεί ο διαφορετικός τρόπος με τον οποίο οι κυβερνήσεις στηρίζουν όσους βρίσκονται σε καραντίνα. Οι ειδικοί μάλιστα υποστηρίζουν ότi ανάλογα με την στήριξη που λαμβάνουν ή όχι οι πολίτες, εξαρτάται και η συμμόρφωσή τους με τις οδηγίες.

«Είμαι βέβαιος ότι μερικοί δεν έλεγαν ότι ήταν άρρωστοι επειδή θα έπρεπε να σταματήσουν να εργάζονται», σχολίασε ο Yazdan Yazdanpanah, ειδικός σε μολυσματικές ασθένειες στο νοσοκομείο Bichat του Παρισιού και μέλος της επιστημονικής επιτροπής που συμβουλεύει τη γαλλική κυβέρνηση για το Covid- 19.

Παρόμοια επίδραση έχει και το γεγονός ότι σε αρκετές χώρες γίνεται πλέον αμφίβολη η οικονομική στήριξη των κυβερνήσεων, εγείροντας ερωτήματα σχετικά με το πόσο βιώσιμος θα είναι για την κοινωνία ο νέος γύρος περιορισμών.

Έχοντας έτσι κατά νου την επίδραση ενός καθολικού lockdown στην οικονομία και την κοινωνία, οι κυβερνήσεις διστάζουν να πάρουν το δραστικό μέτρο του lockdown καταφεύγοντας σε τοπικούς περιορισμούς, οι οποίοι, ωστόσο, όπως σημειώνουν οι ειδικοί, για να καταλήξουν αποτελεσματικοί απαιτούν καλή ενημέρωση των πολιτών, ώστε να γίνει ξεκάθαρος ο σκοπός και η αναγκαιότητά τους, και φυσικά πιστή εφαρμογή τους.