Ούτε οι λιανικές πωλήσεις, ούτε οι κατασκευές, ούτε οι μεταφορές, ούτε καν η εστίαση. Το μεγαλύτερο πλήγμα από την πανδημία του κορωνοϊού υφίσταται η εκπαίδευση, γράφει ο αρθρογράφος του BBC Τζόντι Μπλουμ. Αναφέρεται στα μεγάλα και διάσημα βρετανικά Πανεπιστήμια, που δέχονται κάθε χρόνο χιλιάδες φοιτητές από κάθε γωνιά της γης.


Ανάλογο πλήγμα έχουν δεχθεί, ασφαλώς, και τα ανά τον κόσμο ξακουστά αμερικανικά Πανεπιστήμια. Αλλά και με το περίφημο ευρωπαϊκό πρόγραμμα Erasmus, την ανταλλαγή φοιτητών δηλαδή μεταξύ ευρωπαϊκών δημοσίων Ανωτάτων Σχολών, τι πρόκειται να γίνει; Διότι, πέρα από την οικονομική διάσταση του θεσμού, πρόκειται για μια εμπειρία ζωής για τους νέους.

Το επιχειρηματικό μοντέλο

«Το χρήμα δίνει ζωή στην εκπαίδευση», σημειώνει ο αρθρογράφος του BBC – και δεν αναφέρεται στα διόλου ευκαταφρόνητα δίδακτρα που καταβάλλουν στα βρετανικά και αμερικανικά Πανεπιστήμια οι φοιτητές. Αναφέρεται σε μια σειρά επιχειρηματικών δραστηριοτήτων που συνδέονται με τη λειτουργία μιας σχολής τριτοβάθμιας εκπαίδευσης σε έναν τόπο. 

Η «κοινωνική αποστασιοποίηση» που έφερε η πανδημία, εφόσον μάλιστα συνεχιστεί και το επόμενο διδακτικό έτος, είναι επόμενο να αλλάξει άρδην τις αποφάσεις που πρόκειται να λάβουν εκατοντάδες χιλιάδες νέοι από όλο τον κόσμο για το εκπαιδευτικό τους μέλλον. Διότι δεν είναι μόνο οι αίθουσες διδασκαλίας και οι χώροι των εργαστηρίων που συγκεντρώνουν τους φοιτητές. Είναι και οι φοιτητικές εγκαταστάσεις εν γένει, με τις εστίες, τα εστιατόρια, τα γυμναστήρια, που «εδώ και εκατοντάδες χρόνια συνιστούν το επιχειρηματικό μοντέλο της μεταλυκειακής εκπαίδευσης», όπως σημειώνει ο βρετανός αρθρογράφος. 

Το στοίχημα του φθινοπώρου

Τους τελευταίους μήνες της πανδημίας τα μαθήματα γίνονται μέσω Διαδικτύου. Κυβερνήσεις και πανεπιστημιακές αρχές μελετούν και εκπονούν λύσεις στο φλέγον, από χρονικής πλευράς, ζήτημα των εξετάσεων. Τι θα γίνει όμως το φθινόπωρο; Αυτό θα είναι το μεγάλο στοίχημα. 

Ειδικότερα τα αγγλόφωνα Δυτικά Πανεπιστήμια έχουν πληγεί ιδιαίτερα σκληρά, σημειώνει ο Τζόντι Μπλουμ του BBC. Αυτά εξακολουθούν να χρεώνουν με δίδακτρα τους ντόπιους φοιτητές και επίσης επιβιώνουν από τις ενδιαιτήσεις και τα εστιατόρια που λειτουργούν στα πανεπιστημιακά campus. Τους ξένους φοιτητές τους χρεώνουν ακόμη περισσότερο. 

«Στη Βρετανία, για παράδειγμα, οι προπτυχιακοί φοιτητές εκτός Ηνωμένου Βασιλείου και Ευρωπαϊκής Ένωσης μπορούν να χρεωθούν με δίδακτρα ύψους ακόμα και με 58.000 στερλινών (65.400 ευρώ) ετησίως, αντί για τη βασική χρέωση των 9.000 στερλινών (10.000 ευρώ)», σημειώνει χαρακτηριστικά ο Μπλουμ. 

Η μεσαία τάξη

Ενώ λοιπόν, η παγκοσμιοποίηση για πολλούς σημαίνει την εισαγωγή φθηνότερων βιομηχανικών αγαθών από ολόκληρο τον κόσμο, για τις ανεπτυγμένες οικονομίες μια από τις μεγαλύτερες πρόσφατες οικονομικές επιτυχίες τους είναι η προσέλκυση φοιτητών από το εξωτερικό. «Η άνοδος της μεσαίας τάξης σε ολόκληρο τον κόσμο υπήρξε θεόσταλτο δώρο για τα δυτικά πανεπιστήμια, αφού πολλαπλασιάστηκαν αυτοί που έχουν τη δυνατότητα να στείλουν τα παιδιά τους να σπουδάσουν στο εξωτερικό», δηλώνει στο BBC ο καθηγητής του Πανεπιστημίου της Οξφόρδης Σάιμον Μάρτζινσον. 

Υπό το πρίσμα αυτό, το πλήγμα του κορωνοϊού απειλεί να «αποτελειώσει» την εξωστρεφή πανεπιστημιακή εκπαίδευση που ήδη πληρώνει τα τελευταία χρόνια τα επίχειρα της οικονομικής και κοινωνικής αποδιάρθρωσης της μεσαίας τάξης, με την όλο και μεγαλύτερη συγκέντρωση του πλούτου στους λίγους. Είναι προφανές ότι η επιστροφή του οικονομικού προστατευτισμού και η πολιτική και πολιτιστική ξενοφοβία υποχρεώνουν τους νέους και σε μια εκπαιδευτική εσωστρέφεια.

Παρά ταύτα, στις ΗΠΑ οι εγγραφές Κινέζων φοιτητών έφθασαν τις 360.000 κατά την περασμένη ακαδημαϊκή χρονιά, αναφέρει το BBC. Και στην αμερικανική οικονομία εισρέουν συνολικά κάθε χρόνο περί τα 45 δισ. δολάρια ως φοιτητικό συνάλλαγμα από τους ξένους φοιτητές.  

Αλλά η φοίτηση στο εξωτερικό δεν αφορά μόνο τα παιδιά των εχόντων και κατεχόντων στις αναπτυσσόμενες οικονομίες, που κατά κανόνα δεν διαθέτουν στις χώρες τους την ίδια ποιότητα τριτοβάθμιας εκπαίδευσης συγκριτικά με τις ανεπτυγμένες οικονομίες. Αφορά και τους φοιτητές των πλουσίων χωρών, που έχουν τη δυνατότητα να σπουδάσουν σε μια ξένη γλώσσα, να διευρύνουν τον ορίζοντα των γνώσεων και των εμπειριών τους, να γίνουν «πολίτες του κόσμου».