Περίπου 80 χώρες έχουν απευθύνει έκκληση για οικονομική βοήθεια στο Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (ΔΝΤ). Θα ακολουθήσουν επίσημες αιτήσεις στήριξης, ενώ το συμβούλιο του Ταμείου έχει ήδη εγκρίνει 10 προγράμματα και έως το τέλος του μήνα θα έχουν εγκριθεί άλλα 40, τονίζει στο «Βήμα της Κυριακής» ο αναπληρωτής εκτελεστικός διευθυντής του διεθνούς οργανισμού Μιχάλης Ψαλιδόπουλος (σ.σ. οι απόψεις του είναι καθαρά προσωπικές και δεν απηχούν εκείνες του δ.σ. του ΔΝΤ). Ο εκπρόσωπος της Ελλάδας στο ΔΝΤ βρίσκεται στην καρδιά της αμερικανικής μεγαλούπολης και παγκόσμιου οικονομικού κέντρου και αναλύει τις τρέχουσες εξελίξεις με αίσθηση ψυχραιμίας αλλά και συγκρατημένης αισιοδοξίας για το μέλλον.

Ο ομότιμος καθηγητής του Τμήματος Οικονομικών Επιστημών του ΕΚΠΑ θεωρεί ότι επειδή η πανδημία βρίσκεται σε εξέλιξη, οι προβλέψεις που γίνονται είναι επισφαλείς και υποκείμενες σε αναθεωρήσεις.

Στον πυρήνα του ερωτήματος για το εάν θα υπάρξει παγκόσμια ύφεση και πόσο, υπογραμμίζει ότι με βάση τα διαθέσιμα στοιχεία που υπάρχουν οι ανεπτυγμένες χώρες θα υποστούν μείωση του ρυθμού ανάπτυξης κατά 6% το 2020, ενώ συμπληρώνει πως ανάλογες εξελίξεις θα παρατηρηθούν στις αναδυόμενες οικονομίες και στον αναπτυσσόμενο κόσμο.

«Τα δημόσια χρέη θα εκτοξευτούν στα ύψη, καθώς θα προσπαθούν οι χώρες να υποστηρίξουν τα συστήματα υγείας τους και την οικονομική δραστηριότητα σε εθνικό πλαίσιο. Αρα, όντως βρίσκεται σε εξέλιξη μια παγκόσμια ύφεση» τονίζει και συνεχίζει με την αναφορά ότι, σύμφωνα με το αισιόδοξο σενάριο, το 2021 θα είναι έτος ανάκαμψης στα προηγούμενα της πανδημίας επίπεδα.

Στο σημείο αυτό διευκρινίζει ότι αυτό δεν σημαίνει όμως ολική επαναφορά στην προηγούμενη κατάσταση της κάθε οικονομίας μεμονωμένα. «Αλλο πράγμα η οικονομική κατάσταση της κάθε οικονομίας μεμονωμένα. Αλλο πράγμα η ανάκαμψη των αριθμών και άλλο η επούλωση των διαρθρωτικών πληγών που θα προκαλέσει η ύφεση στον παραγωγικό ιστό της κάθε χώρας. Είμαστε σε αχαρτογράφητα ύδατα».

Η τωρινή κρίση μεγαλύτερη της χρηματοπιστωτικής

Οταν του τίθεται η ερώτηση εάν θα υπάρξει μεγαλύτερη κρίση από το 2008-2009, απαντά ότι η παρούσα κρίση είναι μεγαλύτερη εκείνης της περιόδου. «Η τότε κρίση ήταν χρηματοπιστωτική. Προήλθε από έναν τομέα της οικονομίας, τις επενδυτικές τράπεζες, υπήρξε κρατική ανταπόκριση και επαναφορά του παγκόσμιου χρηματοπιστωτικού συστήματος σε νέα ισορροπία ύστερα από 18 περίπου μήνες» απαντά και θεωρεί ότι αυτό που ζούμε σήμερα είναι πρωτόγνωρο. «Δεν ζούμε ένα ξαφνικό σταμάτημα χρηματοοικονομικών ροών, αλλά μια πλήρη ακινησία της οικονομικής δραστηριότητας παγκοσμίως. Η ακινησία επιβάλλεται για να αποφευχθούν η διάχυση της πανδημίας και η θνησιμότητα του πληθυσμού» τονίζει. Παράλληλα αναφέρει ότι αυτό έχει τεράστιες επιπτώσεις στην εποχή της παγκοσμιοποίησης, καθώς οι αλυσίδες προσφοράς χάνουν τους συνδετικούς κρίκους τους και διασπώνται, εργαζόμενοι περιέρχονται σε αναγκαστική αργία χάνοντας τα εισοδήματά τους, επιχειρήσεις βλέπουν τον κύκλο εργασιών τους να καταβαραθρώνεται και την έκθεσή τους σε δανεισμό και υποχρεώσεις να διευρύνεται.

Στο ερώτημα εάν προβλέπει χρεοκοπίες χωρών είναι σαφής. «Κρατικές χρεοκοπίες είναι ενδεχόμενες. Οι ευάλωτες χώρες, με ασθενείς δομές και μεγάλη εξάρτηση από ξένη βοήθεια, είναι άγνωστο πόσο και πώς θα αντισταθούν στις δυσμενείς σημερινές συνθήκες. Χώρες που θα δουν τα έσοδά τους σε συνάλλαγμα να περιορίζονται λόγω της πτώσης της τιμής των πρώτων υλών, της μείωσης της ζήτησης υπηρεσιών που προσφέρουν θα αντιμετωπίσουν και αυτές προβλήματα» λέει και προειδοποιεί: «Οι φορείς της οικονομικής πολιτικής πρέπει να βρίσκονται σε εγρήγορση και να προχωρούν σε εμπροσθοβαρή μέτρα αποφυγής δυσμενέστερων καταστάσεων».

Γραμμή πυρός ενός τρισ. δολαρίων

Σχετικά με τις κινήσεις του ΔΝΤ στην παρούσα κρίση, σημειώνει ότι έχει βγει από την πρώτη στιγμή μπροστά και έχει κάνει, σε συνεργασία με την Παγκόσμια Τράπεζα, βήματα παρέμβασης και συντονισμού για να αποτρέψει μια παγκόσμια οικονομική αποσταθεροποίηση. Μιλά για τις 80 χώρες που έχουν απευθύνει έκκληση για βοήθεια και σημειώνει ότι έχουν διευρυνθεί πιστοληπτικές γραμμές σε λογαριασμούς όπως το Rapid Credit Facility και το Rapid Financial Instrument. «Με το Catastrophe Containment Relief Trust αναλήφθηκε πρωτοβουλία συντονισμού μεταξύ δανειστών (Λέσχη Παρισιού) και δανειζομένων με σκοπό τη χορήγηση αναστολής πληρωμών τοκοχρεολυσίων για κάποιο χρονικό διάστημα. Οι σχετικές συζητήσεις είναι σε εξέλιξη. Τέλος υπάρχουν και άλλοι λογαριασμοί άντλησης κεφαλαίων από τα μέλη: το Poverty Reduction Relief Trus, πιστοληπτικές γραμμές και άλλες, πιο παραδοσιακές δανειοδοτικές διέξοδοι» υποστηρίζει και διευκρινίζει όμως ότι τα συνολικά κεφάλαια στη διάθεση των κρατών-μελών δεν είναι απεριόριστα, αλλά και η γραμμή πυρός καθόλου αμελητέα, περί το ένα τρισ. δολάρια.

Δεν παραλείπει όμως να επισημάνει τα προβλήματα που υπάρχουν, όπως ότι το Ταμείο δεν επιτρέπεται να δανειοδοτήσει χώρα όπου το χρέος κρίνεται μη βιώσιμο, οπότε και πρέπει να λαμβάνεται και το συγκεκριμένο κριτήριο υπ’ όψιν σε βάθος χρόνου. «Ο ρόλος των οίκων αξιολόγησης γίνεται κρίσιμος γιατί οποιεσδήποτε αρνητικές αξιολογήσεις κρατών θα οδηγούν σε αυτοεπιβεβαιούμενες προφητείες, με ό,τι αυτό συνεπάγεται. Συμπερασματικά, ο δρόμος μπροστά δεν είναι ρόδινος, αλλά ο αγώνας ξεκίνησε και θα δοθεί» τονίζει ο Μιχάλης Ψαλιδόπουλος.

Για να μην καταρρεύσουν οι οικονομίες, υποστηρίζει ότι θα πρέπει η κρατική μηχανή να βρίσκεται σε κάθε χώρα σε ετοιμότητα και εγρήγορση και να λαμβάνονται μέτρα θωράκισης των συστημάτων υγείας και περιορισμού των αρνητικών συνεπειών της παρατεταμένης και αναγκαστικής «παράλυσης» της οικονομίας.

Δεν θα υπάρξει πισωγύρισμα της Ελλάδας στο 2010

Για τις επιπτώσεις στην ελληνική οικονομία και εάν υπάρχει φόβος για πισωγύρισμα στο 2010, θεωρεί ότι αυτός δεν υφίσταται. «Πισωγύρισμα δεν μπορεί να υπάρξει. Σήμερα η Ελλάδα δεν έχει έλλειμμα στον δημόσιο προϋπολογισμό και στο ισοζύγιο πληρωμών όπως τότε. Το χρέος της είναι βέβαια υψηλό, όπως στο παρελθόν, αλλά είναι κατ’ αρχήν ρυθμισμένο. Αρα, δεν υπάρχει επανάληψη της κατάστασης του 2010».

Ο Μιχάλης Ψαλιδόπουλος αναφέρει ότι ο τρέχων φόβος συνίσταται στο ότι η ελληνική οικονομία είναι σήμερα, ύστερα από περίπου 20 χρόνια συμμετοχής στην ΟΝΕ, μια οικονομία υπηρεσιών, με περιορισμένη συμμετοχή της βιομηχανίας στο ΑΕΠ και ακόμα μικρότερη εκείνη της γεωργίας. «Το ξαφνικό κλείσιμο του τουριστικού τομέα (περί το 30% του ΑΕΠ) και τα προβλήματα του εφοπλισμού (απότοκα της συρρίκνωσης του παγκόσμιου εμπορίου), η αναστολή λειτουργίας της εστίασης και άλλων επαγγελμάτων παροχής υπηρεσιών είναι δυσβάστακτα πάνω που η ελληνική οικονομία κέρδιζε μεταμνημονιακές ανάσες. Σίγουρα έχουμε να τραβήξουμε μια ανηφόρα. Δεν χρειάζεται φόβος. Τα πόδια μας είναι γυμνασμένα στις δύσκολες πορείες. Θα τα καταφέρουμε» επισημαίνει.

Σχετικά με το τι πρέπει να κάνει η Ελλάδα για να αντέξει μετά τη δεκαετή κρίση, θεωρεί ότι πρέπει να ακολουθήσει τα βήματα άλλων χωρών. Υποστηρίζει την ενίσχυση όλων των θιγόμενων κλάδων και των ελλήνων εργαζομένων ώστε όλοι συλλογικά να αντέξουμε το αναγκαστικό μακροβούτι που μας απομακρύνει από την πληρωμή υψηλού κόστους σε ανθρώπινες ζωές.

«Εχουν αρχίσει να υλοποιούνται τρία πακέτα μέτρων και προχωρώντας ίσως αναληφθούν νέες πρωτοβουλίες. Χρειάζεται επαγρύπνηση, ανάλυση δεδομένων της εκάστοτε συγκυρίας και έλεγχος των εξελίξεων με ένα κατά το δυνατόν άριστο μείγμα μέτρων πολιτικής» τονίζει.

Αναπόφευκτα τίθεται η ερώτηση τι γίνεται με το χρέος και λέει ότι οι τοκοχρεολυτικές υποχρεώσεις της Ελλάδας έως τις αρχές της επόμενης δεκαετίας είναι υπό έλεγχο. «Τα μέτρα όμως που σήμερα λαμβάνονται σίγουρα επιβαρύνουν τον προϋπολογισμό και συνολικά το δημόσιο χρέος, όπως συμβαίνει σε όλες τις χώρες του κόσμου» τονίζει και συνεχίζει: «Δεν δικαιολογείται η αδράνεια υπό τον φόβο της διόγκωσης του χρέους. Πρώτα αγωνιζόμαστε να επιβιώσουμε και μετά τακτοποιούμε τον όποιο λογαριασμό σε συμφωνία με τους εταίρους της ΕΕ που αποτελούν τους συλλογικούς ιδιοκτήτες του μεγαλύτερου μέρους του ελληνικού χρέους».

Η βραδυκίνητη ΕΕ και το σενάριο της διάλυσης

Παρατηρώντας από την έδρα του ΔΝΤ τα όσα συμβαίνουν στην ευρωζώνη, μιλά για τη βραδυκινησία της ΕΕ, που μετά τη διεύρυνσή της από τη δεκαετία του 1990 έχει πάρει νέα ποιοτικά χαρακτηριστικά, και στο ερώτημα εάν θεωρεί πιθανή τη διάλυσή της απαντά: «Πάντα λαμβάνονται αποφάσεις, αλλά αυτό γίνεται σε βάθος χρόνου, μέσα από εκατέρωθεν συμβιβασμούς. Η ΕΕ δεν είναι εκείνη που ονειρευόταν η γενιά μου όταν σπούδαζε στη δεκαετία του 1980. Σε μια συγκυρία που απαιτεί γρήγορες αποφάσεις, εμφιλοχωρεί η τάση ομφαλοσκόπησης και θεωρητικής συζήτησης περί το δέον. Αν δεν προσέξουμε, θα βγουν από την παρούσα κρίση περισσότερο ενισχυμένοι οι ευρωσκεπτικιστές και ο κίνδυνος που σηματοδοτεί η ερώτησή σας θα είναι ρεαλιστικός». Για τον ίδιο, όμως, τα πάντα εξαρτώνται από την ποιότητα του συμβιβασμού που θα σηματοδοτήσουν οι αποφάσεις των ευρωπαϊκών οργάνων τον τρέχοντα μήνα. Οπως τραγουδούσε ο Λου Ριντ, «δεν υπάρχει χρόνος, γιατί τώρα είναι ο χρόνος». Τώρα είναι ο χρόνος για συλλογική ευρωπαϊκή δράση στο ύψος των ειδικών περιστάσεων».

«Το ευρωομόλογο θα βοηθούσε το ξεπέρασμα της κρίσης»

Για το εάν θα βοηθούσε τώρα η έκδοση ευρωομολόγου, ο Μιχάλης Ψαλιδόπουλος λέει ότι αυτή η κίνηση, στο πλαίσιο της προώθησης της δημοσιονομικής ενοποίησης της ευρωζώνης, θα ήταν εξαιρετικά θετικό βήμα μπροστά.

«Θα βοηθούσε το ξεπέρασμα της παρούσας κρίσης και θα έδινε ώθηση στην ιδέα της ομοσπονδιακής Ευρώπης που έχει κολλήσει λόγω της ανόδου του ευρωσκεπτικισμού» τονίζει και συνεχίζει ιδιαίτερα αιχμηρός: «Είναι λυπηρό να επικαλείται την τήρηση αρχών δημοσιονομικής πειθαρχίας και άρνησης συλλογικής δράσης υπό τις παρούσες πρωτόγνωρες συνθήκες. Η πανδημία δεν γνωρίζει σύνορα και η επίκληση εθνικών ρυθμίσεων ή, ακόμα χειρότερα, η προσκόλληση σε ιδεολογικές αρχές είναι υπό τις παρούσες συνθήκες μυωπική. Το δάκτυλο δείχνει την πανσέληνο, μην κοιτάμε το δάκτυλο».