Οταν μπαίνετε στο αεροπλάνο και σας υποδέχεται μια συμπαθής αεροσυνοδός, δεν ρωτάτε –είμαι βέβαιος –αν ο πιλότος έχει δίπλωμα.
Οταν γράφετε το παιδί σας στο σχολείο, δεν θα ζητήσετε –φρονώ –να σας δείξουν το πτυχίο του δασκάλου ή της δασκάλας του.
Εχετε εμπιστοσύνη. Οτι τα πράγματα θα γίνουν κανονικά. Οτι οι άνθρωποι που θα διεκπεραιώσουν τους αντίστοιχους ρόλους έχουν την ικανότητα, τα προσόντα, την επάρκεια να ανταποκριθούν στις μικρές ή μεγάλες απαιτήσεις που συνοδεύουν αυτούς τους ρόλους. Και σωστά. Χωρίς εμπιστοσύνη, κοινωνική λειτουργία και συνύπαρξη δεν υπάρχει.
Αυτό που οι πολίτες φαίνεται στοιχειωδώς να θεωρούν αυτονόητο ως αναγκαίο, διαγράφουν συχνά από τη σκέψη τους και παραμερίζουν από την κρίση τους μπροστά στην κάλπη.
Η κάλπη από τη φύση της είναι μια πρόσκληση ευθύνης. Σε καλεί να επιλέξεις κάτι και να απορρίψεις, αποδοκιμάζοντάς το στην πράξη, κάτι άλλο.
Στην κάλπη της εκλογής ο πολίτης υπογράφει μια απόφαση, εκφράζει μια εμπιστοσύνη. Μια εμπιστοσύνη στα πρόσωπα που επιλέγει ως αντιπροσώπους του, ότι είναι ικανά, έχουν τις γνώσεις, την επάρκεια και το σθένος να ανταποκριθούν στον ρόλο τους.
Αν και γνωρίζει ο πολίτης το βάρος του δημόσιου ρόλου, το παραγνωρίζει συχνά και το αποφεύγει. Αν και γνωρίζει ότι οι αντιπρόσωποί του ίσως κληθούν να πάρουν αποφάσεις ζωής και θανάτου στο μέτωπο του ρόλου τους, δεν το αντέχει στο μέτωπο της ατομικής του κρίσης και το περιγελά, πολλές φορές και το χλευάζει. Πάντως συχνά το προσπερνάει.
Για το δύσκολο μέτωπο της κοινής πορείας, ο σοφός λαός υιοθετεί συχνά κριτήρια διασημότητας και μιντιακής δημοφιλίας. Και μαζί με τους δημοφιλείς αστέρες διασκεδάζει τους μύχιους φόβους του για την τραγικότητα της ζωής και του θανάτου.
Τα κόμματα –ΝΔ και ΠαΣοΚ κατ’ εξοχήν –έχουν μεγάλη ευθύνη για τη διαμορφωμένη αυτή κατάσταση. Εργάστηκαν γι’ αυτό, την τροφοδότησαν και την εκμεταλλεύτηκαν. Θεώρησαν φυσική αυτή την κατάσταση που αποδυναμώνει ένα σώμα αντιπροσώπων, καθώς αυτό συγκροτείται από ανθρώπους, πολλοί από τους οποίους είναι απολύτως ανεπαρκείς για αυτό που εκλέγονται.
Αν προσθέσουμε σε αυτό και τη λειτουργία του επιγονισμού, που νομιμοποιεί πολιτικούς εκφραστές λόγω της οικογενειακής τους προέλευσης, αντιλαμβανόμαστε γιατί ο οικισμός «Ελλάς», σιγά-σιγά και με τα χρόνια, βρέθηκε προοδευτικά σε μεγάλη πολιτική αδυναμία να αντιμετωπίσει τα πρωτόγνωρα δύσκολα μέτωπα της εποχής. Το πλήρωμα της γέφυρας δεν ήταν ικανό να κυβερνήσει το σκάφος στη φουρτούνα.
Το μοντέλο αυτό έχει εξαντληθεί. Η ανεπάρκεια των κυβερνητικών αντιπροσώπων φέρνει τραγικά στην πρώτη γραμμή την ανεπάρκεια ενός πολιτικού «συστήματος» που, απελπιστικά συντηρητικό και προσανατολισμένο κυρίως στον εαυτό του, αδιαφόρησε για την αναγκαία επάρκειά του, την πρώτη προϋπόθεση κάθε αποτελέσματος.
Τραγικά θυμίζει η ζωή τις αλήθειες της. Αυτοί που αν τους έδιναν να πετάξουν ένα τζάμπο θα δήλωναν φοβισμένοι ότι δεν ξέρουν και δεν μπορούν, ας μην είναι έτοιμοι αύριο να προσέλθουν στο πύρινο μέτωπο του δημόσιου χώρου. Γιατί εκεί δεν θα προλάβουν ούτε να φοβηθούν. Εκεί, στον τόπο της δοκιμασίας, θα είναι αργά για αυτούς ακόμα και να υποψιαστούν ότι η προσέλευση στην πολιτική είναι η εκούσια προσέλευση στην τραγωδία.
Οπως είναι δραματικά αργά και για τον κ. Τσίπρα και για τους κυβερνητικούς ομοίους του.
* Ο κ. Λευτέρης Κουσούλης είναι πολιτικός επιστήμονας.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ