Μια ακόμη συνέντευξη – βόμβα, που αναμένεται να προκαλέσει νέο εκνευρισμό στην Αθήνα, έδωσε ο Ζόραν Ζάεφ, ο οποίος έχει ήδη ξεκινήσει εκστρατεία στήριξης της συμφωνίας των Πρεσπών.
Ο πρωθυπουργός της γειτονικής χώρας μίλησε στο euractive.com τονίζοντας μεταξύ άλλων: «Η Ελλάδα πήρε «erga omnes το όνομα» και η “Μακεδονία” πήρε “erga omnes την ταυτότητα».
Η δήλωση αυτή επιβεβαιώνει όσους επιτίθενται στους κ. Τσίπρα και Κοτζιά για το περιεχόμενο της συμφωνίας, αν και η άποψη Ζάεφ αποκρούεται από το υπουργείο Εξωτερικών που επιμένει σε διαφορετική ερμηνεία τα περί «μακεδονικής ταυτότητας».
«Θέλουμε να τελειώσουμε με τα προβλήματα μια και καλή και αυτός είναι ο συμβιβασμός που βρήκαμε: Η Ελλάδα πήρε erga omnes το όνομα και εμείς πήραμε την erga omnes ταυτότητα, ενώ την ίδια στιγμή και η ταυτότητα των Μακεδόνων που ζουν στην Ελλάδα έχει διασφαλισθεί» υπογράμμισε ο κ. Ζάεφ. Παράλληλα, ζήτησε παρέμβαση του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος προς την ΝΔ και το VMRO –DPMNE. «Αυτά τα δυο κεντροδεξιά κόμματα στην Μακεδονία και στην Ελλάδα μοιάζουν πολύ: και τα δύο κάνουν θόρυβο, οργανώνουν διαμαρτυρίες και χρησιμοποιούν κακή γλώσσα την ίδια στην Ελλάδα και στην Μακεδονία, τις ίδιες τακτικές…».
Συμβιβασμός
Και πρόσθεσε ότι όταν ρωτήσεις την αντιπολίτευση και στις δυο χώρες εάν θέλουν φιλικές σχέσεις μεταξύ των δυο χωρών, η απάντηση είναι Ναι, αν τους ρωτήσεις ένα θέλουν την λύση η απάντηση είναι Ναι. Αλλά πώς μπορεί να γίνει αυτό χωρίς Συμφωνία» αναρωτήθηκε ο κ. Ζάεφ.
«…Είναι εναντίον της αλλαγής του Συντάγματος αλλά είναι υπέρ της ένταξης σε ΝΑΤΟ και Ε.Ε. Εάν θέλουμε το ΝΑΤΟ και την Ε.Ε. πρέπει να είμαστε έτοιμοι για συμβιβασμό. Στην αρχή και εγώ ευχόμουν να μην χρειασθεί να αλλάξουμε το Σύνταγμα. Αλλά στην διάρκεια των συνομιλιών ήταν σαφές ότι η επιμονή σε αυτή την θέση θα δημιουργούσε νέα προβλήματα».
«Δεν ζητάμε να γίνουμε αμέσως μέλη της Ε.Ε., θέλουμε να έχουμε την ευκαιρία για ενταξιακές διαπραγματεύσεις. Αλλά ο πρόεδρος Μακρόν πιθανόν δεν θα μείνει ασυγκίνητος από την μεγάλη λύση που πετύχαμε με την Ελλάδα που ξεπερνά τους διαχωρισμούς ταυτότητας και βρέθηκε λύση αναγνωρίζοντας τον Μακεδονικό Λαό με την ελληνική κληρονομιά και τον Μακεδονικό λαό χωρίς ελληνική κληρονομιά.
Και έγινε και ο γεωγραφικός προσδιορισμός. Εμείς είμαστε το βόρειο τμήμα της ιστορικής Μακεδονίας, η Βουλγαρία το Ανατολικό και η Ελλάδα έχει το Νότιο μέρος και η Αλβανία ακόμη έχει ένα τμήμα.
Τι λέει η Αθήνα
Πάντως, διπλωματικές πηγές αναφέρουν σχετικά με την εθνότητα και την ιθαγένεια
Σε μία συμφωνία μεταξύ κρατών, αντικείμενο είναι -και δεν θα μπορούσε να είναι αλλιώς- το όνομα κράτους και η συνακόλουθη ιθαγένεια.
Η συμφωνία των Πρεσπών δεν ασχολείται με θέματα εθνότητας και δεν θα μπορούσε άλλωστε. Είναι συμφωνία μεταξύ κρατών για θέματα ονομασίας κράτους και ιθαγένειας και όχι συμφωνία μεταξύ κράτους και έθνους.
Επομένως είναι σαφές ότι η συμφωνία των Πρεσπών δεν αναγνωρίζει εθνότητα. Ούτε, εξάλλου, και θα μπορούσε να αναγνωρίσει. Περιορισμένα μόνο αναφέρεται σε δύο από τα συστατικά της, τη γλώσσα και την ιστορία, προκειμένου να διαχωριστεί με απόλυτη σαφήνεια ότι δεν είναι ελληνική.
-Βάσει των διεθνών κανόνων, η αναγνώριση έθνους γίνεται μόνο σε θέματα προστασίας μειονοτήτων και είναι περιορισμένη, εντός του κράτους. Η συγκεκριμένη συμφωνία των Πρεσπών, όμως, αφορά μόνο κράτη και όχι έθνη.
-Ιθαγένεια είναι ο νομικός δεσμός του κάθε κράτους με τους πολίτες του. Κάθε κράτος έχει καταρχήν ελεύθερα το δικαίωμα να ορίζει τους πολίτες του. Συνώνυμος του όρου ιθαγένεια στην ελληνική γλώσσα είναι η υπηκοότητα. Επομένως, ο όρος ιθαγένεια ταυτίζεται με το κράτος και μόνο. Είναι ο νομικός δεσμός πολίτη και κράτους, από τον οποίο απορρέουν δικαιώματα και υποχρεώσεις. Δεν αφορά στο έθνος. Ούτε και θα μπορούσε. Πόσο μάλλον, αφού το έθνος δεν είναι υποκείμενο του διεθνούς δικαίου. Μόνο το κράτος είναι και συνεπώς δεν το αφορά.
-Ο όρος ιθαγένεια – υπηκοότητα εννοιολογικά τόσο στην αγγλική όσο και στην γαλλική αποδίδεται με τους όρους αντίστοιχα nationality- citizinship. Και στην αγγλική ο όρος διαφέρει σαφώς από τον όρο ethnicity, ο οποίος αντιστοιχεί στον όρο εθνότητα. Και γαλλικά αντίστοιχα éthnicité (σημαίνει ανήκειν σε εθνοτικό κοινωνικό σύνολο όχι με νομικό δεσμό αλλά πολιτισμικά).
Συνεπώς είναι απολύτως εσφαλμένος ο ισχυρισμός ότι με τη συμφωνία των Πρεσπών αναγνωρίστηκε εθνότητα διότι δήθεν αποδόθηκε ο όρος nationality – citizenship με τον όρο ιθαγένεια αντί του όρου εθνότητα και αυτό έγινε επί σκοπώ να παραπλανηθεί ο ελληνικός λαός. Παρά τις διάφορες ατέλειες που πάντα έχει μία μετάφραση, ορθά αποδόθηκε στα ελληνικά ο όρος nationality – citizinship με τον όρο ιθαγένεια (υπηκοότητα). Στην προκειμένη, λοιπόν, το «επιχείρημα» των πολέμιων της συμφωνίας των Πρεσπών είναι έωλο.
Το έθνος ορίζεται με στοιχεία κυρίως τη γλώσσα, τη θρησκεία (ομόθρησκο) τις κοινές παραδόσεις, τη κοινή ιστορική καταγωγή (όμοαιμο) και υποδηλώνει το δεσμό με ορισμένη ομάδα ανθρώπων με κοινά χαρακτηριστικά. Όχι με το κράτος. Να σημειωθεί ότι υπάρχουν έντονες διαφωνίες και ως προς τον ίδιο τον ορισμό του έθνους, αφού άλλοι περιλαμβάνουν και το ομόθρησκο, και άλλοι όχι. Σημαντικό είναι ότι το έθνος και το κράτος διαφέρουν και επομένως η ιθαγένεια- υπηκοότητα με την εθνότητα.
Η ιθαγένεια είναι η ιδιότητα, ο νομικός δεσμός με το κράτος, και η εθνότητα είναι ο δεσμός με ένα έθνος. Η διεθνής κοινωνία βασίζεται στα κράτη μετά τη Συνθήκη των Βεσφταλιών. Και όχι στα έθνη. Να το παραστήσουμε όσο απλά γίνεται: σε ένα κράτος μπορούν να υπάρχουν πολλά έθνη. Και σε αυτό το πλαίσιο των εθνοτήτων ή μειονοτήτων τίθεται και το θέμα αναγνώρισης εθνοτήτων, δηλαδή εντός του κράτους, και για τη προστασία τους, όχι όμως ταυτιζόμενο με το κράτος. Όπως επίσης ένα έθνος μπορεί να υπάρχει σε πολλά κράτη. Η Ελλάδα, εξάλλου, είναι περίτρανο τέτοιο παράδειγμα.
Το έθνος δεν είναι υποκείμενο του διεθνούς δικαίου. Το τελευταίο ασχολείται μαζί του μόνο σε σχέση με την προστασία των μειονοτήτων. Επίσης στο εσωτερικό δίκαιο η έννοια έθνος χρησιμοποιείται περιορισμένα. Συνδέεται, επίσης, με το δίκαιο της ιθαγένειας (π.χ. στην ελάφρυνση όρων κτήσης ελληνικής ιθαγένειας προκειμένου περί ομογενών).