Οταν ο σκηνοθέτης Μάικλ Μάγερ τηλεφώνησε στον συνθέτη Νίκο Μάλι και του πρότεινε μια όπερα βασισμένη στη «Μάρνι» του Χίτσκοκ, εκείνος θεώρησε την πρόταση «σημαδιακή». Κι αυτό γιατί μόλις είχε αρχίσει να εξερευνά τον κόσμο του Γουίνστον Γκρέιαμ, του συγγραφέα του βιβλίου επάνω στο οποίο στηρίχθηκε η κινηματογραφική ταινία του 1964. Το ίδιο έτυχε να συμβαίνει και με τον Νίκολας Ράιτ, στον οποίο οι δυο πρώτοι αποτάθηκαν για τη συγγραφή του λιμπρέτου. Εκείνη περίπου την εποχή άρχιζε κι ένα αφιέρωμα στον Γκρέιαμ στο BBC… Μέσα από αυτό το πρίσμα θεώρησαν ότι η στιγμή είναι ιδανική και ρίχτηκαν στη δουλειά για την όπερα που κάνει πρεμιέρα στην Εθνική Οπερα της Αγγλίας στις 18 Νοεμβρίου…
Καθώς η ομάδα έμπαινε στη διαδικασία, άπαντες συνειδητοποιούσαν όλο και περισσότερο ότι η «Μάρνι» ήταν ιδανικό πεδίο για το λυρικό θέατρο, χάρη στο ψυχολογικό της υπόβαθρο. Η κεντρική ηρωίδα της ταινίας (Τίπι Χέντρεν) είναι μια κλεπτομανής που λιποθυμά όταν βλέπει κόκκινο χρώμα. Ενας πλούσιος επιχειρηματίας (Σον Κόνερι) γοητευμένος απ’ αυτήν την προσλαμβάνει στην επιχείρησή του παρ’ όλο που γνωρίζει για τη νεύρωσή της. Κάποια στιγμή τη συλλαμβάνει επ’ αυτοφώρω αλλά αντί να τη στείλει στη φυλακή την πιέζει να τον παντρευτεί. Ωστόσο η Μάρνι αποδεικνύεται ψυχρή σύζυγος. Ερευνώντας το παρελθόν της, ανακαλύπτει πως όταν ήταν παιδί σκότωσε έναν πελάτη της ιερόδουλης μητέρας της. Αυτή ακριβώς η αποκάλυψη όμως θα είναι ο καταλύτης που θα την απελευθερώσει από τις ενοχές της…

Μοιάζει με τη Μελισσάνθη

Ο Μάλι υποστηρίζει σε συνέντευξή του στον βρετανικό «Guardian» πως η Μάρνι εξαρχής του θύμισε την όπερα του Ντεμπισί «Πελέας και Μελισσάνθη». Η αρχική φράση της ηρωίδας «Ne me touchez pas!» («Mη με αγγίζεις») του έφερε στον νου την ηρωίδα των Γκρέιαμ / Χίτσκοκ. Οταν ο μελλοντικός της σύζυγος τη ρωτά, απαντά πως «όλοι» την έχουν πληγώσει αλλά δεν μπορεί να του εξηγήσει με ποιον τρόπο. «Αυτού του είδους η έντονη συναισθηματική ασάφεια πάντα με συγκινούσε βαθιά» λέει ο συνθέτης.
Σύντομα, τόσο ο ίδιος όσο και η υπόλοιπη ομάδα συμφώνησαν να επικεντρωθούν στο βιβλίο του Γκρέιαμ και να τονίσουν τις πολλές πτυχές και τις αποχρώσεις που λείπουν από την ταινία.
«Καθώς συνέχιζα να γράφω τη μουσική, ολοένα και μεγαλύτερες αποκαλύψεις γίνονταν για το σκάνδαλο Γουαϊνστάιν… Λίγο καιρό αργότερα, ενώ βρισκόμουν στα μισά της β’ πράξης, η Τίπι Χέντρεν δημοσίευσε μια αυτοβιογραφία της όπου ισχυριζόταν ότι στη διάρκεια των γυρισμάτων της «Μάρνι» ο Χίτσκοκ την είχε παρενοχλήσει σεξουαλικά…» λέει στη συνέχεια, για να προσθέσει αμέσως μετά: «Υπάρχει μακρά ιστορία αντίστοιχης συμπεριφοράς σε άντρες με εξουσία. Ωστόσο μια από τις πιο δύσκολες παραμέτρους στη «Μάρνι» είναι ότι η σεξουαλική βία ασκείται από τον σύζυγό της, τον Μαρκ. Ο συζυγικός βιασμός έχει μια μπερδεμένη νομικά ιστορία σε πολλές χώρες, ενώ η σεξουαλική παρενόχληση και τα όρια της συναίνεσης είναι ένα θέμα που εγείρει έντονες συζητήσεις παντού. Η νουβέλα του Γκρέιαμ κινείται στην κόψη του ξυραφιού εν προκειμένω και το λιμπρέτο την ακολουθεί. Κανένας ήρωας δεν είναι ξεκάθαρα κακός ή καλός. Ολοι κρύβουν ή αρνούνται τον πραγματικό εαυτό τους. Η Μάρνι είναι ταυτόχρονα κυνηγός και θήραμα. Το πραγματικό στοίχημα είναι να γνωρίσει και να κατανοήσει τον ίδιο της τον εαυτό…».


Ο Μάλι δηλώνει πως η πρόκληση από πλευράς μουσικής στάθηκε τεράστια. Θέλησε να χρησιμοποιήσει τη μουσική για να φωτίσει τις κρυμμένες προθέσεις των χαρακτήρων. Είναι η τρίτη του όπερα κι αυτό που έχει μάθει πλέον καλά είναι ότι όσο άψογα κι αν δείχνουν όλα στο χαρτί, ποτέ δεν μπορείς να είσαι σίγουρος για την απήχησή τους αν δεν ακούσεις ολόκληρο το έργο σου τραγουδισμένο από «αληθινούς» ανθρώπους…

HeliosPlus