Σε κάθε κινηματογραφικό φεστιβάλ, μεγάλο ή μικρό δεν έχει σημασία, θα υπάρξει τουλάχιστον μία ταινία που πραγματικά «κλέβει» την καρδιά σου. Πολλές φορές δύο, σπανίως περισσότερες. Αν ανατρέξω σε προηγούμενες κινηματογραφικές διοργανώσεις στην Μπερλινάλε, θα θυμηθώ ταινίες που έμειναν στην καρδιά μου, ανάμεσα στις οποίες η «Οικογένεια Τένενμπαουμ» του Γουές Αντερσον, η ρουμανική «Οικογενειακή υπόθεση» του Κάλιν Πέτερ Νέτσερ, ο «Αόρατος συγγραφέας» του Ρόμαν Πολάνσκι και το «Νησί των καταραμένων» του Μάρτιν Σκορσέζε που προβλήθηκαν την ίδια χρονιά, το 2010, η «Ματωμένη Κυριακή» του Πολ Γκρίνγκρας και οι «Οκτώ γυναίκες» του Φρανσουά Οζόν που επίσης προβλήθηκαν την ίδια χρονιά, το 2002.
Από ό,τι έχω προλάβει εφέτος να δω σε αυτή την άκρως πολιτικοποιημένη διοργάνωση, δύο μέχρι σήμερα ταινίες συνεχίζουν να με ακολουθούν: η μία είναι στο διαγωνιστικό τμήμα και λέγεται «Η άλλη πλευρά της ελπίδας» (The other side of hope). Είναι η τελευταία ταινία του σπουδαίου φινλανδού σκηνοθέτη Ακι Καουρισμάκι και θεωρώ ότι θα φύγει από το Βερολίνο με ένα μεγάλο βραβείο, ίσως και τη Χρυσή Αρκτο. Η άλλη, είναι μια μικρή, ανεξάρτητη αμερικανική παραγωγή που λέγεται «Golden Exits», γυρίστηκε από τον μάλλον άγνωστο στην Ελλάδα Αλεξ Ρος Πέρι και προβλήθηκε στο τμήμα του Forum.
Ακολουθώντας την τακτική της προηγούμενής του ταινίας, «Το λιμάνι της Χάβρης», ο Καουρισμάκι μιλά με τον δικό του, μινιμαλιστικό αλλά ουσιαστικό, ανορθόδοξα χιουμοριστικό τρόπο για το μεταναστευτικό πρόβλημα που πλήττει εδώ και αρκετά χρόνια τη Γηραιά Ηπειρο. Το τι θα τραβήξει ο Καλέντ (Σέργουαν Κάντι), ο νεαρός Σύρος που κυκλοφορεί σαν ζόμπι στους δρόμους του Ελσίνκι, δεν λέγεται, ενώ τα ανθρώπινα χέρια που θα βρεθούν για τον βοηθήσουν να σταθεί στα πόδια του, έστω προσωρινά, θα είναι ελάχιστα. Ομως ο Καλέντ ποτέ δεν θα χάσει το κουράγιο του, ποτέ δεν θα θυσιάσει την αξιοπρέπειά του. Δεν μου έκανε καμία εντύπωση που στη συνέντευξη Τύπου που ακολούθησε την προβολή της ταινίας (στην οποία το κοινό ανταποκρίθηκε με τρομερή ζεστασιά και χειροκρότημα διαρκείας) ο Καουρισμάκι μίλησε με τα σκληρότερα λόγια για την Ευρώπη, αποκαλώντας την «σταθμό του εγκλήματος» και εμμένοντας στο γεγονός ότι ο ανθρωπισμός σε αυτήν τη ήπειρο παραμένει σταθερά απών.
Σε αντίθεση με τον Καλέντ, η Nαόμι (Εμιλι Μπράουνινγκ), που πρωταγωνιστεί στην ταινία του Αλεξ Ρος Πέρι, δεν έχει και τόσα προβλήματα να αντιμετωπίσει. Είναι κι αυτή μια ξένη σε μια χώρα που δεν γνωρίζει, μια Αυστραλέζα στο Μπρούκλιν της Νέας Υόρκης, όπου πρόκειται να δουλέψει ως αρχειοθέτρια στο πλάι ενός παντρεμένου διανοούμενου (Ανταμ Χόροβιτς). Κι εκείνος, δειλά-δειλά αρχίζει να τη φλερτάρει… Ο Πέρι ενδιαφέρεται για τις ανθρώπινες σχέσεις που αναπτύσσονται ανάμεσα σε χυμώδεις χαρακτήρες, που κρατούν μοιρασμένο χρόνο στην οθόνη. Η υποψιασμένη σύζυγος (Κλόε Σεβινί) του διανοούμενου, η ολίγον τι υστερική αδελφή της (Μέρι Λουίζ Πάρκερ) και ένας παντρεμένος νεαρός (Τζέισον Σβάρτσμαν) που η Ναόμι γνωρίζει σε ένα μπαρ, μας κρατούν κοντά τους χωρίς να λένε και τόσο σπουδαία πράγματα. Είναι άνθρωποι καθημερινοί, με προβλήματα καθημερινά, ιδιοτροπίες καθημερινές. Ισως γι’ αυτό να ταυτίστηκα μαζί τους.
Η ταινία «Golden Exits» όμως είναι επίσης ένα τρανό δείγμα της πολύ καλής δουλειάς που γίνεται στην ελληνική κινηματογραφική εταιρεία παραγωγής Faliro House του Χρήστου Κωνσταντακόπουλου. Από το 2009 που μπήκε στον χώρο με τις ελληνικές ταινίες «Στο βάθος κήπος» και «Επικίνδυνες μαγειρικές», η Faliro House εν μέσω κρίσης έχει ανοίξει τα φτερά της στο εξωτερικό. Εχει χρηματοδοτήσει αρκετές ξένες παραγωγές που έχουν κάνουν αίσθηση, από το «Μόνο οι εραστές μένουν ζωντανοί» του Τζιμ Τζάρμους, μέχρι το «The founder» του Τζον Λι Χάνκοκ και από το «Πριν από τα μεσάνυχτα» του Ρίτσαρντ Λινκλέιτερ (που γυρίστηκε στη Μεσσηνία) μέχρι το «Η αγάπη είναι παράξενη» του Αϊρα Σακς που παίχτηκε με επιτυχία στη χώρα μας.
Και η τελευταία φορά που ελληνική ταινία προβλήθηκε στην Μπερλινάλε ήταν, το 2014, το «Μικρό ψάρι» του Γιάννη Οικονομίδη, μια παραγωγή της Faliro House. Μπράβο τους λοιπόν!

HeliosPlus