Σχέσεις εμπιστοσύνης χτίζει ο πρόεδρος της ΝΔ στις συναντήσεις στο εξωτερικό για την επομένη των εκλογών. Πότε θα γίνουν; Εξαρτάται από πολλούς παράγοντες. Ο Κυριάκος Μητσοτάκης δηλώνει από τώρα παρών.

Οι εξελίξεις στην ΕΕ μετά το Brexit έχουν βγάλει προς το παρόν από το οπτικό πεδίο την ελληνική κρίση, αλλά πολλοί αναλυτές, Έλληνες και ξένοι, προδιαγράφουν με τα πιο μελανά χρώματα την περίοδο μετά το ερχόμενο φθινόπωρο για την ελληνική οικονομία. Οι λόγοι είναι πολλοί, με πιο σημαντικό ίσως την έλλειψη εμπιστοσύνης στο «αξιόπλοο» της κυβέρνησης Τσίπρα. Οι τελευταίες δημοσκοπήσεις δίνουν σαφές προβάδισμα στην πρόθεση ψήφου για τη ΝΔ, με τον Κυριάκο Μητσοτάκη να προηγείται σταθερά στην καταλληλότητα για πρωθυπουργός. «΄Άρωμα» νέων εκλογών στην Ελλάδα;

«Με τον Τσίπρα μας χωρίζει άβυσσος»

Συναντήσαμε τον πρόεδρο της ΝΔ για τη συνέντευξη στην Φραγκφούρτη. Αμέσως μετά θα πήγαινε στην Ευρωπαική Κεντρική Τράπεζα στο ραντεβού του με τον Μάριο Ντράγκι. Λόγω των τελευταίων δημοσκοπήσεων νιώθει μεγάλη ικανοποίηση για την αναγνώριση των προσπαθειών του, από την άλλη πιστεύει ότι όσο παραμένει αυτή η κυβέρνηση στην εξουσία, τόσο περισσότερο το κόστος για τη χώρα αυξάνεται.

«Δεν ξέρω αν θα γίνουν εκλογές το φθινόπωρο ή την άνοιξη στην Ελλάδα, όποτε και να γίνουν θα είναι μια καλή και όχι κακή εξέλιξη για τη χώρα» δηλώνει στην ελληνική εκπομπή της Deutsche Welle. «Το κόστος μιας προεκλογικής περιόδου θα είναι μικρότερο από το όφελος για την Ελλάδα. Η απάντηση στον λαϊκισμό δεν είναι περισσότερος λαϊκισμός, αλλά ορθός πολιτικός λόγος». Διευκρινίζει πάντως ότι δεν μπορεί να επιβάλει εκλογές, αλλά εάν ο πρωθυπουργός χάσει την κυβερνητική πλειοψηφία, δεν πρόκειται να τον στηρίξει.

«Εγώ δεν πρόκειται ποτέ να συμφωνήσω να συγκυβερνήσω με τον κ. Τσίπρα, γιατί μας χωρίζει άβυσσος. Και θα ήθελα να υπενθυμίσω σε όλους όσοι ενδεχομένως φαντασιώνονται ένα τέτοιο σενάριο, ότι εάν αυτό συνέβαινε θα είχαμε αξιωματική αντιπολίτευση τη Χρυσή Αυγή». Ως κορυφαίο μνημείο λαϊκισμού του ΣΥΡΙΖΑ ο πρόεδρος της ΝΔ θεωρεί το δημοψήφισμα πριν από ένα χρόνο, το οποίο οδήγησε την Ελλάδα «στα απόλυτα όριά της».

Μάλιστα έκανε ιδιαίτερη αναφορά στις «ανατριχιαστικές λεπτομέρειες» από το βιβλίο του Γκάλμπρέιθ: «Παρουσιάζει ένα σχέδιο, το οποίο περίπου προσομοιάζει με ένα πραξικόπημα που έχει εκπονηθεί από κάποιους χωρίς να έχουν ακόμη δοθεί απαντήσεις. Γι’ αυτό και εμείς ζητάμε τη σύσταση εξεταστικής επιτροπής για να μάθει επιτέλους ο ελληνικός λαός, τι ακριβώς έγινε αυτούς τους πρώτους 6 μήνες του 2015».

«Η υπερφορολόγηση τσακίζει»

Στις επαφές με ξένους πολιτικούς και στελέχη των αγορών που έχει κάνει το εξάμηνο της προεδρίας του στο κόμμα, ο Κυριάκος Μητσοτάκης εισπράττει κλίμα δυσφορίας και προσπαθεί να κερδίσει τη χαμένη αξιοπιστία προς την Ελλάδα και τους πολιτικούς της. Είναι ένας δρόμος μακρύς, οι σχέσεις χρειάζονται χρόνο για να σφυρηλατηθούν, λέει. «Είμαι πολιτικός με διαδρομή, έχω αποδείξει ότι δεν φοβάμαι το πολιτικό κόστος, δεν είμαι λαϊκιστής».

Εκείνο που καλείται να κάνει κατανοητό είναι ότι οι προτάσεις διακυβέρνησης που έχει παρουσιάσει δεν είναι άλλη μια προσπάθεια εξαπάτησης, αλλά ο ενδεδειγμένος δρόμος που θα έπρεπε να ακολουθήσουμε ακόμη κι εάν δεν υπήρχε μνημόνιο: «Εμείς ψηφίσαμε ένα πλαίσιο, το οποίο συμπεριλαμβάνει διαρθρωτικές αλλαγές που υποστηρίζουμε όχι γιατί είναι στο μνημόνιο, όχι γιατί μας τις επέβαλαν οι Γερμανοί ή οι Βρυξέλλες, αλλά γιατί είναι σωστές για τη χώρα. Αυτή είναι η διαφορά με τον ΣΥΡΙΖΑ».

Ο Κυριάκος Μητσοτάκης διαφωνεί κάθετα με τα μέσα που επέλεξε ο πρωθυπουργός για να υλοποιήσει τους δημοσιονομικούς στόχους. «Έχουμε τους υψηλότερους φορολογικούς συντελεστές από πάρα πολλές χώρες της Ευρώπης. Η υπερφορολόγηση δεν προσφέρει έσοδα στον προϋπολογισμό, αλλά το ανάποδο. Τσακίζει την επιχειρηματικότητα, διώχνει επενδυτές, οδηγεί πάρα πολλούς απασχολούμενους στη μαύρη οικονομία, τσακίζει την φορολογική συμμόρφωση» τονίζει.
Εκείνο που προτείνει είναι μείωση του πρωτογενούς πλεονάσματος από το 3,5% στο 2% σε συνδυασμό με ένα πλαίσιο «επιθετικών διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων για να σπάσει ο φαύλος κύκλος της ελληνικής οικονομίας». Ισχυρό όπλο και οι ιδιωτικοποιήσεις: «Εμείς πιστεύουμε στις ιδιωτικοποιήσεις όχι γιατί μας τις επέβαλε κάποιος. Θέλουμε να προσελκύσουμε επενδυτές (…) Η κυβέρνηση Τσίπρα, ούτε ξέρει, ούτε θέλει, ούτε μπορεί». Και επιμένει ότι η επόμενη κυβέρνηση θα είναι μια διαφορετική κυβέρνηση.

«Είμαι κατά της Ευρώπης των πολλών ταχυτήτων»

Αλλά πώς ακούγονται όλα αυτά από τους κομματικούς συντρόφους του στο Ευρωπαϊκό Λαϊκό Κόμμα, ή από την ίδια την καγκελάριο Μέρκελ στις σύντομες συνομιλίες μαζί της; «Χτίζω κλίμα εμπιστοσύνης. Θέλω να γνωρίζουν οι ευρωπαίοι εταίροι ότι μπορούν να με εμπιστευτούν. Δεν είμαι εγώ ο άνθρωπος που θα κάνει δημοψηφίσματα και μετά θα κάνω το όχι, ναι. Θέλω να ξέρουν ότι η επόμενη κυβέρνηση θα είναι μια κυβέρνηση που θα έχει πάρει οριστικό διαζύγιο από τον λαϊκισμό». Και ο λαϊκισμός περισσεύει στην ΕΕ σε αυτή την μετά το Brexit εποχή.

«Εγώ ενθάρρυνα το δικό μου κόμμα, το Ευρωπαϊκό Λαϊκό Κόμμα, ότι θα πρέπει να είμαστε στην πρώτη γραμμή, για να καταλάβει ο Έλληνας στα Γιάννενα που βλέπει τις Βρυξέλλες από μεγάλη απόσταση τι σημαίνει ΕΕ, να δώσουμε προτεραιότητα σε συγκεκριμένα πρότζεκτ που θα δείξουν ότι η συμμετοχή στο ευρωπαϊκό εγχείρημα έχει τελικά όφελος για την πλειοψηφία. Αυτό σημαίνει ότι η εμβάθυνση της ΕΕ πρέπει να είναι πιο στοχευμένη».

Αλλά εκεί ακριβώς είναι και ο προβληματισμός. Αντέχει η ΕΕ περισσότερη εμβάθυνση; Ο γερμανός υπουργός Οικονομικών Βόλφγκανγκ Σόιμπλε θεωρεί ότι εν ανάγκη μπορεί να λειτουργήσει και το διακυβερνητικό μοντέλο λήψης αποφάσεων, όπως έγινε στην ελληνική κρίση. Οδεύουμε λοιπόν σε μιαν Ευρώπη των πολλών ταχυτήτων; Και σε ποια ταχύτητα θα τρέχει η ασθενής οικονομικά Ελλάδα;

«Δεν πιστεύω στην Ευρώπη των πολλών ταχυτήτων» απαντά ο Κυριάκος Μητσοτάκης. «Καταρχήν υπάρχει αυτήν τη στιγμή μια Ευρώπη των δύο ταχυτήτων. Του ευρώ και των 27 πλέον μελών. Το πρώτο που πρέπει να δούμε είναι πώς θα κάνουμε τη ζώνη του ευρώ να δουλεύει ουσιαστικά και αποτελεσματικά χωρίς τις δυσλειτουργίες του παρελθόντος. Από εκεί και μετά, για μένα η συζήτηση για μιαν Ευρώπη της μεταβλητής γεωμετρίας, ειδικά μετά το Brexit, θα υπονομεύσει τη συνοχή της Ευρώπης, δεν θα την υποστηρίξει».

Ειρήνη Αναστασοπούλου