Την Τετάρτη 20 Ιανουαρίου ο αντιπρόεδρος της Ν.Δ., Άδωνις Γεωργιάδης μίλησε στους Μπάμπη Παπαπαναγιώτου και Αργύρη Παπαστάθη για τη συνάντηση Τσίπρα-Μητσοτάκη, τη συνέντευξη Βαρουφάκη και το ΕΣΡ και τις τηλεοπτικές άδειες.{{{ audio1 }}}

Για τη χθεσινή συνάντηση Μητσοτάκη – Τσίπρα

«Αυτό που έχει σημασία είναι ότι είχε μία πολύ κακή αρχή ο χειρισμός από πλευράς του κ. Τσίπρα και των συνεργατών του. Γιατί, όταν είναι δύο άνθρωποι σε ένα δωμάτιο και την ώρα που μιλάνε οι δυο τους, το γραφείο του ενός κάνει διαρροές στους δημοσιογράφους για το τι λένε οι δυο τους εκείνη την ώρα, πέραν του ότι αυτά που έλεγαν και που διέρρευσαν, δεν είχαν καμία σχέση με την πραγματικότητα. Δεν είναι αυτό το πρόβλημα μόνο, είναι και αυτό φυσικά, αλλά και ως πράξη. Δηλαδή, φαντάζεστε να μην μπορούν να μιλάνε ο Πρωθυπουργός με τον αρχηγό της αντιπολιτεύσεως και να μιλάνε και να σκέφτονται τι θα μπορεί να λέει εκείνη τη στιγμή ο Πρωθυπουργός και οι συνεργάτες στους δημοσιογράφους προς άγραν εντυπώσεων; Πολύ αποκαρδιωτική αυτή η χθεσινή σκηνή. Τίποτα απ’ όσα διαβάσατε δεν έχει σύνδεση με την πραγματικότητα. Τίποτα από αυτές τις διαρροές, καμία δεν είναι πραγματική. Ούτε θα μπορούσε ποτέ ο Πρωθυπουργός να κατηγορήσει τη Νέα Δημοκρατία ότι πρέπει να διαλέξει ανάμεσα στο ΔΝΤ και την Ελλάδα. Σιγά μην περιμένουμε τον κ. Τσίπρα για να ελέγξει τον πατριωτισμό μας. Στήριξη έχει ζητήσει ο κ. Πρωθυπουργός ήδη από τη συνάντηση των πολιτικών αρχηγών εδώ και τρεις εβδομάδες. Την απάντηση την έχει από τη Νέα Δημοκρατία, δεν έχει αλλάξει η θέση της Νέας Δημοκρατίας. Το σχέδιο για το ασφαλιστικό, το οποίο κατέθεσε ο κ. Κατρούγκαλος είναι άσχετο, με το οποίο εμείς έχουμε σοβαρές διαφωνίες, σε σειρά ζητημάτων. Αυτό δεν έχει να κάνει με τη νέα εμπλοκή του ΔΝΤ. Η εμπλοκή είναι ένα νέο αποτέλεσμα δυσμενές της διαπραγμάτευσης που ακολουθεί ο κ. Τσίπρας. Την ευθύνη της διαπραγμάτευσης την έχει ο κ. Τσίπρας, δεν την έχει η Νέα Δημοκρατία. Με τον κ. Τσίπρα στην εξουσία φοβάμαι τα πάντα. Όταν άκουγα χθες τον κ. Βαρουφάκη να εξιστορεί τον τρόπο που διαπραγματεύτηκε ο κ. Τσίπρας και ο κ. Βαρουφάκης, είναι λογικό να φοβάμαι τα πάντα. Σας λέω ότι δεν έχουμε το ίδιο μέγεθος κινδύνου που είχαμε πέρυσι. Κίνδυνο φυσικά και έχουμε, πάντα έχουμε».

Για τις δηλώσεις του Γιάνη Βαρουφάκη και το ενδεχόμενο διερεύνησης τυχόν ευθυνών του

«Ο κ. Βαρουφάκης είναι δύσκολο να ξεχωρίσει από αυτά που λέει τι είναι αλήθεια και τι είναι ψέματα. Αν ρωτάτε εμένα τη γνώμη μου, η ιδέα ότι ο Κινέζος Πρωθυπουργός εκμυστηρεύτηκε στον κ. Βαρουφάκη ότι τον πήρε η Άνγκελα Μέρκελ για να σταματήσει και να μη δώσει χρήματα στην Ελλάδα, μου φαίνεται εξωπραγματική. Ακόμα και αν είχε συμβεί κάτι τέτοιο, πράγμα για το οποίο εγώ δεν έχω την παραμικρή ιδέα αν έχει συμβεί, είμαι τελείως βέβαιος ότι ο Κινέζος Πρωθυπουργός δεν θα έπαιρνε τον κ. Βαρουφάκη να το πει. Άρα προφανώς ο άνθρωπος αυτός, γεννάει η φαντασία του διάφορα σενάρια. Από την άλλη όμως, δεν μπορώ να σας κρύψω ότι έχει γεννήσει και μία σειρά σοβαρών πολιτικών ζητημάτων. Π.χ. το ότι ο κ. Τσίπρας ήταν πλήρως ενήμερος ότι αν προχωρούσαν σε μία σειρά κινήσεων, στις οποίες τελικά προχώρησαν, ότι θα κλείσουν οι τράπεζες και ότι αυτό ήταν κάτι το οποίο είχε εξηγηθεί επαρκέστατα από τον κ. Βαρουφάκη στον κ. Τσίπρα, ήδη από τα μέσα Φεβρουαρίου, από τις 20 Φεβρουαρίου και μετά, αυτό αλλάζει τη συζήτηση. Γιατί, αυτό σημαίνει ότι το κλείσιμο των τραπεζών – θυμίζω π.χ. ότι η «Αυγή» είχε κάνει δημοσίευμα ότι εγώ είχα κλείσει τις τράπεζες, εγώ προσωπικά, ο Άδωνις Γεωργιάδης και δεν φαντάζομαι η «Αυγή» σήμερα να μου ζητήσει συγγνώμη για το γεγονός ότι ο κ. Βαρουφάκης μας αποκάλυψε, όχι μόνο ότι το εγνώριζε, όχι μόνο ότι είχε προειδοποιήσει τον κ. Τσίπρα, αλλά όταν πήρε τις αποφάσεις που πήρε, τις πήρε ξέροντας ότι θα κλείσουν οι τράπεζες. Καταλαβαίνετε ότι είναι διαφορετικό πράγμα να πεις ότι οι τράπεζες είχαν κλείσει από ατύχημα, το οποίο είναι μία συζήτηση, ότι δεν ήταν καλή η διαπραγμάτευση και διαφορετικό πράγμα να συζητάμε ότι έκαναν την πολιτική επιλογή να κλείσουν οι τράπεζες. Δεν είναι το ίδιο.

Άμα συνεχίσει ο κ. Βαρουφάκης να κάνει τέτοιες αποκαλύψεις, ασχέτως τι λέει ή όχι η Νέα Δημοκρατία, ο κάθε εχέφρων πολίτης καταλαβαίνει ότι αυτά τα θέματα πρέπει να τα ερευνήσουμε. Εσείς, δεν έχετε περιέργεια να ερευνηθούν; Εγώ δηλαδή, και ως βουλευτής του Κοινοβουλίου, αλλά και ως πολίτης αυτής της χώρας που επλήγη από τα capital controls, που η επιχείρηση μου επλήγη, που έχω χάσει λεφτά, που έχω δυσκολία στην οικογένεια μου από εκείνη τη μέρα και μετά, ναι, θέλω να ερευνήσω να δω τι έγινε. Το έχει πει ο κ. Μητσοτάκης εδώ και πολύ καιρό (ότι είναι δέσμευση της Ν.Δ. αυτό). Πάντως, ο κ. Τσίπρας δεν μπορεί να αποφύγει τη χθεσινή συνέντευξη, λέγοντας απλά «είναι αναξιόπιστος ο κ. Βαρουφάκης». Και δεν μπορεί να το αποφύγει, γιατί ο κ. Βαρουφάκης, αν είναι αναξιόπιστος, πόσω μάλλον το ότι ο κ. Τσίπρας τον κράτησε στη θέση του, μια τόσο κρίσιμη θέση επί τόσους μήνες, καίτοι αναξιόπιστος. Το έχω πει πάρα πολλές φορές και υπό την έννοια αυτή με επιβεβαίωσε ο κ. Βαρουφάκης (ότι η αξιολόγηση δεν ολοκληρώθηκε όχι με ευθύνη της Ν.Δ.). Από την ώρα που ο κ. Τσίπρας είπε στην Βουλή τον Οκτώβριο του 2014, ότι «εγώ, ό,τι και αν υπογράψει ο Σαμαράς, δεν το αναγνωρίζω», είχε τελειώσει η συζήτηση περί αξιολογήσεως, γι’ αυτό και είναι άδικες οι κατηγορίες ότι ο Σαμαράς δεν έκλεισε την αξιολόγηση. Η αξιολόγηση δεν έκλεισε λόγω του Τσίπρα. Για ποιο λόγο; Διότι οι Ευρωπαίοι έβλεπαν ότι δεν μπορούμε να βγάλουμε Πρόεδρο της Δημοκρατίας, έβλεπαν ότι ο Τσίπρας θα ήταν ο επόμενος Πρωθυπουργός και τον άκουγαν να λέει ότι «εγώ δεν αναγνωρίζω οτιδήποτε υπογράψει ο Σαμαράς».

Για το ΕΣΡ και τις τηλεοπτικές άδειες

«Θέλει μία νέα ελληνική κυβέρνηση νε πει «θέλω να φτιάξω ένα νέο, διαφορετικό θεσμικό πλαίσιο»; Καμία αντίρρηση. Η Νέα Δημοκρατία είναι υπέρ, εάν πιστεύουν ότι υπάρχει τρόπος να πάρει περισσότερα λεφτά το κράτος, είμαστε υπέρ. Εάν πιστεύουν ότι υπάρχει τρόπος να μπει ακόμα μεγαλύτερη τάξη στο τηλεοπτικό τοπίο, είμαστε υπέρ. Σε τι είμαστε κατά, τώρα; Είμαστε κατά στο να τα αποφασίσει όλα αυτά ο κ. Παππάς. Όποιος επιθυμεί τον κ. Παππά σε ρόλο υπερκαναλάρχη, να μας το πει. Εμείς στη Νέα Δημοκρατία δεν τον θέλουμε υπερκαναλάρχη».