Για μια συνάντηση με την Κριστίν Λαγκάρντ στο Νταβός την ερχόμενη Πέμπτη προετοιμάζεται ο Αλ. Τσίπρας, πλην όμως οι επιδιώξεις των δύο πλευρών δεν είναι βέβαιο ότι συμπίπτουν. Η κυβέρνηση προτάσσει το ζήτημα της μείωσης του χρέους, ενώ από πλευράς δανειστών (και ΔΝΤ) το θέμα αποτελεί μια ενδεχόμενη εξέλιξη, εφόσον προηγουμένως θα έχουν εκπληρωθεί κάποιες κρίσιμες προϋποθέσεις.
Η ελληνική κυβέρνηση και ο ίδιος ο Πρωθυπουργός ως και πριν από λίγες ημέρες «διεκδικούσαν» την απόσυρση του Ταμείου από το πρόγραμμα προσαρμογής της ελληνικής οικονομίας, κρίνοντας τον ρόλο του «μη εποικοδομητικό».
Η συζήτηση αυτή έληξε με συνοπτικές διαδικασίες αφότου η γερμανική πλευρά ξεκαθάρισε ότι «χωρίς το ΔΝΤ δεν υπάρχει πρόγραμμα», ενώ ο επίτροπος Οικονομικών Υποθέσεων Πιερ Μοσκοβισί διεμήνυσε προς την Αθήνα: «Ας μην παίζουμε με το ΔΝΤ».
Ηταν μάλιστα ο ίδιος ο υπουργός Οικονομικών Ευ. Τσακαλώτος εκείνος που έδωσε ένα οριστικό τέλος στη συζήτηση αυτή, δηλώνοντας στη «Handelsblatt» ότι «η κυβέρνηση έχει αποδεχθεί τη συμμετοχή του ΔΝΤ στο ελληνικό πρόγραμμα και έχει ήδη δεσμευθεί για αυτό απέναντι στους εταίρους της».
Υπό αυτούς τους όρους και προϋποθέσεις η σχεδιαζόμενη συνάντηση και συζήτηση Τσίπρα – Λαγκάρντ ξεκινά από τη βάση ότι το ΔΝΤ όχι απλώς παραμένει στο πρόγραμμα, αλλά και θέτει τις προϋποθέσεις για τη συνέχεια, η βασικότερη των οποίων είναι η μεταρρύθμιση του Ασφαλιστικού. Το στοιχείο αυτό αποσαφήνισε η ίδια η κυρία Λαγκάρντ με συνέντευξή της στη «Süddeutsche Zeitung» την προηγούμενη Παρασκευή, όπου μεταξύ των άλλων τόνισε: «Η Αθήνα έχει προχωρήσει σε σημαντικές οικονομικές μεταρρυθμίσεις, αλλά αυτή που είναι πολύ σημαντική και θα βοηθήσει να βελτιωθούν οι οικονομικές επιδόσεις της είναι η μεταρρύθμιση του Ασφαλιστικού».
Από τα όσα έσπευσε να δημοσιοποιήσει η κυρία Λαγκάρντ μία εβδομάδα πριν από τη συνάντησή της με τον Πρωθυπουργό (η οποία πάντως δεν έχει ακόμη επιβεβαιωθεί), έγινε σαφές πως το ζήτημα του χρέους δεν είναι αυτή τη στιγμή προτεραιότητα. Αντιθέτως, οι προϋποθέσεις ή τα προαπαιτούμενα μιας τέτοιας διαδικασίας και ενδεχόμενης συζήτησης έχουν χαρακτήρα επείγοντος.
Υπό αυτή την έννοια, κάποιοι οικονομικοί παράγοντες θεωρούν πολύ πιθανότερο ο κ. Τσίπρας να συζητήσει με την κυρία Λαγκάρντ τις αλλαγές στο Ασφαλιστικό παρά τη μείωση του χρέους. Ετσι πολλοί είναι εκείνοι που πιστεύουν πως το πλαίσιο των αξιώσεων με τις οποίες κατά πάσα πιθανότητα θα βρεθεί αντιμέτωπος ο κ. Τσίπρας στο Νταβός μπορεί και να αποδειχθεί ασφυκτικό.
Χαρακτηριστικό είναι το γεγονός ότι σύμφωνα με διεθνή δημοσιεύματα, τα οποία επικαλούνται πηγές προσκείμενες στο ΔΝΤ, οι οικονομολόγοι του Ταμείου θεωρούν πως οι όροι συμμετοχής του στο ελληνικό πρόγραμμα αυτή τη στιγμή δεν πληρούνται. «Η Ελλάδα θα πρέπει να επιτυγχάνει επί δεκαετίες πρωτογενή πλεονάσματα ύψους 3,5%, ώστε να μειώσει το χρέος της από το 200% στο 120% του ΑΕΠ και να καταστεί βιώσιμο χωρίς κούρεμα» λένε, και εκφράζουν μεγάλη αμφιβολία για το κατά πόσον το ΔΣ του οργανισμού θα θεωρήσει μια τέτοια επίδοση ρεαλιστική και εφικτή.
Κατά τις ίδιες πηγές, το πεδίο των ευρύτερων μεταρρυθμίσεων, που σύμφωνα με το ΔΝΤ θα πρέπει να αντιστοιχούν σε 6%-7% του ΑΕΠ, αποτελεί μια εκκρεμότητα, ενώ σημαντικό στοιχείο προβληματισμού στην Ουάσιγκτον είναι ότι, σύμφωνα με αξιωματούχους του Ταμείου, η ελληνική κυβέρνηση δεν έχει σημειώσει τα προσδοκώμενα βήματα προόδου στη λύση της συνάρτησης: φορολογία των πλουσίων –υπερφορολόγηση μεσαίων στρωμάτων -, υψηλές δαπάνες, με αποτέλεσμα την καταφυγή σε μείωση των συντάξεων ή την αύξηση των εισφορών, που με τη σειρά τους επιδρούν υφεσιακά.
Το πλέγμα αυτό θέτει εν αμφιβόλω τη βιωσιμότητα της μεταρρύθμισης του Ασφαλιστικού όπως την προτείνει η κυβέρνηση, ενώ παράλληλα εκκρεμεί η κατάθεση του νέου Φορολογικού.
Σύμφωνα με πληροφορίες, η πρώτη ενημέρωση των αρμόδιων επιτροπών της Βουλής για το φορολογικό νομοσχέδιο αναμένεται να γίνει εντός της εβδομάδας, πιθανώς όσο ο κ. Τσίπρας θα βρίσκεται στο Νταβός.
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ



