Η σπουδή του πρωθυπουργού να ζητήσει σύγκληση του συμβουλίου των πολιτικών αρχηγών υπό τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας, με περιεχόμενο το οποίο μόνο διασταλτικά μπορούσε να γίνει αποδεκτό, εγείρει για μία ακόμη φορά ερωτήματα για το πώς γίνεται αντιληπτή από το πολιτικό σύστημα η κορυφαία έννοια της «εθνικής συναίνεσης».
Ο κ. Τσίπρας, πρωταγωνιστής, στα λόγια και την πράξη, της στρατηγικής ρήξης κατά τη διάρκεια της εξαετούς κρίσης, προκάλεσε δύο εθνικές εκλογικές αναμετρήσεις και ένα διχαστικό δημοψήφισμα σε διάστημα λίγων μηνών, ακριβώς διότι απέκρουε ακόμη και την ιδέα, πόσω μάλλον την έκφανση, μιας ευρύτερης συναίνεσης.
Η κωμικοτραγική εξήγηση που ο ίδιος διατύπωσε δημόσια «μου ζητούσαν συναίνεση στην καταστροφή ενώ εγώ τους ζητώ συναίνεση για τη λύτρωση» αποκαλύπτει τη μικροπολιτική παθογένεια με την οποία ένας νέος ηλικιακά πλην γηραιός ως προς τις αντιλήψεις πολιτικός διεκδικεί και εν συνεχεία διαχειρίζεται την εξουσία. Η πλήρης ανακολουθία στην πολιτική συμπεριφορά κατά τη διάρκεια της αντιπολιτευτικής περιόδου και της κυβερνητικής θητείας που ακολουθεί είναι ίσως ο κορυφαίος παράγοντας για τη σταδιακή απαξίωση των κομμάτων στη συνείδηση των πολιτών. Και είναι μία από τις βασικές αιτίες που οδηγηθήκαμε στη μεγαλύτερη και βαθύτερη μεταπολεμικά κρίση, όπως και ο βασικός λόγος που αδυνατούμε να εξέλθουμε από αυτήν.
Η αναξιοπιστία δεν αφορά μόνον στην ολοένα διευρυνόμενη απόσταση προεκλογικών εξαγγελιών και κυβερνητικών αποφάσεων. Αφορά και στους συνεχιζόμενους, εν μέσω κρίσης, μικροκομματικούς χειρισμούς που μόνο στόχο έχουν μια πρόσκαιρη και πρωτίστως επικοινωνιακή διέξοδο.
Υπάρχει πολιτική ουσία, δηλαδή πραγματικό όφελος για τους πολίτες και τη χώρα, από τέτοιες «πρωτοβουλίες»;

Υπάρχει αληθινή πρόθεση αναγνώρισης –έστω και έμμεσης –κορυφαίων λαθών, απόρριψης ιδεολογικοπολιτικών εμμονών, υιοθέτησης μιας μετριοπαθούς ως προς την πολιτική συμπεριφορά αλλά τολμηρής ως προς την άσκηση αναπτυξιακής και προοδευτικής πολιτικής, στάσης; Υπάρχει, με άλλα λόγια, ειλικρινής διάθεση να βρεθεί ο ελάχιστος κοινός παρονομαστής για τη θεμελίωση μιας εθνικής συναίνεσης προς όφελος της σκληρά δοκιμαζόμενης κοινωνίας;

Αν υπήρχαν οι παραπάνω προϋποθέσεις, τότε θα είχαν προϋπάρξει ανάλογες επί μέρους κινήσεις ή έστω εκδήλωση προθέσεων προς αυτή την κατεύθυνση. Δυστυχώς όμως, τα κυβερνητικά πεπραγμένα σε μείζονες τομείς καταδεικνύουν το ακριβώς αντίθετο: Οπως στην Παιδεία, όπου ξηλώνεται ο μόνος νόμος που εγκρίθηκε με πλειοψηφία μεγαλύτερη των 5/6 της Βουλής (255 βουλευτών) για να παραδοθούν ξανά τα πανεπιστήμια στις πρακτικές που τα οδήγησαν στην απαξίωση. Οπως στην εσωτερική ασφάλεια, με την επικίνδυνα αλλοπρόσαλλη πολιτική στη διαχείριση μεταναστευτικών και προσφυγικών ροών αλλά και με το τεράστιο θέμα που ανεδείχθη σε σχέση με την εγχώρια τρομοκρατία και τις εύλογες απορίες που γεννώνται από τις σχέσεις κυβερνητικών στελεχών με αμετανόητους καταδικασθέντες εγκληματίες. Οπως στην Οικονομία, όπου η ανερμάτιστη και αναποτελεσματική πολιτική μηνών οδήγησε όχι στην έξοδο από την κρίση αλλά στην επιδείνωσή της. Η στοχοποίηση της επιχειρηματικότητας, η νέα υπερφορολόγηση, η αποθάρρυνση κάθε επενδυτικής πρωτοβουλίας, ασφαλώς και δεν είναι πολιτικές οι οποίες προέκυψαν από… συναινετικές διαδικασίες! Το αντίθετο.
Είναι εξόφθαλμο ότι ο πρωθυπουργός αναζητά εναγωνίως δικαιολογία της αποτυχίας του. Και ότι διαχειρίζεται το αδιέξοδο της πολιτικής του και τα εσωκομματικά του προβλήματα με τον μόνο τρόπο που γνωρίζει: πυροτεχνήματα αντιπερισπασμού, το κόστος των οποίων καλούνται στο τέλος να πληρώσουν οι πολίτες.
Πρέπει έστω και τώρα, που βρισκόμαστε ήδη στο και πέντε, να γίνει αντιληπτό ότι ο μόνος τρόπος επιβίωσης και ανάκαμψης της χώρας είναι η εκπόνηση ενός εθνικού σχεδίου αναγέννησης με στόχους, δράσεις και χρονοδιαγράμματα. Ενός σχεδίου που θα αντιμετωπίζει τις παθογένειες αλλά και θα προτάσσει τα πλεονεκτήματα, τις δυναμικές προοπτικές της χώρας στο σύγχρονο διεθνές περιβάλλον. Και αυτό το σχέδιο είναι πράγματι ένα κεφάλαιο στο οποίο η εθνική συναίνεση είναι και ζητούμενο και προϋπόθεση. Οχι όμως ερήμην της κοινωνίας και των πολιτών, όχι ένα σχέδιο κομματικής έμπνευσης και προέλευσης. Πρέπει να είναι ένα σχέδιο που θα εκπονηθεί και θα συμφωνηθεί ευρύτερα, ένα σχέδιο που θα συνιστά μια νέα κοινωνική συμφωνία για να ξεπεραστεί η πολυεπίπεδη και πολυετής κρίση.
Ο κ. Απόστολος Τζιτζικώστας είναι υποψήφιος πρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ