Πεντέμισι λεπτά και ο γύρος έχει ήδη τελειώσει. Οδηγώντας αργά στο γεμάτο κόσμο pitlane, ακινητοποιώ το κόκκινο R8 καθώς το πλήθος μάς περικυκλώνει.
«Δεν θυμάμαι το παραμικρό!» λέω στον φωτογράφο ακούγοντας τη φωνή μου να ηχεί σε παράταιρα υψηλές συχνότητες που δεν έχω ξανακούσει από το λαρύγγι μου.
Η πρόσκληση ήρθε μερικές εβδομάδες πριν από τη διεξαγωγή του 24ωρου αγώνα αντοχής του Le Mans. «Σας προσκαλούμε να οδηγήσετε το νέο R8 πριν από την επίσημη παρουσίασή του» έγραφε.
Ο χρόνος με το αυτοκίνητο θα ήταν περιορισμένος. Θα το οδηγούσαμε στο Circuit de la Sarthe την προηγουμένη της έναρξης του αγώνα.
Ο φωτογράφος θα αναλάμβανε να μας απαθανατίσει καθώς θα οδηγούσαμε πίσω από τον Tom Kristensen, τον εννέα φορές δανό νικητή του διάσημου αγώνα.
Εκείνο το πρωί η προσμονή μου είχε μετατραπεί σε ασυγκράτητο ενθουσιασμό. Οταν μας ειδοποίησαν ότι ο γύρος ακυρώνεται σφίχτηκε το στομάχι μου. Ο λόγος μού φάνηκε χαζός: μια χούφτα πετραδάκια είχε προκαλέσει φθορές στα παρμπρίζ ορισμένων R8 και η ACO, η διοργανώτρια λέσχη του «24 Heures Du Mans», αρνήθηκε να επιτρέψει την έξοδό τους στην πίστα.
Οι υπεύθυνοι της Audi εξέφρασαν την ειλικρινή τους λύπη, προσπαθώντας να διασκεδάσουν την απογοήτευσή μου με γενναιόδωρες ποσότητες φαγητού και μπίρας, ενώ υποσχέθηκαν να προσπαθήσουν να μου δώσουν λίγο χρόνο με το αυτοκίνητο το Σάββατο.
Υπάρχουν κακά και καλά SMS. Αυτό που φώτισε την οθόνη του κινητού μου το απόγευμα της Παρασκευής ανήκει στη δεύτερη κατηγορία. «Ραντεβού στα paddock αύριο το μεσημέρι. Θα βγείτε στην πίστα λίγο προτού ξεκινήσει ο αγώνας».
Καθώς περίμενα στο τέλος του pitlane, σιγολιώνοντας από τη ζέστη, συνειδητοποίησα ότι ο «κ. Le Mans» Tom Kristensen δεν φαινόταν πουθενά.
Τη θέση του είχαν πάρει άλλοι οδηγοί, που θα περνούσαν μπροστά με μερικά RS3. Είχα ελάχιστη εμπιστοσύνη στη γνώση τους για τη La Sarthe – για την ακρίβεια, ακόμη λιγότερη από όση είχα στον εαυτό μου – ενώ την περιοχή είχαν κατακλύσει 250.000 θεατές, «ελπίζοντας» ότι θα έχουν την απροσδόκητη τύχη να δουν ένα ολοκαίνουργιο supercar να σκάει σε κάποιον τοίχο από ελαστικά.
Οσα θα επακολουθήσουν δεν αποτελούν αναμνήσεις τής – συνήθως – λεπτομερούς μου μνήμης αλλά μια ανασύνθεσή τους από όσα κατέγραψε η κάμερα στο παρμπρίζ και από τον διόλου συνηθισμένο και σε μεγάλο βαθμό χωρίς καμία συνοχή σχολιασμό μου.
Ο γύρος αποτελούσε μια θολή εικόνα στο μυαλό μου με τα πεντέμισι λεπτά της διάρκειάς του να είναι τόσο φρενήρη που ο εγκέφαλος μου αρνήθηκε να καταγράψει οτιδήποτε στη μακροπρόθεσμη μνήμη. Οπως και να έχει, ιδού τι συνέβη στα σχεδόν 13,5 χλμ. με το ολοκαίνουργιο Audi R8 V10 Plus αξίας 187.400 ευρώ – τόσο κοστίζει στη Γερμανία.
Πειράζω τους διακόπτες για να βρω την ιδανική θέση οδήγησης. Οπως και στην προηγούμενη γενιά, θα ήθελα να μπορούσα να κατεβάσω το κάθισμα πιο κοντά στην άσφαλτο. Θέτω τον κινητήρα σε λειτουργία και ενώ τη ματιά μου τραβάει το ταμπλό και η σχεδίαση των χειριστηρίων του συστήματος κλιματισμού, διαπιστώνω ότι ο επιλογέας είναι λίγο… διαφορετικός.
Ημουν τόσο απασχολημένος με την ανεύρεση της ιδανικής θέσης οδήγησης που δεν συνειδητοποίησα ότι το κομβόι των RS3 χανόταν σταδιακά στο βάθος.
Επιπλέον, αν και περίμενα ότι ο γύρος θα ξεκινούσε με τη συνηθισμένη χαμηλής ταχύτητας «παρέλαση», τα RS3 έχουν γκαζώσει για τα καλά, περνώντας ήδη κάτω από την Dunlop Bridge προτού προλάβω να βάλω ταχύτητα.
Τραβάω πίσω τον μοχλό για την πρώτη, πατάω γκάζι και ξεκινάω το κυνήγι. Ξαφνικά, η προτεραιότητα μου δεν είναι να σχηματίσω μια πρώτη εντύπωση για ένα σημαντικό καινούργιο αυτοκίνητο όσο το να μη φανώ σαν τον ηλίθιο που οδηγεί ένα supercar 610 ίππων και τελικά τρώει τη σκόνη ενός τύπου με hatchback, μπροστά στα μάτια ενός πλήθους που – αριθμητικά τουλάχιστον – κάλλιστα θα μπορούσε να ανατρέψει καθεστώς.
Για καλή μου τύχη το Dunlop Chicane και η στροφή Esses προσφέρουν καλή ορατότητα και έτσι κερδίζω λίγο έδαφος, αλλά όσο πλησιάζουμε στην επόμενη δεξιά στροφή – την οποία ταυτοποιώ ως την Tertre Rouge – συνειδητοποιώ ότι δεν έχω ιδέα πώς συνεχίζεται η πίστα.
Χρειάζονται λίγα δευτερόλεπτα προκειμένου να καταλάβω ότι η ευθεία μπροστά μου είναι η Mulsanne Straight και ενώ γνωρίζω ότι αυτή «διακόπτεται» από δύο chicanes, δεν είμαι σίγουρος για το πού ακριβώς, και θέλω απεγνωσμένα να φτάσω αυτό το καταραμένο RS3.
Ο δείκτης του ταχύμετρου ανεβαίνει με διαβολεμένο ρυθμό. Η επιτάχυνση είναι μνημειώδης και οι στροφές του V10 κινητήρα ξεπερνούν κατά πολύ τον κόφτη των 8.000, συνεχίζοντας το κρεσέντο. Οι αλλαγές των σχέσεων γίνονται τόσο γρήγορα που σχεδόν δεν προλαβαίνεις να τις καταλάβεις και πολύ πιο άμεσα σε σχέση με την προηγούμενη γενιά του αυτοκινήτου. Περνώντας από το ραντάρ υπολογισμού ταχύτητας, διαβάζω «285 χλμ./ώρα».
Ευτυχώς το RS3 από κόκκινη κουκκίδα στο βάθος του ορίζοντα, γεμίζει πλέον το παρμπρίζ μου. Φρενάρει για το πρώτο chicane και κάνω το ίδιο.
Στην επόμενη δεξιά στροφή συνειδητοποιώ πόσο μεγάλο βήμα αποτελεί για την Audi το νέο R8 σε σχέση με το προηγούμενο.
Η αμεσότητα του συστήματος διεύθυνσης είναι αποστομωτική. Οι ρυθμίσεις του πλαισίου παρέχουν τόση πρόσφυση όση θα πρόσφερε και ένα πρωτότυπο της κατηγορίας LMP1 με slick ελαστικά, ενώ το αμάξωμα δεν εμφανίζει την παραμικρή κλίση.
Διασχίζοντας ό,τι απομένει από το chicane, το αυτοκίνητο δείχνει εντυπωσιακό καθώς καταπίνει λαίμαργα την ευθεία που ανοίγεται μπροστά μας, επιταχύνοντας με τρόπο που δεν μπορεί να συγκριθεί σε τίποτε με το προηγούμενο μοντέλο.
Ακολουθεί ένα ακόμη chicane και στη συνέχεια η δεξιά στροφή Mulsanne. Η ισορροπία του πλαισίου είναι κοφτερή σαν μαχαίρι.
Ενώ το R8 πρώτης γενιάς παρουσίαζε μια αοριστία στον τρόπο που το σύστημα διεύθυνσης εισέπραττε τις εντολές του οδηγού του, «διστάζοντας» στις εισόδους των στροφών, το συγκεκριμένο δεν προκαλεί ίχνος αβεβαιότητας.
Παραμένει βιδωμένο στην άσφαλτο και παρά την αίσθηση της σκληρότητας της ανάρτησης, δεν πρόκειται ποτέ να γίνει απρόβλεπτο στην είσοδο μιας στροφής.
Ούτε καν η εξάντληση της διαδρομής του πεντάλ στην έξοδο της στροφής δεν μπορεί να κάνει αυτό το R8 να γλιστρήσει καθώς, επιταχύνει αγέρωχα, απαιτώντας μόνο μια μικρή διορθωτική κίνηση στο τιμόνι.
Το Audi R8 διασχίζει την Indianapolis και την Arnage φτάνοντας στις διαδοχικές Porsche Curves. Κάθε στροφή ενισχύει την πρώτη μου εντύπωση. Η πομπή επιβραδύνει καθώς πλησιάζουμε προς το Ford Chicane και το τέλος του γύρου. Ακινητοποιώ το R8 για να αφήσω την απαραίτητη απόσταση και στη συνέχεια επιταχύνω πατώντας γκάζι στην κορυφή της στροφής. Δεν γλιστράει με τίποτε.
Μπαίνω στο pitlane νιώθοντας την αδρεναλίνη να τρέχει στις φλέβες μου και προσπαθώντας να ανασύρω από τη μνήμη μου την εμπειρία. Μάταιος κόπος.
Με βάση τα μαγνητοσκοπημένα ντοκουμέντα εκείνων των χαοτικών 13,5 χλμ., το νέο R8 είναι ένα άκρως εντυπωσιακό αυτοκίνητο. Αυτό που μένει να διαπιστωθεί στο μέλλον είναι αν το καλοζυγισμένο πλαίσιο στερείται την «εκφραστικότητα» και την προσαρμοστικότητα που έκαναν την προηγούμενη γενιά του τόσο διασκεδαστική.
Προς το παρόν, αυτό για το οποίο είμαι σίγουρος είναι ότι ο συνδυασμός ενός ολοκαίνουργιου supercar και της διασημότερης πίστας αγώνων στον κόσμο με έκαναν να ξεχάσω τα πάντα – ακόμη και την εμπειρία μου.
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ