Στην εποχή της παγκοσμιοποίησης ο μόνος τρόπος για να μπορέσει η Παιδεία μιας χώρας να ανταποκριθεί στις ανάγκες των καιρών είναι να δημιουργήσει ανταγωνιστικά σχολεία και πανεπιστήμια.

Να έχει δηλαδή ένας μαθητής ελληνικού σχολείου την υποδομή που χρειάζεται για να σπουδάσει σε ξένα πανεπιστήμια και ένας απόφοιτος του ελληνικού πανεπιστημίου να διεκδικήσει δουλειά ισότιμα με τους ξένους φοιτητές άλλων πανεπιστημίων του εξωτερικού – ιδιαίτερα μάλιστα αυτά τα χρόνια της βαθιάς ύφεσης στην Ελλάδα.

Άρα τα ελληνικά πανεπιστήμια θα πρέπει να βγάζουν απόφοιτους που όχι μόνον να γνωρίζουν το αντικείμενό τους άριστα αλλά και να μιλούν ξένες γλώσσες, να παίζουν στα δάχτυλα τις νέες τεχνολογίες , να μπορούν να συνεργάζονται με ξένους επιστήμονες, να είναι ανοιχτοί σε νέες ιδέες.
Δυστυχώς, το νέο εκρηκτικό δίδυμο Μπαλτά -Κουράκη στο υπουργείο Παιδείας αντί να ενισχύσει αυτή την διεθνή προοπτική και τον προσανατολισμό του πανεπιστημίου, να ανοίξει τις αίθουσες διδασκαλίας του σε ξένους καθηγητές, να προσαρμοστεί στα ευρωπαϊκά δεδομένα ώστε τα ελληνικά πτυχία να είναι άμεσα συγκρίσιμα με των άλλων χωρών της Ένωσης, επιχειρεί να κλείσει και πάλι τα ΑΕΙ στο «καβούκι» τους.
Πρώτο δείγμα γραφής αυτής της εσωστρέφειας είναι ασφαλώς η κατάργηση των συμβουλίων διοίκησης στα οποία μετείχαν αναγνωρισμένοι καθηγητές σημαντικών ξένων πανεπιστημίων, αλλά και η απόρριψη της διαδικασίας αξιολόγησης των καθηγητών.
Η συνδικαλιστική αυτή αντιμετώπιση των καθηγητών έχει ως αποτέλεσμα την εξίσωση προς τα κάτω του εκπαιδευτικού δυναμικού των πανεπιστημίων και ως αυτονόητο επακόλουθο την πτώση του επιπέδου διδασκαλίας.

Η εξίσωση προς τα κάτω είναι έτσι κι αλλιώς το σήμα κατατεθέν του κ.Μπαλτά ο οποίος κινούμενος στη γραμμή » ο ανταγωνισμός ενισχύει τον καπιταλισμό» , δήλωσε ότι «η αριστεία είναι ρετσινιά» και έσπευσε να κλείσει τα πειραματικά και πρότυπα σχολεία.

Τα μόνα δημόσια σχολεία που δίνουν τη δυνατότητα και σε μαθητές που δεν έχουν οικονομική δυνατότητα να αποκτήσουν εκπαιδευτικές δεξιότητες που μόνον κάποια ακριβά ιδιωτικά σχολεία μπορούν να προσφέρουν.

Δεύτερο δείγμα γραφής οπισθοδρόμησης και διαφοροποίησης με όλα τα πανεπιστήμια του εξωτερικού : η επιστροφή με εντολή Μπαλτά των αιώνιων φοιτητών που ενθαρρύνει την μίνιμουμ προσπάθεια και την χαλαρή παρακολούθηση.
Αλλά και η θεσμοθέτηση ξανά του πανεπιστημιακού ασύλου ,που οδηγεί και πάλι στην μπαχαλοποίηση των ιδρυμάτων και στην ενθάρρυνση των καταλήψεων πανεπιστημιακών χώρων από μη φοιτητές.
Χαρακτηριστικό του νέου οπισθοδρομικού σε σχέση με την ευρωπαϊκή εμπειρία τρόπου σκέπτεσθαι του υπουργείου Παιδείας είναι η «αποθέωση» της κομματικής αντιπαράθεσης.
Τόσο στα πανεπιστήμια ,με την ενισχυμένη εκπροσώπηση φοιτητών στην εκλογή καθηγητών, όσο και στα σχολεία : οι δάσκαλοι πλέον εκλέγουν μετά από μια προεκλογική- κομματική διαδικασία τους διευθυντές των σχολείων όλης της χώρας ενώ η συμμετοχή τους στον συνδικαλισμό παίρνει περισσότερα μόρια από την κατοχή διδακτορικού διπλώματος!
Το πιο ανησυχητικό ,ωστόσο, δείγμα γραφής της νέας πολιτικής ηγεσίας του υπουργείου παιδείας είναι ότι διακατέχεται από το σύνδρομο της αυθεντίας. Θεωρεί ότι έχει το «αλάθητο του Πάπα». Γνωρίζει καλύτερα από κάθε άλλον τα προβλήματα και τις λύσεις για τα σχολεία και τα πανεπιστήμια της χώρας.
Γι αυτό εξάλλου η πρώτη κίνηση της νέας πολιτικής ηγεσίας ήταν να καταργήσουν με μια μονοκονδυλιά ό,τι έφτιαξαν οι προηγούμενοι: o νόμος Διαμαντοπούλου που θεωρήθηκε η πιο εκσυγχρονιστική προσπάθεια των τελευταίων ετών, συμφωνήθηκε μετά από πολύμηνο διάλογο όλων των ενδιαφερομένων κι είχε ψηφισθεί -για πρώτη φορά στην ιστορία της ελληνικής πολιτείας- σχεδόν διακομματικά (από 255 βουλευτές ), πετάχτηκε ολόκληρος στα σκουπίδια ως άχρηστος και αναχρονιστικός !
Όμως οι μαθητές και οι φοιτητές έχουν ταλαιπωρηθεί απίστευτα όλα αυτά τα χρόνια από τους εκάστοτε θαυματοποιούς υπουργούς που θεωρούσαν ότι είχαν το μαγικό ραβδί και προωθούσαν αλλαγές στο εκπαιδευτικό σύστημα με βάση τις ιδεοληψίες τους ή την απόλυτη γνώση των θεμάτων .
Η επένδυση στην Παιδεία είναι η σημαντικότερη για το μέλλον μας. Η χώρα δεν χρειάζεται θαυματοποιούς αλλά συναινέσεις, μακρόπνοο σχεδιασμό, και σκληρή δουλειά.