Η απουσία κουλτούρας πολιτικών συνεργασιών και μία αποκαλυπτική ομολογία περί της φύσεως του σημερινού κυβερνητικού συνασπισμού ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ αναδείχθηκαν κατά τη διάρκεια της συζήτησης που οργάνωσαν το απόγευμα της Δευτέρας σε κεντρικό ξενοδοχείο, το Δίκτυο για την Μεταρρύθιση και το γραφείο του ιδρύματος Friedrich Ebert στην Αθήνα.
Ο γενικός τίτλος της εκδήλωσης ήταν «Πώς χτίζονται οι κυβερνήσεις συνεργασίας ανάμεσα στα κόμματα: μέθοδος, πλαίσιο και λογοδοσία» και ειδικότερο θέμα «Η εμπειρία της Γερμανίας και της Ελλάδας – Οι προκλήσεις για το μέλλον». Ομιλητές ήταν οι Αξελ Σέφερ, αντιπρόεδρος της ΚΟ του SPD, Ν. Φίλης, Κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος του ΣΥΡΙΖΑ, Ανδ. Παπαμιμίκος, γραμματέας Πολιτικής Επιτροπής της ΝΔ, Σπ. Λυκούδης, βουλευτής του Ποταμιού, αντιπρόεδρος της Βουλής και Ι. Μανιάτης, πρώην υπουργός και πρώην γραμματεάς ΚΟ του ΠαΣοΚ. Τον συντονισμό της συζήτησης είχε η πρόεδρος του Δικτύου, πρώην υπουργός και πρώην Επίτροπος της ΕΕ, Αννα Διαμαντοπούλου, ενώ εισαγωγικά μίλησε ο Θαν. Διαμαντόπουλος, Καθηγητής στο Τμήμα Διεθνών και Ευρωπαϊκών Σπουδών του Παντείου Πανεπιστημίου.
Παρόντες ήταν πρώην βουλευτές και πολιτικά στελέχη, μεταξύ των οποίων ο Κ. Λαλιώτης, η Ρεγγίνα Βάρτζελη, ο Π. Μπεγλίτης, η Κατερίνα Μπατζελή, η Αννυ Ποδηματά, ο Μιχ. Κατρίνης, ο καθηγητής Π. Ιωακειμίδης, κ.ά.
Από τις ομιλίες των εκπροσώπων των ελληνικών κομμάτων κατέστη σαφές ότι οι κυβερνήσεις συνεργασίας, όποτε σχηματίστηκαν στην Ελλάδα έως σήμερα, ήταν αποτέλεσμα ειδικών συνθηκών και κυρίως απόρροια της οικονομικής κρίσης και των πιέσεων που αυτή ασκεί.
Αντιθέτως, από την τοποθέτηση του κ. Σέφερ αναδείχθηκε πως η Γερμανία έχει μεταπολεμικά διαμορφώσει μία πολιτική οργάνωση στη βάση της οποίας βρίσκεται η δυνατότητα σχηματισμού κυβερνητικών συνασπισμών, μέσα από θεσμοθετημένες και υπερκείμενες του κομματικού συστήματος διαδικασίες, με σαφείς όρους για την σύναψη προγραμματικών συμφωνιών και συγκεκριμένους μηχανισμούς παρακολούθησης και διασφαλισης των συμφωνηθέντων και της ασκούμενης πολιτικής.
«Ο συμβιβασμός στην Ελλάδα έχει αρνητική χροιά, ενώ στην Ευρώπη είναι στόχος», τόνισε στην παρέμβασή του ο κ. Παπαμιμίκος, ο οποίος υποστήριξε στην συνέχεια ότι το κόμμα του προχώρησε σε συνεργασίες, όποτε το απαιτούσε η περίσταση. Αναφέρθηκε στην πρότασή του να υπάρχει ειδική πρόβλεψη για την εξασφάλιση του μπόνους των 50 εδρών σε κομματικούς συνασπισμούς, εφόσον τα κόμματα έχουν προεκλογικά καταθέσει κοινό προγραμματικό πλαίσιο και έχουν προτείνει κοινό υποψήφιο πρωθυπουργό.
Ο κ. Μανιάτης από την πλευρά του τόνισε ότι έως σήμερα οι συνεργασίες προχώρησαν όποτε το επέβαλαν οι συνθήκες, είπε ότι βασική παράμετρος για την ανάπτυξη κουλτούρας συνεργασιών είναι το εκλογικό σύστημα και χαρακτήρισε τις κυβερνήσεις της περιόδου 2012-15 κυβερνήσεις εθνικής ευθύνης, που απάντησαν στο ψευδεπίγραφο δίλημμα «μνημόνιο – αντιμνημόνιο».
Ο κ. Μανιάτης ανέφερε ότι σήμερα «έχει νόημα η αντίστοιξη προοδευτικό – συντηρητικό» και κυρίως «ευρωπαϊστές – αντιευρωπαϊστές» και συμπλήρωσε ότι η σημερινή κυβέρνηση δεν έχει προγραμματική συμφωνία ενώ επανέλαβε τον χαρατηρισμό «τερατογένεση» για την συμμαχία ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ. Προσέθεσε δε ότι θα επιθυμούσε η επόμενη συνεργασία να είναι μεταξύ ΣΥΡΙΖΑ και ΝΔ, ενώ σημείωσε ότι το ΠαΣοΚ «δεν έχει πλέον κανένα λόγο να θέλει να κυβερνήσει τη χώρα».
Ο κ. Λυκούδης έκανε μία σύντομη ιοστορική αναδρομή στις περιστάσεις που εμπόδισαν την ανάπτυξη κουλτούρας συνεργασιών στην Ελλάδα και περιέγραψε την κυριαρχία των διχαστικών πρακτικών (φιλελεύθεροι – βασιλικοί, εμφύλιος, χούντα, άκρατος δικομματισμός της περιόδου της Μεταπολίτευσης κλπ.). Επιπλέον υπογράμμισε ότι βασική προϋποθεση για την δημιουργία συνθηκών και αντίληψης συνεργασίας είναι η απλή αναλογική και προσέθεσε ότι «μπόνους τινάζει στον αέρα κάθε δυνατότητα».
Στην παρέμβασή του ο κ. Φίλης, αφότου τόνισε ότι μιλάει «με τη ζαλάδα που προκαλεί η εκτόξευση του χώρου από τον οποίο προέρχεται (σ.σ.: ΚΚΕ Εσ.) από το 1,2% στο 37%», μίλησε για ένα στάδιο στην πολιτική ζωή της χώρας που πρέπει να αξιοποιηθεί. Περιέγραψε την νίκη του ΣΥΡΙΖΑ ως «δημοκρατικό ανάχωμα στην Χρυσή Αυγή» και συμπλήρωσε ότι «είναι ευχής έργο που βρέθηκε ο ΣΥΡΙΖΑ να εκπροσωπήσει τον πλάνητα πολιτικά κόσμο».
Παρά ταύτα στην συζήτηση περί συνεργασιών ο κ. Φίλης αντέτεινε: «όταν συζητάμε συνεργασίες δεν πρέπει να αποσπώμεθα από το κοινωνικό πρόβλημα και τον κοινωνικό διπολισμό που έχει διαμορφωθεί».
Ως προς την συνεργασία με τους ΑΝΕΛ ήταν δε αφοπλιστικός. Μίλησε για «αναγκαιότητες» που έπρεπε να αντκιμετωπιστούν και προσέθεσε: «Συνεργασία χωρίς προγραμματική βάση δεν μπορεί να προχωρήσει. Οι ΑΝΕΛ εν προκειμένω προσχώρησαν στις προγραμματικές θέσεις του ΣΥΡΙΖΑ, δεν θέτουν ζητήματα οι άνθρωποι, απλώς συμμετέχουν».
Η αναφορά αυτή εκλήφθηκε από το ακροατήριο και ως επισήμανση για τους όρους υπό τους οποίους θα μπορούσε να συζητηθεί από τον ΣΥΡΙΖΑ ενδεχόμενη συνεργασία με άλλες πολιτικές δυνάμεις.
Συνεχίζοντας ο κ. Φίλης τόνισε ότι ο σημερινός συνασπισμός δεν συνιστά στρατηγικού Τύπου συνεργασία και επίσης ότι βρισκόμαστε σε ένα στάδιο αναδιάταξης του πολιτικού σκηνικού όπου «όλα θα κριθούν από το αν η κυβέρνηση θα φέρει στον λαό μία συμφωνία εντός ευρώ τον Ιούνιο». Υπογράμμισε δε και ότι «αν γίνει “ατύχημα”, αυτό δεν είναι επιδίωξη της κυβέρνησης».
Κλείνοντας την συζήτηση, έπειτα από έναν κύκλο ερωταπαντήσεων, η κυρία Διαμαντοπούλου ανέφερε μεταξύ των άλλων ότι η χώρα βρίσκεται σε πάρα πολύ δύσκολη στιγμή και συμπλήρωσε ότι φιλοδοξία τέτοιων εκδηλώσεων είναι να αξιοποιθηθεί επωφελώς η εμπειρία άλλων χωρών. «Ο εθνικός διχασμός παρουσιάζεται στην Ελλάδα όταν τα πράγματα γίνονται δύσκολα και μπορεί να μετατραπεί σε υπερ-όπλο εθνικής καταστροφής», τόνισε η πρώην επίτροπος και υπογράμμισε πως ο σημερινός Πρωθυπουργός «έχει τη δυνατότητα να γίνει εθνικός ηγέτης αν αξιοποιήσει όλες τις δυνατότητες συνεργασιών που παρουσιάζονται».



