Δεν μου φαίνεται περίεργο το ότι η χώρα μας βρίσκεται ψηλά, κοντά στις πρώτες θέσεις της παγκόσμιας λίστας σε συγκριτική μελέτη του μη κερδοσκοπικού διεθνούς οργανισμού Oxfam που κατατάσσει 125 χώρες ανάλογα με την ποιότητα και τη δυνατότητα των πολιτών να τρέφονται καλά καταναλώνοντας σωστά φαγώσιμα. Χρησιμοποιώντας δεδομένα τoυ Παγκοσμίου Οργανισμού Υγείας και άλλα οικονομικά στοιχεία, η λίστα του Oxfam* βάζει την Ελλάδα στη 13η θέση, την οποία μοιραζόμαστε με τη Γερμανία, την Ισπανία, τη Βρετανία και την Κύπρο. Βρισκόμαστε σαφώς πιο πάνω από τις ΗΠΑ, που είναι στην 21η θέση, και βέβαια από τη Ρωσία, που είναι στην 44η.

Θεωρούμε δεδομένο και αυτονόητο το γεγονός πως, εκτός από τα συνοικιακά μανάβικα, έχουμε κάθε εβδομάδα μια λαϊκή κοντά μας, όπου μπορούμε να προμηθευτούμε καλά ντόπια φρούτα και λαχανικά της εποχής σε λογικές τιμές. Επίσης ξέρουμε ότι σε απόσταση 5-10 λεπτών από την πόρτα μας θα βρούμε ως αργά το βράδυ ένα μαγαζάκι με φρέσκο γάλα, γιαούρτια κάθε λογής, φέτα και άλλα τυριά, καθώς και φρέσκους χυμούς. Συχνά γκρινιάζουμε γιατί θεωρούμε ότι τα τρόφιμα είναι ακριβά, αλλά αν συγκρίνουμε τις τιμές τους με τα αντίστοιχα της Αμερικής και της Ευρώπης, θα μείνουμε με ανοιχτό στόμα.

Η δική μας «πολυτέλεια»

Η έρευνα και τα συμπεράσματα του Oxfam καταγράφουν όχι μόνο την προσφορά αλλά και τη δυνατότητα του μέσου πολίτη να τραφεί καλά και σωστά, με αληθινά φαγώσιμα, σε αντίθεση με τα φτηνά βιομηχανοποιημένα με τα οποία έχουν κατακλύσει την παγκόσμια αγορά τροφίμων οι πολυεθνικές. Εξετάζουν επίσης την κατάσταση της υγείας του πληθυσμού, ειδικά το πόσοι υποφέρουν από σακχαρώδη διαβήτη και καρδιαγγειακά νοσήματα. Και εκεί, δυστυχώς, βρισκόμαστε στο μέσο της παγκόσμιας κατάταξης, αν και εμείς σαφώς έχουμε επιλογές να φάμε σωστά για να μην αρρωστήσουμε.

Λαχανικά και φρούτα ποιότητας σαν τα δικά μας τα ντόπια εποχικά θεωρούνται πολυτέλεια και είναι δύσκολο να βρεθούν σε πολλές χώρες της Ευρώπης και στην Αμερική. Μπορεί να φαίνονται όμορφα τα ζαρζαβατικά που προσφέρουν σε υψηλές τιμές τα γκουρμέ σουπερμάρκετ των ΗΠΑ – τα μόνα μέρη όπου μπορεί κανείς να αγοράσει αντίστοιχα φαγώσιμα – αλλά κι εκεί ακόμα η γεύση τους είναι συνήθως πολύ κατώτερη. Οσο για την τιμή, ας μην τα συζητάμε καλύτερα∙ μόνο οι εύποροι μπορούν να ψωνίζουν τακτικά σε τέτοια μαγαζιά. Στις δε υπαίθριες αγορές (Farmer’s Markets) όπου παραγωγοί της κάθε περιοχής πουλούν τα προϊόντα τους στη Νέα Υόρκη, στο Σαν Φρανσίσκο και σε άλλες μεγάλες πόλεις, κυρίως στις δύο άκρες των ΗΠΑ, οι τιμές είναι μάλλον απαγορευτικές για τον μέσο πολίτη. Για παράδειγμα, ένα μάτσο, κάπου μισό κιλό, λαχανίδες (kale) μπορεί να κοστίζει από 5 ως 8 δολάρια! Τα διάφορα μήλα, πράγματι εξαιρετικά και το μόνο φρούτο που είναι καλύτερο από τα δικά μας, κοστίζουν πάνω από 1 δολάριο το κομμάτι.

Τα «πλαστικά» των Αμερικανών

Το ότι στην Ελλάδα είναι εύκολο να βρούμε σε καλή τιμή φυσικές τροφές, συχνά απευθείας από τους παραγωγούς, μας κάνει να πιστεύουμε ότι το ίδιο συμβαίνει παντού στον πολιτισμένο κόσμο και ακόμη περισσότερο σε μέρη μικρά, έξω από τις μεγάλες πόλεις, όπως συμβαίνει στην Ιταλία και στη Γαλλία, χώρες που βρίσκονται στις πρώτες θέσεις της λίστας του Oxfam. Στις ΗΠΑ όμως συμβαίνει ακριβώς το αντίθετο. Ο σύζυγός μου, που διέσχισε με αυτοκίνητο τις Μεσοδυτικές Ηνωμένες Πολιτείες, μου είπε ότι το μόνο που έβρισκε έξω από τις μεγαλύτερες πόλεις ήταν τα χειρότερα βιομηχανοποιημένα φαγώσιμα που μπορεί κανείς να φανταστεί. Τα καταστήματα τροφίμων ήταν γεμάτα με πακέτα από περίεργα αρτοσκευάσματα, μαλακά, γλυκά και ανούσια, τσιπς και νάτσος σε κάθε χρώμα και σχήμα, «τυριά» που δεν ήταν καν τέτοια αλλά «πλαστικά» και άγευστα κίτρινα κομμάτια, μπροστά στα οποία ακόμη και τα χειρότερα δικά μας τυποποιημένα τυριά είναι σκάλες ανώτερα. Από τα φρούτα τα μόνα που τρώγονταν ήταν οι μπανάνες, ενώ οι ντομάτες έμοιαζαν με μια ασπροκόκκινη μάζα. Οσο για τα γιαούρτια, που τελευταία έχουν γίνει και εκεί μόδα, δεν είναι παρά κάτι μικροσκοπικά κουπάκια με γλυκερή γιαουρτόκρεμα σε διάφορες γεύσεις – από βανίλια ως καφέ – και βέβαια με δήθεν φρούτα και ατέλειωτη ζάχαρη. Και όλα τα ανεκδιήγητα αυτά γιαούρτια με 0% λιπαρά – βλέπετε, τα χαμηλά λιπαρά αποτελούν την αμερικανική ψύχωση όλων εκείνων που νυχθημερόν τρέφονται με μπέικον, πίτσες, βούτυρο και κάθε λογής κριτσανιστά γαριδάκια.

Στα ράφια των συνοικιακών μπακάλικων στις ΗΠΑ, που είναι και φαρμακεία (drugstore), βρίσκει κανείς πλέον και κεσεδάκια με ανάμεικτα φρούτα, άγνωστης προέλευσης και ποιότητας, που βεβαίως κοστίζουν.

Ελληνικός σνομπισμός

Θυμάμαι την έκπληξη του Κώστα όταν επιτέλους βρήκε στα Subway, μία από τις πιο φτηνές αλυσίδες φαστφουντάδικων, ένα σάντουιτς κάπως πιο κοντά στο αποδεκτό. Σκαρφίστηκε λοιπόν την εξής στρατηγική για να μπορέσει να τρώει κάτι που να μοιάζει με ό,τι έχει συνηθίσει: αγόρασε ένα μικρό φορητό ψυγειάκι και 2-3 παγοκύστες που τις πάγωνε το βράδυ στα ψυγεία των μοτέλ. Φτάνοντας σε κάποια μεγαλούτσικη πόλη έψαχνε για γκουρμέ μαγαζιά, όπως τα Whole Foods ή τα Trader Joe’s, και έκανε προμήθειες σε λαχανικά, τυρί, φρούτα και ψωμί για δύο-τρεις ημέρες, ως την επόμενη πόλη.

Του έκανε εντύπωση και η σχέση των Αμερικανών με το φαγητό, κάτι που εγώ έχω συνηθίσει και πια δεν παρατηρώ. Οταν επισκέφθηκε φίλους και τους παραπονέθηκε αφελέστατα ότι στα μικρά μέρη δεν υπήρχε ούτε ένας απλός φούρνος της γειτονιάς, εκείνοι έβαλαν τα γέλια σαν να τον άκουγαν να τους λέει κάτι εξωπραγματικό. Το γεγονός είναι πως δεν υπάρχουν στην Αμερική φούρνοι, όπως στις δικές μας γειτονιές. Ψωμί βρίσκει κανείς είτε μόνο στα σουπερμάρκετ είτε σε κάποια λιγοστά, πολύ ακριβά ειδικά αρτοποιεία στις πολύ μεγάλες πόλεις. Εκεί υπέροχο ψωμί παρασκευάζεται με ξινή μαγιά, όπως τον παλιό καιρό, από αρτοποιούς με μεράκι, και βέβαια κοστίζει πανάκριβα.
Οταν προσφέρθηκε ο άντρας μου να μαγειρέψει για τους φίλους μας κάτι ελληνικό και τους ζήτησε σκόρδο, του έδωσαν ένα βαζάκι κονσέρβα λιωμένο σκόρδο του σουπερμάρκετ που το φύλαγαν στο ψυγείο. Εμεινε έκπληκτος και τους ρώτησε ευγενικά αν έχουν ένα απλό κεφάλι σκόρδο για να πάρει την απάντηση: «Αχ, είσαι τόσο σνομπ!».

* Η Oxfam αποτελεί μια διεθνή συνομοσπονδία 17 οργανισμών οι οποίοι δραστηριοποιούνται σε 94 χώρες ενάντια στη φτώχεια και στην κακομεταχείριση με σκοπό να ενδυναμώσουν τους πολίτες για να διεκδικούν τα δικαιώματά τους και να διαχειρίζονται οι ίδιοι τη ζωή τους.

Δημοσιεύθηκε στο BΗΜΑ GOURMET την Κυριακή 5 Απριλίου 2015.