Ενώ μόλις τον περασμένο Ιούλιο η Ελλάδα εξέδιδε τριετές ομόλογο με απόδοση 3,75% και λίγους μήνες πριν, τον Απρίλιο του 2014, είχε επιχειρήσει την πρώτη έξοδό της στις αγορές εκδίδοντας πενταετές ομόλογο ενισχύοντας τις προσδοκίες ότι η χώρα μπορεί να βγει από τη στενωπό, κάτι που οδήγησε σε εισροές ξένων κεφαλαίων ύψους 15 δισ. ευρώ, τα δεδομένα πια έχουν μεταβληθεί δραματικά.
Η απόδοση του τριετούς ομολόγου έχει εκτιναχθεί στην περιοχή του 30% και του πενταετούς στο 20%, ενώ συνολικά τα κόστη δανεισμού για τα ελληνικά ομόλογα έχουν επιστρέψει στα υψηλά επίπεδα του 2012, τα CDS (ασφάλιστρα έναντι χρεοκοπίας) έχουν επίσης εκτοξευθεί, οι ξένοι επενδυτές αποχωρούν, το Χρηματιστήριο σημείωσε χαμηλά δυόμισι ετών και η πραγματική οικονομία ασφυκτιά καθώς οι οικονομολόγοι «βλέπουν» επιστροφή σε ύφεση ή σε στασιμότητα για το 2015.
Οι εκροές κεφαλαίων το τελευταίο εξάμηνο ξεπέρασαν εξάλλου τα 62 δισ. ευρώ, ενώ συνολικά οι τραπεζικές καταθέσεις υποχωρούν στην περιοχή των 130 δισ. ευρώ από 236 δισ. ευρώ το 2010.
Σύμφωνα μάλιστα με το Bloomberg, οι υπηρεσίες της ΕΚΤ έχουν ετοιμάσει πρόταση να αυξηθεί το «κούρεμα» στα ενέχυρα που δίνουν οι ελληνικές τράπεζες για άντληση έκτακτης ρευστότητας. Η αύξηση του «κουρέματος» πρακτικά θα μειώσει την αξία των τίτλων που θα είναι σε θέση να προσφέρουν οι ελληνικές τράπεζες και κατά συνέπεια το ποσό του ELA που θα μπορούν να αντλήσουν. Ενδεικτικό του ότι η ρευστότητα του Δημοσίου εξαντλείται αποτελεί και η πράξη νομοθετικού περιεχομένου που υποχρεώνει τους φορείς γενικής κυβέρνησης και τους ΟΤΑ να καταθέτουν τα ταμειακά τους διαθέσιμα και να μεταφέρουν τα κεφάλαια των προθεσμιακών τους καταθέσεων σε λογαριασμούς ταμειακής διαχείρισης που τηρούν στην Τράπεζα της Ελλάδος.
Η παρατεταμένη αβεβαιότητα σχετικά με το μέλλον των διαπραγματεύσεων της κυβέρνησης με τους εταίρους και δανειστές και κυρίως η έλλειψη εμπιστοσύνης και από τις δύο πλευρές έχουν αυξήσει τους κινδύνους ενός ατυχήματος. Στο πλαίσιο αυτό ιδιαίτερο ενδιαφέρον αποκτά η συνάντηση που θα έχει ο έλληνας πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας την Πέμπτη με τη γερμανίδα καγκελάριο Ανγκελα Μέρκελ στο περιθώριο της Συνόδου Κορυφής που θα διεξαχθεί στις Βρυξέλλες.
Για τους οικονομολόγους κορυφαίων επενδυτικών τραπεζών το σίγουρο είναι ότι ο χρόνος για την Ελλάδα τελειώνει, ενώ, αν και οι περισσότεροι θεωρούν πως το Grexit τελικά θα αποφευχθεί καθώς κάτι τέτοιο δεν είναι επιθυμητό ούτε από την πλευρά της Αθήνας αλλά ούτε και από αυτήν των πιστωτών, εν τούτοις ο κίνδυνος πια ενός «ατυχήματος» έχει αυξηθεί δραματικά. «Ο χρόνος τελειώνει» και η Ελλάδα «θα πρέπει κάτι να δώσει» καθώς οι κίνδυνοι αυξάνονται όσο οι διαπραγματεύσεις προχωρούν με αργούς ρυθμούς, εκτίμησαν οικονομολόγοι της UBS.
Σε περίπτωση που δεν επιτευχθεί μια συμφωνία μέσα στις επόμενες εβδομάδες, η Ελλάδα ενδεχομένως να βρεθεί μπροστά στον κίνδυνο της αθέτησης πληρωμών η οποία θα φέρει πιο κοντά το Grexit καθώς η ΕΚΤ ίσως αναγκαστεί, εξαιτίας και της επιτάχυνσης των εκροών καταθέσεων, να σταματήσει τη στήριξη των ελληνικών τραπεζών μέσω του ELA, κάτι που θα οδηγήσει αναπόφευκτα σε ελέγχους της κίνησης κεφαλαίων.
Κατέστη πάντως φανερό εδώ και πολύ καιρό, αναφέρουν οι οικονομολόγοι της ελβετικής τράπεζας, ότι υπάρχει μια σημαντική διαφορά ανάμεσα στον τρόπο που αντιλαμβάνεται τα πράγματα η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ σε σχέση με τις απαιτήσεις των δανειστών και εταίρων. Ωστόσο η ελπίδα, λένε, ότι η διαφορά αυτή θα αμβλυνθεί παραμένει, αν και ο χρόνος εξαντλείται.
Για την HSBC καθώς οι πιστωτές σκληραίνουν όλο και περισσότερο τη στάση τους, αυτός που θα πρέπει να κάνει πίσω είναι η ελληνική πλευρά ούτως ώστε να υπάρξει συμφωνία τόσο για το τρέχον πρόγραμμα όσο και για το επόμενο ως τα τέλη Ιουνίου και για τον λόγο αυτόν ο ΣΥΡΙΖΑ θα πρέπει να «ξεχάσει» ορισμένες προεκλογικές υποσχέσεις του και να δεχθεί τις μεταρρυθμίσεις κυρίως στην αγορά εργασίας και στο συνταξιοδοτικό σύστημα.
«Εξακολουθούμε να αναμένουμε μια συμφωνία πριν από τη λήξη της προθεσμίας στο τέλος του Ιουνίου, αλλά η ακριβής ημερομηνία παραμένει ακόμη εξαιρετικά αβέβαιη» εκτίμησε η Citigroup, θεωρώντας ένα τρίτο πακέτο διάσωσης αναπόφευκτο. Οπως εκτιμά, το μέγεθος του νέου πακέτου διάσωσης θα φθάσει ως τα 30 δισ. ευρώ για το 2015-16 και θα ανέλθει σε περίπου 44 δισ. ευρώ, συμπεριλαμβανομένου του 2017, και σε 50 δισ. ευρώ αν προστεθεί και το 2018. Σε περίπτωση αποτυχίας στις διαπραγματεύσεις δεν μπορούν να αποκλειστούν έλεγχοι στην κίνηση κεφαλαίων, κατάρρευση της κυβέρνησης, δημοψήφισμα (για μια συμφωνία διάσωσης ή για την παραμονή στο ευρώ), καθώς και η περίπτωση του Grexit.

HeliosPlus