Εχω κάνει Πάσχα στη Ρώμη, βλέποντας από κοντά τον Πάπα σε μια μεγαλειώδη λειτουργία στο Κολοσσαίο και τρώγοντας μετά – τι άλλο; – πίτσα. Εχω κάνει Πάσχα στο Λονδίνο παρακολουθώντας (το Μεγάλο Σάββατο) στο θέατρο τους «Misérables» – καμία σχέση με την κατάνυξη των ημερών αλλά παραμένει η ωραιότερη παράσταση μιούζικαλ που έχω δει στη ζωή μου – και τρώγοντας ακολούθως… ινδικό. Εχω κάνει Πάσχα στη Βιέννη ανασταίνοντας πρόωρα, πριν από τη λειτουργία της Ανάστασης στην ελληνική εκκλησία: κάτι η κούραση έπειτα από ώρες ποδαρόδρομου, κάτι οι μυρωδιές που έβγαιναν από το μικρό εστιατόριο σε μια όχι και τόσο τουριστική γειτονιά της πόλης, κάτι η ανάγκη μου να δικαιολογήσω τον τίτλο τιμής «Λιχούδης τουρίστας», το «γονάτισα» το γεμισμένο με τυρί που έλιωνε, περιχυμένο με καυτή σάλτσα ντομάτας, λουκάνικο· από δίπλα και δύο πρέτσελ.

Τα τελευταία χρόνια κάθε Πάσχα βρίσκω την ευκαιρία για ολιγοήμερες αποδράσεις στο εξωτερικό. Επειδή παραμένω εραστής των ταξιδιών. Αλλά και επειδή για εμένα το ελληνικό Πάσχα έχει χάσει τη συναισθηματική δύναμη που είχε, δεν με συγκινεί όπως παλαιότερα ώστε να θέλω διακαώς να το περνάω στη μητέρα πατρίδα. Βλέπετε, όσα καθιστούσαν εκείνες τις ημέρες περιόδους ανάτασης και ευτυχίας έχουν σε μεγάλο βαθμό εκλείψει: οι ευτυχισμένες οικογενειακές εκδρομές στην Τήνο που ανθισμένη μοσχοβολούσε, η συνάντηση με φίλους από τους οποίους σήμερα έχω απομακρυνθεί (χωρίς λόγο, επειδή έτσι τα έφερε η ζωή), τα πρώτα μπάνια όταν πέφταμε με τα εσώρουχα σε μια θάλασσα απίστευτα παγωμένη (νομίζω πως αν σήμερα με σπρώξουν μέσα θα πεθάνω ακαριαία), η παρέλαση της λαμαρίνας κάτω από τα παράθυρα του σπιτιού μου με τις γυναίκες να μεταφέρουν στον φούρνο μέσα σε τεράστια ταψιά για ψήσιμο τα λυχναράκια (τοπικά γλυκά, παρεμφερή με τα κρητικά σκαλτσούνια) που είχαν «κεντήσει» στα σπίτια τους, η αναστάτωση που προκαλούσε στην παιδική ψυχή μου η «διαμάχη» των δύο ενοριών του χωριού για το ποια θα αναστήσει πρώτη…

Κυρίως όμως μου λείπουν οι δύο γιαγιάδες μου, εκείνες που «ενορχήστρωναν» τις γιορτές των παιδικών μου χρόνων: με τα γλυκά τους και τα τσουρέκια τους, με τη φροντίδα τους να περάσουμε όσο πιο καλά γινόταν κοντά τους εμείς, τα παιδιά, με τα γέλια τους και τα χάδια τους. Πέθαναν αμφότερες εδώ και χρόνια. Και εγώ, μεγαλώνοντας, συνειδητοποίησα ότι πήραν μαζί τους μεγάλο μέρος της ομορφιάς – ευτυχίας που με περιτριγύριζε τότε και την οποία δεν ήμουν, λόγω ηλικίας, σε θέση να εκτιμήσω. Οσο όμως φεύγουν τα χρόνια, μαζί τους και οι άνθρωποι που αγάπησα, τόσο πιο όμορφες (έστω εξιδανικευμένες) ζωντανεύουν στη μνήμη μου οι εικόνες εκείνων που είχα ζήσει.
Γι’ αυτό, όπου κι αν βρίσκομαι την περίοδο του Πάσχα, σε όποια ξένη χώρα, και όσο ωραία και αν περνώ, πάντα εκείνες τις ημέρες κάνω ένα παράλληλο, κρυφό από τους άλλους ταξίδι: επιστρέφω στο Πάσχα εκείνης της εποχής, ξαναγίνομαι το μικρό παιδί που με δυσκολία σκαρφάλωνε στην καρέκλα της κουζίνας για να βλέπει από κοντά τη γιαγιά να «πλέκει» στο πασπαλισμένο με αλεύρι τραπέζι τα κουλούρια της. Κυρίως τα κουλουράκια που έφτιαχνε για εμένα και που είχαν το σχήμα που εγώ επέλεγα, άλλοτε πεταλούδα, άλλοτε «όμικρον, φι ή γάμα» (μάθαινα την αλφαβήτα τότε), άλλοτε αστέρι και άλλοτε σαλιγκαράκι.

Σε αυτό το ταξίδι σάς προσκαλώ μέσα από τη συνταγή για τα κουλουράκια του Πάσχα, απλή, νόστιμη, «ευκολοκατάπιωτη» που έλεγε και η γιαγιά. Αν και, τώρα πια, κάθε Πάσχα ένας περίεργος κόμπος στον λαιμό δυσκολεύει την κατάποση, παρενέργεια των αναμνήσεων που φουντώνουν όσο φουντώνουν οι μυρωδιές από τα γιορταστικά εδέσματα. Oπως και αν έχει, με τη γεύση τους και με τη μυρωδιά τους ταξιδεύω κι εφέτος, πάντα λιχούδης τουρίστας σε έναν κόσμο γλυκών αναμνήσεων, ευγνώμων για το ταξίδι που ξεκινά από εκείνη την κουζίνα στο χωριό και συνεχίζεται χωρίς τέλος.

Σας έχω και τη συνταγή

Kουλουράκια της γιαγιάς

1 κιλό αλεύρι για όλες τις χρήσεις
4 αβγά
200 γρ. ζάχαρη
60 γρ. βούτυρο αγελάδος, λιωμένο
3 κ.σ. έ.π. ελαιόλαδο
2 κ.γ. μπέικιν πάουντερ
2 βανιλίνες
ξύσμα από 1 μεγάλο πορτοκάλι, ακέρωτο
½ ποτήρι χυμό πορτοκαλιού

Για την επάλειψη

2 κρόκους, χτυπημένους με λίγο γάλα και λίγη ζάχαρη

ΕΚΤΕΛΕΣΗ

Σε μια μπασίνα ζυμώνουμε μαζί όλα τα υλικά, ρίχνοντας στο τέλος λίγο λίγο τον χυμό πορτοκαλιού, ώστε να σχηματιστεί μια ζύμη που δεν θα κολλάει στα χέρια και θα είναι αρκετά σφιχτή, όχι όμως ξηρή (μπορεί να χρειαστούμε λιγότερο ή και λίγο περισσότερο χυμό).

Προθερμαίνουμε τον φούρνο στους 170°C. Πλάθουμε σε μικρά κουλουράκια, στο σχήμα που θέλουμε, και τα αραδιάζουμε σε λαμαρίνα στρωμένη με λαδόκολλα. Αλείφουμε με το μείγμα κρόκων – ζάχαρης – γάλακτος και ψήνουμε για 25-30 λεπτά (προσοχή, αρπάζουν στο πιτς-φιτίλι).

*Δημοσιεύθηκε στο BΗΜΑ GOURMET την Κυριακή 5 Απριλίου 2015.