Μάλιστα είναι χαρακτηριστικό το γεγονός ότι ο Αύγουστος –ένας από τους καλύτερους μήνες του χρόνου για τον κλάδο των αναψυκτικών –ήταν «πολύ κακός μήνας» όπως επισημαίνουν πηγές της αγοράς.
Παρ΄ όλα αυτά η προσπάθεια του κ. Πέτρου Σεπετά, του αφεντικού της εταιρείας εμφιάλωσης του νερού Βίκος, να δραστηριοποιηθεί στην αγορά των αναψυκτικών, αν και είναι ολιγόμηνη είναι μάλλον επιτυχής. Όπως αναφέρει ο ίδιος μιλώντας προς Το Βήμα» στο διάστημα των περίπου 5 μηνών που τα αναψυκτικά Βίκος κυκλοφορούν στην αγορά απέσπασαν μερίδιο αγοράς στην κατηγορία των non cola περίπου 1,5%.
Μάλιστα σε ορισμένες αλυσίδες στην κατηγορία των non cola αναψυκτικών τα Βίκος έχουν αποσπάσει ακόμη και το 10%. Αν και η σχέση της Βίκος ΑΕ με την κλάδο των αναψυκτικών δεν είναι καινούργια –από το 1995 παράγει τα αναψυκτικά ιδιωτικής ετικέτας για την Lidl, ενώ πριν από περίπου δύο χρόνια απέκτησε το 25% της ΕΨΑ, εξαγοράζοντας το μερίδιο της εταιρείας Εύρηκα του κ. Νίκου Σαρή –ωστόσο η είσοδος της στην αγορά σε μία περίοδο ανακατατάξεων σίγουρα παρουσιάζει ενδιαφέρον.
Βέβαια η αγορά είναι εξαιρετικά ανταγωνιστική –ο πόλεμος των προσφορών από τους «μεγάλους» είναι καθημερινό φαινόμενο –γεγονός που πιέζει τις πωλήσεις των εταιρειών προς τα κάτω όπως και τον συνολικό της τζίρο. Ετσι εκτιμάται ότι οι συνολικές πωλήσεις ίσως μειωθούν μέχρι και 7%, ενώ η μείωση του όγκου θα κυμανθεί στο 4% –5%.
Πάντως ο κ. Σεπετάς θεωρεί ότι «η εταιρεία θα αποσπάσει καλό μερίδιο στα επόμενα τρία χρόνια». Προς τούτο μάλιστα η εταιρεία σκοπεύει να δαπανήσει περί το 1,5 εκατ. ευρώ για να τοποθετήσει 2.000 –2.500 ψυγεία σε μικρά σημεία πώλησης για να στηρίξει την προώθηση των αναψυκτικών, αλλά και του εμφιαλωμένου νερού .
Πριν η εταιρεία προχωρήσει στην προώθηση επώνυμων αναψυκτικών στην αγορά συζήτησε αυτό το ενδεχόμενο με την οικογένεια Τσαούτου, η οποία ελέγχει την ΕΨΑ, αλλά οι συζητήσεις απέβησαν άκαρπες, δεδομένου ότι η βολιώτικη εταιρεία δεν είχε αυτές τις δυνατότητες. Πάντως στόχος της ηπειρωτικής βιομηχανίας είναι ως το τέλος του 2015 το μερίδιο της στην αγορά των αναψυκτικών να ανέλθει στο 10%.



