Σε ένα παιχνίδι με τον χρόνο έχει εμπλακεί ο Αλ. Τσίπρας, ο οποίος αυτές τις ημέρες επιχειρεί να καταστρώσει το τελικό σχέδιό του για την επόμενη πολιτική περίοδο. Στο επίκεντρο των αναζητήσεων και των σχεδιασμών του βρίσκεται η διαδικασία εκλογής Προέδρου της Δημοκρατίας και οι τρόποι με τους οποίους ο ΣΥΡΙΖΑ θα μπορούσε πράγματι να αποτρέψει την ανάδειξη Προέδρου από τη σημερινή Βουλή. Στην ουσία, όλες οι προσπάθειες και οι μεθοδεύσεις της αξιωματικής αντιπολίτευσης εστιάζονται σε ένα πρόσωπο: τον πρόεδρο της ΔΗΜΑΡ Φ. Κουβέλη και τη στάση που εκείνος θα επιλέξει.
Η κρίσιμη λεπτομέρεια για τον ΣΥΡΙΖΑ είναι ο χρόνος κατά τον οποίο η κυβέρνηση θα εκδηλώσει τις διαθέσεις της σε σχέση με το πρόσωπο του Προέδρου της Δημοκρατίας. Εχοντας αναλύσει όλες τις δυνατότητες και τις ενδεχόμενες «μετακινήσεις» που είναι πιθανόν να παρουσιαστούν στο κοινοβούλιο με αφορμή τις ψηφοφορίες για την ανάδειξη του ανώτατου πολιτειακού άρχοντα, στο επιτελείο του Αλ. Τσίπρα έχουν καταλήξει σε μερικά συμπεράσματα, τα οποία θεωρούν ως βασικά δεδομένα του πολιτικού παιχνιδιού της περιόδου.
Με βάση τις προσθαφαιρέσεις και τις αναλύσεις που έχουν κάνει στην Κουμουνδούρου, η κυβερνητική πλειοψηφία έχει τη δυνατότητα να συγκεντρώσει ως και 175 ψήφους βουλευτών υπέρ της πρότασής της για την εκλογή Προέδρου της Δημοκρατίας. Σε αυτές περιλαμβάνουν τις ψήφους των περισσοτέρων ανεξαρτήτων βουλευτών, έξι βουλευτών της ΔΗΜΑΡ, οκτώ των ΑΝΕΛ (εξαιρουμένων αυτών του σκληρού πυρήνα, δηλαδή τον ίδιο τον Π. Καμμένο, τη Ραχήλ Μακρή και τον Τ. Κουίκ) και τους δύο ανεξαρτητοποιημένους της Χρυσής Αυγής.
Υπό αυτό το πρίσμα, η κυρίαρχη αντίληψη στο επιτελείο του Αλ. Τσίπρα είναι πως «αν δεν προταθεί ο Κουβέλης, πρόεδρος από τη σημερινή Βουλή δεν βγαίνει» και αυτό επειδή εκτιμούν ότι σε περίπτωση που ο Αντ. Σαμαράς κάνει μια τέτοια κίνηση, η προεδρική πλειοψηφία θα εξασφαλιστεί με την προσθήκη των άλλων πέντε βουλευτών της ΔΗΜΑΡ.
Εν όψει των διαδικασιών ανάδειξης Προέδρου της Δημοκρατίας, το ερώτημα που απασχολεί τον ΣΥΡΙΖΑ είναι ο χρόνος κατά τον οποίο θα εκδηλωθεί η δική του αντίδραση και ο τρόπος με τον οποίο θα επιχειρηθεί η ακύρωση του κυβερνητικού σχεδιασμού.
Για τον ΣΥΡΙΖΑ η διαδικασία είναι μονόδρομος τουλάχιστον ως προς ένα σκέλος της: ειλημμένη απόφαση στην Κουμουνδούρου είναι πως η αξιωματική αντιπολίτευση δεν πρόκειται να προτείνει καν δικό της υποψήφιο για την Προεδρία της Δημοκρατίας.
Υπό την έννοια αυτή ο κ. Τσίπρας και οι συνεργάτες του εμφανίζονται αποφασισμένοι να προχωρήσουν σε μια πρωτοφανή για τα κοινοβουλευτικά χρονικά κίνηση (να καταψηφίσουν δηλαδή απλώς τον προτεινόμενο από την κυβέρνηση υποψήφιο), να εκμεταλλευτούν κάθε συνταγματική δυνατότητα προκήρυξης εκλογών την ερχόμενη άνοιξη και εν συνεχεία ανάδειξης ενός δικού τους υποψηφίου στην Προεδρία της Δημοκρατίας από την επόμενη Βουλή.
Κρίσιμη λεπτομέρεια εν όψει αυτών: εφόσον προκηρυχθούν εκλογές λόγω αδυναμίας εκλογής Προέδρου της Δημοκρατίας, η Βουλή που θα προκύψει από τις κάλπες συγκαλείται με πρώτη αποστολή την εκλογή του ανώτατου πολιτειακού άρχοντα. Και σε αυτήν την περίπτωση δεν απαιτούνται καν 151 ψήφοι, αλλά αρκεί και η σχετική πλειοψηφία –όπερ σημαίνει ότι ο ΣΥΡΙΖΑ, εφόσον αναδειχθεί πρώτο κόμμα, έχει δυνατότητα να εκλέξει Πρόεδρο ακόμη και αν δεν έχει σχηματίσει κυβέρνηση. Τα σχετικά με τη διαδικασία ορίζονται στο άρθρο 32 του Συντάγματος, παρ. 4:
«Aν δεν επιτευχθεί ούτε και στην τρίτη ψηφοφορία η αυξημένη αυτή πλειοψηφία, η Bουλή διαλύεται μέσα σε δέκα ημέρες από την ψηφοφορία και προκηρύσσεται εκλογή για ανάδειξη νέας Bουλής.
H Bουλή που αναδεικνύεται από τις νέες εκλογές, αμέσως μόλις συγκροτηθεί σε σώμα, εκλέγει με ονομαστική ψηφοφορία Πρόεδρο της Δημοκρατίας με την πλειοψηφία των τριών πέμπτων του όλου αριθμού των βουλευτών.
Aν δεν επιτευχθεί η πλειοψηφία αυτή, η ψηφοφορία επαναλαμβάνεται μέσα σε πέντε ημέρες και εκλέγεται Πρόεδρος της Δημοκρατίας εκείνος που συγκέντρωσε την απόλυτη πλειοψηφία του όλου αριθμού των βουλευτών. Aν δεν επιτευχθεί ούτε αυτή η πλειοψηφία, η ψηφοφορία επαναλαμβάνεται ακόμη μία φορά, ύστερα από πέντε ημέρες, μεταξύ των δύο προσώπων που πλειοψήφησαν και θεωρείται ότι έχει εκλεγεί Πρόεδρος της Δημοκρατίας εκείνος που συγκέντρωσε τη σχετική πλειοψηφία».
Εχοντας αυτά υπόψη, στον ΣΥΡΙΖΑ αναζητούν την ευκαιρία, τον χρόνο και τον τρόπο ώστε να καταθέσουν μια πρόταση στον Φ. Κουβέλη, η οποία θα μπορούσε να λειτουργήσει καταλυτικά, είτε πρόκειται για τη θέση του επικεφαλής στο ψηφοδέλτιο επικρατείας είτε για μια δέσμευση ανάδειξής του στην Προεδρία της Δημοκρατίας, έπειτα όμως από τη διεξαγωγή εθνικών εκλογών.


Στους μοναχούς του Αθω
Μία ιστορική επίσκεψη

Με τη λήξη των εργασιών του β’ θερινού τμήματος της Βουλής και την ψήφιση του πολυνομοσχεδίου, ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ προχώρησε σε μία από τις θεαματικότερες έως τώρα κινήσεις του. Επισκέφθηκε το Αγιον Ορος, αποδεχόμενος πρόσκληση που είχε λάβει από τους εκπροσώπους της Ιεράς Κοινότητας στα τέλη του προηγούμενου έτους.
Η πρωτοβουλία αυτή και η επίσκεψη του κ. Τσίπρα προσέλαβε αρχικώς συμβολικό χαρακτήρα και πολλοί έσπευσαν να μιλήσουν για προεκλογική κίνηση του επικεφαλής της αντιπολίτευσης να χτίσει γέφυρες με την εκκλησιαστική κοινότητα.
Παρά ταύτα, οι γέφυρες αυτές έχουν ήδη χτιστεί. Σύμφωνα με καλά πληροφορημένες πηγές, η επίσκεψη Τσίπρα στο Αγιον Ορος ήταν απλώς μία επιβεβαίωση της προσπάθειας του επικεφαλής του ΣΥΡΙΖΑ να δείξει ότι στους συνομιλητές του συγκαταλέγεται και η Ιερά Κοινότητα, με τα ιδιαίτερα ιστορικά χαρακτηριστικά της.
Ενα από τα κύρια στοιχεία της σχέσης που έχει αναπτύξει ο κ. Τσίπρας με την Αθωνική Πολιτεία εντοπίζεται στις αρχές του έτους. Τότε είχε ζητηθεί από τον αρχηγό του ΣΥΡΙΖΑ να στηρίξει το αίτημα των Ιερών Μονών για εξαίρεση από τη φορολόγηση των ακινήτων εκτός Αγίου Ορους, τα οποία αξιοποιούνται για την υποδοχή των περίπου 600.000 προσκυνητών σε ετήσια βάση. Σύμφωνα με πληροφορίες ο κ. Τσίπρας ανταποκρίθηκε άμεσα και για το γεγονός αυτό δέχθηκε τις ευχαριστίες των εκπροσώπων του Αγίου Ορους κατά τη διήμερη επίσκεψή του εκεί.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ